Έγινες πια μια ανυπόστατη, κερωμένη ανάγκη χωρίς πρόσωπο, χωρίς μάτια, χωρίς στόμα. Μόνο να μιλώ για σένα μπορώ. Τίποτα άλλο δεν έμεινε. Βαλτωμένο νερό οι ώρες που κυλούν γρατζουνώντας το σκοτάδι. Αυλάκια οι γραμμές στο πρόσωπό σου. Βαθιά αυλάκια που δε μετρούν το χρόνο. Πότε ήταν χθες και πότε θα είναι αύριο. Χωρίς τώρα.

Κι ούτε μια ομπρέλα διαφυγής να δραπετεύσω από τη σκέψη σου. Τις λέξεις μου τις χαράζω με φαλτσέτα για να πονούν όσα πονάς κι εσύ. Όσο πονά η σιγουριά της απουσίας σου.

Μόνο να μιλώ για σένα μπορώ. Το τελευταίο οχυρό της ανάγκης μου. Της ακαθόριστης ανάγκης των ανθρώπων να αγαπιούνται κι ας είναι αποτεφρωμένη η ελπίδα από την καλοκαιρινή φωτιά. Εξ αμελείας έγκλημα οι σκέψεις που ορθώνονται και σκηνοθετούν την προσμονή σου. Τα καλοκαίρια που σχεδίασα σε χάρτες κι ύστερα χάθηκαν τα σημάδια κι εξαφανίστηκαν τα ταξίδια. Μισά ταξίδια γιατί τα ολόκληρα ταξίδεψαν μόνα τους.

Όταν μιλώ για σένα κοιτάζω το ρολόι στο ακριβώς. Ποτέ στο και μισή, ποτέ στο και τέταρτο. Να είναι ακριβώς οι κουβέντες μου στις ασύμμετρες ευθείες. Σαν γλυπτό του Ροντέν με ακρίβεια και συμμετρία.

Η απουσία σου διαμελίζει το παρόν. Χιλιάδες μικρά κομμάτια που έχασα το μέτρημα και σα μανιοκαταθλιπτικός ξαναρχίζω την αρίθμηση. Το είδωλό σου στο ταβάνι και οι αγωνίες να πενθούν για τις κρυψώνες που λεηλατήθηκαν κι έγιναν λαγούμια.

Είναι μέρες που τα μαλλιά μου μακραίνουν και ακουμπούν στο χώμα. Τότε μου δίνω άφεση αμαρτιών. Σκαρί ανεμοτσακισμένο και το βλέμμα μου ψάχνει να ακουμπήσει στην ανάγκη σου που επωμίστηκα και κουβάλησα σα σταυρό. Και δεν ήσουν εκεί. Ποτέ δεν ήσουν. Μα ήθελα να ξέρεις πως το «μαζί» σηκώνει μισό βάρος και χαίρεται ολόκληρη χαρά. Κι εσύ δε μου χάρισες ποτέ το πασπαρτού να ξεκλειδώσω τα μάνταλα για την ασφυκτική μοναξιά μας. Κι ας είπες πως θα ‘ρθεις κι εγώ σε πίστεψα.

Έσσετ΄ ήμαρ που η θύμηση σου θα γίνει ρούχο που θα στενέψει και θα κοντύνει. Κι όλο θα κονταίνει κι όλο θα στενεύει. Να προλάβεις μονάχα πριν γίνει κουρέλι και χαθεί γιατί τότε δε θα φταίω. Κι αν χαθεί δε θα βρει ποτέ το δρόμο να γυρίσει γιατί έτσι είναι η δική μου στόφα. Όλο ξεχνώ όταν πονώ πολύ.

Έτσι μιλώ για σένα μέχρι τώρα. Μα κάποτε δε θα μιλώ καθόλου…

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]

About The Author

Ζει στο Ηράκλειο της Κρήτης. Σπούδασε Ιστορία – Αρχαιολογία και Συντήρηση Έργων Τέχνης αλλά εργάζεται στην εκπαίδευση. Πιστεύει στην αυτοδιάθεση των ανθρώπων και στην ελευθερία. Ονειρεύεται ακόμα σαν παιδί κι ελπίζει πως κάποτε θα καταφέρουμε να αλλάξουμε τον κόσμο. Γράφει όταν οι σκέψεις στριμώχνονται και διεκδικούν χώρο στο κεφάλι της. Έχει πια την πεποίθηση ότι όλοι είμαστε περαστικοί κι έχουμε την ανάγκη να βρούμε άξιους συνταξιδιώτες που θα λέμε μόνο αλήθειες. Αγαπημένες της λέξεις η ουτοπία και η χαρμολύπη. Ίσως γιατί έχει καταλάβει πως αυτό είναι η ζωή.

Related Posts