Λίγο μετά τη 1 τα ξημερώματα παίρνω ταξί για σπίτι, ενώ ήδη τα πρώτα αμάξια φουλάρουν προς κέντρο. Πατούν τις κόρνες, ανεμίζουν τις ελληνικές σημαίες με περηφάνια.

Το ραδιόφωνο του συμπαθή οδηγού στην τσίτα. Κλειστά και τα παράθυρα “για ν’ ακούμε καλύτερα”. Ευτυχώς μετά από λίγο η ζέστη μέτρησε περισσότερο από την καύλα της πρόκρισης.

Μου λέει μια ιστορία από την πιάτσα. “Ο Μάκης, πρώτος στη σειρά είχε αφήσει το ταξί και χάζευε στην καφετέρια. Μια δύστυχη προσπαθούσε να τον βρει. Μετά αρχίσαμε να τον ψάχνουμε όλοι. ‘Μάκη, Μάκη’ φωνάζαμε και εκείνος πουθενά!”. Ο Μάκης είχε χαθεί στο πλήθος. Τελικά εμφανίστηκε λίγο μετά το τέλος του ματς μ’ ένα τεράστιο χαμόγελο. Ο χρόνος είχε σταματήσει για τον ίδιο, αλλά κυλούσε ακόμα για κάποιους όπως και πριν. “Η τύπισσα κοιτούσε απορημένη σου λέω”.

Όσο κατεβαίνουμε την Πατησίων, ο κόσμος γίνεται περισσότερος. Τ’ αμάξια πολλαπλασιάζονται. “Κράτα το να το θυμάσαι. 2 παρά είκοσι κι έχει μποτιλιάρισμα. Ούτε Πρωτοχρονιά έτσι”.

Ένα σκυλί ουρλιάζει στο πεζοδρόμιο γιατί δεν αντέχει τις κόρνες.

“Ελλάς ολέ, ολέ”, ακούγεται σταθερά. Αμάξια και μηχανές τρέχουν. Πατημένο το γκάζι, πατημένη η κόρνα, ουρλιαχτά ενθουσιασμού. Βιασύνη για να πανηγυρίσουν.

Από το ραδιόφωνο ακούγεται Χελάκης. Γκοοοολ!

Φτάνουμε Βικτώρια. Μπορείς να δεις στον ορίζοντα τ΄αναρίθμητα κόκκινα φώτα των αυτοκινήτων. Όμως στα πεζοδρόμια η πραγματικότητα είναι ακόμα εκεί. Άστεγοι που κλείνουν τ΄ αυτιά με τις παλάμες τους γιατί δεν αντέχουν το θόρυβο και θέλουν να κοιμηθούν.

Ο ταξιτζής διηγείται μία ακόμα ιστορία. Σαν να ήθελε η διαδρομή μας να έχει αρχή και τέλος. “Μικροπράγματα καθορίζουν το μεροκάματό μας. Τώρα με το μουντιάλ, έξω δεν ήταν κανένας. Δεν βάλαμε τίποτα στην τσέπη. Ενώ όταν κάποιος αυτοκτόνησε κι έπεσε στις ράγες του τρένου βγάλαμε μισθό. Δεν είναι μικρό πράγμα η αυτοκτονία. Αλλά ξέρεις”.

Έφτασα επιτέλους σπίτι. Απέξω ακούγονται συνθήματα και δυναμιτάκια. Από ένα σημείο κι έπειτα το αισθάνομαι σαν μια αόριστη βουή. Μια βουή που με τρομάζει και με αγχώνει. Μια βουή που φαίνεται ικανή να καλύψει από κάτω της ό,τι περνάμε. Μια βουή που ζέχνει σκοτάδι. Μια βουή που μοιάζει ικανή να σαρώσει τα πάντα στο διάβα της, πιασμένη από ένα γκολ, από ένα ακόμα πλαστό παραμύθι.

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]

About The Author

Γεννήθηκε και ζει στα Εξάρχεια. Αγαπά τους τοίχους τους, τους αγώνες και τους ανθρώπους τους. Του αρέσει να φωτογραφίζει και να γράφει για όσα δεν μπόρεσε να φωτογραφίσει. Κυκλοφορεί από τα εννιά του με μια εφημερίδα στο χέρι και συνεχίζει να γράφει σε μπλοκάκι στα ρεπορτάζ. Ακούει ό,τι μακριά πολύ μακριά μας ταξιδεύει και διαβάζει ό,τι του γυαλίσει στις βιτρίνες της Καλλιδρομίου, της Ζωοδόχου Πηγής και της Θεμιστοκλέους. Αγαπά τα νησιά και κάποτε θέλει να ζήσει σε ένα από αυτά. Μέχρι τότε, κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για μια διαφορετική δημοσιογραφία, με πολλά αυτοδιαχειριζόμενα 3point και γραφιάδες χωρίς περιορισμούς.

Related Posts

//