Μπορεί μια ταινία να πατήσει πάνω στα βασικά χαρακτηριστικά δύο φημισμένων έργων της δεκαετίας του 1970 και να τα συγκεράσει με ένα δικό της, μοντέρνο στιλ; Δύσκολο εγχείρημα, κι όμως ο “Νυχτερινός Ανταποκριτής” το κατορθώνει σε μεγάλο βαθμό.
Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Νταν Γκίλροϊ είναι ουσιαστικά ένα σατιρικό κοινωνικό σχόλιο, το οποίο δεν αφήνει περιθώρια για έστω ένα μειδίαμα. Βαδίζει, δηλαδή, στον ίδιο δρόμο με τον “Ταξιτζή” του Σκορτσέζε και το “Δίκτυο” του Λουμέτ, έστω κι αν δεν φτάνει σε καλλιτεχνικό μέγεθος κανένα από τα δύο αυτά αριστουργήματα (ούτε καν τρέφει μια τέτοια φιλοδοξία).
Η επιτυχία του “Nightcrawler”, όπως είναι ο ορίτζιναλ τίτλος του, στηρίζεται εν πολλοίς στην ερμηνεία του Τζέικ Τζίλενχαλ. Πρόκειται για ίσως την πιο ρεαλιστική απεικόνιση ενός sociopath στη μεγάλη οθόνη, μετά από εκείνη του Ρόμπερτ ντε Νίρο ως Τράβις Μπικλ.
Η αντικοινωνική διαταραχή του κεντρικού ήρωα της ταινίας (Λούις Μπλουμ) χτίζεται από την πρώτη σκηνή και σταδιακά γίνεται ολοένα και πιο εμφανής. Ο Λούις δεν έχει ηθικούς φραγμούς προκειμένου να πετύχει τον εκάστοτε στόχο του, αδυνατεί να δείξει σημάδια συμπόνοιας και κατανόησης για τους γύρω του και αφιερώνει όλη του την εξυπνάδα και την μεθοδικότητά του στο να κατακτήσει κορυφές ανούσιες για ένα πνευματικό ον. Η τροφή του Εγώ μέσα από την αναγνώριση και την εφήμερη δόξα για πράγματα που δεν απαιτούν κάποιο χάρισμα ή ξεχωριστό ταλέντο, είναι η μοναδική του έγνοια.
Όλα αυτά τον κάνουν αντιπαθή και σχεδόν γλοιώδη με την πρώτη ματιά. Όμως καθώς ανεβάζει τη στάθμη της επιτυχίας του, χρησιμοποιώντας αθέμιτα, κυρίως, μέσα, αρχίζει να αλλάζει και ο τρόπος που τον βλέπει ο περίγυρος του.
Η πολυπλοκότητα του χαρακτήρα ήταν ακριβώς η μεγάλη πρόκληση που είχε να αντιμετωπίσει ο Τζίλενχαλ. Μια απολύτως χαμηλών τόνων ερμηνεία θα ξεφούσκωνε τη δυναμική της ταινίας, ενώ μια περισσότερο εκρηκτική παράσταση θα άγγιζε τα όρια της καρικατούρας – κάτι που επιτηδευμένα είχε κάνει π.χ. ο Κρίστιαν Μπέιλ στη μαύρη σάτιρα “American Psycho”. Ειρήσθω εν παρόδω, βρήκα εξαιρετικά επιτυχημένη τη σεναριακή φόρμουλα του “Nightcrawler”, με τον πρωταγωνιστή να μιλάει λες και έχει καταπιεί ένα εγχειρίδιο για τα πάντα. Αυτό είναι λιγότερο εμφανές σε σχέση με το “American Psycho”, ωστόσο δίνει εξίσου ευφυώς το στίγμα της μηδενικής αυτόχθονης προσωπικότητας ενός sociopath.
Με την καθοδήγηση του σκηνοθέτη, που αν και πρωτοεμφανιζόμενος δημιούργησε με αξιοπρόσεκτη ωριμότητα, ο Τζίλενχαλ καταφέρνει να κρατιέται στα όρια της φυσιολογικότητας όταν λέει τις γραμμές του, μεταδίδοντας στον θεατή την διαταραχή του χαρακτήρα του περισσότερο με την έκφραση του προσώπου και τις κινήσεις του. Η ερμηνεία του είναι η ατμομηχανή που κινεί όλα τα υπόλοιπα.
Το “Nightcrawler” ψαχουλεύει τη λεπτή γραμμή μεταξύ του νόμιμου και του ηθικού, με φόντο το ρεπορτάζ ειδήσεων στην τηλεόραση. Εδώ έγκειται η σύγκριση με το “Δίκτυο”. Άλλωστε πολύ δύσκολα όποιος έχει δει αυτή την ταινία, δεν θα φέρει στο μυαλό του την Φέι Ντάναγουεϊ, βλέποντας την Ρενέ Ρούσο ως παραγωγό ειδήσεων σε ένα τοπικό κανάλι του Λος Άντζελες. Διαφορετικές εποχές, διαφορετικές γυναίκες, αλλά η ίδια δίψα για επιτυχία που στο τέλος γίνεται ακατανίκητη.
Μέχρι πού, λοιπόν, μπορεί να φτάσει ένας νυχτερινός ρεπόρτερ, ο οποίος γυρίζει το Λος Άντζελες με μια κάμερα και παραμονεύει όπως η ύαινα τα θηράματα άλλων, κυνηγώντας την απαθανάτιση εγκλημάτων, στο βωμό του μιντιακού sensationalism; Γύρω από αυτό στήνεται η βασική πλοκή.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο, η ταινία αποτελεί ένα όχημα για να αναρωτηθούμε κάτι εξαιρετικά ενδιαφέρον: πόσο ακριβώς έχουμε εθιστεί στη βία, ως καταναλωτές κινηματογραφικών έργων, τηλεοπτικών ειδήσεων, βιντεοπαιχνιδιών; Αλήθεια, μας σόκαραν τόσο πολύ ως θεατές οι σκηνές που τραβούσε ο Λούις Μπλουμ με την κάμερά του; Μας προξένησε εξωφρενική εντύπωση η παραποιητική συμπεριφορά του;
Κι εδώ, δια της τεθλασμένης, το “Nightcrawler” ρίχνει στο τραπέζι έναν καίριο προβληματισμό: μήπως ο Μπλουμ δεν διαφέρει από πολλά προβεβλημένα και με ευρεία κοινωνική απήχηση άτομα, τα οποία δούλεψαν κι αυτά το σύστημα προς όφελός τους κατά την αναρρίχησή τους προς την κορυφή; Ασφαλώς τον Μπλουμ μπορούμε να τον καταδικάσουμε στη συνείδησή μας για τις παρασκηνιακές του, σκοτεινές δράσεις. Ξέρουμε τι έχει κάνει. Ξέρουμε, επίσης, ότι όποιος πάει να τον ανταγωνιστεί τιμώντας έστω στοιχειωδώς τον ηθικό κώδικα, θα βγει σίγουρα χαμένος. Άραγε, πόσοι Μπλουμ ευδοκιμούν γύρω μας; Και σε τελική ανάλυση, μήπως το υπάρχον οικονομικο-πολιτικό σύστημα και οι κυρίαρχες ιδεοληψίες, όχι μόνο δεν κάνουν τίποτα ουσιαστικό για να αποτρέψουν τις αδίστακτες πρακτικές, αλλά τις ευνοούν και τις επιβραβεύουν από πάνω;
Ο “Νυχτερινός Ανταποκριτής” είναι μία από τις καλύτερες παραγωγές του Χόλιγουντ για το 2014 και θεωρώ βέβαιο ότι θα διεκδικήσει διακρίσεις στα Βραβεία Όσκαρ, ειδικά στις κατηγορίες Α’ Ανδρικού Ρόλου και Πρωτότυπου Σεναρίου. Στις κινηματογραφικές αίθουσες της Ελλάδας θα φτάσει στις αρχές του νέου έτους. Αξίζει τον κόπο να το αναζητήσετε, για τη σύγχρονη αστική του ατμόσφαιρα, την ερμηνεία του Τζίλενχαλ (τρίτη διακεκριμένη στη σειρά μετά την “Περιπολία” και το “Prisoners”) και την έμμεση κριτική του στην Δυτική κοινωνία.
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.