Ο Λούης Κοντούλης, ο frontman της punk μπάντας γνωστής από την εποχή των 80’s ως Stress, μιλάει στη Ντίμη Θεοδωράκη και το 3pointmagazine με αφορμή την τεράστια συλλογή αφισών από πασίγνωστα μουσικά συγκροτήματα, μέρος των οποίων θα εκθέσει και θα κληρώσει αυτή την Κυριακή στο Gagarin.


Λούης Κοντούλης
: “Έχω μια συμμετοχή στο παζάρι δίσκων και διαφόρων αντικειμένων που θα γίνει στο Gagarin. Είναι κάτι που ετοίμαζα πολύ καιρό πριν. Παλιά και για περίπου δώδεκα χρόνια δούλευα στο live club Ρόδον στην οδό Μάρνης. Είχα διάφορα πόστα, αρχικά ήμουν οδηγός για τα metal κυρίως συγκροτήματα, τα έπαιρνα από το αεροδρόμιο, πηγαίναμε και τρώγαμε το βράδυ και ξανά στο αεροδρόμιο για να φύγουν. Αργότερα σαν βοηθός ηλεκτρολόγου, στη γκαρνταρόμπα, στο merchandise. Κάθε βδομάδα έβλεπα δυο-τρεις συναυλίες και μάζευα τις αφίσες. Το Ρόδον τότε ήταν μονοπώλιο, όλες οι μπάντες εκεί έπαιζαν. Ήταν το καλύτερο live-άδικο της Αθήνας, το ίδιο έλεγαν και τα συγκροτήματα, ήθελαν να παίξουν εκεί. Έγιναν φανταστικά live στο Ρόδον, μου άνοιξαν τα μάτια με τόσες μπάντες που είδα εκεί. Είχα δει όλη τη μουσική σκηνή της δεκαετίας του ‘90 και αρχές 2000 που είχε παρελάσει μέσα εκεί. Έχω πράγματα από τους Ramones που μου έδωσαν, είχα περάσει ένα βράδυ με τον Dee Dee Ramone. Στο τέλος που λες των συναυλιών βγάζαμε τις αφίσες να τις πάρει ο κόσμος τσάμπα και ό, τι έμενε το έπαιρνα. Έχω αφίσες πέντε- έξι φορές την καθεμιά και από αυτές θα πάρω κάποιες, θα βγάλω ένα κουπόνι του ενός ευρώ, θα γράφω σ’ ένα χαρτάκι στον καθένα για ποια αφίσα ενδιαφέρεται και στο τέλος θα γίνει μια δημοπρασία. Έχω σκεφτεί να βγάλω μια αφίσα του Nick Cave, των Ramones, Τρύπες, Λευκή Συμφωνία. Θα έχω κάποιες καδραρισμένες και για αρχή θα βγάλω δυο-τρεις. Τις έχω φτιάξει ανά στυλ: τις garage, τις heavy metal, τις ροκ, τις punk… Μου έχουν παραχωρήσει το χώρο του ενός μπαρ, θα είμαι από τις 09:00 ως τις 21:00 όπου θα γίνει και η κλήρωση. Όλο αυτό γίνεται με το σκεπτικό μιας επικοινωνίας με τον κόσμο που έχει αυτό το μικρόβιο και που λίγο έως πολύ έχουμε δει αυτές τις μπάντες να παίζουν. Αυτή είναι η κίνηση και ίσως την επαναλάβω. Θα μου άρεσε να κάνω ένα live με αυτές τις αφίσες να βρίσκονται ολόγυρά μας, σου δίνουν άλλη ενέργεια, θυμάσαι τις στιγμές που έχεις ζήσει εκείνα τα βράδια και νομίζεις ότι τους έχεις κι αυτούς μαζί σου”.

https://www.facebook.com/events/230984261143904/permalink/255519825357014/

 

Είσαι συλλέκτης στιγμών, Λούη;

Ναι, θα έλεγα, είμαι κυρίως συλλέκτης μουσικών στιγμών, γιατί από πολύ μικρός ασχολούμαι με τη μουσική. Προέρχομαι από μουσική οικογένεια, η μητέρα μου ήταν υψίφωνος και με ώθησε στη μουσική. Έχω σπουδάσει πέντε χρόνια κιθάρα και δέκα χρόνια τρομπέτα. Μαζεύω παρτιτούρες από κομμάτια που ξεχώρισα και παίζω, βιβλία που αφορούν τις μουσικές δεκαετίες όπως τα ‘80s και τα ‘90s. Μελετάω πάντα, μου αρέσει πολύ, η μουσική είναι φως.

Ποιες εικόνες έχεις κρατήσει από τις εποχές που δούλευες στο Ρόδον;

Θυμάμαι όλο με τους αρρώστους έμπλεκα, θυμάμαι τον Johnny Thunders που πριν ανέβει στη σκηνή είχε πει στο Νίκο τον Λώρη ότι δεν θέλει ν’ ανέβει να παίξει στη σκηνή, γιατί ήταν άρρωστος ή τον Dee Dee Ramone που μετά από την συναυλία δεν τον έπαιρνε κανένας ταξιτζής, έτσι όπως ήταν, φοβιστικός τύπος και τελικά τον πήγα εγώ με το αμάξι στο ξενοδοχείο του και τα λέγαμε. Το ίδιο και με τον Greg Sage των Wipers, ο οποίος μου είχε πει, «εσένα θέλω να παίξεις μαζί μου»  ή τον συγχωρεμένο τραγουδιστή των Gun Club. Τη διαχείριση του Ρόδον την είχε τότε ο Φώτης Μπόμπολας, που ήταν ροκάς, όταν εκείνος αποσύρθηκε έκλεισε και το Ρόδον.

Θυμάμαι τις Heavy Metal συναυλίες, που κυρίως γίνονταν Κυριακές. Στις 20:00 άρχιζαν, στις 18:00 άνοιγαν οι πόρτες. Δεν υπήρχαν τζαμπατζήδες, όλοι με τα εισιτήρια στο χέρι, τα μπαρ ήταν φουλ με κανάτες με νερό, γιατί ελάχιστοι έπιναν μπύρα. Και 22:00 περίμεναν έξω οι γονείς, γιατί οι μεγάλοι ήταν ελάχιστοι. Μια φορά ήρθε ένας γονιός και μου λέει, είναι ο γιος μου μέσα, έχει μακριά μαλλιά και φοράει ένα δερμάτινο μπουφάν – Ναι, του λέω, ποιος απ’ όλους;   

 

 

Εσύ δένεσαι με τα μέρη και με τις αναμνήσεις τους;  

Όχι, αλλά κρατάω τα ωραία πράγματα που έχουν συμβεί. Θυμάμαι στις αρχές της δεκαετίας του ‘80 πρόλαβα συγκροτήματα που έπαιξαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα, όπως οι Police. Θεωρώ ότι το μεγαλύτερο προσκύνημα που έχει γίνει στην Ελλάδα είναι, όταν ο τραγουδιστής των Deep Purple, ο Ian Gillan, είπε στη Ριζούπολη το “Smoke on the Water”… ασύλληπτη στιγμή! Επίσης, όταν ο Rory Gallagher έπαιξε στη Φιλαδέλφεια το “Shadowplay”… το θυμάμαι κι ανατριχιάζω.

Θυμάσαι ποια ήταν η πρώτη σου συναυλία;

Ήταν το 1980 σε μια ημερήσια σχολική εκδρομή στη Χαλκίδα. Τότε είχαμε φτιάξει τους Stress, ήμασταν όλοι από το ίδιο λύκειο. Είχαμε ήδη τέσσερα τραγούδια. Μας πήγανε σ’ ένα μπουζουξίδικο να φάμε, όπου έλειπε η ορχήστρα και κανονίσαμε οι μπάντες του σχολείου ν’ ανέβουμε στη σκηνή και να παίξουμε. Δε σου κρύβω ότι είχαμε ένα avantage, γιατί από τα μέλη της μπάντας, ο Γιάννης (ντράμερ) και ο Κώστας (μπασίστας) με τον οποίο ήμαστε ακόμα μαζί, ήταν Ελληνο-Αυστραλοί και τ’ αγγλικά ήταν η μητρική τους γλώσσα, οπότε βγήκε ο στίχος μπροστά στο αγγλόφωνο ροκ. Πλάκα είχε! Αργότερα η μπάντα μας μεγάλωσε, ήρθε και ο Φρανκ (μετέπειτα Panx Romana) και πήρε το ρόλο του τραγουδιστή. Ήμασταν σύγχρονοι στην εποχή μας, στα 80’s!

 

 

Ποιο υπήρξε το πρώτο σου αγαπημένο συγκρότημα;

Η πρώτη γενιά του punk όπως οι Sex Pistols, οι Ramones, οι Damned, οι Stiff Little Fingers. Βέβαια από τους πρώτους δίσκους που πήρα ήταν το The RockinDays του Elvis Presley και το London Calling” των Clash. Ήταν η εποχή που έβγαιναν αυτοί οι δίσκοι. Τότε είχε βγει το Dark Side of the Moon” των Pink Floyd“. 

Το punk ήταν αντιδραστικό, εγώ ήμουν έφηβος τότε και ψαχνόμουν και επιζητούσα τη σύγκρουση και μέσα από το punk υπήρχε η εκτόνωση. Με ρωτάς, τι αισθανόμουν; “I’m not like everybody else”. Αισθανόμουν διαφορετικός, ήμουν διαφορετικός, μια έννοια παρεξηγημένη σήμερα. Με έπιασε σε πολλά πράγματα, όπως η θητεία στο στρατό που τότε ήταν πάνω από δύο χρόνια. Έχω μεγαλύτερο αδερφό που ήταν “deadhead”, δηλαδή οπαδός των Gradeful Dead. Ο Γιώργος σπούδαζε στην Αμερική και μου έστελνε δίσκους, όπως των Dead Kennedys. Επιπλέον τότε έμενα στο κέντρο και κυκλοφορούσα εκεί, στην Πλάκα.

 

Ο λόγος κάνει τη διαφορά, το να έχεις πραγματικά να πεις κάτι. Γιατί ν’ ανέβεις δυο σκαλιά πάνω από τους άλλους, αν δεν έχεις να πεις κάτι; Η δύναμη της τέχνης είναι να δημιουργήσει αλληλεπίδραση και να προκαλέσει. Και σημασία έχει και ο στίχος … ακούγεται διαφορετικά, αν πεις «Δικαίωμα στη ζωή» ή «Το σύστημα θα γίνει η ζωή σου» στα ελληνικά και αλλιώς στ’ αγγλικά.     

 

    

Υπήρξες κακό παιδί;

Ήμουν rude boy… Όταν είδα ότι η αγριάδα δεν μου έδινε πια πράγματα, αναζήτησα κάτι άλλο, που θα μ’ έφτιαχνε. Έφυγα από το revolution και πήγα στο evolution.

Τι ωραίο υπήρχε τότε που δεν υπάρχει τώρα;

Τα συγκροτήματα τότε, τις εποχές χωρίς ίντερνετ, ήμασταν και παρέες, συναντιόμαστε στα ίδια μέρη, κάναμε πράγματα μαζί και ταξίδια. Τώρα γίνεται σε μικρό κύκλο, αλλά στη διάσταση που το γνώρισα εγώ δεν υπάρχει. Το πιο σημαντικό πράγμα για ένα μουσικό κατά τη γνώμη μου είναι να είναι επικοινωνιακός για να γίνει κάτι συλλογικό και κατά δεύτερο λόγο να είναι συνεπής σε αυτό που κάνει.

Το σταριλίκι εσένα σε «χτύπησε»;

Είμαι ένας punk-rock βρυκόλακας που πάω στις συναυλίες για πιω αίμα… Δεν αισθάνομαι σαν σταρ, αλλά ως μάγος πάνω στη σκηνή. Είναι μια ιεροτελεστία το εκεί πάνω. Όποιος ανεβαίνει δεν μπορεί να είναι mainstream. Θυμάμαι όταν είχα δει πρώτη φορά τον Nick Cave στο Σπόρτινγκ, είχε γίνει από κάτω ένας τσαμπουκάς, γιατί είχε καθυστερήσει πολύ να βγει στη σκηνή και όταν τελικά ήρθε με αυτό το λιονταρίσιο μαλλί που είχε τότε όταν ήταν με τους Βirthday Party και μ’ ένα μπουκάλι Jack Daniels στο χέρι, επικράτησε απόλυτη ησυχία. Ό, τι και να έπαιζε, ωραίο – χάλια, εμάς μας είχε κερδίσει! Ή η τραγουδίστρια new wave Lene Lovich, που είχε βγει σαν καλόγρια με τα σκισμένα ρούχα και τις κοτσίδες της.  Έτσι μου αρέσει να αισθάνομαι, όταν βγαίνω στη σκηνή.

 

 

Το punk για σένα είναι…

Είναι μια μουσική έκφραση ενάντια στο σύστημα. Αλλά αυτή τη στιγμή είναι ένα εμπορεύσιμο είδος. Είναι μόδα! Έχει ρούχα, αξεσουάρ. Οι μπάντες πουλάνε τα μπλουζάκια τους, διαφημίζονται, αυτό εννοώ. Είναι αντιεμπορικό το punk σήμερα; Όχι. Οι μπάντες που παίζουν punk σήμερα είναι κάτι άλλο, είναι mainstream. Η μόνη τάση που κυριαρχεί σήμερα είναι με ποιους τάσσεσαι, με τους αντι-φασίστες ή όχι;

Έχεις μεταπηδήσει από το punk σε άλλα μονοπάτια;

Σε πάρα πολλά! Έχω παίξει με διάφορες μπάντες. Μετά τους Stress έχω παίξει surf punk που είναι πιο  garage φάση με τους Speedbrakes. Όταν άρχισα να μαθαίνω τρομπέτα, κόλλησα με τη reggae. Έπαιζα με τους De Tracies και αυτό με οδήγησε στο latin. Είχα δει τότε τον Manu Chao στο Ρόδον που είχε τρομπέτα στους Mano Negra και μου άρεσε. Προσέγγισα παράλληλα και το swing και τη jazz και όλη αυτή διαδρομή ψιλο-έκλεισε τον κύκλο της με τους Stress, όταν παίξαμε ξανά στο Gagarin σ’ εκείνο  το live για την ταινία «Εδώ δεν υπάρχει Άσυλο».

Τι είδη μουσικής σου αρέσει να παίζεις;

Προσπαθώ να κάνω κάτι τώρα που να παντρέψω πολλά είδη και ήχους μουσικής μαζί, λάτιν, ρέγκε και πανκ. Είσαι η πρώτη που το λέω αυτό, ετοιμάζω μαζί μ’ ένα φίλο ένα τραγούδι για τον τραγουδιστή μας (Stress), τον Γιάννη, που πέθανε στις 20 Ιουνίου, τη μέρα της γιορτής της μουσικής. Το έχω ενορχηστρώσει και θα το ανεβάσουμε στο You Tube. Δεν είναι μια λυπητερή μπαλάντα, είναι σαν ένα χαρούμενο μπλουζ, όπως τ’ αμερικανικά μπλουζ που παίζουν στις κηδείες. Έχω ένα άλλο παίξιμο εκεί, που δεν το έχω ξανακάνει.

 

 

Ποια δεκαετία θεωρείς ως πιο ενδιαφέρουσα μουσικά;

Τα 80’s και τα 60’s, όπου οι άνθρωποι χορεύανε rock n’ roll. Τα 90’s και τα 70’s πιστεύω ότι ότι έχουν να κάνουν με την παρακμή.

Ποιος στίχος σ’ εκφράζει αυτό τον καιρό;

Δεν θα σου πω στίχο, αλλά κάποια λόγια του Τσαρλς Μπουκόφσκι: “Εάν πετύχεις να ξεγελάσεις κάποιον, δεν σημαίνει ότι είναι χαζός. Απλά σημαίνει ότι σε εμπιστεύεται περισσότερο από όσο αξίζεις”.

 

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]