Παραμύθια. Στο άκουσμά της λέξης και μόνο ξυπνούν μνήμες από τα παιδικά μας χρόνια, από την αγαπημένη γιαγιά ή τον αγαπημένο παππού που μας συνέπαιρνε με τις ιστορίες που διηγιόταν, και βοηθούσε τη φαντασία μας να αναπτυχθεί. Κι αν για τις μεγαλύτερες γενιές αυτή είναι μια τετριμμένη ανάμνηση, τι γίνεται με τα παιδιά που μεγαλώνουν στον καιρό του tablet;

Τη λύση φαίνεται να δίνουν οι επαγγελματίες αφηγητές και αφηγήτριες παραμυθιών που με την υποβλητικότητά τους σε μεταφέρουν σε αλλοτινές εποχές. Το 3point μίλησε με τον Βαγγέλη Γέττο, μουσικό που συνοδεύει και ‘‘ντύνει’’ τις διηγήσεις της αφηγήτριας παραμυθιών Μαρίνας Κατσαρή. Οι δυο τους, στα πλαίσια του 1ου Πανελλήνιου Φεστιβάλ Παραμυθιών, έρχονται από την Κύπρο στην Αθήνα για πρώτη φορά αυτό το Σαββατοκύριακο, 17 και 18 Φεβρουαρίου, για να πουν τις ιστορίες της Μεσαιωνικής Κύπρου στη σκηνή του Θεάτρου Παραμυθίας – Αλμπέρτα Τσοπανάκη.

Το  παραμύθι των ερωταπαντήσεων ξεκινά…

Πώς προέκυψε η ενασχόλησή σας με το συγκεκριμένο είδος της λαϊκής παράδοσης;

Η Μαρίνα Κατσαρή είναι μια καταξιωμένη και πολυσχιδής αφηγήτρια από την Κύπρο. Η δική της πορεία ξεκινά από τα βιώματά της ως παιδί και εγγόνι προσφύγων από τον κυπριακό βορρά που γνώρισε το χωριό και την καταγωγή της, τουλάχιστον μέχρι το 2003 που άνοιξαν τα οδοφράγματα, μέσα από τις ιστορίες που άκουγε από την οικογένειά της. Η σπίθα της ιστόρησης φουντώνει μέσα από τις σπουδές της (νηπιαγωγός και θεατροπαιδαγωγός) και καταλήγει σε μια μικρή πυρκαγιά μέσα από τη μαθητεία της δίπλα σε σημαντικούς/ές δασκάλους/ες του χώρου. Από εκεί και πέρα, ως επαγγελματίας αφηγήτρια καταπιάνεται με οτιδήποτε μπορεί να ειπωθεί σαν μια ιστορία σε φεστιβάλ, θέατρα, σχολεία, απομακρυσμένα χωριά: παραμύθια, θρύλους, λογοτεχνία, ποίηση, μαρτυρίες κ.ά.

Η δική μου ενασχόληση με την τέχνη της αφήγησης έχει ως βασικό άξονα τη μουσική επένδυση των παραμυθιών, το ‘‘soundtrack’’, και χρονικά ξεκινά κατά τη συνάντησή μου με την Μαρίνα και την τέχνη της. Πρέπει να ομολογήσω ότι, προηγουμένως, η μόνη επαφή που θυμάμαι να έχω με τον ευρύτερο χώρο της αφήγησης πάει πολύ πίσω στο νομίζω καθοριστικό για μένα βινύλιο του Μορμόλη του Ράινερ Χάχφελντ. Μετά ήρθαν οι ‘‘βιβλιοκασέτες’’ με ηχογραφημένους μύθους του Αισώπου που συνοδεύονταν από το απομαγνητοφωνημένο κείμενο και –οι άνω των 30 ετών αναγνώστες νομίζω ότι θα καταλάβουν καλύτερα– τις κάπως τρομακτικές ή και κακόγουστες εικονογραφήσεις! Από τότε υποθέτω ότι ίσως άρχισα να σνομπάρω λίγο τα παραμύθια. Μετά, στην μετεφηβική ηλικία, ήρθαν οι live αφηγήσεις του Σαββόπουλου, οι ιστορίες του Λουδοβίκου των Ανωγείων επί σκηνής και αρκετά αργότερα ο μοναδικός ‘‘Γαργαληστής’’ του Μπασλάμ. Με την ενθάρρυνση της Μαρίνας και μέσα από αυτά τα βιώματα ανακάλυψα ότι τα παραμύθια, όταν τα λέει κάποιος που τα νιώθει σαν δικά του, μπορούν να αποτελέσουν ένα γιγαντιαίο ακρόαμα. Και ο/η αφηγητής/τρια με τον/την μουσικό του/της, με απλό αλλά όχι απλοϊκό τρόπο, μπορεί να μας εισαγάγει σε ένα ολόκληρο σύμπαν αισθήσεων.

Έτσι, ένα κι ένα κάνουν τρία, που λέει και ο Παπάζογλου: μετά την συνάντησή μας ήρθε και η συνδημιουργία μας. Συνεργασίες με πολύ σημαντικούς μουσικούς (π.χ. τον λυράρη Ζαχαρία Σπυριδάκη στο ‘‘Του Μύθου τα Γυρίσματα-Ήχοι και Μύθοι της Κρήτης’’ σε Κύπρο και Πάτρα), με μουσικούς ιρλανδικής μουσικής (‘‘Ιστορίες και Μουσικές της Ιρλανδίας’’) και, βέβαια, τα ‘‘Μεσαιωνικά Παραμύθια της Κύπρου’’.

 

Πες μας δυο λόγια για την κυπριακή παράδοση των παραμυθιών. 

Η κυπριακή προφορική παράδοση μιλά για ό,τι μιλούν όλες οι παραδόσεις όλων των λαών ανά τον κόσμο και τους αιώνες: για τον καθημερινό μόχθο, για τις οικονομικές, καιρικές και άλλες κακουχίες, για την αρρώστια και την θεραπεία, για τη ζωή και το θάνατο, το καλό και το κακό. Το μοναδικό με την κυπριακή παράδοση είναι ότι κουβαλά ολοζώντανα όλα τα πολιτισμικά συστατικά που την συγκροτούν ιστορικά. Από την Κύπρο πέρασαν οι Φοίνικες, οι Αχαιοί, οι Έλληνες της κλασικής εποχής, οι Μακεδόνες, οι Πέρσες, οι Ρωμαίοι, οι Βυζαντινοί, οι Φράγκοι, οι Βενετσιάνοι, οι Οθωμανοί και οι Άγγλοι. Φανταστείτε τώρα τι μπορεί να σημαίνει για όλες τις πτυχές της παράδοσης μιας χώρας που εν τω μεταξύ διατηρεί επίσης ζωντανή -αν και όχι ακμαία- την απόγονο της μόνης σωζόμενης αρχαίας ελληνικής διαλέκτου. Ακριτικοί θρύλοι (ο Διγενής Ακρίτας), παραμύθια για τους δράκους που κρατούν το πολύτιμο νερό αλλά και προφορικές παραδόσεις για τους πρώτους θρυλικούς βασιλείς του νησιού κατά τη μεσαιωνική εποχή, τους Λουζινιανούς είναι μόνο κάποιοι από τους σπόρους αυτού του πολιτισμικά εύφορου νησιωτικού χώρου.

Μέσα στην ουτοπία τους, τα παραμύθια αυτά αναφέρονται σε μία Κύπρο ως ενιαίο χώρο.

Τι έχουν να προσφέρουν τα μεσαιωνικά παραμύθια στο σήμερα; Υπάρχουν κοινά σημεία; Ποια είναι η αντίδραση του κοινού σε παραμύθια που μιλούν για μια Κύπρο χωρίς εσωτερικές διαχωριστικές γραμμές;

Επιμένουμε να αντιμετωπίζουμε τα παραμύθια σαν μνημεία πολιτικών μηνυμάτων. Όταν οι Φράγκοι αποβιβάζονταν στην Κύπρο, οι φτωχοί αγρότες της υπαίθρου δεν διέθεταν άλλα αναλυτικά εργαλεία από τα εν ευρεία εννοία αφηγήματα, τα παραμύθια δηλαδή. Έτσι ίσως γεννήθηκε ο θρύλος της πρώτης φράγκισσας βασίλισσας της Κύπρου, της Μελουζίνης, που ήρθε ως γοργόνα στην Κύπρο κολυμπώντας από την Νότια Γαλλία. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι πίστευαν μαζικά σε αυτά τα εξωπραγματικά. Πολλοί ίσως να πίστευαν αλλά τα παραμύθια ήταν πολύ περισσότερο από συμπληρώματα της θρησκείας ή/και της δεισιδαιμονίας: ήταν οι διαθέσιμες πολιτικές αναλύσεις, εξηγήσεις που ο κόσμος, σε καιρούς πολύ περιορισμένης εγγραμματοσύνης, μπορούσε να αντέξει και να υποστηρίξει.

Το πολύ ενδιαφέρον είναι ότι, ακριβώς, μέσα στην ουτοπία τους, τα παραμύθια αυτά αναφέρονται σε μία Κύπρο ως ενιαίο χώρο. Βεβαίως μιλάμε για την εποχή των αυτοκρατοριών που έθεταν υπό την σκέπη τους αδιαίρετα χώρους σαν την Κύπρο. Θα θέλαμε να παίξουμε κάποια στιγμή σε κοινό Τουρκοκυπρίων. Είμαι σίγουρος ότι ο Άη Γιώργης που σκοτώνει το δράκο και δίνει το νερό στη διψασμένη Κύπρο, στα κατεχόμενα ή στην Τουρκία θα λέγεται κάπως αλλιώς αλλά η σωτήρια παρέμβασή του θα μνημονεύεται εξίσου. Και οι δύο κοινότητες θα υποφέρουν σύντομα από την ραγδαία κλιματική αλλαγή που συντελείται στο νησί με αποτέλεσμα η ξηρασία και η λειψυδρία να χτυπούν κόκκινο για όλο και μεγαλύτερες περιόδους.

Η γενιά μας έζησε την εποχή των μεγάλων αφηγήσεων, τις ζωντανές αποδείξεις της τουρκικής εισβολής. Όλο αυτό διατηρούσε τους ανθρώπους σε μια ανάγκη να εξηγήσουν, να προσεγγίσουν τα γεγονότα.

Λειτουργεί ως αναβίωση κάτι ξεχασμένου από χρόνια η αφήγηση αυτών των παραμυθιών ή συνηθίζεται ακόμα στην Κύπρο να μεγαλώνουν τα παιδιά μαθαίνοντάς τα;

Όχι, δεν θα έλεγα ότι η προφορική παράδοση γνωρίζει αυτή τη μαζικότητα. Ειδικά στην Κύπρο, το θέαμα των παιδιών που ζουν και αναπνέουν με το tablet στα χέρια, ακόμα και περπατώντας, έχει πραγματικά αρχίσει να γίνεται ανησυχητικό, όσο μεγαλίστικο κι αν ακούγεται σαν σχόλιο. Μεγάλο μέρος της εξωσχολικής ζωής τους εκτυλίσσεται σε γιγαντιαία Malls που ξεφύτρωσαν σε όλη την Κύπρο την περίοδο της μεγάλης οικονομικής φούσκας. Η δημόσια εκπαίδευση από την άλλη σε καμία περίπτωση δεν ενισχύει την φιλαναγνωσία ούτε εκπαιδεύει ακροατές. Εκτός από τα γνωστά προβλήματα κάθε δημόσιου συστήματος εκπαίδευσης, αναπαράγει και την διαχρονική στρέβλωση του γλωσσικού διχασμού: τα παιδιά δεν διδάσκονται στο σχολείο την γλώσσα που χρησιμοποιούν σε όλη την υπόλοιπη ζωή τους, την κυπριακή διάλεκτο. Τα Ελληνοκυπριωτάκια, μιλούν κυπριακά, διδάσκονται την κοινή ελληνική (τα ‘‘ελληνικά της Ελλάδας’’) ενώ τα αγγλικά συνεχώς κερδίζουν έδαφος στη δημόσια σφαίρα. Έτσι ανακύπτει ένα σοβαρό πρόβλημα έκφρασης που συνδέεται στενά με την δεξιότητα της ακρόασης. Το ενήλικο κοινό είναι πολύ πιο εκπαιδευμένο και αυτό δεν είναι τυχαίο. Η γενιά μας έζησε την εποχή των μεγάλων αφηγήσεων, τις ζωντανές αποδείξεις της τουρκικής εισβολής. Όλο αυτό διατηρούσε τους ανθρώπους σε μια ανάγκη να εξηγήσουν, να προσεγγίσουν τα γεγονότα. Δείτε τι γίνεται με το Κυπριακό. Κατά τη γνώμη μου δεν λύνεται όχι τόσο γιατί οι άνθρωποι επιμένουν να θυμούνται αλλά γιατί οι ελίτ των δύο πλευρών γνωρίζουν ότι σε λίγο θα απευθύνονται σε μία γενιά που μέσα στην θαλπωρή της κυπριακής οικονομίας όχι απλά ξέχασε, αλλά δεν ασχολήθηκε ποτέ με τις ρίζες του προβλήματος.

Έχετε σκεφτεί να χρησιμοποιήσετε μεσαιωνικά όργανα;

Τα αυτούσια μεσαιωνικά όργανα, π.χ. το μεσαιωνικό πολύχορδο λαούτο ή τα μεσαιωνικά πληκτροφόρα όργανα, απαιτούν και ιδιαίτερες τεχνικές. Δεν τις κατέχουμε οπότε δεν το έχουμε τολμήσει. Όμως το κρητικό π.χ. λαούτο, το οποίο αξιοποιούμε κατά κόρον στις αφηγήσεις μας είναι επίγονος του μεσαιωνικού λαούτου. Σύμφωνα με το μουσικό βιβλίο σταθμό του Δημήτρη Μυστακίδη, δεν γνωρίζουμε ακριβώς πως το μεσαιωνικό λαούτο μετεξελίχθηκε στις μορφές που απέκτησε στον ελλαδικό χώρο. Αντίστοιχες πληροφορίες μας λείπουν και για άλλα παραδοσιακά όργανα. Αυτό είναι ένα μυστήριο που το βρίσκουμε μπροστά μας όταν προσπαθούμε να ‘‘στήσουμε’’ το ηχητικό τοπίο της αφήγησης. Πολλές φορές, ακόμα και κατά λάθος, χτυπάς μια χορδή πάνω σε μια στιγμή της αφήγησης και αντιλαμβάνεσαι ανατριχιάζοντας πόσο κοντά είσαι σε αυτό που φαντάζεσαι ότι συνέβαινε τότε. Αυτές είναι οι μαγικές στιγμές της συνάντησης των οργάνων που διαθέτουμε και χρησιμοποιούμε σήμερα με την αιώνια τέχνη της αφήγησης.

‘‘Που δράκους εις την Κύπρον άλλον τίποτε’’
– Μεσαιωνικά Παραμύθια της Κύπρου –

Μαρίνα Κατσαρή και Βαγγέλης Γέττος

Θέατρο Παραμυθίας – Αλμπέρτα Τσοπανάκη
17 και 18 Φεβρουαρίου 2018

Περισσότερα για τις παραστάσεις των παιδιών εδώ

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]