Γεννήθηκε και ζει στα Εξάρχεια. Αγαπά τους τοίχους τους, τους αγώνες και τους ανθρώπους τους. Του αρέσει να φωτογραφίζει και να γράφει για όσα δεν μπόρεσε να φωτογραφίσει. Κυκλοφορεί από τα εννιά του με μια εφημερίδα στο χέρι και συνεχίζει να γράφει σε μπλοκάκι στα ρεπορτάζ. Ακούει ό,τι μακριά πολύ μακριά μας ταξιδεύει και διαβάζει ό,τι του γυαλίσει στις βιτρίνες της Καλλιδρομίου, της Ζωοδόχου Πηγής και της Θεμιστοκλέους. Αγαπά τα νησιά και κάποτε θέλει να ζήσει σε ένα από αυτά. Μέχρι τότε, κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για μια διαφορετική δημοσιογραφία, με πολλά αυτοδιαχειριζόμενα 3point και γραφιάδες χωρίς περιορισμούς.
Λίγες ώρες μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, η Χρυσή Αυγή θυμήθηκε μια άλλη δολοφονία, εκείνη του οδηγού ταξί στην Πάρο, από τον Αναστάσιο Θεοφίλου. Η περίπτωση Ρουπακιά μ' εκείνη του Θεοφίλου, έχει βέβαια τόση σχέση όση η Χρυσή Αυγή με τη δημοκρατία.
Ο Βλάντι κι ο Γκέντσι έβγαζαν κάποτε το μεροκάματο σε σκυλάδικα. Τώρα ομορφαίνουν την πόλη με δημοτικά κι ηπειρώτικα, παίζοντας σε δρόμους και πλατείες. Το μόνο πους ενοχλεί, η υποτίμηση που αντικρίζουν συχνά στα μάτια του κόσμου.
Τις τελευταίες ημέρες οι δρόμοι στην Αθήνα είναι πάλι κλειστοί. Στο στόχαστρο βρίσκονται τώρα οι διοικητικοί υπάλληλοι των Πανεπιστημίων, οι εκπαιδευτικοί, οι εργαζόμενοι στις αμυντικές βιομηχανίες και στη ΛΑΡΚΟ. Τους συναντήσαμε στα Προπύλαια, έξω από τη Βουλή, στα Υπουργεία. Μας είπαν τι σημαίνουν για εκείνους τα νούμερα, η διαθεσιμότητα κι οι απολύσεις.
H άνεση με την οποία ο Μιχαλολιάκος προβαίνει σε ρατσιστικά παραληρήματα, δεν εκπλήσσει και δεν έχει να κάνει μόνο με την άνοδο της Χρυσής Αυγής. Αντιθέτως "μάθαμε" από μικροί τον Αντετοκούνμπο "ξένο". Όπως "μάθαμε" να φορτώνουμε πάνω του και τα προβλήματά μας, να τον μισούμε, να τον αντιμετωπίζουμε ως παρείσακτο.
Όσο η οργή εγκλωβίζεται μέσα στους τέσσερις τοίχους του σπιτιού μας και δεν μετουσιώνεται σε στοχευμένη και διαρκή πάλη, τόσο πιο κοντά είμαστε στον καταδικαστικό συμβιβασμό να ζούμε με ψίχουλα και χωρίς φωνή. Κοινώς, θα έχουμε πετάξει λευκή πετσέτα. Ό,τι χειρότερο.
Για χρόνια στον Ολυμπιακό ξόδευαν παράλογα ποσά, δίχως αποτέλεσμα. Το καλοκαίρι κέρδιζαν στα πρωτοσέλιδα, τον Μάη έχαναν στα παρκέ τους τίτλους. H στάμπα του loser έφυγε με την κατάκτηση δύο σερί ευρωπαϊκών τροπαίων. Παρότι η συνταγή πέτυχε δις, η παρουσία του Ολυμπιακού όπως κάθε χρόνο αποτελεί αίνιγμα. Εξηγούμαστε.
Μπορεί οι μπάρες κι οι ελεγκτές να φέρνουν μερικές δεκάδες ευρώπουλα παραπάνω πίσω απ' όσα καθημερινά, επιλέγουν να μην καταβάλλουν ή αδυνατούν να καταβάλλουν εκατομμύρια πολίτες. Δεν μπορούν να φέρουν όμως ποτέ πίσω έναν νέο που δεν πρόλαβε να παλέψει για τα όνειρά του.
Ο Γ. Μπαλάφας είναι γνωστός στις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ ως ήρεμη πολιτική δύναμη. Αυτό έχει τα καλά του, έχει όμως και τα κακά του. Είναι θετικό διότι μπορεί να διαχειρίζεται και ν' αντιμετωπίζει με ψυχραιμία δύσκολες καταστάσεις, αλλά είναι κι αρνητικό διότι καμία ανατροπή, καμία επανάσταση στον κόσμο δεν έγινε με αγάπη και προδέρμ.
Ο πόνος του άλλου μοιάζει με εύκολο αντικείμενο για χλευασμό. Πριν όμως αρχίσουμε το καλαμπούρι, ας σκεφτούμε τι είναι χειρότερο. Ο τύπος που επαιτεί ή αυτός που τον κλωτσά και γελά μαζί του.