Αν η δεκαετία του ’70 ήταν το πρόταγμα μιας επανάστασης, η δεκαετία του ’80 ήταν μια ζωντανή και διαρκώς ανανεούμενη διαδικασία εξέγερσης. Είναι η εποχή που η μαζική κουλτούρα αποικίζεται από ένα σαφώς αντιεξουσιαστικό πρόταγμα -όχι όμως με την έννοια μιας ορισμένης πολιτικής ταυτότητας, αλλά ως μια διάχυτη άρνηση σχεδόν αποκλειστικά της νεολαίας. Η μητρόπολη της Αθήνας είναι το πεδίο όπου νέες υποκουλτούρες (αδιανόητες τότε για τον συντηρητισμό του Έλληνα) βρίσκουν έδαφος για να αναπτυχθούν, ώστε λίγο αργότερα να εξυψωθούν συνειδησιακά μέσα από μια πολεμική σύγκρουση που κηρύσσει το Κράτος και οι πρόθυμοι σύμμαχοί του, τα Μ.Μ.Ε. εναντίον τους. Τα Εξάρχεια, ως το κεντρικό σημείο αναφοράς στον πόλεμο για το έδαφος που κήρυξε η εξουσία, γίνονται το σημείο εκείνο όπου οι αυτόνομες νεανικές ταυτότητες συντίθενται για να δημιουργήσουν όχι μόνο το σύγχρονο αντιεξουσιαστικό/αναρχικό χώρο, αλλά και “υπόγειες” μουσικές υποκουλτούρες όπως το punk, το new και το dark wave, αλλά και το garage-punk.

Το 1984, οι εφημερίδες της εποχής “ανακαλύπτουν” το “νέο εσωτερικό εχθρό”: τους punks. “Αφορμή” τα επεισόδια έξω από το Πολυτεχνείο, το οποίο η Πανσπουδαστική, η φοιτητική οργάνωση του ΚΚΕ, αποφάσισε ξαφνικά να “περιφρουρήσει” προκειμένου να μην πραγματοποιηθεί μια punk συναυλία αλληλεγγύης σε πολιτικούς κρατούμενους. Την επόμενη μέρα ενδεικτικά είναι τα ρεπορτάζ του τύπου (“οι πανκς τα σπάνε”, “πανκς καίνε την Αθήνα” κ.α.), τα οποία στην ουσία προανήγγειλαν την αστυνομική επιχείρηση Αρετή σε βάρος του αναρχικού/ακροαριστερού χώρου.

Αυτή η εποχή αποτυπώνεται γυμνή και άγρια όπως ήταν και χωρίς κανένα ίχνος “εφηβικής νοσταλγίας” (και κατασκευασμένα αναδρομικής “έκθεσης-memorabilia”) της δεκαετίας του ’80, στο βιβλίο του φωτογράφου Γιώργου Νικολαΐδη, Είμαστε τρελοί κι ευτυχισμένοι.* – Φωτογραφίζοντας την άγρια πλευρά της δεκαετίας του ’80.

Ο Γιώργος είναι η ματιά πίσω από την εικόνα, η οποία στέκεται πίσω από τη σωστή πλευρά των οδοφραγμάτων -άνθρωπος του κινήματος και ο ίδιος, εκτός από φωτορεπόρτερ- καταγράφοντας την ιστορία μίας εποχής και μίας γενιάς για την οποία η κυριαρχία της εποχής και οι φωνές των μέσων της δεν φειδόταν χαρακτηρισμών. Μια γενιά, τα μέλη της οποίας χαρακτηρίστηκαν “ρεμάλια, αλήτες, πρεζάκηδες, υπόκοσμος, πούστηδες, πουτάνες και άπλυτοι”. Μια γενιά την οποία προσπάθησαν να τη τσακίσουν με κάθε μέσο και τρόπο που είχαν στη διάθεσή τους.

Την ιστορία αυτής της γενιάς διηγείται ο Γιώργος Νικολαΐδης μέσα από τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες του, οι οποίες δεν αποτελούν συνοδευτικά τεκμήρια μιας ιστορικής αφήγησης που μένει να γραφτεί και σε καμία περίπτωση δεν συγκροτούν ένα αναμνηστικό λεύκωμα της νεότητας κάποιων. Μέσα από τον ρεαλισμό και την ωμότητά τους γίνονται οι ίδιες η αφήγηση μαζί με μερικά κείμενα-μαρτυρίες, σκιαγραφώντας εκείνες τις πολύ ζωντανές μέρες και νύχτες επιθυμίας και δράσης. Από τις punk και new wave συναυλίες σε πανεπιστημιακά ιδρύματα και σχολικά κτήρια, το Rock in Athens τον Ιούλη του ’85, τους θαμώνες της πλατείας Εξαρχείων, τους punks και την αντικουλτούρα τους, μέχρι τις μεγαλειώδεις και λυσσασμένες συγκρούσεις: στο Χημείο το Μάη του ’85 και στην Επιχείρηση “Αρετή”, στο Κάραβελ το ’84 ενάντια στην επίσκεψη του Γάλλου φασίστα Λεπέν, αμέσως μετά τη δολοφονία του 15χρονου Μιχάλη Καλτεζά τον Νοέμβρη του ’85… Όλον αυτό τον “άγριο χορό του ονείρου των εγκλωβισμένων” ** που στηνόταν τελετουργικά στους γκρίζους και βρώμικους δρόμους της Αθηναϊκής μητρόπολης, οι οποίοι με το παραμικρό μεταμορφώνονταν σε θαλάμους αερίων από τα δακρυγόνα και τις φλεγόμενες τράπεζες.

Και για να τελειώνω, καθώς εδώ δεν γράφω κανένα μνημονικό λόγο που θα απαγγελθεί σε κάποιο γκαλά διανοουμενίστικης αφήγησης, η ιστορία της δεκαετίας του ’80 στην Ελλάδα, όπως γράφει και στον πρόλογο του βιβλίου ο Γιάννης Κολοβός, δεν είναι επ’ ουδενί “pop”. Είναι η εικονογραφημένη ιστορία κάποιων ανθρώπων που προσπάθησαν να διαχειριστούν το όραμά τους και ταυτόχρονα η πολιτική ιστορία του Κράτους και της κυβέρνησής του, που προσπάθησε να τους καταστείλει και να τους ποδοπατήσει. Ο θόρυβος από τις τζαμαρίες που σπάνε και οι φωτιές που τυφλώνουν ενίοτε τον φακό είναι οι λεπτομέρειες. Η ουσία βρίσκεται μέσα στο ίδιο το άγριο και εντυπωσιακό σκηνικό της σύγκρουσης, με “λύσσα και συνείδηση” ενάντια στη βαρβαρότητα του Κράτους και του συντηρητισμού του Έλληνα μικροαστού. Είναι η αφήγηση μιας γενιάς, της δικής μου γενιάς, η οποία κραυγάζει και αντιστέκεται ως το πιο ζωντανό κομμάτι του πολεοδομικού ιστού της Αθήνας. Και όπου υπάρχει ζωή, “ο θάνατος δεν θα έχει πια εξουσία”.

* Ιστορικό σύνθημα που καταγράφηκε σε προκήρυξη των καταληψιών του Χημείου τον Μάη του 1985

** Στίχος από το τραγούδι “Ο Χορός της Σιωπής” της punk μπάντας Γενιά του Χάους

Κείμενο του Αντώνη Ζήβα για το Merlin’s Music Box.

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]
//