Στις 5 Απρίλη του 1994 ο τραγουδιστής και κιθαρίστας των Nirvana, Kurt Cobain, αυτοκτονεί στρέφοντας το όπλο στο πρόσωπό του. «Δεν έχω νιώσει τη διέγερση που μου προκαλούσε το να ακούω και να δημιουργώ μουσική, μαζί με το πραγματικό γράψιμο εδώ και πάρα πολλά χρόνια», έλεγε το σημείωμα δίπλα στο νεκρό σώμα.

Στις 5 Απρίλη του 1997, πεθαίνει το «Ουρλιαχτό» της γενιάς των beat και ίσως η πιο επαναστατική γραφή της μεταπολεμικής Αμερικής, ο ποιητής Allen Ginsberg.

Οκτώ χρόνια αργότερα από τον θάνατο του Kurt Cobain και πέντε από τον θάνατο του Γκίνσμπεργκ και συγκεκριμένα στις 5 Απρίλη του 2002, ο τραγουδιστής των Alice in Chains, Layne Staley, αφήνει την τελευταία του πνοή, μόνος και νικημένος από τους δαίμονές του. Λίγους μήνες πιο πριν, στις αρχές του 2002, έχοντας αντιληφθεί ότι ο θάνατος πλησιάζει, θα πει: «Ξέρω ότι βρίσκομαι κοντά στο θάνατο. Έπαιρνα ηρωίνη και κρακ για χρόνια».

Υπάρχουν πολλοί τρόποι να συνδέσεις τυχαίες καταστάσεις και γεγονότα. Όλοι οι τρόποι εξάλλου έγκεινται στο φαντασιακό συσχετισμό των γεγονότων. Τούτα είναι που συνδυάζονται ή όχι, συνδέονται ή αποσυνδέονται, οπτικοποιούνται, χάνονται ή επανέρχονται στη μνήμη.

Τούτο το τυχαίο (ή και το μη τυχαίο) γεγονός, όπου δυο αγαπημένες μουσικές μορφές και ένας αγαπημένος ποιητής των μετεφηβικών μου χρόνων, «έφυγαν» ακριβώς την ίδια ημερομηνία, δημιούργησαν τούτο το κείμενο. Και ακριβώς τούτη η κατάσταση, με όλη την υπερβολή που της αρμόζει, μοιάζει σαν την μέρα του καταραμένου φεγγαριού που περιέγραφε ο François Villon στις Μπαλάντες του. Η μέρα που θα φεύγει αυτό που αγαπάς υποστήριζε ο πρώτος καταραμένος ποιητής της μεταμεσαιωνικής περιόδου. Γι’ αυτό και αποφάσισα να γράψω δυο λόγια για τούτο το αλλόκοτο γεγονός, προσπαθώντας, όμως, να αποφύγω, όσο το δυνατόν, την παράθεση ενός ακόμα μουσικού ή πεζογραφικού μνημόσυνου.

Θα μπορούσα να ξεκινήσω να γράφω για το Lithium, για το Smells Like Teen Spirit, για το Would? και το Rooster. Για την τρέλα του Cobain και την ψυχωτική αύρα του Staley. Αλλά και για να το προσωποποιήσω, θα μπορούσα να θυμηθώ τα ξενύχτια στο Mo Better προς τα τέλη της δεκαετίας του ’90, τα live συναπαντήματα, τους «τσακωμούς» με τους πάνκηδες, τους γκοθάδες και τους μεταλλαγμένους μεταλλάδες. Τις βραδιές στην πλατεία με τις ατέρμονες πολιτικές συζητήσεις εν μέσω μουσικών (grunge, punk κ.ά.) διαλλειμάτων που οριοθετούσαν την αρχή ή το τέλος μιας θεματικής.

Θα μπορούσα πάλι να γράφω για την πρώτη ανάγνωση του Ουρλιαχτού, για την Αμερική, για την αναρχική σκέψη του Allen Ginsberg. Για την επιρροή της ελεύθερης πεζογραφικής πρόζας στη σύγχρονη γραφή, για την απεριόριστη ελευθερία του Δρόμου, για την μελαγχολία του Ντουλουόζ, για τους Αλήτες του Ντάρμα. Με μπόλικες αναφορές για τις παρέες και την τρέλα των beatniks. Για τον παππού Burroughs, για τον έρωτα του Ginsberg για τον Kerouac. Για τον θάνατο που κάθε φορά πλησίαζε…

Τούτο τον θάνατο όμως, αγάπησαν και οι «καταραμένοι μουσικοί» της grunge. Με τούτο τον θάνατο πειραματίστηκαν. Και αυτός ο θάνατος δεν ήταν διάσπαρτες νότες, σπασίματα και σαματάς. Ήταν ποιητικές κυρίως πρόζες και λογοτεχνικά συναπαντήματα με τους ήχους. Για αυτόν τον ακατανόητο λόγο, η φωνή του Layne και η κραυγή του Kurt προκαλούσαν ένα λογοτεχνικό ανακάτεμα των εποχών. Έτσι, κάποιες φορές θύμιζαν την καταραμένη ποιητική όψη του Villon, πότε τον μαρασμό του Charles Pierre Baudelaire και πότε την επαναστατική θέρμη του Arthur Rimbaud. Και την ίδια στιγμή θύμιζαν πότε τον πρεζάκια Λι από την Αδερφή του Burroughs, πότε τον ποιητή Μπεν Φέιγκαν από το Μπιγκ Σερ του Kerouac και πότε την αιώνια κραυγή από το «Ουρλιαχτό» του Ginsberg. Τούτο το τελευταίο στοίχειωνε τόσο τον Cobain όσο και τον Staley, όπως ο ίδιος συχνά πυκνά ομολογούσε, μέχρι το τέλος της ζωής του.

Η ποίηση του Ginsberg, η ελεύθερη (από ακαδημαϊκούς περιορισμούς) γραφή του Corso, η ωμή πρόζα του Burroughs, ο πολιτικός στοχασμός του Ferlinghetti, μετασχηματίστηκαν στην θελκτικότητα των grunge ήχων. Όλο αυτό το λογοτεχνικό πλαίσιο των beatniks, συνδεδεμένο ιστορικά και λογοτεχνικά με τις γραφές των καταραμένων ποιητών του 19ου αιώνα, χρωματισμένο, πλέον, στις μουσικές νότες του Cobain και τους φωνητικούς ήχους του Staley αποτέλεσε την μουσική αναφορά για μια ολόκληρη γενιά. Τη γενιά των 90’s.

Όλα τα παραπάνω ίσως να μην αφορούν κανέναν, ίσως να αφορούν ορισμένους. Δεν ξέρω αν έχει σημασία αυτό. Σκέψεις είναι και τίποτα παραπάνω που συνδέουν τρεις θανάτους και μια ημερομηνία. Σαν ένας πειραματισμός για το πώς το μεταφυσικό αποδομεί, έστω σε ένα φαντασιακό πλαίσιο, μια θετικιστική δομή των πραγμάτων. Και το κάνει, γιατί εμείς έχουμε επιλέξει να το κάνει. Γιατί απλά μας αρέσει.

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]