Είναι κάποιοι άνθρωποι για τους οποίους νιώθεις πως υπήρχαν από πάντα, προαιώνιοι, και θα ζουν για πάντα, μέχρι το τέλος του χρόνου. Σε αυτούς τους ανθρώπους συμπεριλαμβανόταν για μένα και ο Τζίμης Πανούσης, μια από τις πιο ξεχωριστές φιγούρες της ελληνικής μουσικής ιστορίας, κι ας ήταν περισσότερο stand up κωμικός παρά μουσικός. Δεν υπήρξα ποτέ “φανατικός” του Τζιμάκου, δεν πρόλαβα να τον δω ζωντανά αν και είχα την ευκαιρία, αλλά πάντα με ενθουσίαζε ότι δεν σκεφτόταν δεύτερη φορά πριν μιλήσει και κάθε του λέξη, ακόμα κι αν τα ‘χωνε βρίζοντας θεούς και δαίμονες, φανέρωναν μια εξαιρετική ευφυία. Σαν θορυβώδες κουνούπι ενοχλητικός για όσους και όσα σχολίαζε και λατρεμένος από το κοινό (του), ο Τζίμης Πανούσης υπήρξε ίσως ο πρώτος τόσο έντονα διαδραστικός καλλιτέχνης στην Ελλάδα, επηρεάζοντας βέβαια και κάθε είδους κωμικούς και μουσικούς.

Πάνω απ’ όλα όμως, ο Πανούσης κατάφερε αυτό που κανείς δεν είχε και δεν έχει καταφέρει μέχρι σήμερα: Να τον αγαπούν και να τον μισούν ταυτόχρονα οι ίδιοι άνθρωποι. Όσοι… μάχονται “υπερ πίστεως και πατρίδος” βρίσκουν σε κάποια τραγούδια του Πανούση ένα σύμμαχο, βγάζοντας διθυραμβικές κραυγές γι’ αυτόν, ενώ την ίδια στιγμή, ακούγοντας κάτι άλλο δικό του που δεν τους αρέσει, ξεσπούν απέναντι σε αυτόν τον “άθεο, κομμουνιστή κι εχθρό του έθνους”. Χαρακτηριστικό παράδειγμα που προκαλεί λατρεία και μίσος ταυτόχρονα, είναι ο Νεοέλληνας, που -όσοι εμπίπτουν στην παραπάνω κατηγορία- οι μισοί ταυτίζονται και οι άλλοι μισοί θεωρούν ότι απευθύνεται στους νέους που βρίσκονται στους δρόμους κυνηγώντας το μέλλον τους. Κοιτάζοντας τις τελευταίες ώρες διάφορα σχόλια του κοινού για τον Τζιμάκο, έπεσα πάνω και στο ακόλουθο, που επιβεβαιώνει ακριβώς την παραπάνω πρόταση: “Φιλαδέλφεια. Δεκελείας. Τετάρτη, 8 το πρωί. Porsche Cayenne GTS. Ταριφόχερο με χρυσή αλυσίδα έξω από το παράθυρο να κρέμεται. Πέταγμα τσιγάρου έξω. Και αυτό το κομμάτι στο τέρμα, να ακούγεται 4 τετράγωνα παραπέρα από το custom ηχοσύστημα. Κάτι μου λέει ότι δεν έχει χαμπαριάσει το νόημα του κομματιού”. Το ίδιο συμβαίνει βέβαια και με τον αριστερό πολιτικό χώρο, κυρίως με τους υποστηρικτές του ΚΚΕ. Αρκεί να γυρίσει κανείς πολύ λίγο πίσω στο παρελθόν και το τραγούδι που κυκλοφόρησε με τον Γιάννη Αγγελάκα για την “Katyusha του ΚΚΕ”, μέσω εφημερίδας, κίνηση που είχε χαρακτηριστεί φυσικά ως απόδειξη πως ο Πανούσης υποστηρίζει τη δεξιά.

Ο Τζιμάκος κατάφερε να φυτέψει το σπόρο της αμφιβολίας ακόμα και στον πιο σίγουρο για τις πεποιθήσεις του άνθρωπο, ανεξάρτητα από ποιο πολιτικό, θρησκευτικό ή μουσικό χώρο προέρχεται, και αυτό είναι ίσως το πιο σημαντικό του έργο. Πάντα με ωμό, κάφρικο, όπως θέλεις πες το, χιούμορ, ακόμα κι αν δεν καταλάβαινες τι ακριβώς ήθελε να πει, πάντα μία έως μερικές εκατοντάδες λέξεις του τρυπούσαν το πετσί σου και χτυπούσαν ακριβώς εκεί που πρέπει για να αναρωτηθείς αν όντως είναι τόσο “ορθό” αυτό το οποίο πιστεύεις. Σε ένα άλλο σχόλιο, διαβάζω για έναν παραλληλισμό Αριστοφάνη – Πανούση. Σαφώς, μιας και μιλάμε για διαφορετικά είδη θεάτρου και μια διαφορά μερικών χιλιάδων χρονών, σύγκριση δεν μπορεί να υπάρξει. Αλλά, με μια ματιά στα έργα του Αριστοφάνη, πόσες αθυρόστομες εκφράσεις και ωμό, βλάσφημο χιούμορ μπορείς να δεις; Αντίστοιχα και στον Μολιέρο, η γραφή του οποίου έχει επηρεαστεί αρκετά από τον Αριστοφάνη. Ποιος μπορεί λοιπόν να μειώσει την αξία των δυο παραπάνω, με την ίδια ευκολία που μειώνει την αξία του Πανούση; Ισοπεδώνοντας τα πάντα, σε σημείο ασεβές θα μπορούσε κανείς να πει, κατάφερε να θέσει προβληματισμούς πολύ πιο σημαντικούς από όσους έχει θέσει μεγάλο μέρος της λεγόμενης στρατευμένης και πολιτικοποιημένης σκηνής. Κι αν πιστεύεις ότι ο Πανούσης ήταν μέρος αυτής της σκηνής, τότε μάλλον δεν έχεις δώσει το αρμόζον νόημα σε ό,τι έχει γράψει και πει, κι η μουσική του εξυπηρετεί απλώς τη διασκέδαση σου -ή την ανάγκη σου για “κράξιμο”.

Από την εποχή που πρωτοεμφανίστηκαν οι Μουσικές Ταξιαρχείες… βασικά λάθος. Από την εποχή που έφηβος ακόμα σχημάτιζε τη Χαρούμενη Κουδουνίστρα (μα, χαρούμενη κουδουνίστρα;) φαινόταν πως δεν χωράει ούτε σε μουσικές, ούτε σε στιχουργικές νόρμες, πόσο μάλλον σε κάποιο συγκεκριμένο πολιτικό ή κοινωνικό χώρο. Εξάλλου, ποιος άλλος πέραν του Πανούση θα έπιανε δουλειά στην Εθνική Τράπεζα και θα παραιτούνταν λίγο καιρό μετά, γράφοντας αυτήν την επιστολή;

“Προς τη διοίκησιν της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος

Διεύθυνση Διοικητικού

Τμήμα Προσωπικού

Κύριε Διοικητά,

Λαμβάνω την τιμήν να παρακαλέσω Υμάς όπως εγκρίνητε την παραίτησίν μου εκ της Τραπέζης δια τους κάτωθι αναφερόμενους λόγους:

1) Παρότι είμαι ταλαντούχος ηθοποιός αρνούμαι να συνεχίσω να πάιζω τον ρόλο του υπαλλήλου στη μέγαλη φίλη του Ελληνικού λαού την Εθνική Τράπεζα (όπως λέμε π.χ Εθνικό Θέατρο,Εθνική Πινακοθήκη, Εθνικοσοσιαλισμός κ.λ.π).

2) Η μέχρι τώρα προνομιούχα εργασία μου εις την Διοίκησιν της Έθνικής Τράπεζας στο τμήμα Συμφωνιών Ανταποκριτών Εξωτερικού δεν ήταν πάρα ένας ρόλος κομπάρσου στην καλοστημένη παράσταση των μεγαλοκεφαλαιούχων μετόχων πάνω στην πλάτη του Ελληνικού λαού (για λεπτομέρειες βλέπε γερή πολιτική ανάλυση Αντρέας Παπανδρέου, Χαρίλαος Φλωράκης, Ερυθρές Ταξιαρχίες κ.λ.π).

3) Δεν ξέρετε πόσο θα σταναχωρηθώ που θα σταματήσω να συμφωνώ (?) εκατοντάδες πανέμορφους αριθμούς επί 8 ώρες ημερησίως και να αμοίβωμαι τόσο πλουσιοπάροχα με το υπέρογκο ποσό των Δρχ. 10.683 – μηνιαίως.Δυστυχώς όμως μου λέιπει το μεγαλύτερο προσόν για ένα τραπεζουπάλληλο (που πας κύριε χωρίς μέσο;)

4) Δεν κάνατε δεκτή αίτηση μου για άδεια άνευ αποδοχών πράγμα που δεν με απασχολεί και πολύ διότι ο πατέρας μου είναι βασικό στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας και όποτε θελήσω μπορώ να επανέλθω κατόπιν βεβαίως αδιάβλητου διαγωνισμού και

5) Αρνούμαι να είμαι μισθωτός σκλάβος (μπράβο ρε μάγκα!).

Μετά σεβασμού,

Ο αιτών

Τζίμης Πανούσης”

Φύση ανήσυχη, σχημάτισε μαζί με τους Δρόλαπα, Βέκιο, Δασκαλοθανάση και Πάζιο τις Μουσικές Ταξιαρχίες αλλά δεν του έφτανε, κι ούτε ένιωθε άνετα να βγάζει τη μουσική που έβγαζε όντας κάτω από τη φτερούγα μιας μεγάλης δισκογραφικής όπως η MINOS-EMI. Γι’ αυτό και συνέχισε μόνος, έως τη στιγμή που θεώρησε, και ο ίδιος, και τα εναπομείναντα μέλη των Ταξιαρχιών, ότι ήρθε η ώρα να ανεβούν ξανά μαζί στη σκηνή, μετά από περίπου τρεις δεκαετίες. Δοκίμασε λίγο από τηλεόραση, λίγο από κινηματογράφο και λίγο περισσότερο από ραδιόφωνο -εκεί βρήκε εξάλλου και μια ελευθερία έκφρασης σχεδόν όμοια με την ελευθερία που του έδινε το πατάρι της σκηνής, τελικά όμως τίποτα από αυτά δεν του ήταν αρκετό. Οι παραστάσεις του βέβαια δεν ήταν μόνο μουσικές, ούτε μόνο θεατρικές, ούτε μόνο stand up comedy. Ήταν όλα μαζί και τίποτα από αυτά, σε ένα στυλ που ο ίδιος έκανε ευρέως γνωστό στην Ελλάδα.

Τελικά, κανείς -πέραν των δικών του ανθρώπων (κι αυτό με επιφύλαξη το γράφουμε)- δεν ξέρει που πραγματικά πίστευε ή αν γενικά πίστευε σε κάτι ο Τζιμάκος. Πίστευε στην σάτιρα, ατόφια και σκληρή. Πίστευε στην πρόκληση για την πρόκληση και πίστευε πως για να θέσεις σημαντικούς προβληματισμούς γυμνούς μπροστά στο κοινό, πρέπει να ξεπεράσεις τα όρια. Πίστευε, για την ακρίβεια, πως δεν υπάρχουν όρια. Γι’ αυτό και το κοινό τον αγάπησε και τον μίσησε, σε πολλές περιπτώσεις ταυτόχρονα, γι’ αυτό και το όνομα του είναι ήδη αθάνατο και θα μείνει στην ιστορία ως “Ο Τζιμάκος”, που ήταν μουσικός αλλά δεν ήταν μουσικός, ήταν ηθοποιός αλλά δεν ήταν ηθοποιός, έκανε σάτιρα αλλά δεν έκανε σάτιρα, κέρδισε το σύστημα από μέσα, χρησιμοποιώντας το, ζώντας ουσιαστικά απομονωμένος από αυτό.

Σχετικά ακόμη δημοσιεύματα:

 

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]