“Η ίδια η φήμη, φυσικά, δεν σου προσφέρει τίποτα παραπάνω από μια καλή θέση σε κάποιο εστιατόριο. Αυτό θα έπρεπε να είναι γνωστό πλέον. Μου προκαλεί έκπληξη το πώς η φήμη παρουσιάζεται ως το παν και το πώς έχει εντυπωθεί σε όλα αυτά τα νέα παιδιά που επιβάλλονται στο κοινό η ιδέα πως είναι εντάξει να κάνεις το οτιδήποτε προκειμένου να αποκτήσεις διασημότητα”.

 

Παρά τις σποραδικές επιτυχίες που είχαν προηγηθεί, ο David Bowie -ο άνθρωπος που έκανε την παραπάνω δήλωση-, άρχισε να γίνεται πραγματικά διάσημος, μετά την κυκλοφορία του άλμπουμ The Rise and Fall of Ziggy Stardust and The Spiders From Mars, το 1972 – μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία, αφού μιλούσε ακριβώς για τα βάρη και την απόκοσμη δόξα του να είσαι ροκ σταρ, προτού ο δημιουργός του να γίνει κάτι τέτοιο. Στις αρχές του 1975, με τη φήμη του παγιωμένη πλέον και τον Ziggy Stardust “νεκρό”, ο Bowie βίωνε μια λιγότερο ευχάριστη πλευρά του ροκσταριλικιού. Μια σειρά από δισεπίλυτα προσωπικά και επαγγελματικά προβλήματα τον είχαν φέρει σε ένα κάποιο τέλμα.

 

Το βασικότερο ίσως από αυτά ήταν η νομική διαμάχη που ξεκινούσε τότε με τον manager του, Tony Defries. Έχοντας γίνει και ο ίδιος διάσημος και πλούσιος χάρη στον πιο γνωστό πελάτη του, ο Defries είχε συλλάβει ένα υπερφιλόδοξο υπερθέαμα με θέμα τη ζωή της Marilyn Monroe. Τιτλοφορούμενο Fame, το σόου πρόλαβε να κάνει μόλις μία παράσταση στο Broadway προτού να κατέβει κακήν κακώς. Οι ήδη τεταμένες, προβληματικές σχέσεις μεταξύ Bowie και Defries, έφτασαν στο χειρότερο σημείο τους, με τον μουσικό να ξεκινά μια μακρά προσπάθεια προκειμένου να απαγκιστρωθεί από τον σκιώδη manager και να ανακτήσει τον έλεγχο της καριέρας και των οικονομικών του.

 

Την ίδια περίοδο, ο Bowie βιώνει την ευτυχή συγκυρία του να γνωριστεί επιτέλους με ένα από τα είδωλά του, έναν άνθρωπο ο οποίος έχει γνωρίσει τη διασημότητα και όλα τα παρεπόμενά της πολύ νωρίτερα και σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό: τον John Lennon. Ο πρώην Beatle περνούσε τότε το λεγόμενο “Χαμένο Σαββατοκύριακό” του, μια περίοδο προσωρινού χωρισμού από τη Yoko Ono αλλά και χαοτικής καθημερινότητας, με συνεχείς κραιπάλες και περιορισμένη παραγωγικότητα όσον αφορά την τραγουδοποιία.

 

Οι ζωές των δύο μουσικών παρουσίαζαν αρκετές ομοιότητες. Και οι μεταξύ τους συζητήσεις για τη φήμη, τη διασημότητα, τις απάτες των διάφορων manager, τους εθισμούς, τη μοναχικότητα του να ζεις σχεδόν μόνιμα σε μία λιμουζίνα κ.ό.κ., αποδείχτηκαν καρποφόρες στην από κοινού δημιουργία ενός εξαιρετικού τραγουδιού.

 

Επισκεπτόμενος τον Bowie και την μπάντα του στα Electric Lady Studios, στη Νέα Υόρκη, ο Lennon καταλήγει να γράφει μαζί τους ένα τραγούδι που εξετάζει με κυνικό και πικρόχολο τρόπο όλα τα παραπάνω ζητήματα. Βασισμένος στο κιθαριστικό riff του Carlos Alomar, ο πρώην Beatle αρχίζει να αυτοσχεδιάζει ένα μοτίβο με falsetto, επαναλαμβάνοντας τη λέξη aim. Το aim γίνεται Fame, και το τραγούδι που προκύπτει, με τη συμβολή και του Bowie, θυμίζει πολύ τη μαύρη μουσική της περιόδου, στο μεταίχμιο μεταξύ funk και disco.

 

Tο Fame κυκλοφόρησε σαν σήμερα, το 1975. Υπήρξε το πιο επιτυχημένο έως τότε τραγούδι του Bowie στις ΗΠΑ, όπου, μέχρι τότε, δεν ήταν τόσο γνωστός όσο στην Ευρώπη.

 

Το 1990 ο Bowie επανήλθε στο “Fame”, βγάζοντας ένα remix, με αφορμή την τότε περιοδεία του Sound+Vision και τη συλλογή ChangesBowie. Το κομμάτι συμπεριλήφθηκε και στην ταινία Pretty Woman, η οποία κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά.

 

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]

About The Author

Γεννήθηκε στο Χολαργό το 1980 και σπούδασε Επικοινωνία και ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στη μουσικολογία, στο ίδιο Πανεπιστήμιο. Είναι υποψήφιος διδάκτορας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Τον Απρίλιο του 2013 εξέδωσε το πρώτο του μυθιστόρημα, με τίτλο «Ελληνική Ασφυξία» (Εκδόσεις των Συναδέλφων), υπό το ψευδώνυμο Ηλίας Νίσαρης. Κείμενά του, είτε με το πραγματικό του όνομα είτε με το ψευδώνυμο, έχουν δημοσιευτεί επίσης σε διάφορα περιοδικά του ηλεκτρονικού και έντυπου Τύπου (3pointmagazine.gr, να ένα μήλο, Metropolis Free Press, Fractal Press, thecricket.gr, mixtape.gr, bibliotheque.gr, To Παράθυρο, Ποιητική, HUMBA! κ.ά.) Διατηρεί το blog www.eliasnisaris.blogspot.gr , ενώ κάθε Δευτέρα, από τις 12 έως τις δύο το μεσημέρι, παρουσιάζει την εκπομπή Wax Trash στον ιντερνετικό σταθμό www.indiegroundradio.com. Το βιβλίο του με τίτλο “Το Ορφανό Αριστούργημα”, υπό το πραγματικό του όνομα, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Εύμαρος.

Related Posts

//