Δεν χρειάζεται να διαβάσουμε το βιβλίο σας, κ. Σόμπολε.
Την Τρίτη 4 Ιουνίου πραγματοποιήθηκε η βιβλιοπαρουσίαση του νέου βιβλίου του κ. Πάνου Σόμπολου «Εγκλήματα γένους θηλυκού στην Ελλάδα». Με τις δημοσιογράφους που κάθε απόγευμα μεταδίδουν από τις τηλεοράσεις μας τα κεντρικά δελτία ειδήσεων να αποτελούν το πάνελ και την ηγεσία της Ελληνικής Αστυνομίας αλλά και «έγκριτους» νομικούς όπως ο κ. Κούγιας να γεμίζουν τις πρώτες σειρές της κατάμεστης αίθουσας της βιβλιοθήκης του Μεγάρου Μουσικής, ξεκίνησε μία εκδήλωση που, αν και τα λόγια για να την περιγράψουν δεν είναι αρκετά, θα κάνω μία δοκιμή.
Ο Πάνος Σόμπολος, για όσους κ όσες δεν τον ξέρουν, εργαζόταν επί 26 χρόνια στην ΕΡΤ, ενώ παρουσίαζε την εκπομπή Αυτόπτης Μάρτυρας του mega, και γενικά θεωρείται ελληνικός θρύλος του αστυνομικού ρεπορτάζ.
Ελλάδα, 2019: ακριβώς εν μέσω μίας πολιτικο-κοινωνικής συζήτησης που έχει ανοίξει με αφορμή τη δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη στη Ρόδο, και με δέκα τουλάχιστον γυναικοκτονίες να έχουν γίνει γνωστές εντός του 2019- -γύρω από την ανδρική βία κατά των γυναικών και τις διάφορες μορφές που αυτή μπορεί να λάβει -συμπεριλαμβανομένης της λεκτικής ή/και σωματικής κακοποίησης, εκβιασμού, βιασμού και γυναικοκτονίας- ο κ. Σόμπολος συμβάλλει στην κουβέντα περί έμφυλης βίας και εγκλήματος με έναν τρόπο παράδοξο: επιλέγει να εκδώσει το βιβλίο του για τη βία που επιδεικνύουν οι γυναίκες απέναντι στους άνδρες, συζύγους τους ή μη, τα παιδιά τους, τις μητέρες τους. Το βιβλίο αποτελεί τρόπον τινά, όπως υποστήριξε ο ίδιος ο κ. Σόμπολος την «ιστορία του εγκλήματος στην Ελλάδα από το 1930 με πρωταγωνίστριες γυναίκες».
Από την εκδήλωση αυτή μου γεννήθηκαν πολλές σκέψεις τις οποίες δε μπόρεσα να επεξεργαστώ παρά μόνο αργότερα, έχοντας απομακρυνθεί από τα γέλια των παρευρισκόμενων στην αίθουσα στο άκουσμα «αστείων» σχετικά με τη «γυναικείου τύπου» παθολογική ζήλια, κτητικότητα, ανταγωνισμό, εγκληματική τάση κοκ.
Το νέο πόνημα του «πατριάρχη του αστυνομικού ρεπορτάζ», όπως αποκαλέστηκε ο Πάνος Σόμπολος από τις συνεργάτιδες δημοσιογράφους που παρουσίασαν τη δουλειά του, περιελάμβανε ιστορική ανασκόπηση σαράντα περιπτώσεων ανθρωποκτονιών οι οποίες συγκλόνισαν την ελληνική -κατά τα άλλα γαλήνια- πραγματικότητα, υποθέσεις οι οποίες ήρθαν στο φως μετά από «έρευνα κοπιώδη, εξονυχιστική» όπως ειπώθηκε. Οι παρουσιάστριες συναδέλφισσές του τόνισαν τον σεβασμό με τον οποίο ο κ. Σόμπολος προσεγγίζει το έγκλημα και κυρίως τους πρωταγωνιστές και πρωταγωνίστριες της κάθε εγκληματικής ιστορίας.
Ας ρίξουμε μία προσεκτικότερη ματιά σε ό,τι το συγκεκριμένο πάνελ λογίζει ως σεβάσμιο.
Η Σία Κοσιώνη φρόντισε να παρουσιάσει ότι το ποσοστό της γυναικείας εγκληματικότητας στην Ελλάδα αφορά ένα 8-10% του συνολικού ποσοστού, και προσέθεσε ότι οι «φόνισσες» του βιβλίου πρόκειται για «γυναίκες καταπιεσμένους ανθρώπους, εγκαταλελειμμένες, κακοποιημένες πολλές φορές από τους συντρόφους τους -όχι ότι αυτό φυσικά αποτελεί δικαιολογία- και ναι, διαταραγμένες». Εφόσον φαίνεται ότι η καταπίεση που φτάνει σε σημεία κακοποίησης δεν είναι επαρκής και ικανός λόγος να τελέσεις ως το αμυνόμενο μέρος μία εγκληματική πράξη προς τον κακοποιητή σου, η Σία Κοσιώνη συμπεριέλαβε και την κατηγορία της διαταραχής.
Κυρία Κοσιώνη, η δολοφονική απάντηση σε κατάσταση άμυνας αποτελεί για την ακρίβεια λόγο, όχι δικαιολογία . Αποτελεί δικαιολογία το να αμυνθείς βρισκόμενη σε αυτοάμυνα όταν το σώμα σου και η ζωή σου βρίσκονται υπό απειλή δίχως εσύ να έχεις δώσει με οποιονδήποτε τρόπο τη συναίνεσή σου για αυτό που υφίστασαι, αλλά γνωρίζουμε ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει στα μάτια του κυρίαρχου δημοσιογραφικού λόγου, της αστυνομίας και της ελληνικής ποινικής δικαιοσύνης, οι οποίες αποστρέφουν το βλέμμα από το αυτονόητο δικαίωμα των γυναικών να υπερασπιστούν τις εαυτές τους όταν, όπου και όπως μπορέσουν.
Αν ειδικά λάβουμε υπόψη ότι τις περισσότερες φορές πρόκειται για γυναίκες θύματα χρόνιας συντροφικής/συζυγικής βίας σε πολλαπλά επίπεδα που, όπως μας δείχνουν οι καταθέσεις και στατιστικές, έχουν επιχειρήσει να απεγκλωβιστούν από τους κακοποιητές τους με τους τελευταίους πολλές φορές να προσπαθούν να εδραιώσουν έλεγχο πάνω στις γυναίκες απειλώντας ότι αν πάνε να φύγουν θα τις βρουν, θα εκδικηθούν, θα ξεσπάσουν πάνω σε άλλα μέλη της οικογένειας κοκ.
Μην έχοντας διαβάσει το βιβλίο -σε περίπτωση που αυτό δεν έγινε κατανοητό- δεν μπορώ να πάρω υπεύθυνα θέση για το κάθε περιστατικό. Παρ’ όλα αυτά, η καταφυγή αποκλειστικά σε εξηγήσεις περί ύπαρξης ειδικής παθολογίας από τη μεριά του βίαιου υποκειμένου για την εξήγηση της κοινωνικής βίας -στη θέση μίας ανάλυσης στοιχείων που προκύπτουν από στατιστικά κι αστυνομικά αρχεία, φακέλους δικογραφιών και πρακτικών δικών με μία κριτική ματιά που αναζητεί μοτίβα που αποτυπώνουν τις σχέσεις εξουσίας και κοινωνικού ελέγχου εντός της κοινωνίας- είναι συνήθης, είναι εύκολη, είναι απροβλημάτιστη· και αυτό γιατί δεν προβληματοποιεί το σύνολο πραγμάτων που θα έπρεπε. Αυτά που ακούστηκαν ως κίνητρα της εκάστοτε «φόνισσας» περιλαμβάνουν τις κατηγορίες «το σοκ», «το πάθος», «ο πόθος», «το ανεκπλήρωτο»· αντίστοιχα, οι γυναικοκτονίες κωδικοποιούνται στη ροή των δελτίων ειδήσεων και συναφών δημοσιευμάτων ως «ο έρωτας όπλισε το χέρι του 25χρονου στη Λέσβο» (βλ. δημοσίευμα Espresso για τη γυναικοκτονία στη Λέσβο), «έγκλημα πάθους», «τη σκότωσε γιατί τη ζήλευε/αγαπούσε» κοκ.[1]
Γραμμικές αιτιοκρατικές «εξηγήσεις» τέτοιων ειδών είναι το βούτυρο στο ψωμί των «ειδικών», είτε αυτοί/ές εκπροσωπούν την άκρως επικίνδυνη σχολή της παραδοσιακής, συντηρητικής εγκληματολογίας, τη λαϊκιστική ψυχολογία/ψυχιατρική που «φροντίζει» για τη σεξουαλική ευρωστία του κοινωνικού συνόλου,[2] την «συμβουλευτική ψυχικής υγείας» που παίρνει θέση στο δελτίο ειδήσεων του ANT1 για τους βιασμούς φυσικοποιώντας τον, με το να στηρίζουν σχήματα τύπου συσσώρευση βιταμίνης D το καλοκαίριà διέγερση της ερωτικής διάθεσης (των ανδρών πάντα) à πολύ «δυνατός ρόλος των ρούχων» à εκδήλωση φαινομένου βιασμού.[3]
Δεν χρειάζεται να διαβάσουμε το βιβλίο σας, κ. Σόμπολε.
Η Φαίη Μαυραγάνη, παρουσιάστρια της εκπομπής «Τώρα ό,τι συμβαίνει» το σαββατοκύριακο στο κανάλι Open, θεωρεί ότι «μια γυναίκα δε μπορεί να σκοτώσει, ότι δεν είναι στη φύση της να σκοτώσει, δεν έχει αυτό το μαύρο της ψυχής». Με αυτές τις αρχικές σκέψεις, δήλωσε ότι διαβάζοντας το βιβλίο σκοπός της ήταν να διερευνήσει «ποια υπόγεια γυναικείας ψυχής μπόρεσαν να τη φτάσουν να σκοτώσει, γιατί μιλάμε για αποτρόπαια εγκλήματα».
«Με κάποιον τρόπο σε αυτές τις ιστορίες διαλέγουμε πλευρά, έχουμε τον καλό, τον κακό, το θύμα και τον δράκο». Αντίστοιχα, η Δώρα Αναγνωστοπούλου, παρουσιάστρια του κεντρικού δελτίου της δημόσιας τηλεόρασης ΕΡΤ, κατέθεσε ότι «κάθε τέτοια ιστορία είναι στην πραγματικότητα μια αρχαία τραγωδία», ενώ ανάμεσα σε άλλα μίλησε για «πάθη του ανθρώπου», «νέμεση» και «θεϊκή παρέμβαση». Ακολούθως, αναρωτήθηκε «Γιατί αυτές οι γυναίκες σκότωσαν, αντί να εγκαταλείψουν τον σύζυγό τους;» και «Γιατί το έκανε το έγκλημα;»
Κ. Μαυραγάνη, κ. Αναγνωστοπούλου, οι πραγματικοί άνθρωποι στην Ελλάδα είτε του 1930 είτε του 2019 –με τις προφανείς διαφορές μεταξύ των δύο ιστορικών πλαισίων- δεν έχουν βγει ούτε από κάποια αρχαιοελληνική τραγωδία του Σοφοκλή ούτε από το τελευταίο δημιούργημα κάποιου σκηνοθέτη του Χόλυγουντ, για να μιλήσουμε με όρους «νέμεσης» και «καλού/κακού». Αυτή η αισθητικοποίηση της βίας και μετατροπή αληθινών ιστοριών σε σενάρια αστυνομικού θρίλερ, με την ίδια δραματοποιημένη και εξωγήινη με έναν τρόπο ένταση με την οποία γίνεται η μετάδοση εγκλημάτων στην τηλεόραση, με έκανε περισσότερες από μία φορές να χρειαστεί να μου υπενθυμίσω ότι βρίσκομαι σε βιβλιοπαρουσίαση όχι σε συζήτηση για την τελευταία χολυγουντιανή επιτυχία.
Η χρήση εκφράσεων «το σοκ», «ο πόθος», «το πάθος», «το ανεκπλήρωτο», «η φόνισσα έπεισε τον εραστή της να σκοτώσει τη μητέρα της» από την Άρτεμι Δήμου, διευθύντρια ειδήσεων και ενημέρωσης του Alpha κατορθώνει να προσδώσει στις γυναίκες δολοφόνους ναι μεν παρόμοια χαρακτηριστικά με όσα αποδίδονται συχνά στους άνδρες, αλλά με μία ειδοποιό διαφορά: τη «μέθοδο με την οποία εξόντωναν» μεν («περίτεχνα», «ύπουλα»), και την ιδιότητά τους να μπορούν να πείσουν άλλα άτομα να τελέσουν το έγκλημα, ώστε να γλιτώσουν οι ίδιες, δε. Συνδέοντας το παραπάνω με το ότι η Σία Κοσιώνη δεν παρέλειψε να μας πληροφορήσει για την πραγματική, όπως φαίνεται, αιτία της υψηλότατης στατιστικής διαφοράς στην εγκληματικότητα ανάμεσα στα φύλα, η οποία δεν είναι άλλη από «αυτή την ευχή και την κατάρα της διαφοράς των ανδρών από τις γυναίκες, τη σωματική ρώμη», λογικά από σύσσωμο το πάνελ θεωρείται ότι οι άνδρες σκοτώνουν τις γυναίκες επειδή, όντας απλώς και μόνο δυνατότεροι σωματικά ημών, μπορούν.
Ναι, επειδή μπορούν. Αλλά μπορούν πολύ περισσότερο λόγω της κοινωνικής νομιμοποίησης που συναντούν, μεγαλώνοντας σε μία πατριαρχική κοινωνία και όντας το προνομιούχο μέρος μίας ήδη άνισης εξίσωσης. Έτσι, νομιμοποιούνται τα αισθήματα κτητικότητας και δικαιοδοσίας που έχουν αναπτύξει απέναντι στις γυναίκες, φέροντας δικαιώματα ζωής και θανάτου πάνω τους. Είναι πράγματι γνωστό από άλλους κύκλους (όπως από τη φεμινιστική εγκληματολογία, την ιστορία του φύλου αναφορικά με τη βία, κάποιες φεμινιστικές αναγνώσεις του δικαίου κοκ) ότι οι γυναίκες συνήθως δεν εκδηλώνουν βία με τον ίδιο τρόπο όπως οι άνδρες. Κινούνται με τρόπο διαφορετικό, ακριβώς επειδή η –τις περισσότερες φορές αντιβία- προς τους άνδρες όχι μόνο δεν νομιμοποιείται κοινωνικά, αλλά ποινικοποιείται και στο κοινωνικό και στο θεσμικό πεδίο, αλλά και επειδή προσπαθούν να αποφύγουν καταστάσεις που θα γεννήσουν την εκδίκηση και την κλιμακούμενη βίαιη αντίδραση από μέρους των ανδρών συζύγων, συντρόφων, συγγενών κοκ: τέτοιες μέθοδοι περιλαμβάνουν τη χρήση δηλητηρίου, τη ρίψη βιτριολιού στο πρόσωπό του (οι λεγόμενες «βιτριολίστριες»)τη δολοφονία έχοντας πρώτα φροντίσει να αναισθητοποιηθεί ο άνδρας, όσο κοιμάται κοκ.
Στις γυναίκες έχουν ιστορικά αποδοθεί χαρακτηρισμοί ρόλοι μηχανορραφικοί και υποχθόνιοι επειδή -όπως μία πιο στερεοτυπική αφήγηση της ιστορίας θέλει να προωθήσει- δεν έχουν τη φυσική διάπλαση ώστε να καταφύγουν στο πιο εύλογο στην κοινωνική αντίληψη μέσο: τη φυσική βία. Χωρίς να υποτιμούμε στο ελάχιστο τη δυσκολία αν όχι σε πολλές περιπτώσεις αδυναμία να εμπλακεί επί ίσοις όροις μία γυναίκα και ένας άνδρας σε μία σωματική διαπάλη, η συζήτηση αυτή αποπροσανατολίζει από το κεντρικό ζήτημα, και καταλήγει σε κακέκτυπο δίκης όπου μετράται το ανάλογο ή δυσανάλογο της βίας (όπως έχουμε δει και σε περιπτώσεις δικών αυτοάμυνας τα τελευταία χρόνια).
Στην ουσία του πράγματος, οι άνισοι όροι είναι πρωτίστως ιστορικοί και κοινωνικο-πολιτικοί και δευτερευόντως φυσικοί, αν και βεβαίως είναι (και) η κατ’ επανάληψη σωματικής βίας από προνομιούχα κοινωνικώς σώματα προς σώματα που δεν φέρουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά (μάτσο αρρενωπότητα, απόκλιση από την «πρέπουσα» επιτέλεση του οποιοδήποτε φύλου κοκ), που λειτουργεί συγκολλητικά για τη συντήρηση της κουλτούρας σεξισμού, βίας και βιασμού.
Και φτάνουμε στον ίδιο τον Πάνο Σόμπολο. Φαίνεται ότι οι περισσότερες από τις υποθέσεις ανθρωποκτονίας που αναφέρει ο συγγραφέας με δράστριες γυναίκες είχαν θύματα τους άνδρες συζύγους τους, κάτι που δεν προκαλεί έκπληξη αν λάβουμε υπόψη ότι έρευνες που έχουν γίνει για το έγκλημα υπό το πρίσμα του φύλου σε Η.Π.Α., Ηνωμένο Βασίλειο, Ινδία, Ιταλία αλλά και αλλού,[4] δείχνουν ότι
- Οι περισσότερες ανθρωποκτονίες γίνονται από θύτη άνδρες προς άλλους άνδρες
- Το αμέσως επόμενο ποσοστό αφορά ανθρωποκτονίες από θύτες άνδρες προς γυναίκες (είναι γνωστό γεγονός άλλωστε ότι οι δολοφονίες γυναικών από την ανδρική βία καταλαμβάνουν παγκόσμια την πρώτη θέση ως μη φυσική αιτία θανάτου για τις γυναίκες)
- Το αμέσως χαμηλότερο ποσοστό ανθρωποκτονιών συμβαίνει από γυναίκες δράστριες προς άνδρες, με συντριπτικό ποσοστό η βία αυτή να εκδηλώνεται στα πλαίσια αυτοάμυνας και
- Το χαμηλότερο όλων ποσοστό αφορά τις ανθρωποκτονίες που γίνονται από γυναίκες δράστριες προς γυναίκες.[5]
Το βασικό λοιπόν ερώτημα που τριβέλιζε το μυαλό του κ. Σόμπολου- της αυθεντίας αυτής του αστυνομικού ρεπορτάζ- όπως παραδέχτηκε βαρέως, κατά την έρευνα και συγγραφή του βιβλίου του, ήταν ένα, κι αυτό συμπυκνώνεται στο ερώτημα που δραματικά υπέβαλε στο πλήθος «Γιατί καλή και χρυσή μου γυναίκα δε φαίνεται να σου πέρασε από το μυαλό -πριν φτάσεις στο σημείο να διαλύσεις το σπίτι σου, να καταστρέψεις έναν άνθρωπο, τις ζωές των παιδιών σου, και τη δική σου ζωή εδώ που τα λέμε- να καθήσεις τον άλλον άνθρωπο κάτω και να του πεις ότι δε θες πλέον να είστε μαζί, να χωρίσετε; Έπρεπε δηλαδή με αυτόν τον τρόπο, τη δολοφονία να λυθούν τα πράγματα;»
Ο κ. Σόμπολος φαίνεται ότι, παρόλο τον «σεβασμό» και τον «επαγγελματισμό» με τον οποίο προσεγγίζει το έγκλημα στα περίπου 35 χρόνια εμπειρίας στον κλάδο της δημοσιογραφίας, διαλέγει να κάνει ότι δεν γνωρίζει το μέρος εκείνο της κοινωνικής πραγματικότητας που ακόμη και με την εμφανή προπαγάνδα των ΜΜΕ είναι ορατό: ότι ακριβώς όταν οι γυναίκες δηλώνουν ότι επιθυμούν χωρισμό από έναν σύντροφο, διαζύγιο από έναν σύζυγο, φυγή από καταπιεστικό συγγενικό περιβάλλον, ανεξαρτησία, αυτονομία και αυτοδιάθεση του σώματός τους, της σεξουαλικότητάς τους και εν γένει της ζωής τους, κάνοντας επιλογές που θεωρούνται ασύμβατες με ό,τι απαιτείται από εκείνες, είναι που δολοφονούνται (βλ. Ελένη Τοπαλούδη στη Ρόδο με άρνηση σε δεύτερο βιασμό, Αγγελική Πέτρου στην Κέρκυρα, Ερατώ στη Λέσβο κοκ). Επίσης διαλέγει να αγνοήσει γωνιές της ιστορίας ήδη φωτισμένες σχετικά με τα εγκλήματα τιμής, τη σωρεία εκείνων των ιδιαιτέρως έμφυλων εγκλημάτων που γίνονταν επειδή προσβλήθηκε η ανδρική τιμή από τη συμπεριφορά γυναικών της οικογένειας, ή τη συμπεριφορά και αθέτηση του λόγου άνδρα ότι θα αρραβωνιαστεί ή παντρευτεί την συγγενή του προσβεβλημένου άνδρα· ως γνωστόν, στις περιπτώσεις εγκλημάτων δια λόγους τιμής, η ντροπή ήταν της γυναίκας να τη συντροφεύει ισόβια, η τιμή που προσβαλλόταν όμως ήταν του άνδρα, που μόνο με αιματοχυσία μπορούσε να αποκατασταθεί.[6] Όμως δε φαίνεται τα εγκλήματα που έχουν να συμβάλουν σε μία ανάγνωση του κοινωνικού τοπίου να απασχολούν τη συγγραφική του ρεπόρτερ.
Η επαγγελματική δεοντολογία του έγκριτου δημοσιογράφου όχι μόνο του απαγορεύει, αλλά τον προτρέπει να χαιρετίζει στην αρχή της ομιλίας του «τη διεύθυνση της Ελληνικής Αστυνομίας και τους εκπροσώπους των πολιτικών κομμάτων που βρίσκονται στο κοινό». Την ίδια ελληνική αστυνομία της οποίας την πόρτα χτύπησε η Ελένη Τοπαλούδη και τόσες άλλες γυναίκες όταν (πρωτο)κακοποιήθηκαν κι εκείνη τους την έκλεισε και τις επέστρεψε στους κακοποιητές τους, εκείνη την αστυνομία που δολοφονεί, βιάζει και κακοποιεί μέλη της ΛΟΑΤΚΙΑ κοινότητας, μετανάστ(ρι)ες, προσφυγες/ισσες, που επιτίθεται αλόγιστα –αν υποθέσουμε ότι υπάρχει λελογισμένη επίθεση με χημικά και γκλομπ- σε μπλοκ σε διαδηλώσεις, την ελληνική αστυνομία που σταθερά στηρίζει εκλογικά και όχι μόνο τη Χρυσή Αυγή. Τα ίδια πολιτικά κόμματα που συμμετέχουν με τον δικό τους ιδιαίτερο, βαθιά συντηρητικό τρόπο σε όλα τα παραπάνω, αποτελώντας πυλώνα του σχήματος «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια»· το ίδιο σχήμα που συχνά εκφράζεται από τα δικαστήρια από τον νομικό κόσμο σε περιπτώσεις καταγγελίας ενδοοικογενειακής βίας με προτροπές «Έλα τώρα μην τα χαλάσετε ρε παιδιά για μία φορά που συνέβη (το ξύλο) κοκ».
Κλείνοντας λοιπόν, ας κρατήσουμε το εξής: το πρόβλημα με την (ανα)παραγωγή λόγου και την (ανα)μετάδοση ειδήσεων που βρίθουν πατριαρχικού, ρατσιστικού, ομοφοβικού και όχι μόνο λόγου δεν είναι ο κ. Σόμπολος και ο κάθε κ. Σόμπολος αλλά η βαθιά συντηρητική, μισογυνική, πατριαρχική νοοτροπία και πρακτική που τον συνοδεύει. Η καρδιά του ζητήματος χτυπά στο σύστημα αυτό που συντηρεί τον κάθε τέτοιο αστυνομικό ρεπόρτερ.
Δε θα διαβάσουμε το βιβλίο σας, κ. Σόμπολε.
[1]https://www.researchgate.net/publication/270215124_I_loved_her_so_much_but_I_killed_her_Romantic_love_as_a_representational_frame_for_intimate_partner_femicide_in_three_Italian_newspapers
[2] https://avmag.gr/62649/apantisi-se-misoginistiki-propaganda-askitis/?fbclid=IwAR0eoPz6BoYIbHbdxhuNiK6HKfXMcTRPKsFCRvHQv3TLP4Y3nJwm8-KemEM
[3] https://left.gr/news/i-tileoptiki-athoosi-ton-viaston-ston-ant1
[4] J. Radford & D. H. Russell (1992) (ed.). Femicide: The Politics of Woman Killing, New York: Twayne Publishers,
[5] J. Radford & D. H. Russell (1992) (ed.). Femicide: The Politics of Woman Killing, New York: Twayne Publishers , https://eige.europa.eu/publications/administrative-data-collection-rape-femicide-and-intimate-partner-violence-eu-member-states , https://information.tv5monde.com/terriennes/feminicides-une-victime-tous-les-deux-jours-et-demi-en-france-297263?fbclid=IwAR24t0nQOa6uDIKpeQIM4mmDjMkko-7X7FYn_5k1NZ0B4bpmg2_TrJ1M9fY , https://www.unodc.org/documents/data-and-analysis/GSH2018/GSH18_Gender-related_killing_of_women_and_girls.pdf , https://eurogender.eige.europa.eu/system/files/events-files/latin_american_protocol_for_investigation_of_femicide.pdf
[6] Βλ. Έφη Αβδελά, Δια λόγους τιμής και Έφη Αβδελά, «Άντρες που σκοτώνουν: ανεπιθύμητοι ανδρισμοί και οι αντιφάσεις του εξευρωπαϊσμού στη μεταπολεμική Ελλάδα», στο συλλογικό τόμο Το φύλο στην ιστορία.
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.