Ομολογουμένως βρίσκομαι σε μια κατάσταση απελπιστική κι απελπισμένη. Ομολογουμένως δεν είμαι η μόνη της γενιάς μου. Ομολογουμένως όσες προσωπικές ευθύνες κι αν έχω –που έχω, όπως όλοι μας- είναι αφελές να μου καταλογίζονται όλες για την κατάντια στην οποία έχει περιέλθει τόσο η χώρα στην οποία γεννήθηκα όσο κι η ανθρωπότητα εν γένει μέσα από τα λάθη κι όλων των προηγούμενων γενεών που σήμερα με δικάζουν, με καταδικάζουν και με θυσιάζουν ακόμη κι αν δεν ανήκουν σε όσους με κατηγορούν. Είναι δυστυχώς δύσκολο πλέον να εκπλαγώ. Κι αυτό με τρομάζει καθώς μου θυμίζει τη φράση του Μάνου Χατζιδάκι ο οποίος εύστοχα είχε περίπου πει πως αν συνηθίσεις το τέρας αρχίζεις να του μοιάζεις. Το καλό είναι πως αρνούμαι να συνηθίσω ακόμη κι αν πλέον σχεδόν τίποτε δε με εκπλήσσει από τα άσχημα που με περιβάλλουν ή με πνίγουν.

Έχω μια αφορμή, απλή αφορμή, σήμερα που με έκανε να θέλω να εκφράσω κάποιες σκέψεις μου. Δεν ξέρω αν είμαστε τυφλοί, ανόητοι, κουτοπόνηροι ή υποκριτές. Ίσως να είμαστε κι όλα τα παραπάνω ίσως απλώς να μας έχει παραμορφώσει ο φόβος κι η εγκληματική επανάπαυση. Δεν ξέρω τι είναι χειρότερο μα το αποτέλεσμα τελικά μετράει κι αυτό καταλήγει επίσης τρομακτικό. Η αφορμή, λοιπόν, είναι το περιστατικό που έλαβε χώρα στην παρέλαση της Ν. Φιλαδέλφειας όπου όπως όλοι είδαμε και πληροφορηθήκαμε μια ομάδα παιδιών επέλεξε έναν ασυνήθιστο τρόπο προκειμένου κάτι να μας πει, κάτι να εκφράσει με τη σειρά της, κάπου να εναντιωθεί συμβολικά. Σίγουρα δεν μπορώ να ισχυριστώ πως είμαι μέσα στο μυαλό τους για να βγάλω ένα απόλυτα ασφαλές συμπέρασμα για τον πραγματικό τους σκοπό, αν και τον ερμήνευσαν ήδη απ’ ό,τι μαθαίνω. Παρ’ όλα αυτά σκέφτομαι. Νιώθω. Και τα κάνω και τα δύο πολύ. Ίσως περισσότερο απ’ όσο αντέχω, απ’ όσο χρειάζεται, απ’ όσο ο κόσμος μας μου επιτρέπει.

Νιώθοντας και σκεπτόμενη, λοιπόν, προσπάθησα να μπω στη θέση τους εικάζοντας ότι πρόκειται για το προφανές πριν διαβάσω τη δική τους εξήγηση κι επιβεβαιώθω. Μια σαρκαστική διαμαρτυρία, μια σαρκαστική αντίδραση. Ήταν πολλοί όσοι έσπευσαν να κατηγορήσουν αυτά τα παιδιά, άλλοι τα έβρισαν χυδαία κι όλοι είχαν έναν κοινό παρονομαστή. Την εθνική υπερηφάνεια που αμαυρώνεται μέσα από την ασέβειά τους. Την ασέβεια που έδειξαν, λέει, απέναντι στους αγωνιστές που πολέμησαν τότε ενάντια στον φασισμό. Πόσο εύκολη καταδίκη, πόσο επιφανειακή ερμηνεία και πόσο υποκριτική ευθιξία κατά τη γνώμη μου!

Πιστεύετε αλήθεια πως σε μια χώρα –για να περιοριστώ εντός συνόρων εφόσον καιγόμαστε όλοι πιο άμεσα για την Ελλάδα σαν να μην αποτελεί μέρος ενός τραγικού συνόλου– η οποία έχει καταντήσει σε κάθε επίπεδο, είναι πιθανότερο ο πραγματικός στόχος εκείνων τον παιδιών να αποτέλεσε την προσβολή όσων αγωνίστηκαν τότε; Καλούμαστε σε κάθε εθνική επέτειο να «τιμούμε» ήρωες περασμένων εποχών κάνοντας παρελάσεις με βήμα στρατιωτικό μπροστά σε κορδωμένους «επισήμους» στους οποίους έχουμε εναποθέσει τις ζωές μας σαν άβουλα όντα ενώ έχει αποδειχτεί πως όλα τείνουν στην εκμετάλλευση των πάντων σε χυδαίο βαθμό από αυτούς, τους «ισχυρότερους». Την ίδια στιγμή που τα πάντα σε ηθικό κι ιδεολογικό επίπεδο γύρω μας και μέσα μας έχουν καταρρεύσει.

Περιμένουμε τις δυο φορές τον χρόνο να φουσκώσουμε από υπερηφάνεια επειδή κάποτε κάποιοι άλλοι έσωσαν το τομάρι μας ονομάζοντας κάθε αγώνα, κάθε πόλεμο, κάθε ανθρώπινο επίτευγμα, κάθε ηρωική πράξη εθνική νίκη. Επιτρέποντας έτσι και σε κάθε σύγχρονο φασίστα εθνικιστή να οικειοποιείται κάθε αγώνα ενάντια στους φασίστες –τραγική ειρωνεία, δε νομίζετε;– καμουφλάροντάς τον με τα χρώματα της μεγαλειώδους, λέει, πατρίδος μας. Αντιθέτως έχουμε μετατρέψει την καθημερινότητά μας σε οχετό, έχουμε καταλήξει γλείφτες όποιου επιτρέψαμε να στρογγυλοκάθεται πάνω στον σβέρκο μας, παλεύουμε να βγάλουμε ο ένας το μάτι του άλλου, γεννάμε όλο και περισσότερη βία, όλο και πιο πολλούς ρατσιστές με μάσκα πατριώτη, όλο και μεγαλύτερες αδικίες, σκοτώνουμε ή αφήνουμε άλλους να σκοτώνουν κάθε ελπίδα μας, κάθε όνειρό μας, κάθε ψήγμα ελπίδας, σκάβουμε διαρκώς όλο και βαθύτερα τον λάκκο αυτής της γενιάς καταδικάζοντας και τις επόμενες, κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας βουλιάζοντας στις άθλιες ζωούλες μας, περιμένουμε χιλιοδοκιμασμένους και καλά Μεσσίες να σώσουν την κατάσταση νίπτοντας οι ίδιοι τα χέρια μας για να μπορούμε μετά να βρίζουμε ανενόχλητοι κι άμοιροι ευθυνών τους προδότες, τα τομάρια και τους κλέφτες τους οποίους εμείς στηρίξαμε.

Κάπως έτσι φτάνουμε με σχεδόν θρησκευτική ευλάβεια και πειθαρχία στις δόξες και τις τιμές των παρελάσεων και δώστου βήματα ρυθμικά καθώς πρέπει, δώστου γλοιώδη χαμόγελα πολιτικών καθώς χειροκροτούν τα περήφανα παιδιά μας, δωστου στρατοί, δωστου αεροπλάνα, δώστου τεθωρακισμένα, δώστου γαλανόλευκα. Τα περήφανα παιδιά μας είπα; Την περήφανη νεολαία μας; Ποια νεολαία κύριοι; Τη νεολαία εκείνη την οποία θάψατε με τα ίδια σας τα χέρια κι έχετε τώρα την απαίτηση του σεβασμού της; Του καθωσπρεπισμού της; Του επιβραβευτικού βλέμματός της εν ώρα παρέλασης; Την ίδια νεολαία που θα έχετε και πάλι ξεχάσει μια μέρα μετά την καλοστημένη σας παράσταση; Έτσι τιμάτε εσείς τους αγωνιστές; Πάλι με το φαίνεσθαι, πάλι με υποκρισία, πάλι με σεμνοτυφία και ψευτοπατριωτισμούς; Πάλι με κορώνες και φανφάρες, πάλι πίσω από ανύπαρκτα ωστόσο ατσαλάκωτα ρούχα αυτοκρατόρων;

Κάτι μου λέει πως τη δική σας υποκρισία ήθελαν να ξεσκεπάσουν αυτά τα παιδιά κύριοι κι όχι να προσβάλουν κάποιον από το παρελθόν. Τις δικές σας και τις δικές μας χυδαιότητες ήθελαν να ξεμπροστιάσουν κι όχι να κοροϊδέψουν αντιφασιστικούς αγώνες. Τον υφέρποντα δικό σας φασισμό την ώρα που φουσκώνετε σαν τα παγώνια εναντίον του, ήθελαν να καταδείξουν. Το πώς μοιάζετε στα μάτια τους φανέρωσαν. Το πώς φαντάζει πια μια κοινωνία ολόκληρη στα μάτια τους, μια κοινωνία που πιστεύει ότι καλύπτεται η μπόχα της με φτηνιάρικα αρώματα, χάντρες κι αστραφτερά μπλινγκ μπλινγκ. Κάτι μου λέει πως ήθελαν απλώς να πούνε ότι πλέον δεν πείθονται, ότι σας έχουν και μας έχουν σιχαθεί κι ότι οι στρατιωτικής μορφής παρελάσεις δεν είναι παρά μια σαθρή όπως όπως τακτοποίηση ενός σάπιου κόσμου. Ενός κόσμου που εσείς δημιουργήσατε για να τα ρουφήξετε μετά μέσα στη σαπίλα του με το έτσι θέλω. Αυτά, τα παιδιά που αμαύρωσαν την τόσο καλοστημένη σας παρέλαση αγαπητοί μου υπερήφανοι αντιφασίστες.

Ίσως εμάς να κορόιδεψαν τελικά, λοιπόν. Και ποιος μπορεί να τους αδικήσει αλήθεια; Ή μήπως αυτό ήταν που μας έτσουξε πιο πολύ κατά βάθος;

Στην αντιπέρα όχθη όσα παιδιά φώναζαν φανατισμένα υπέρ του Κατσίφα δεν έκαναν άσχημη εντύπωση σε κανέναν άλλον πέραν των άπλυτων αναρχοσυριζαίων οι οποίοι υποκινούνται από χθόνιες δυνάμεις μασονισμού. Η ζωή μας ολόκληρη κατάντησε ένα αέναο silly walk. Ίσως αυτό να έπρεπε να μας προβληματίσει ακόμη πιο πολύ από το ότι το είδαμε να συμβαίνει τελικά σε παρέλαση.

Σκίτσο του The Rabbit Knows

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]
//