Η βροχή λειτουργούσε σαν εξαγνισμός, έτρεχα, όλα λειτουργούσαν από την ανάποδη, οι ταχύτητες στα αμάξια που με προσπερνούσαν, η ώρα, οι άνθρωποι λες και είχαν τοποθετηθεί στη θέση τους κοντοστεκούμενοι εξ’αρχής, σαν να περίμεναν πριν φθάσουν, η φαντασία μου δεν μπορούσε παρά να πεταρίσει και να υπενθυμίσει στον ψυχαναγκασμό μου ότι θα έπρεπε όλα να είναι για κάτι παρά-πάνω πίσω, ώστε να προλάβω…
’Αλλωστε δεν είναι σωστό να αργείς ως επισκέπτης και δη όταν είσαι ο προσκεκλημένος του πιο αντικρουόμενου και διάσημου Αμερικανού θεατρικού συγγραφέα του αιώνα μας στο πιο prive στέκι του Κολωνακίου για τους λίγους… Στα εβραϊκά ο χώρος στον οποίο αναμένουν οι ψυχές πριν εισχωρήσουν στον Παράδεισο λέγεται Dybbuk, το ίδιο και το μαγαζί!
Κατεβαίνω σκαλιά, νιώθω σαν να μπαίνω σε ένα επιμελημένο πάρτυ, μια ισπανική μελωδία με πείθει να συνεχίσω, η διάθεση της μπαρόκ εκστραβαγκάνζας με ελκύει, να ένας χώρος που δεν θα περίμενα να ακούσω τον Τενεσσή Ουίλιαμς να εκτίθεται και να εκθέτει για το κοινό, που φοβόταν και ήταν απόλυτα εθισμένος.
Παίρνοτας στα χέρια μου ένα από τα πολλά flyers που ήταν αφημένα πάνω στα χαμηλά τραπέζια του Dybbuk, παρακολουθώ με εξονυχιστική ματιά το χώρο, στο κέντρο της κουπαστής, μια κούνια, φαντάζομαι πως έχει φιλοξενήσει πολλά avant-garde shows το μαγαζί…
Στο – 2 μια κοπέλα με λευκό φουστάνι προϋπαντεί το κοινό της, δεν υπάρχει ρυθμός, μόνο κίνηση και ορισμός προσωπικού χώρου που επιλέγει να μας εντάξει η ηθοποιός (Μ. Φρουδαράκη).
Οι προβολείς έχουν γυρίσει το βλέμμα τους σε μια ισχνή φιγούρα που καταδύεται ως ένας άλλος από μηχανής θεός, επισκέπτης που καταδύεται στο φυσικό κόσμο για μια de profundis εξομολόγηση.
«Κάποτε είδα ένα όνειρο που δε μπορώ ποτέ να ξεχάσω και ξανάρχεται έντονο στη μνήμη μου κάθε τόσο. Είμαι λέει σε μια εξέδρα και περιμένω να ξεκινήσει η παρέλαση. Η μπάντα αρχίζει να παίζει και είμαι πανευτυχής. Τώρα αρχίζει η παρέλαση, λέω».
Με αυτά τα λόγια ξεκινά η εξομολόγηση του συγγραφέα Τενεσσή Ουίλιαμς, με ένα όνειρο που επανέρχεται και στη συνέχεια, δημιουργεί μπροστά μας τον κόσμο που ήδη έχει ζήσει, απορρίψει, επιζητήσει και επανέλθει, μιλά για τον έρωτα του για τον Φρανκ Μερλό, την απώλεια του, τη ζωή του στη Νέα Υόρκη ως άσημος και διωκόμενος κι έπειτα ως επί-τιμος του χώρου με βραβείο Πούλιτζερ στα 37 και καλές κριτικές να του χαρίζουν μια θέση στο Χόλυγουντ και άποψη στις παραστάσεις των έργων του στο Μπρόντγουαίη, με κακές κριτικές να τον κάνουν να ξεσπά στη γραφομηχανή του, όπως ένας μπόξερ αντιμετωπίζει το σάκο.
Ο Τενεσσή περιγράφει τις μνήμες του, τις ζωντανεύει μέσα από τις αντιδράσεις μας, πιστέυει στην ακρότητα των δίπολων. Η παρατεταμένη κατάθλιψη είναι πολύ επικίνδυνη όπως ακριβώς και η παρατεταμένη ευτυχία, το πιο επώδυνο πράγμα στον κόσμο ενός ψυχικά υγιούς ατόμου, έναντι ενός «ασταθού», (της αδερφής του στην προκειμένη, της Ρόουζ), είναι οι μνήμες.
Η διφυής Μαρία Φρουδαράκη, είναι το πιο ισχυρό και «διττό» γέννημα φαντασίας. Γίνεται το θηρίο της ζωής του, η Μπλανς Ντυμπουά από το Λεωφορείον ο Πόθος και το τριαντάφυλλο του, η Ρόουζ, we call it a rose.
Η παρουσία των δύο θηλυκών φύσεων διαμορφώνει τη μαρκίζα στον πυρήνα της οποίας λειτουργεί ο Σπύρος Βάρελης ως Τενεσσή, την καλεί, την από-καλεί κι εκείνη παίρνει τη μορφή που της δίνει, τη μία είναι η νευρωσική Μπλανς που μαθαίνει ότι ο άνδρας της είναι ομοφυλόφιλος και την άλλη, η αβοήθητη άρρωστη αδερφή του, Ρόουζ.
Η Ρόουζ ψάχνει το όνειρο της, η Μπλανς θυμάται τη δολοφονία του δικού της. Η αρχιτεκτονική της σκηνοθεσίας τίθεται τόσο στις μη γραμμικές μεταπηδήσεις του χρονικών στιγμιοτύπων, στην απεύθυνση του ηθοποιού, Σπ. Βάρελη σε μας, τους επισκέπτες του, μιας και ο ίδιος εκείνο το βράδυ κάνει επίσκεψη στη ζωή του, αλλά και στη Γυναίκα ως φύση, όργανο, μυθική ηρωίδα και αδερφή.
Περιγράφει, υποδύεται τους ρόλους που εμπνέεται, γίνεται το έρμαιο και ο εξουσιαστής, είναι ο ηθοποιός της έκθεσης του και ο δημιουργός της.
Πεζά κείμενα, σημειώσεις και συνεντεύξεις του Ουίλιαμς γίνονται ένα συνεχές αυτοαναφορικό λογύδριο, τις ενήλικες αναμνήσεις υποδέχονται οι παιδικές, την ερωτική του ζωή το Χόλλυγουντ, η απελπισία του μετατρέπεται σε ευφορία, παίζεται ακόμα το έργο του, μας απευθύνεται σε α’ πρόσωπο, ζητά τη γνώμη μας, ό,τι λέει τον προστατεύει και προστατεύεται ο ίδιος, το εκπεφρασμένο γίνεται το κλειδί του κοινού, η αλήθεια του Τενεσσή και η «παγίδα» του έργου.
Η παρεμβολή του ονείρου του θεατρικού συγγραφέα με τα πρώτα λόγια να κάνουν τον κύκλο τους, τώρα ερμηνεύονται και από την Γυναίκα, ο Τενεσσή πλέον δείχνει εμπιστοσύνη στην καλοσύνη των ξένων, δεν φοβάται το θάνατο, απογυμνώνεται, «δίδει» στο τέλος της αφήγησης του μία σημαίνουσα ειλικρίνεια και η επιστροφή του στο μη υπαρκτό, κάνει τον Επισκέπτη στο Dybbuk, άλλη μία ψυχή που ονειρεύτηκε το κοινό της και του παρουσιάσθηκε ως μία ενότητα με πολλές μάσκες. Ο ίδιος ο Τενεσσή Ουίλιαμς, στην πραγματικότητα είναι ο Τόμας Λανιέ Ουίλλιαμς. Δηλώνω δημόσια αυτό που ο πολύς κόσμος συζητάει κατ’ιδίαν.
Ο «Επισκέπτης» δεν δόθηκε ποτέ ως τίτλος στο «Γυάλινο Κόσμο» ωστόσο ήταν ένας προτεινόμενος τίτλος που τώρα χρησιμοποιείται για την εξομολόγηση του εμπνευστή του!
Ο ρόλος αποτελεί πρόκληση για τον ηθοποιό που υποδύεται τον Ουίλαμς, Σπύρο Βάρελη, καθώς είναι και η πρώτη του πρωταγωνιστική εμφάνιση, ωστόσο φαίνεται να ισορροπεί λεκτικά τον αυτοσαρκασμό του ανασφαλούς, αλλά και βέβαιου Τενεσσή, το χιούμορ που χρησιμοποιεί ως εκτιθέμενος δεν ελαττώνει την ικανότητα του να από-δείξει την «επωδυνότητα» της εξομολόγησης του, του διπλού στην ουσία ρόλου, και του Τενεσσή Ουίλιαμς και του κρυμμένου Τενεσσή, υποδεικνύοντας μια «δουλεμένη» ερμηνεία, κάτω από τις σκηνοθετικές οδηγίες της σκηνοθέτου, Χρύσας Καψούλη, παρούσα στην performance και στις εναλλαγές των σκηνών, με τη σημαντική μουσική συμβολή της βοηθού της, Ζωής Μαντά, που συντόνιζε τον ήχο.
Επίσης, Μαρία Φρουδαράκη (ως Ρόουζ και Μπλανς) αποτελεί χαρτί για την παράσταση, ενώ εξισορροπεί τον διττό της ρόλο, εντασσόμενη στην ιστορία της ζωής του Ουίλιαμς ως υπαρκτή (αδερφή) και μη (ηρωίδα). Η παρουσία της αποκαλυπτόταν και διέφευγε.
Αξίζει να αναφερθεί η συμβολή της τραγουδίστριας όπερας, Χριστίνας Ασημακοπούλου, προς το τέλος, με την ερμηνεία του Nature Boy, με πρότυπο την τζαζ ερμηνεία του Nat King Cole από το Νότο, (ο ίδιος ο Ουιλιαμς είχε ζήσει και εμπνευστεί από τον αμερικάνικο Νότο, εξ’ου και το όνομα Τενεσσή από την πολιτεία Τενεσσή), αλλά και η εύστοχη μουσική επιμέλεια του Τζιμάρα Τζανάτου, που ακολουθεί κατά πόδας την παράσταση και τη διαμορφώνει.
Xαρά Φρουδαράκη
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.