Στις 4 Σεπτεμβρίου του 1970 ο σοσιαλιστής υποψήφιος Σαλβαδόρ Αλιέντε συγκεντρώνει το 36,63% των ψήφων στις προεδρικές εκλογές της Χιλής και με την υποστήριξη του τρίτου σε ψήφους Ραντομίρο Τόμιτς με 28,09% (υποψήφιος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος), αναδεικνύεται πρόεδρος της Χιλής. Στις 11 Σεπτεμβρίου του 1973 ανατρέπεται με στρατιωτικό πραξικόπημα και αυτοκτονεί αφού πρώτα αφήσει παρακαταθήκη ένα ιστορικό διάγγελμα το οποίο μιλά ακόμη στην καρδιά του κάθε επαναστάτη.

Στην οργάνωση του πραξικοπήματος, με το οποίο πήρε την εξουσία ο δικτάτορας Αουγκούστο Πινοτσέτ, συμμετείχαν ενεργά οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Ο αρχηγός του χιλιανού στρατού Ρενέ Σνάιντερ αφού έκανε γνωστό πως θα σεβαστεί το αποτέλεσμα του δεύτερου γύρου των εκλογών, στις οποίες όλα έδειχναν πως θα κέρδιζε ο Αλιέντε, δολοφονήθηκε από μέλη παραστρατιωτικών οργανώσεων οι οποίες είχαν χρηματοδοτηθεί από τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ.

Ο θαυμασμός από τον Φιντέλ

Ο Σαλαβαδόρ Αλιέντε ήταν μαρξιστής. Ήταν ηγετικό στέλεχος του Σοσιαλιστικού Κόμματος και είχε εκλεγεί επανειλημμένα βουλευτής και γερουσιαστής. Πίστευε ότι μπορούσε να χαράξει έναν ειρηνικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό, αλλάζοντας τα πράγματα από θέση εξουσίας, με τη συνοδεία εμπανάδας (παραδοσιακές γεμιστές πίτες) και κόκκινου κρασιού.

Το σοσιαλιστικό πείραμα της Χιλής κατάφερε να στρέψει πάνω του την προσοχή όλου του προοδευτικού κόσμου και να κερδίσει την εκτίμηση μεγάλων φυσιογνωμιών, όπως ο Φιντέλ Κάστρο. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ηγέτης της κουβανικής επανάστασης όχι μόνο επισκέφθηκε τη Χιλή το 1971, αλλά παρέμεινε εκεί για έναν μήνα, αντί για δέκα ημέρες που σχεδιαζόταν αρχικά. Στο διάστημα αυτό, όπως διαβάζουμε στο βιβλίο της Μαρίας Δαμηλάκου «Η ιστορία της Λατινικής Αμερικής» (εκδόσεις Αιώρα), ο Κάστρο επισκέφθηκε τη χώρα απ’ άκρη σε άκρη και είχε συνεχείς συναντήσεις με φοιτητές, μεταλλωρύχους, ηγέτες της Αριστεράς και εκπροσώπους των κοινωνικών κινημάτων.

Όταν κέρδισε τις εκλογές

Πράγματι, ο Αλιέντε κατάφερε να βρεθεί στην εξουσία χωρίς να χρησιμοποιήσει τα όπλα και κατάφερε να επικρατήσει στις εκλογές ως υποψήφιος του συνασπισμού της Λαϊκής Ενότητας (Unidad Popular) επικρατώντας των υποψηφίων της δεξιάς παράταξης και των κεντρώων Χριστιανοδημοκρατών (PDC). Στη Λαϊκή Ενότητα συμμετείχαν το Σοσιαλιστικό, το Κομμουνιστικό και το Ριζοσπαστικό κόμμα, όπως και το Ενωτικό Λαϊκό Κίνημα Δράσης, το οποίο είχε αποσχιστεί από τη Χριστιανική Δημοκρατία, αλλά και δύο άλλοι μικρότεροι σχηματισμοί της Αριστεράς.

Ο Συνασπισμός κατάφερε να κερδίσει ακόμη τη διακριτική στήριξη της ένοπλης ομάδας MIR, την οποία έλεγχαν τροτσκιστές που απέρριπταν την ειρηνική πολιτική οδό, χαρακτηρίζοντάς την επιζήμια για το προλεταριάτο. Ωστόσο, η προοπτική καλύτερων ημερών για τη Χιλή με τον Αλιέντε στην εξουσία οδήγησε το MIR σε ανακωχή που ξεκίνησε το 1970, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, και η οποία συνεχίστηκε και μετά τη νίκη της Λαϊκής Ενότητας. Το MIR, όπως σημειώνει η Μ. Δαμηλάκου, παρέμεινε εκτός του κυβερνητικού συνασπισμού, παρείχε όμως κριτική υποστήριξη στην κυβέρνηση και αρκετά μέλη του εντάχθηκαν στην προσωπική φρουρά του Αλιέντε.

Ο Αλιέντε φρόντισε να δώσει αμέσως το στίγμα της κυβέρνησης: «Θριαμβεύσαμε με αποστολή μας να ανατρέψουμε οριστικά την ιμπεριαλιστική εκμετάλλευση, να τελειώνουμε με τα μονοπώλια, να πραγματοποιήσουμε μια βαθιά, άξια του ονόματός της αγροτική μεταρρύθμιση, να ελέγξουμε το ισοζύγιο των εισαγωγών και των εξαγωγών και, επιτέλους, να εθνικοποιήσουμε τις τράπεζες. Αυτοί είναι οι πυλώνες οι οποίοι θα στηρίξουν την πρόοδο της Χιλής, δημιουργώντας το κοινωνικό κεφάλαιο που θα επιτρέψει την ενίσχυση της ανάπτυξής μας» (το απόσπασμα της ομιλίας του δημοσιεύει η “Le monde diplomatique”).

Όπως αναφέρει ο Δημήτρης Καλτσώνης σε άρθρο του το 2000 στην ΚΟΜΕΠ (“Κομμουνιστική Επιθεώρηση”), η Λαϊκή Ενότητα έθετε ως προς το πολιτικό ζήτημα δύο στόχους: α) να διαφυλάξει και να επεκτείνει τις δημοκρατικές κατακτήσεις των εργαζομένων, β) «να μεταβάλει τους ισχύοντες θεσμούς, εγκαθιδρύοντας ένα νέο κράτος όπου η εργατική τάξη και γενικά ο λαός θα ασκεί την πραγματική εξουσία».

Όσον αφορά τον σκληρό πυρήνα κάθε κρατικής εξουσίας, τους κατασταλτικούς μηχανισμούς, το πρόγραμμα έθετε για τις ένοπλες δυνάμεις τον στόχο «της διασφάλισης» του εθνικού χαρακτήρα τους και της άρνησης να χρησιμοποιηθούν ενάντια στον λαό ή για τα συμφέροντα ξένων δυνάμεων ενώ για την αστυνομία προέβλεπε ότι «θα πρέπει να αναδιοργανωθεί, ώστε να μη χρησιμοποιηθεί ποτέ πια ως καταπιεστική δύναμη ενάντια στον λαό, αλλά αντίθετα να εκπληρώνει τον προορισμό της, που είναι να υπερασπίζει τον λαό από αντικοινωνικές ενέργειες».

Ο Φιντέλ Κάστρο θαύμαζε τον μαρξιστή Πρόεδρο της Χιλής

Οι πρώτοι έξι μήνες

Μέσα στο πρώτο εξάμηνο η αριστερή κυβέρνηση προχώρησε σε αρκετές σημαντικές παρεμβάσεις. Εθνικοποίησε τα μεταλλεία χαλκού, το τραπεζικό σύστημα, αλλά και τις μεγάλες επιχειρήσεις που ήταν στρατηγικής σημασίας για τη χιλιανή οικονομία. Όμως και σε καθημερινό επίπεδο οι ενέργειες της Λαϊκής Ενότητας είχαν σαφές κοινωνικό – ταξικό πρόσημο. Μια απόφαση με μεγάλη πρακτική και συμβολική σημασία ήταν η δωρεάν διανομή γάλακτος στους μαθητές.

Οι παρεμβάσεις υπέρ της κοινωνίας είχαν σημαντικά και ορατά αποτελέσματα. Σύμφωνα με την ΚΟΜΕΠ, το πραγματικό εισόδημα των εργαζομένων αυξήθηκε σημαντικά, η ανεργία έπεσε από το 8,8% στο 3%. Η παιδική θνησιμότητα μειώθηκε κατά 20,1%. Για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας δημιουργήθηκε καθολικό υγειονομικό σύστημα. Θεαματικές πρόοδοι σημειώθηκαν ακόμη στον τομέα του αναλφαβητισμού και της δημόσιας εκπαίδευσης.

Στην πορεία, όπως υπογραμμίζεται στο βιβλίο των εκδόσεων Αιώρα, η πολιτική της Λαϊκής Ενότητας απέκτησε σταδιακά ακόμα πιο ριζοσπαστικό χαρακτήρα. Προκαλώντας όμως έτσι την αποξένωση των μεσαίων στρωμάτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην αρχή η κυβέρνηση σκόπευε να εθνικοποιήσει μόνο τις 76 πιο σημαντικές εταιρείες. Σταδιακά, όμως, απορροφήθηκαν στον κρατικό τομέα πολύ περισσότερες, σε σημείο που το 1973 οι μεταποιητικές βιομηχανίες του κρατικού τομέα υπερέβαιναν το 40% της συνολικής βιομηχανικής παραγωγής και απασχολούσαν το 30% του συνολικού αριθμού των εργαζομένων στη βιομηχανία.

Η Δεξιά καλλιεργούσε τον φόβο

Στον αντίποδα, η δεξιά παράταξη φρόντισε να εκμεταλλευτεί τον φόβο που προκαλούσε, ορισμένα τμήματα της κοινωνίας η κυβέρνηση και άρχισε να οργανώνει μαζικές αντιδράσεις. Στο διάστημα πενήντα ημερών που μεσολάβησε από τον πρώτο γύρο εκλογών το ’70 μέχρι τον δεύτερο δημιούργησαν κλίμα πανικού, το οποίο εκφράστηκε, όπως γράφει η Μαρία Δαμηλάκου με μαζικές αναλήψεις καταθέσεων, πτώση του χρηματιστηρίου, φυγή κεφαλαίων και παράλυση των επενδύσεων.

Η κορύφωση των αντιδράσεων ήρθε με την απεργία των εργοδοτών τον Οκτώβριο του 1972. Η απεργία προκάλεσε μεγάλη ζημιά στην οικονομία και είχε την ενεργή υποστήριξη των κομμάτων της αντιπολίτευσης και των ΗΠΑ.

Οικονομική ασφυξία με εντολή Ρίτσαρντ Νίξον

Από την πρώτη μέρα διακυβέρνησης του Αλιέντε, οι ΗΠΑ επιχειρούσαν να πετύχουν την οικονομική ασφυξία της χώρας. Μετά την εκλογή του Αλιέντε, ο πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον διέκοψε κάθε χρηματική βοήθεια προς τη Χιλή, εξαιρώντας μόνο τα ποσά που προορίζονταν για τις… ένοπλες δυνάμεις. Παράλληλα, οι αμερικανικοί κολοσσοί στον τομέα του χαλκού επενέβαιναν στην παγκόσμια αγορά για να κρατήσουν σε χαμηλά επίπεδα την τιμή του μετάλλου και ταυτόχρονα χρησιμοποιούσαν ένδικα μέσα για να πετύχουν την κατάσχεση φορτίων χιλιανού χαλκού που προορίζονταν για διάφορες ευρωπαϊκές χώρες.

Την ίδια ώρα ο Αλιέντε είχε να αντιπαλέψει την πτέρυγα του συνασπισμού του που ήθελε ακόμη πιο ριζοσπαστικές και γρήγορες παρεμβάσεις. Αντίστοιχο κλίμα υπήρχε και σε τμήματα της κοινωνίας. Ενδεικτικά οι καταλήψεις γης, ως αποτέλεσμα της μη ικανοποίησης όλων των εργατών γης από τις απαλλοτριώσεις, είχαν φτάσει τις 1.700 μέχρι τις αρχές του 1972. Ο Αλιέντε πίστευε ότι για να μπορέσει να πραγματοποιηθεί το πολιτικό όραμα χρειαζόταν μια σταδιακή πορεία προς τον σοσιαλισμό και διάλογος με τις προοδευτικές αστικές δυνάμεις.

Την ίδια ώρα οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης επιχειρούσαν ενωμένες να κρατούν στην επιφάνεια και να ενισχύουν την ανησυχία των μεσαίων στρωμάτων. Στην επίτευξη του σκοπού τους, συνέβαλε σημαντικά η υπονόμευση του οικονομικού κλίματος για τη χώρα, που είχε επιτευχθεί εν πολλοίς χάρη στις ΗΠΑ.

Τα προβλήματα στην αγορά

Όπως γράφει η Μαρία Δαμηλάκου, παρά την αύξηση της παραγωγής και την ανάπτυξη που σημειώθηκαν τον πρώτο χρόνο της προεδρίας του Αλιέντε, τα πρώτα σοβαρά προβλήματα στην αγορά και την οικονομία έκαναν αρκετά σύντομα την εμφάνισή τους. Η μεγάλη αύξηση της αγοραστικής ικανότητας ήρθε αντιμέτωπη με τους περιορισμούς στην προσφορά, με αποτέλεσμα να εμφανιστούν ελλείψεις βασικών καταναλωτικών ειδών, μαύρη αγορά και μεγάλη αύξηση του πληθωρισμού.

Πάνω σε αυτό το υπόβαθρο στηρίχθηκε το κίνημα της κατσαρόλας. Διοργανώθηκαν διαδηλώσεις, στις οποίες συμμετείχαν κυρίες του «καλού κόσμου», οι οποίες χτυπούσαν τις άδειες κατσαρόλες τους ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τις ελλείψεις σε τρόφιμα και βασικά είδη. Σημειώνεται ότι οι διαμαρτυρόμενες κυρίες πλαισιώνονταν από ακροδεξιές ένοπλες οργανώσεις…

Αρνήθηκε να πάρει τα όπλα

Παρά τις μεγάλες πιέσεις, η Λαϊκή Ενότητα κατάφερε και άντεξε εκλογικά τον Μάρτιο του 1973, συγκεντρώνοντας στις βουλευτικές εκλογές το 43% των ψήφων. Ακολούθησαν αντικυβερνητικές διαδηλώσεις και συγκρούσεις στους δρόμους και δύο μόλις μήνες αργότερα, επιχειρήθηκε πραξικόπημα, το οποίο απετράπη χάρη στην παρέμβαση του αρχηγού του στρατού Κάρλος Πρατς. Ο στρατηγός συμβούλευσε τον Αλιέντε να μοιράσει όπλα στον λαό, όμως εκείνος αρνήθηκε λέγοντας: «Όχι. Αυτή η επανάσταση θα γίνει χωρίς σταγόνα αίμα. Βασίζεται σε αξίες και όχι στη βία».

Ο στρατηγός Πρατς δεν κατάφερε να διατηρήσει μέχρι τέλους τον έλεγχο των στρατευμάτων και αναγκάστηκε να παραιτηθεί αφήνοντας την αρχηγία του στρατού στον Αουγκούστο Πινοτσέτ. Στις 11 Σεπτεμβρίου του 1973 γράφτηκαν οι τίτλοι τέλους. Το χιλιανό ειρηνικό σοσιαλιστικό πείραμα είχε αποδειχθεί ανέφικτο. Όμως η θυσία του Αλιέντε δεν υπήρξε μάταιη. Στους δρόμους του Σαντιάγο και στις μεγάλες λεωφόρους της Χιλής, ο κόσμος βάδισε ξανά ελεύθερα.

Το τελευταίο διάγγελμα του Αλιέντε:

«Ίσως αυτή είναι η τελευταία μου ευκαιρία να σας μιλήσω. Η Αεροπορία βομβάρδισε τους πύργους αναμετάδοσης του Ράδιο Πορτάλες και του Ράδιο Κορπορασιόν. Τα λόγια μου δεν εκφράζουν πικρία αλλά απογοήτευση. Ας αποτελέσουν την ηθική καταδίκη για αυτούς που καταπάτησαν τον όρκο τους. Είναι στρατιώτες της Χιλής. Ηγήτορες. Ο ναύαρχος Μερίνο, αυτοδιορισμένος διοικητής των Ενόπλων Δυνάμεων και ο κύριος Μεντόζα, αυτοδιορισμένος γενικός διευθυντής της Αστυνομίας, ένας κόλακας ο οποίος μέχρι χθες υποκρινόταν πίστη και αφοσίωση στην κυβέρνηση.

Αντιμετωπίζοντας αυτά τα γεγονότα, δηλώνω στους εργάτες: Δεν θα παραιτηθώ!

Είναι μια ιστορική στιγμή και θα πληρώσω με τη ζωή μου για την αφοσίωση του λαού μου. Είμαι βέβαιος πως οι σπόροι που φυτεύτηκαν στις άξιες συνειδήσεις εκατομμυρίων Χιλιανών θα καρπίσουν.

Αυτοί έχουν την εξουσία, αυτοί είναι οι κατακτητές. Όμως ούτε το έγκλημα ούτε η βία μπορούν να διακόψουν την κοινωνική εξέλιξη.

Η Ιστορία είναι δική μας, η Ιστορία γράφεται απ’ τους λαούς.

Εργάτες της πατρίδας μου, επιθυμώ να σας ευχαριστήσω για τη διαρκή σας αφοσίωση, για την εμπιστοσύνη σας σε έναν άνθρωπο που απλώς εξέφρασε τη μακρόχρονη αναμονή σας για δικαιοσύνη. Που υποσχέθηκε να τηρεί το Σύνταγμα και τους Νόμους, και έτσι έπραξε.

Αυτή την καθοριστική στιγμή, με αυτά τα τελευταία μου λόγια, σας καλώ να διδαχθείτε από αυτό το μάθημα: Το ξένο κεφάλαιο, η ιμπεριαλιστική εξουσία, μαζί με την ντόπια αντίδραση, καλλιέργησαν το κατάλληλο κλίμα που επέτρεψε στις Ένοπλες Δυνάμεις να διαρρήξουν την παράδοση που δίδαξε ο στρατηγός Σνάιντερ και συνέχισε ο διοικητής Αράγια, θύματα κι οι δυο του ίδιου τμήματος της κοινωνίας που σήμερα περιμένει την ξένη χείρα βοηθείας να το οδηγήσει στην εξουσία και στην υπεράσπιση του πλούτου και των προνομίων του.

Απευθύνομαι ξεχωριστά, στις ταπεινές γυναίκες της πατρίδας μας, στους αγρότες που μας πίστεψαν. Στους εργάτες που δούλεψαν παραπάνω, στις μητέρες που αισθάνθηκαν το ενδιαφέρον μας για τα παιδιά τους. Στους επαγγελματίες πατριώτες, αυτούς που παρανομούσαν με την υποστήριξη των επαγγελματικών ενώσεων, των ταξικών ενώσεων, για να επωφεληθούν από τα προνόμια που παρέχει η καπιταλιστική κοινωνία.

Απευθύνομαι στους νέους της Χιλής, σ’ αυτούς που τραγουδούσαν, που μετέφεραν τη χαρά τους και το αγωνιστικό πνεύμα. Μιλάω στους ανθρώπους, στους εργάτες, στους αγρότες, στους διανοούμενους. Σ’ αυτούς που πρόκειται να διωχθούν, γιατί ο φασισμός εδώ και λίγες ώρες είναι παρών, με τρομοκρατικές επιθέσεις, ανατινάζοντας γέφυρες, κόβοντας τις σιδηροδρομικές γραμμές, καταστρέφοντας αγωγούς πετρελαίου και αερίου μπροστά στα μάτια αυτών που είχαν το καθήκον να επέμβουν, αλλά αποδείχθηκαν συνεργοί σιωπώντας. Η ιστορία θα τους κρίνει.

Ο Ραδιοσταθμός του Ράδιο Μαγκαλιάες θα σιγήσει, η ήρεμη φωνή μου δεν θα φτάνει στ’ αυτιά σας. Δεν πειράζει, θα εξακολουθείτε να μ’ ακούτε. Θα εξακολουθώ να βρίσκομαι κοντά σας, τουλάχιστον η ανάμνησή μου. Θα με θυμάστε ως έναν άξιο άνδρα, αφοσιωμένο στο έθνος του.

Ο λαός πρέπει να αμυνθεί, όχι να θυσιαστεί.

Να αρνηθεί την υποταγή, την ταπείνωση, την απώλεια των ηθικών αξιών.

Εργάτες της πατρίδας μου. Πιστεύω στη Χιλή και το πεπρωμένο της. Ότι θα ξεπεράσουμε αυτές τις πικρές, γκρίζες ώρες της προδοσίας. Ότι, όπως γνωρίζετε, αργά ή γρήγορα οι μεγάλες λεωφόροι θα ξανανοίξουν και ο ελεύθερος άνθρωπος θα τις διαβεί για να χτίσει μια καλύτερη κοινωνία.

Ζήτω η Χιλή!

Ζήτω ο Λαός!

Ζήτω οι εργάτες!

Αυτά είναι τα τελευταία μου λόγια. Είμαι σίγουρος πως η θυσία μου δεν είναι μάταια. Έχω τη βεβαιότητα πως θα αποτελέσει τουλάχιστον ένα ηθικό μάθημα για την καταδίκη των κακούργων, των προδοτών, των επίορκων».

*Το κείμενο δημοσιεύτηκε πρώτα στην Αυγή

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]