Τουλάχιστον σύμφωνα με το ντοκυμαντέρ Tupac: Resurrection, το τελευταίο τραγούδι που άκουσε πριν φύγει από τη ζωή ο rapper Tupac Shakur ήταν το “Vincent” του Don McLean. Περισσότερο γνωστός για το “American Pie”, εμπνευσμένο κι αυτό από τον αιφνίδιο θάνατο των Buddy Holly, Big Bopper και Ritchie Valens, τριών άλλων σπουδαίων καλλιτεχνών που έφυγαν νέοι και χωρίς να φτάσουν στο απόγειο ούτε της διασημότητας ούτε των μουσικών δυνατοτήτων τους, ο McLean έγραψε το “Vincent” ως φόρο τιμής στον Vincent Van Gogh, τον Ολλανδό ζωγράφο που υποτίθεται πως πούλησε μόνο έναν πίνακα στη διάρκεια της ζωής του (αν και μάλλον πούλησε λίγο περισσότερους).

Το 1970, λοιπόν, σε μια άσχημη περίοδο της ζωής του (κατά τα δικά του λεγόμενα), ο McLean βρέθηκε να διαβάζει την βιογραφία του Ολλανδού καλλιτέχνη και αποφάσισε να γράψει ένα τραγούδι για αυτόν, ένα τραγούδι που να πηγαίνει πέρα από την απλοϊκή εξήγηση της «τρέλας» και της μετά θάνατον διασημότητας ως ανεκδοτολογικού στοιχείου. Αυτό που προέκυψε είναι μια από τις σημαντικότερες παρακαταθήκες του ως τραγουδοποιού. Περιγράφοντας με ζωηρές, έντονα ποιητικές εικόνες την ίδια τη δημιουργική διαδικασία του ζωγράφου, αλλά και τα αισθητικά αποτελέσματα αυτής, ο McLean παρουσιάζει τον Βαν Γκογκ ως έναν καλλιτέχνη που αντιλαμβανόταν τον κόσμο γύρω του με ευαισθησία τόσο ξεχωριστή, και τον απέδιδε στον καμβά με τόσο δυναμικό αλλά και τόσο ασυνήθιστο τρόπο, που ήταν απαραίτητο να περάσουν χρόνια, δεκαετίες προκειμένου να αναγνωριστεί ως αυτό που όντως ήταν: μια σπάνια μεγαλοφυΐα. Αλλά παράλληλα με τα παραπάνω, το τραγούδι αναφέρεται και στην αδυναμία του Βαν Γκογκ να αποδεχτεί πως το ταλέντο του και ο κόπος που κατέβαλε προκειμένου να αποδώσει το καλλιτεχνικό του όραμα περνούσαν απαρατήρητα ή, ακόμα χειρότερα, γίνονταν αντικείμενο χλεύης. Και, βέβαια, το τραγούδι δεν παραλείπει την αναφορά στην πράξη της αυτοχειρίας του Βαν Γκογκ, χωρίς, ωστόσο, να την παρουσιάζει ούτε υπερβολικά ρομαντικά.

Ο Tupac Shakur, ιδιαίτερα διαβασμένος και ο ίδιος, αλλά και με αξιοσημείωτη τεχνική σαν στιχουργός/ποιητής, αγαπούσε πολύ το τραγούδι του McLean, αλλά είχε αποτίσει τον δικό του φόρο τιμής στον Βαν Γκογκ, υπό τη μορφή του ποιήματος “Starry Night” (δηλαδή Έναστρη Νύχτα, όπως είναι ο τίτλος ενός από τους πιο γνωστούς πίνακες του Βαν Γκογκ αλλά και ο πρώτος στίχος του τραγουδιού του McLean). Το ποίημα κυκλοφόρησε τελικά στο βιβλίο “The Rose That Grew From Concrete”, αλλά και στο ομότιτλο άλμπουμ όπου γνωστοί καλλιτέχνες του χιπ χοπ όπως ο Mos Def, o Q-Tip και οι Dead Prez είτε απαγγέλουν σε στυλ spoken word είτε ραπάρουν στίχους του Tupac που ο ίδιος δεν είχε ηχογραφήσει. Το τραγούδι του McLean, πάντως, ήταν, όπως προαναφέρθηκε, από τα αγαπημένα του Tupac και, σύμφωνα με τον αστικό μύθο, ήταν το τελευταίο που άκουσε ποτέ είτε στο στερεοφωνικό του αμαξιού που τον μετέφερε στο νοσοκομείο (παιγμένο από την τότε κοπέλα του) είτε στο ίδιο το νοσοκομείο, παιγμένο από τη μητέρα του, ακτιβίστρια Afeni Shakur.

Σημειωτέον πως ένας άλλος μουσικός που θεωρεί το τραγούδι του McLean κομψοτέχνημα και, μάλιστα, το περιγράφει ως μια σύνθεση που «βρίσκει όντως αυτό το γλυκόπικρο Άγιο Δισκοπότηρο που αναζητά διαρκώς κάθε τραγουδοποιός» είναι ο Brett Anderson των Suede, διόλου ευκαταφρόνητος σαν στιχουργός κι ο ίδιος.

Όλα τα παραπάνω γράφονται με αφορμή τη χτεσινή συμπλήρωση 165 ετών από τη γέννηση του Βαν Γκογκ, που δεν κατάφερε να βιώσει ιδίοις όμμασι την αναγνώριση, το ενδιαφέρον και την αγάπη των φιλότεχνων προς το πρόσωπό του, αν και ένα σχετικά πρόσφατο επεισόδιο της σειράς Dr. Who παρουσιάζει λίγο διαφορετικά τα πράγματα. Όπως και να έχει, ο Βαν Γκογκ άφησε πίσω του τέτοιο έργο που δύσκολα θα ξεπεραστεί. Ενδεικτικό αυτού είναι πως, 134 χρόνια μετά τη γέννησή του, επίσης στις 30 Μαρτίου, αλλά του 1987, ένας άλλος διάσημος πίνακάς του, από τη σειρά των Ηλιοτροπίων, πωλήθηκε για 22,5 εκατομμύρια λίρες.

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]

About The Author

Γεννήθηκε στο Χολαργό το 1980 και σπούδασε Επικοινωνία και ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στη μουσικολογία, στο ίδιο Πανεπιστήμιο. Είναι υποψήφιος διδάκτορας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Τον Απρίλιο του 2013 εξέδωσε το πρώτο του μυθιστόρημα, με τίτλο «Ελληνική Ασφυξία» (Εκδόσεις των Συναδέλφων), υπό το ψευδώνυμο Ηλίας Νίσαρης. Κείμενά του, είτε με το πραγματικό του όνομα είτε με το ψευδώνυμο, έχουν δημοσιευτεί επίσης σε διάφορα περιοδικά του ηλεκτρονικού και έντυπου Τύπου (3pointmagazine.gr, να ένα μήλο, Metropolis Free Press, Fractal Press, thecricket.gr, mixtape.gr, bibliotheque.gr, To Παράθυρο, Ποιητική, HUMBA! κ.ά.) Διατηρεί το blog www.eliasnisaris.blogspot.gr , ενώ κάθε Δευτέρα, από τις 12 έως τις δύο το μεσημέρι, παρουσιάζει την εκπομπή Wax Trash στον ιντερνετικό σταθμό www.indiegroundradio.com. Το βιβλίο του με τίτλο “Το Ορφανό Αριστούργημα”, υπό το πραγματικό του όνομα, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Εύμαρος.

Related Posts