Όταν ήμουν τεσσάρων χρονών, ήθελα να γίνω ζωγράφος. Μάλλον επειδή έβλεπα τόσο συχνά τη μητέρα μου να κάθεται στο σχεδιαστήριό της φτιάχνοντας κολλάζ, ζωγραφιές και εξώφυλλα δίσκων. Όμως, όπως αποδεικνύεται από τα μάλλον ανέμπνευστα διασωθέντα παιδικά έργα μου, ο κόσμος δεν στερήθηκε τον επόμενο Βαν Γκονγκ όταν στα 7 ή 8 επέλεξα διαφορετικό δρόμο προς τη δόξα: θα γινόμουν οπωσδήποτε συγγραφέας. Σώζονται ακόμη στο οικογενειακό αρχείο δύο ολιγοσέλιδα μυθιστορήματα, που είχαν εκδοθεί σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων – για την ακρίβεια φωτοτυπίες του χειρογράφου, τις οποίες έβγαζε η ανωτέρω δύστυχη μητέρα – για να πωληθούν στη συνέχεια σε σοκαριστικές τιμές (500 δραχμές το ένα) σε πρόθυμους παππούδες και γιαγιάδες.
Ίσως σε κάποια κρίση ωριμότητας συνειδητοποίησα ότι οι ευγενείς παππούδες δεν θα μπορούν να χρηματοδοτούν για πάντα το συγγραφικό μου έργο. Ή πάλι, η αντικατάσταση του παμπάλαιου οικογενειακού Macintoshμε μία ολοκαίνουρια Amiga 500* κάπου στις τελευταίες τάξεις του δημοτικού πιθανόν να είχε καταστροφικές συνέπειες στην καλλιτεχνική μου έκφραση, καθώς από την τέχνη της συγγραφής στράφηκα στην τέχνη της καταστροφής των “κακών” του κόσμου των games.
Σε κάθε περίπτωση, στο Γυμνάσιο άρχισα να κάνω πιο ρεαλιστικές σκέψεις για την επαγγελματική μου αποκατάσταση. Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 είχε ανοίξει στη Θεσσαλονίκη το τμήμα Εφαρμοσμένης Πληροφορικής, που ακουγόταν πολύ σούπερ-ουάου: μπορεί, ας πούμε, να μαθαίναμε να φτιάχνουμε δικά μας games. Το τμήμα ανήκε στην πρώτη Δέσμη** και, δεδομένων των εξαιρετικών επιδόσεών μου σε Φυσική, Χημεία και των καλούτσικων-μωρέ στα Μαθηματικά, φάνταζε ιδανική επιλογή.
Στο Λύκειο, όμως, έπεσα πάνω σε δύο-τρεις καθηγητές που άλλαξαν τελείως τη γνώμη μου για τις θετικές επιστήμες. Για την ακρίβεια, τις μετέτρεψαν σε έναν όγκο ακαταλαβίστικων, απειλητικών συμβόλων. Τα “19” έγιναν “7”, με ρεκόρ ένα θρυλικό τεσσάρι στις τελικές εξετάσεις Φυσικής στη δευτέρα Λυκείου. Διασώθηκε μία μέτρια ικανότητα στα πολύ βασικά μαθηματικά, αλλά η πρώτη Δέσμη έπρεπε να αποκλειστεί εκτός αν ήθελα να σπουδάσω Ανθοκομία κάπου στην Πελοπόννησο.
Αλλά ήμουν ήδη 15 και στην Ελλάδα, ως γνωστόν, σε αυτή την ηλικία πρέπει να έχεις ήδη καταλήξει στην καριέρα που επιθυμείς. Ευτυχώς, η “ανάπτυξη” δημιουργούσε με μαγικό τρόπο ολοένα και περισσότερα πανεπιστημιακά τμήματα με εξωτικά ονόματα σε όλη την επικράτεια. Στο μεταξύ, είχα αρχίσει να ενδιαφέρομαι για την πολιτική και τη διπλωματία – ένα ενδιαφέρον που εκφράστηκε στα πρώιμα στάδιά του με αναρχικά αλφάδια στα θρανία και με τις πρώτες μπύρες στα Εξάρχεια. Κι έτσι, όταν πληροφορήθηκα την ύπαρξη του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών, Οικονομικών και Πολιτικών Σπουδών δεν χρειάστηκε να το σκεφτώ πολύ.
Ο ρεαλιστής πατέρας Ρίζος είχε τότε εκφράσει τις αμφιβολίες του για την επιλογή μου: ήταν νέα σχολή, και άρα ανοργάνωτη (τελικά είχε δίκιο), είχε γενικό και ασαφές αντικείμενο (πάλι είχε δίκιο) και αμφίβολες προοπτικές επαγγελματικής αποκατάστασης (εδώ κι αν είχε δίκιο). Εγώ όμως θα γινόμουν διπλωμάτης, πάει και τελείωσε. Εδώ κοτζάμ Πανελλήνιες θα δώσουμε! Τί είναι τέσσερα χρονάκια σχολή και κάτι ψωροεξετάσεις στο Διπλωματικό Σώμα; Οι αντιρρήσεις κάμφθηκαν – ή μάλλον αφέθηκα να φάω μόνος μου τα μούτρα μου, όπως μου άρμοζε.
Μετά από εκατοντάδες επαναλήψεις του εξαιρετικά κακογραμμένου βιβλίου της “Ιστορίας Δέσμης”, αμέτρητες μαθηματικές συναρτήσεις και καμπύλες προσφοράς και ζήτησης, ο στόχος επετεύχθη. Μπήκα στη σχολή των ονείρων μου, στο όχι-και-τόσο-ονειρικό Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, που ήταν γεμάτο γλοιώδεις ΔΑΠίτες και αφίσες για εκδρομές στην Αράχωβα. Το ΔΕΟΠΣ (όλα τα τμήματα με ονόματα-μακρυνάρια που σέβονται τον εαυτό τους έχουν ακρωνύμιο) είχε ακόμη αρκετά προβλήματα, αφού ήταν μόλις στον τέταρτο χρόνο λειτουργίας του. Αλλά τα βασικά υπήρχαν: καθηγητές (υπερήλικες, υπερ-πιτσιρικάδες, ή άλλοι που δεν ανήκαν στο τμήμα), αμφιθέατρα (γεμάτα κάπνα, φραπέδες και άγνοια), πρόγραμμα σπουδών (το οποίο άλλαζε κάθε φορά που ένας καθηγητής αποφάσιζε να πουλήσει στο Δημόσιο κάποιο καινούριο του βιβλίο).
Μπορεί να μην ήμασταν σε τόσο καλή θέση όσο π.χ. η Λογιστική και Χρηματοοικονομική (μόνο στο ακρωνύμιο υπερτερούσαμε σε σχέση με αυτούς τους φλώρους), αλλά τα βάσανά μας ήταν ανέκδοτο μπροστά στο νεοϊδρυθέν ΒΣΑΣ (Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών). Όπως συμβαίνει με κάθε νέο τμήμα, είχε δημιουργηθεί στα “χαρτιά” χωρίς καμία μέριμνα για υποδομές και άλλες τέτοιες λεπτομέρειες. Οι πρώτοι επίδοξοι Βαλκανο-σλαβο-ανατολικο-λόγοι είχαν περάσει σε ένα τμήμα που δεν είχε διδακτικό προσωπικό και αίθουσες διδασκαλίας. Ούτε δικιά τους γραμματεία δεν είχαν. Κατά τα άλλα, θεωρητικά θα διδάσκονταν μεταξύ άλλων ρωσικά και τούρκικα, και θα μπορούσαν να επιλέξουν επιπλέον μεταξύ βουλγαρικών, σερβοκροάτικων, ρουμανικών και όποιας-άλλης-περίεργης-γλώσσας-θες.
Συνεπαρμένοι από την τεράστια επιτυχία και την απρόσκοπτη λειτουργία του ΒΣΑΣ, οι ιθύνοντες του υπουργείου Παιδείας προχώρησαν σύντομα στην ίδρυση του τμήματος Βαλκανικών Σπουδών στη Φλώρινα. Γίνεται να έχεις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές σε τέσσερα πανεπιστήμια (Μακεδονίας, Πειραιά, Πάντειο, ΑΣΟΕΕ) και να μην έχεις Βαλκανικές σε τουλάχιστον δύο; Δε γίνεται. Εξάλλου η ζήτηση ήταν τεράστια και οι εκατοντάδες απόφοιτοι αυτών των σχολών έβρισκαν δουλειά πριν καν αποφοιτήσουν – σε καφετέριες και σε γραμμές τηλεφωνικής υποστήριξης.
Τα χρόνια πέρασαν, εγώ αποφοίτησα (διπλωμάτης δεν έγινα) και στο μεταξύ το ΒΣΑΣ άρχισε να λειτουργεί κι αυτό κουτσά-στραβά, όπως παλιότερα το ΔΕΟΠΣ. Το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας απέκτησε και δύο τμήματα εκτός Θεσσαλονίκης: Διοίκησης Τεχνολογίας (;) στη Νάουσα και Μάρκετινγκ και Διοίκησης Λειτουργιών (;;) στην Έδεσσα. Ακολουθήθηκε πιστά ο χρυσός κανόνας της ίδρυσης ελληνικού ΑΕΙ ή ΤΕΙ: η πραγματική χρησιμότητα του τμήματος είναι ανάλογη του μεγέθους της πόλης-έδρας και αντιστρόφως ανάλογη της πολυπλοκότητας του τίτλου του.
Η ίδρυση πανεπιστημιακών σχολών και τμημάτων άνευ αντικειμένου (σίγουρα άνευ υποδομών και διδακτικού προσωπικού) σε κάθε χωριό και ξερονήσι συνεχίστηκε για χρόνια. Η δικαιολογία ήταν η διεύρυνση του “δικαιώματος στη γνώση”. Η πραγματική αιτία ήταν η διαιώνιση ενός μοντέλου “ανάπτυξης” της επαρχίας που βόλευε τους πάντες: τους ιδιοκτήτες ακινήτων, που νοίκιαζαν γκαρσονιέρες-στάβλους σε τιμές Ζυρίχης. Τους ιδιοκτήτες καφετεριών και μπαρ, που έκαναν χρυσές δουλειές μοσχοπουλώντας καφέδες και μπύρες στους μισούς φοιτητές, απασχολώντας τους άλλους μισούς με αστεία μεροκάματα. Τους κομπλεξικούς γονείς, που δεν ανέχονταν το δικό τους παιδί να μην πάρει ένα πτυχίο – δεν πα να ήταν και του Καλλωπισμού Κόκερ Σπάνιελ στο ΤΕΙ Κωλοπετεινίτσας. Και φυσικά τους πολιτικούς, ειδικά τους κατά τόπους βουλευτές που εξαρτιόνταν από τις ψήφους των “τοπικών κοινωνιών”, ολόκληρων πόλεων οι οποίες είχαν μάθει να ζουν από τα χαρτζιλίκια των φοιτητών.
Το σχέδιο “Αθηνά” είναι επιεικώς πρόχειρο. Προβλέπει κατάργηση τμημάτων με ασαφή κριτήρια, συγχωνεύσεις κάποιων άλλων με άσχετα γνωστικά αντικείμενα, ενώ από την άλλη δεν αγγίζει σχολές αμφιβόλου χρησιμότητας. Αλλά, αν δεν περάσει, δεν θα είναι λόγω των -στις περισσότερες περιπτώσεις δίκαιων- αγώνων της ακαδημαϊκής κοινότητας. Δεκάδες πόλεις επιβιώνουν αποκλειστικά χάρη στον ιδρώτα των φοιτητών και των γονιών τους και δεν πρόκειται να αφήσουν καμία “εξυγίανση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης” να τους χαλάσει τη βολή τους.
Μήπως αυτή τη φορά, αντί για γενικά και αόριστα “όχι”, χρειάζονται συγκεκριμένες αντιπροτάσεις; Εκτός αν θεωρούμε όλα τα τμήματα που λειτουργούν αυτή τη στιγμή στα ελληνικά ΑΕΙ και ΤΕΙ χρήσιμα. Για το “δικαίωμα στη γνώση” και την “ανάπτυξη”, πάντα…
* Amiga 500: θρυλικός υπολογιστής της εταιρίας Commodore, με επαναστατικές δυνατότητες για την εποχή του. Γνώρισε τεράστια επιτυχία από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 έως τα μέσα του ’90 κυρίως ως παιχνιδομηχανή, παρότι χρησιμοποιούνταν ευρέως και για επαγγελματικές εφαρμογές.
** Δέσμες: αρχαίο σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ και ΤΕΙ. Οι σχολές χωρίζονταν σε τέσσερις δέσμες ανάλογα με το γνωστικό αντικείμενο. Ο υποψήφιος επέλεγε μία δέσμη και εξεταζόταν σε τέσσερα μαθήματα. Χαρακτηριστικό του συστήματος ήταν η απαίτηση για αποστήθιση της ύλης.
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.