Του Λευτέρη Μπάιλα

Εκείνος έδειξε τον δρόμο και η κοπέλα ακολούθησε αθόρυβα με τα γυμνά της πέλματα να χαϊδεύουν τα μαρμάρινα σκαλοπάτια και το λεπτό της φόρεμα να λικνίζεται ακολουθώντας την κίνησή της. Λίγο αργότερα μια ζεστή μυρωδιά χαμομηλιού είχε κατακλύσει το κουζινάκι και απλωνόταν αργά αργά προς το κλιμακοστάσιο. Δυο κούπες που άχνιζαν προσγειώθηκαν στο τραπέζι. Μια κουταλιά μέλι, λίγο λεμόνι και λίγα παξιμάδια με αρκετό τυρί, συνέθεσαν ένα απολαυστικότατο αν και λιτό πρωινό.

Οι πρώτες γουλιές κατέβηκαν σιωπηρά. Λίγα βλέμματα ανταλλάχτηκαν μόνο αλλά κουβέντα καμία. Το ζεστό ρόφημα κατέβαινε με αγαλλίαση και ζέσταινε τα σωθικά τους. Στον φούρνο είχαν ριχτεί επίτηδες δύο μεγάλα κούτσουρα για να ζεσταθεί το κουζινάκι και τώρα σπίθιζαν ζωηρά. Μικρά πυροτεχνήματα έσκαγαν απροειδοποίητα ανοίγοντας κόκκινες σχισμές πάνω στο ξύλο. Μονομιάς έχαναν την φωτεινότητά τους και γίνονταν κατάμαυρες. Θα έλεγε κανείς ότι η ατμόσφαιρα ήταν σύμφωνη με το πνεύμα των ημερών. Εορταστική.

Αφού τελείωνε το δεύτερο παξιμάδι του, που είχε μουλιάσει στο χαμομήλι, ο Πέτρος τελικά ξεκίνησε τη συζήτηση.

“Χαίρομαι που βλέπω ότι όντως είσαι καλά. Στην αρχή δεν με είχες πείσει, αλλά τώρα που σε βλέπω να καταβροχθίζεις έτσι το γεύμα σου, λέω ότι αυτό δεν μπορεί να είναι παρά ένα, σίγουρα, θετικό σημάδι.”

Η κοπέλα απλά χαμογέλασε, όπως τον είχε συνηθίσει πια να κάνει και συνέχισε να παλεύει με τα παξιμάδια της.

“Ξέρεις είναι περίεργο… τόση ώρα και δεν έχουμε μπει καν στον κόπο να συστηθούμε. Με λένε Πέτρο.”

Μπουκωμένη άφησε αδέξια το παξιμάδι που κρατούσε και αφού σκούπισε το χέρι πάνω στο φόρεμά της, αφήνοντας μια καφέ γκρίζα μουντζούρα πάνω στην λευκότητά του, το έτεινε προς το μέρος του για χειραψία.

“Α! Γεια σου Πέτρο, είμαι η Αγγελική.”

Ο Πέτρος ανταπέδωσε την χειραψία σαστισμένος, καθώς η κοπέλα αντέδρασε σαν να επρόκειτο για κάτι εντελώς τυπικό και αναμενόμενο, που την έκανε να βαριέται. Σαν να μην χρειαζόταν αυτή η διαδικασία, γιατί είχε ξαναγίνει. Αφού τράβηξε το χέρι του απορημένος, εκείνη ασχολήθηκε πάλι με τα παξιμάδια της. Τώρα έμοιαζε να ψάχνει ποια γωνία του παξιμαδιού ήταν η ποιο σωστή για να ξεκινήσει. Ενοχλημένος πλέον παραπονέθηκε.

“Ξέρεις δεν είναι δα και ότι πιο φυσιολογικό αυτό που έχει γίνει.”

Η Αγγελική συνέχισε σαν να μην άκουσε τίποτα.

“Πως νομίζεις ότι αισθάνθηκα; Εκεί που καθόμουν μέσα σε πίσσα σκοτάδι, μόνος στη μέση του πουθενά, να βλέπω μια κοπέλα αναίσθητη μέσα στη θάλασσα; Και σαν να μην έφτανε αυτό, ενώ περιμένω, στην κατάσταση που σε βρήκα και στις συνθήκες αυτές, με τόσο κρύο κι εγώ δεν ξέρω πόσες ώρες μες το παγωμένο νερό, από στιγμή σε στιγμή να μας αφήσεις χρόνους, ξαφνικά εσύ ξυπνάς και είσαι μες την τρελή χαρά.

Λες και ήρθες ταξίδι αναψυχής. Σηκώνεσαι, τρως το καταπέτασμα και συμπεριφέρεσαι σαν να ζούσαμε εδώ χρόνια. Νομίζω ότι χρειάζομαι κάποιες εξηγήσεις.”

Η Αγγελική παράτησε το φαί της και πήρε μια βαθιά ανάσα. Έμεινε με κλειστά τα μάτια σε στάση προσευχής σαν να σκεφτόταν.

“Συγγνώμη αν μίλησα απότομα, αλλά έλα λίγο στη θέση μου! Είναι και η ένταση των ημερών βλέπεις. Πολεμάω δύο μέρες τώρα να σε κρατήσω στη ζωή και ζω με την αγωνία. Τώρα που βλέπω ότι ξεπεράσαμε αυτή την κρίσιμη κατάσταση μου βγήκε όλο το ζόρι.”

Απολογήθηκε ο Πέτρος.

“Νομίζω πάντως ότι δικαιούμαι να μάθω ποια είσαι και πως στα κομμάτια βρέθηκες εδώ. Το πώς κατάφερες να επιβιώσεις το προσπερνάω δε με μεγάλη επιείκεια. Μου αρκεί και μόνο ότι τα κατάφερες.”

Τον κοίταξε για λίγη ώρα στα μάτια. Ο Πέτρος ένιωσε ξανά όλη την ζεστασιά του κόσμου να κατακλύζει το σώμα του. Αυτή η γλυκύτητα, αυτή η γαλήνη. Δεν είχε ξανασυναντήσει ποτέ άνθρωπο που με μια ματιά μόνο σε άγγιζε τόσο πολύ ώστε οποιοσδήποτε θυμός σου γινόταν καπνός.

“Το ποια είμαι νομίζω ότι στο έχω ήδη απαντήσει. Είμαι η Αγγελική. Δεν χρειάζεται να μάθεις κάτι παραπάνω για μένα. Είμαι σίγουρη ότι ένα όνομα φτάνει για να είμαστε εντάξει ο ένας απέναντι στον άλλο. Θα ζητούσες κάτι παραπάνω από την κοπέλα στο καπηλειό; Δεν νομίζω· ένα όνομα θα σου αρκούσε. Γιατί να μην σου αρκεί και τώρα;”

Ο Πέτρος τα ‘χασε. Πως ήξερε για την σερβιτόρα στη χώρα; Μήπως ήταν κάπου μέσα στο καπηλειό και δεν την είχε πάρει πρέφα; Αλλά πάλι αυτό ήταν σχεδόν αδύνατον. Αφ’ ενός γιατί το καπηλειό ήταν πολύ μικρό για να μην δεις κάποιον που βρίσκεται μέσα, αφ’ ετέρου μια τέτοια κοπέλα δεν θα περνούσε απαρατήρητη ακόμη κι αν βρισκόταν στο πανηγύρι στις Μενέτες, ανάμεσα σε πλήθος κόσμου και καλλονών.

Η Αγγελική συνέχισε.

“Όσο για το πώς βρέθηκα εδώ, ειλικρινά δεν έχει καμία σημασία. Μια πιο σωστή ερώτηση θα ήταν, ‘γιατί;’ βρέθηκα εδώ!”

“Έστω! Ακόμη και αυτό το ερώτημα αν απαντούσες θα ήταν μια ικανοποίηση για μένα.”

“Δεν με άφησες να τελειώσω όμως.”

Τον διέκοψε.

“Το γιατί βρέθηκα εδώ, θα σου απαντηθεί. Απλά δεν είναι η ώρα ακόμη. Βλέπεις… αν σου έλεγα τώρα τον λόγο, δεν θα με πίστευες.”

“Γιατί δεν με δοκιμάζεις λοιπόν;”

“Έχε μου εμπιστοσύνη. Δεν υπάρχει περίπτωση να με πιστέψεις. Λίγη υπομονή χρειάζεται να κάνεις. Δεν θα αργήσει να έρθει η απάντηση.”

Τα μάτια της παρέμεναν σταθερά να κοιτούν τα δικά του. Ο Πέτρος αισθάνθηκε άβολα. Αυτά τα μάτια! Δεν μπορούσες να μην τα εμπιστευτείς. Ήταν τόσο φωτεινά! Σε κοιτούσαν και έβλεπες την αλήθεια να λάμπει μέσα τους. Μάλλον κάτι παραπάνω. Ένιωθες την αλήθεια μέσα τους.

Πήγε να ξαναμιλήσει αλλά σταμάτησε πριν καν αρχίσει. Δεν έβρισκε νόημα. Είχε καταλάβει ότι όντως έπρεπε να περιμένει. Άλλωστε αν η Αγγελική δεν ήθελε να πει κάτι, ήταν πλέον σίγουρος ότι δεν θα μπορούσε να την πείσει για το αντίθετο. Οπότε καλύτερα ήταν να μην δημιουργήσει ένταση. Είπε μόνο το εξής.

“Δεν πρόκειται να σε πιέσω άλλο. Όχι για άλλο λόγο. Ειλικρινά μόνο και μόνο επειδή για κάποιο λόγο, που δεν μπορώ να εξηγήσω, νιώθω ότι μου λες αλήθεια και πρέπει να σου έχω εμπιστοσύνη. Δεν ξέρω τι και πως. Απλά νιώθω ότι έτσι είναι. Και αν έγινα λίγο απότομος ζητάω συγγνώμη. Αλλά να, ξέρεις… τον τελευταίο καιρό μου συμβαίνουν περίεργα πράγματα και έχω αρχίσει να αμφιβάλλω για το τι είναι αληθινό και τι όχι από αυτά που ζω.”

“Δεν σε κατέκρινε κανείς για κάτι. Άλλωστε θα ήμουν αρκετά επιπόλαιη αν σε έκρινα χωρίς να ξέρω τι περνάς και μάλλον αχάριστη από τη στιγμή που όλα δείχνουν ότι σου χρωστάω τη ζωή μου.”

“Μα δεν φαίνεται πως με είχες ανάγκη τελικά!”

“Και ποιός το λέει αυτό παρακαλώ; Ακόμη κι έτσι όμως να ήταν, εσύ δεν το ήξερες και έκανες ότι μπορούσες για να είμαι εγώ τώρα εδώ. Θα μπορούσες να είχες παρατήσει την προσπάθεια από την πρώτη κιόλας στιγμή. Αν κρίνω δε και από αυτά που βλέπω γύρω μου, με τη ζωή που κάνεις εδώ, άλλος στη θέση σου μπορεί και να μην είχε μπει καν στον κόπο να κατέβει μέχρι εκεί κάτω για να δει τι είναι αυτό που ασπρίζει μέσα στη νύχτα. Ξέρεις ο κόσμος δύσκολα αφήνει την ησυχία του για να ανακατευτεί με πράγματα που μπορεί και να τον βάλουν σε μπελάδες.

Εσύ όμως δεν το έκανες. Ξεκίνησες μες στο χιόνι και το σκοτάδι για να εξακριβώσεις αν αυτό που έβλεπες δεν ήταν τίποτα και να μηδενίσεις ακόμη και την παραμικρή αμφιβολία ότι κάποιος μπορεί να χρειάζεται την βοήθειά σου. Και να που έτσι ήταν. Αλλά και πάλι χωρίς δεύτερη σκέψη, αν και μόνος εδώ στην ερημιά, έβαλες μια άγνωστη στον φάρο σου και ακόμη και τώρα που αρνείται να σου δώσει απαντήσεις, δεν την πετάς έξω, παρά είσαι έτοιμος να την περιποιηθείς όσο καλύτερα μπορείς, ακόμη και αν ο θυμός σου φούντωσε σαν είδες ότι παρ’ όλη την προσπάθειά σου δεν σου ικανοποιείται καμία χάρη.

Πως θα μπορούσα λοιπόν εγώ μετά απ’ όλ’ αυτά να σε κρίνω για την αντίδρασή σου; Αν κάποιος θα έπρεπε να ζητήσει συγγνώμη εδώ, αυτός σίγουρα δεν είσαι εσύ.”

“Ίσως να είναι κι έτσι. Όμως όπως δεν είναι σωστό να με κατακρίνεις χωρίς να ξέρεις τι έχω ζήσει, δεν είναι και σωστό να βγάζεις βιαστικά συμπεράσματα για τον καλό μου εαυτό, για τον ίδιο λόγο. Το ότι δεν έκατσα στ’ αυγά μου όταν είδα κάτι να ασπρίζει, όπως είπες, μπορεί να έχει βαθύτερες αιτίες και να μην οφειλόταν αποκλειστικά και μόνο στην καλοσύνη και στην υπευθυνότητά μου. Δεν είμαι καλός. Το αντίθετο θα έλεγα.”

“Τέλος πάντων. Νομίζω ότι αυτή η συζήτηση δεν οδηγεί πουθενά. Θα δούμε τι ισχύει απ’ ολ’ αυτά καθώς θα γνωριζόμαστε καλύτερα. Ας αλλάξουμε τώρα θέμα. Αλήθεια πως είναι η ζωή σου εδώ;”

Ο Πέτρος είδε ότι είχε χάσει οριστικά το παιχνίδι και ακολούθησε την επιθυμία της.

“Περιέργως καλύτερη απ’ ότι περίμενα. Η αλήθεια είναι ότι στην αρχή επέλεξα να έρθω εδώ ως αυτοεξόριστος. Ήταν σαν ένα είδος αυτοτιμωρίας. Το θέμα είναι όμως ότι τελικά είμαι αρκετά ικανοποιημένος με αυτή μου την επιλογή. Βλέπεις δεν τα πήγαινα ποτέ καλά με τον κόσμο και εδώ έλυσα το πρόβλημα μονομιάς. Τέτοια ζητήματα δεν με απασχολούν πια.”

“Τώρα καταλαβαίνω πόσο μεγάλο πρόβλημα σου δημιουργεί η παρουσία μου εδώ.”

Ο Πέτρος κοκκίνισε και έσπευσε να διορθώσει την κατάσταση.

“Όχι, όχι! Αυτό είναι μεγάλο λάθος. Όσο και αν θέλω να βρίσκομαι μακριά από κόσμο, δεν αισθάνομαι το ίδιο για σένα. Η αλήθεια είναι ότι όσες φορές με επισκέφτηκε κάποιος εδώ, δεν έβλεπα την ώρα να φύγει. Με ‘σένα όμως δεν ισχύει αυτό. Για να πω την αλήθεια, νιώθω ένα βάρος όποτε σκέφτομαι ότι θα έρθει η ώρα, κάποτε, να φύγεις. Και μιας που το ανέφερα, πότε σκοπεύεις να κάνεις κάτι τέτοιο;”

Την τελευταία ερώτηση την υπέβαλε με την αγωνία σαφώς αποτυπωμένη στο πρόσωπό του. Γνώριζε την απάντηση από πριν.

“Σύντομα. Πολύ σύντομα.”

Ήταν πασιφανές. Ο Πέτρος διαισθανόταν ότι η Αγγελική θα εγκατέλειπε το νησί όσο ξαφνικά το είχε επισκεφτεί. Έτσι κι αλλιώς τις περισσότερες φορές αυτό γίνεται. Συνηθίζεται, για έναν μυστήριο λόγο να συμβαίνει αυτό που δεν θέλουμε να συμβεί. Πολλές φορές στη ζωή του ο Πέτρος είχε παρατηρήσει, ότι ακόμη και σε περιπτώσεις γεγονότων που έχουν το πολύ δύο ενδεχόμενες εκβάσεις, αυτή που νικούσε ήταν αυτή που δεν ήθελε. Έστω και στο πιο ασήμαντο και καθημερινό ζήτημα. Περίεργο, αλλά γεγονός.

Εκτός κι αν είναι τέτοια η δύναμη της ελπίδας, ώστε όταν κανείς σκέφτεται τα δύο ενδεχόμενα, τυφλωμένος από αυτήν, να μην μπορεί να δει ότι το αρνητικό ενδεχόμενο έχει περισσότερες πιθανότητες να συμβεί και χωρίς να ισχύει, να εκλαμβάνει και τα δύο ως ισοπίθανα. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, την κρίσιμη στιγμή, η ψυχολογική κατάρρευση να είναι τεράστια. Γι’ αυτό κι ο Πέτρος είχε υποσχεθεί στον εαυτό του, ότι θα προσπαθούσε σε όλη του τη ζωή να μην ελπίζει ποτέ σε τίποτα. Αυτή ήταν η λύτρωση.

Έλα όμως που η ελπίδα δεν είναι κάτι που μπορείς κατά βούληση να έχεις ή όχι. Δεν υπολόγισε ότι, το να ελπίζεις, είναι κάτι σχεδόν βιολογικό. Είναι κάτι σαν την αναπνοή. Γίνεται αυτόματα. Όπως το μυαλό δεν κουμαντάρει την κίνηση της καρδιάς ή το στομάχι, έτσι δεν μπορεί να κάνει και με την ελπίδα. Ξεπροβάλει εκεί όπου δεν την περιμένεις. Την γεννάει το αίμα  και φωλιάζει στην καρδιά. Είναι το τονωτικό του οργανισμού. Τροφοδοτεί την κάθε σου κίνηση. Δηλητηριάζει τον νου με αργές σταλαματιές, χωρίς να το καταλαβαίνεις και αν έρθει η ώρα που όλα καταρρέουν, βγαίνει από την κρυψώνα της και πλημμυρίζει το είναι σου προσπαθώντας να σε κρατήσει όρθιο.

Όπως αυτή τη στιγμή. Ο Πέτρος είχε χρόνια να αισθανθεί έτσι. Να ζήσει έστω και για λίγα δευτερόλεπτα το φτεροκόπημα, το ψέμα και στη συνέχεια να βυθιστεί στην μεγάλη απογοήτευση της αλήθειας από τη μια στιγμή στην άλλη.

Παράλληλα όμως εκείνη τη στιγμή, ένα μεγάλο ερώτημα γεννήθηκε και έκανε πέρα όλες τις άλλες σκέψεις. Τι έτρεχε τελικά με αυτήν την κοπέλα; Μέσα σε λίγες μόνο μέρες απ’ όταν την είδε και σε ακόμη λιγότερες ώρες που είχε μιλήσει μαζί της, του είχε βγάλει μια άλλη του πλευρά. Μια πλευρά χαμένη χρόνια μέσα του. Ακόμη και το γεγονός ότι τόσο πολύ δεν ήθελε άνθρωπο να φύγει από κοντά του, ήταν εξαιρετικά περίεργο γι’ αυτόν. Μήπως την είχε ερωτευτεί; Όχι δεν ήταν έρωτας αυτό που ένιωθε. Άλλωστε κάτι μέσα του, του έλεγε ότι το συγκεκριμένο πλάσμα δεν έπρεπε ποτέ να το αγγίξει, να το σπιλώσει. Ήταν κάτι πολύ παραπάνω τα συναισθήματά του.

Ήταν αγάπη. Και όχι αγάπη όπως την εννοούν οι περισσότεροι. Ήταν αγνή αγάπη. Ανιδιοτελής. Όπως η αγάπη της μάνας για το παιδί και ακόμη περισσότερο. Ήξερε επίσης ότι το ίδιο ίσχυε και από την μεριά της. Ίσως γι’ αυτό να ήταν και ο πρώτος άνθρωπος μετά από χρόνια, που ήθελε την παρέα του.

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]