Αφήνοντας τον Αντώνη και το αυτοκίνητό του επέστρεψα και βρήκα κάποιον να με περιμένει μπροστά από την είσοδο της απέναντι πολυκατοικίας.  Δεν ήταν η κούραση…  Η κούρασή μου δε με είχε εγκαταλείψει λεπτό σε όλο το ταξίδι  μου.  Ήταν μαζί μου κάθε λεπτό, σε κάθε χιλιόμετρο.  Είχα μάλιστα αρχίσει να ανησυχώ και να σκέφτομαι ότι δεν ήταν μια απλή εξάντληση του οργανισμού μου.  Στο μεταξύ εννοείται ότι είχα πάρει ό,τι βιταμίνες, σπιρουλίνες βασιλικούς πολτούς και ό,τι σχετικό, αλλά δε βοήθησαν καθόλου…

Η μέρα της επιστροφής ήλπιζα να μη μου φυλάει κάτι απρόοπτο.  Ήθελα μόνο να πέσω στο κρεβάτι.  Ήταν 3 το απόγευμα 6 Ιουλίου.  Ονειρευόμουν ότι τα σεντόνια του δωματίου μου θα ήταν δροσερά και απαλά όπως σε όλα τα δωμάτια 108.  Θα ξάπλωνα και θα τέντωνα τα χέρια μου και τα πόδια μου πάνω κάτω σα να κολυμπάω με αργές συντονισμένες κινήσεις.  Ύστερα θα με έπαιρνε ο ύπνος σε μία θέση εν δυνάμει άλματος και…  ύστερα θα ξυπνούσα πάλι κουρασμένος…  Ήθελα να μη με περιμένει κανείς.  Να είμαι μόνος μου.  Μπροστά στην είσοδο της απέναντι πολυκατοικίας όμως με περίμενε ένα πιάνο.

Ένα πιάνο…  Η κατάστασή του ήταν άσχημη, χειρότερη από τη δική μου.  Εγώ τουλάχιστον λειτουργούσα ακόμα…  Το καημένο το πιάνο όμως ήταν πάνω από 50 χρονών και του έλειπαν τα καπάκια και μερικά πλήκτρα.  Σε αντίθεση με το αυτοκίνητό μου δεν περίμενε κανένα ανταλλακτικό.  Οι χορδές ήταν άλλες σπασμένες, άλλες δεν υπήρχαν καθόλου και όσες ήταν ακόμα στερεωμένες σε δύο σημεία, ως όφειλαν, δεν φαίνονταν να έχουν καμία διάθεση να μιλήσουν.  Το πιάνο ήταν στεγνό, μαύρο και απορροφούσε όλο τον ήλιο του καλοκαιρινού απογεύματος.  Δε γυάλιζε πουθενά.  Δεν ήθελε να δώσει τίποτα σε κανέναν.  Ούτε καν την αντανάκλαση του ήλιου.  Το αγνόησα ελαφρά ενοχλημένος, χωρίς να ξέρω το λόγο, και έφαγα αμέσως δύο τοστ.

Κοιμήθηκα χωρίς να δω κάποιο όνειρο.  Όλη εκείνη την περίοδο δεν έβλεπα όνειρα.  Ούτε είχα όνειρα.  Το μόνο σχέδιο που αμυδρά άρχισε να σχηματίζεται στο μυαλό μου, μετά την επιστροφή μου από το ταξίδι, ήταν η επίσκεψή  μου σε έναν γιατρό για να αντιμετωπιστεί επιτέλους η κατάστασή μου πιο υπεύθυνα και αποτελεσματικά.   Η εικόνα του πιάνου είχε αποτυπωθεί στο μυαλό μου σαν το αρνητικό μιας φωτογραφίας.  Για κάποιο λόγο πήρε μέσα μου έναν συμβολικό χαρακτήρα και θα έλεγα πως ένιωθα ότι αυτό το πιάνο ήταν σα να περίμενε κάτι από μένα.  Σίγουρα θα καταλάβαινε, όσο το επέτρεπε βέβαια η ηλικία του, ότι δεν ήξερα να παίζω καθόλου.  Τι θα μπορούσε να περιμένει από μένα;  Το σκεφτόμουν…

Κατέβηκα να πάρω φέτες ψωμί, τυρί και γαλοπούλα και ένα πακέτο μακαρόνια Νο5 και το πιάνο ήταν ακόμα εκεί.  Το πλησίασα να δω μήπως αξίζει κάτι και το περιεργάστηκα από κοντά.  Δε βρήκα όμως άλλο ενδιαφέρον παρά μόνο ότι ένα πιάνο και ήταν όντως στο πεζοδρόμιο…  Πήγα να φύγω, αλλά με την άκρη του ματιού μου έπιασα έναν τύπο με ένα τρίκυκλο να το κοιτάει με ένα βλέμμα που δεν άφηνε αμφιβολίες για τις προθέσεις του.  Ήταν η πρώτη φορά τις τελευταίες αρκετές εβδομάδες που ξεχνούσα πόσο ήθελα να απλώσω τα χέρια μου και τα πόδια μου και να τεντωθώ και που κάποια άλλη σκέψη κυριαρχούσε στο μυαλό μου.  Έπρεπε με κάθε τρόπο να εμποδίσω τον πλανόδιο παλαιοπώλη να πάρει το πιάνο από το απέναντι πεζοδρόμιο του σπιτιού μου.  Έμεινα εκεί λοιπόν, ακουμπώντας το ένα μου χέρι με στυλ πάνω στο όργανο και κοίταξα από την άλλη μεριά  σα να περίμενα κάποιον να έρθει να μας πάρει.

Έτσι όπως ακούμπησα το χέρι πάνω του και με τη ζέστη του καλοκαιριού να χτυπάει τον σφυγμό της μέσα στην παλάμη μου, ένιωσα σαν το πιάνο να είχε μια καρδιά αδύναμη αλλά ζωντανή που χτυπούσε κάτω από το ραγισμένο χρώμα.  Δεν είμαι υπερβολικός.  Αν κάποιος από σας που διαβάζετε αυτές τις γραμμές τύχαινε να μας δει σε αυτή τη σκηνή σίγουρα θα προσυπέγραφα τον μελοδραματισμό της περιγραφής.  Είχα δει ένα γουέστερν παλιά, με τον πρωταγωνιστή να τα έχει χάσει όλα.  Οικογένεια, φίλους, χρήματα, τιμή…  Βρήκε ένα σκυλί στο δρόμο και εκείνο δε νοιάστηκε για όλα αυτά και τον ακολούθησε πιστά ως το τέλος της ταινίας (που δεν το θυμάμαι).  Το σκυλί ήταν γέρικο και είχε τελειώσει σχεδόν τη ζωή του σε τούτη την κοιλάδα των δακρύων, μα ξαφνικά βρήκε έναν ακόμα ιερό προορισμό:  να γίνει η συντροφιά κάποιου που δεν είχε τίποτα πια…   Καταλαβαίνετε που το πάω….   Κάπως έτσι ήμασταν το πιάνο κι εγώ.  Από τότε που δεν άφησα τον τύπο με το τρίκυκλο να το πάρει, ένιωθα ότι είχαμε δημιουργήσει μια άρρηκτη σχέση.  Ανεβοκατέβαινα δυο τρεις φορές την ημέρα, το κοιτούσα όλο και περισσότερη ώρα και εκείνο άρχισε να ανταποκρίνεται σιγά σιγά.

Στην αρχή αντανακλούσε το φως του ήλιου με ένα γλυκό και θαμπό γρύλισμα και κάποια στιγμή νόμισα ότι άκουσα μια χορδή να πάλλεται κάτω από τον άνεμο ενός ολόκληρου φεγγαριού που έτυχε να περνάει πάνω από το στενό μας εκείνες τις μέρες.  Η σχέση αυτή κράτησε περίπου μια βδομάδα, ο Ιούλιος είχε προχωρήσει ως τη μέση.  Ένα πρωί που βγήκα, νομίζω ήταν Κυριακή, είδα, ή μάλλον ΔΕΝ είδα, το πιάνο…  Το διάφραγμά μου έκανε ένα «κλακ» και αυτό το «κλακ» απελευθέρωσε έναν αναστεναγμό.

Δεν μπορώ να πω ότι στεναχωρήθηκα.  Δεν ήταν άλλωστε η πρώτη φορά που τελείωνε έτσι μια σχέση μου, πάνω στη βδομάδα.  Πέρασα κοντά από τη θέση που βρισκόταν το πιάνο και συνέχισα την πορεία μου κοιτώντας μπροστά.  Σκέφτηκα ότι θα το είχε πάρει εκείνη το πιάνο και θα το είχε γιατρέψει με την αγάπη της όπως κι εμένα κάποτε…  Και έτσι όπως προχωρούσα πάνω στο φως του καλοκαιριού ευχήθηκα να χτυπήσει δυνατά τις χορδές του, κι έτσι χωρίς να παίζει κάποια συγκεκριμένη μελωδία, εγώ θα αναγνωρίσω τον ήχο από τα δάχτυλά της και θα την βρω.  Θα βρω την έξοδο…  Πήγα να πληρώσω ένα εισιτήριο στο μετρό και ψάχνοντας στο τσαντάκι μου βρήκα ένα πλήκτρο από το πιάνο που το είχα κλέψει την ημέρα που γνωριστήκαμε.  Σκέφτηκα ότι αυτό ήταν το καλύτερο εισιτήριο που θα μπορούσα να βρω και συνέχισα.

9 μέρες το ταξίδι και 7 η σχέση μου με το πιάνο, λίγο ξέχασα την υπερβολική κούραση.  Δε με ξέχασε όμως κι εκείνη…

*Φωτογραφία: Παναγιώτης Παρίσης

Βαγγέλης Μαρκαντώνης

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]
//