Όταν ακούς Lou Reed, σου πρωτοέρχεται στο μυαλό η ελαφρώς θλιμμένη του φάτσα που οξύμωρα συνοδεύει στο youtube ένα από τα πιο γνωστά του κομμάτια : “Perfect day”. Μαζί με το δερμάτινο jacket και την απαλή του φωνή εδώ και ένα χρόνο έφυγε για τη δική του “Walk on the wild side”.

Το βασικότερο μέλος των The Primitives που μετεξελίχθηκαν στους γνωστούς μας Velvet Underground, ξεκίνησε να συνδυάζει ναρκωτικά με καπνό και Μπάροουζ από το ’64 με ένα τρόπο σχεδόν ποιητικό. Περνώντας από το κλασσικό rockabilly των 60’s και λίγο πριν το hard rock, φέρνουν στη μουσική ροκ σκηνή αυτό που λέμε jazz-rock fusion ή απλά fusion. Δηλαδή πιο απαλά στοιχεία, κάπως ψυχεδελικά που ενσάρκωναν αυτό που είχε στο μυαλό του ο Lou Reed, την ελεύθερη jazz. Άλλωστε όπως είχε πει χαρακτηριστικά και ο ίδιος: «Ένα ακόρντο είναι αρκετό. Δύο ακόρντα το σπρώχνουν μπροστά. Με τρία ακόρντα έχεις πια περάσει στη τζαζ».

Οι Velvet Underground λοιπόν έφτιαχναν μία μουσική που θα έρχεται από τα underground στέκια, θα είναι όμορφη σα την Nico που κάποτε τραγούδησε μαζί τους, θα έχει γεύση ηρωίνης και θα μιλά για τον έρωτα με έναν τρισδιάστατο pop τρόπο όπως μόνο ο Andy Warhol θα μπορούσε να πλαισιώσει ως μάνατζέρ τους.

Ακόμη και αν οι Velvet Underground δεν απογειώθηκαν σε πωλήσεις, ακόμη και αν ξεκίνησαν τα live τους από ένα λύκειο, αρκετά από τα κομμάτια τους κατάφεραν να συνοδεύσουν τη μοναξιά στα μικρά μας εφηβικά δωμάτια, τις τελευταίες γουλιές από το μπουκάλι με το ουίσκι ένα βράδυ που βαριόμασταν τον κόσμο και για να λέμε όλη την αλήθεια, η μπανάνα στο πρώτο τους εξώφυλλο (αποτέλεσμα της επιρροής του Andy Warhol) έρχεται πάντα στο μυαλό ως συνοδεία του “All Tomorrow’s Parties”.

Παρεμπιπτόντως, όταν κάποιος ενσυνείδητος dj βάζει το “I’m Waiting For The Man”, πάντα χαμογελάμε συνειρμικά ενώ αρχίζουμε να κουνάμε το κεφάλι καταλαβαίνοντας την προσμονή.

Και μετά τους Velvet Underground τι;

Μην πανικοβάλλεστε, καθώς ο Lou Reed μέχρι και το 2004, μας έδειξε ότι και ο ατομικός του δρόμος ήταν εξίσου δημιουργικός, με μία υπόγεια νοσταλγία της ευτυχίας που καταρρίπτει το κλασσικό στερεότυπο του «επιτυχημένου ροκ σταρ».

Φεύγοντας λοιπόν κάπου το ’70 από τους Velvet Underground, πήγε στο Λονδίνο όπου συνάντησε τον David Bowie o οποίος τότε γνώριζε μεγάλη επιτυχία και μαζί, παρέα με τον Mick Ronson έφτιαξαν έναν δίσκο το ’72 που λεγόταν “Transformer” και είχε μέσα το πιο γνωστό ίσως κομμάτι του Lou Reed, “A Walk on the Wild Side”. Με αυτό το κομμάτι ερχόταν σε επαφή με το θάνατο που ενυπάρχει μέσα σε ανθρώπους που προσπαθούν να επιβιώσουν στην πόλη τους, τους απροσάρμοστους ή αλλιώς misfits, τους εκπορνευόμενους ή male hustlers και τους τραβεστί στο τραγούδι “Factory” του Andy Warhol. Μέσα από την άσχημη πλευρά των δυσκολιών, ο Lou Reed βρήκε και την όμορφη, στον ίδιο δίσκο και την ονόμασε “Perfect day”.

Μετά την αποτυχία του στο δίσκο “Metal Machine Music” κάπου στο ‘80 αποφάσισε να αφήσει το καταθλιπτικό του ύφος και να πιάσει λίγο πιο χαρούμενες συγχορδίες. Το αποτέλεσμα ήταν πραγματικά απολαυστικό στο άλμπουμ “The bells” το οποίο συγκρίθηκε από κριτικούς με τα album του Van Morrison και των Rolling Stones.

Μια δεκαετία μετά, έτεινε περισσότερο στο ιντελεκτουέλ του ύφος, μελετώντας παρατεταμένα Άλαν Πόε συνοδεύοντας και την ολοκλήρωση ενός από τους καλύτερούς του δίσκους, τον “Magic and Loss”.

To 2000 κυκλοφορεί μία ανθολογία του η οποία συνοψίζει και συμβολικά το έργο του με τον τίτλο: “Lou Reed: New York man”.

Στην τελική δεν έχει και πολύ σημασία όλη η βιογραφία, παρά μόνο ένα τραγούδι, όταν κλείνεις τα μάτια για να ξεκουραστείς ή να πεθάνεις ανάμεσα σε βουητά αυτοκινήτων. Ένα τραγούδι από έναν άνθρωπο που δε δικαιολόγησε τα πρεζάκια, δεν προσπάθησε να αλλάξει τον υπόνομο, μα τον αγάπησε ακριβώς όπως ήταν. Βρώμικος και ατόφιος.

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]