Από την αρχή της κρίσης, οι ελεύθεροι επαγγελματίες ταυτίστηκαν με τη φοροδιαφυγή. Φυσικά τα ΜΜΕ έπαιξαν το δικό τους ρόλο στην παγίωση της αντίληψης αυτής σε μεγάλο μέρος του κόσμου. Άλλωστε δεν ήταν λίγα τα δημοσιεύματα για τους χιλιάδες φοροφυγάδες, κυρίως γιατρούς και δικηγόρους, που υπήρχαν στις λίστες του ΣΔΟΕ. Είναι δεδομένο ότι φοροδιαφυγή υπήρξε και συνεχίζει να υπάρχει στον κλάδο των ελεύθερων επαγγελματιών. Είναι, όμως, έτσι τα πράγματα; Είναι όλοι οι γιατροί και οι δικηγόροι φοροφυγάδες; Είναι οι μόνοι υπεύθυνοι για τα άδεια ταμεία του κράτους και για την συστηματική και χρόνια φοροδιαφυγή, ή πολλοί από αυτούς, ιδίως οι νεότεροι, τα καταφέρνουν εξίσου δύσκολα με τους υπόλοιπους εργαζόμενους;
Ευαγγελία Κ., δικηγόρος: «Υπάρχουν σίγουρα κάποιοι που προσβάλλουν το επάγγελμα, δεν είναι ο κανόνας όμως»
Η Ευαγγελία είναι τυχερή. Σε αντίθεση με παρά πολλούς νέους συναδέλφους της, άρχισε την δικηγορία σε καλύτερες εποχές και μετρά ήδη 15 χρόνια στο επάγγελμα. Αυτό σημαίνει ότι έχει το δικό της πελατολόγιο, κάτι σχεδόν αδύνατο πια για έναν δικηγόρο που κάνει τα πρώτα του βήματα. Ως ασκούμενη είχε δουλέψει με μισθό «της πλάκας». Τα τελευταία, όμως, χρόνια πολλοί νέοι συνάδελφοί της αναγκάζονται να δουλέψουν σε γραφεία ακόμα και αμισθί.
Αν και πολλοί την θεωρούν προνομιούχα, η ίδια μας αποκαλύπτει την μη ρόδινη πλευρά του επαγγέλματός της. Η Ευαγγελία πληρώνει 4.500 ευρώ κάθε χρόνο για το ασφαλιστικό της ταμείο και την δικηγορική της ταυτότητα, χρήματα που φυσικά κανείς δεν της εγγυάται ότι θα βγάλει. Όπως μας εξηγεί, «μπορεί να δουλεύεις μια υπόθεση, να έρχεται ο πελάτης στο γραφείο σου πέντε φορές την βδομάδα, να την συζητάει, και να μην σε έχει ρωτήσει ποτέ τί σου οφείλει – κάτι το οποίο βέβαια δεν οφείλεται πάντα στον πελάτη αλλά στην φύση της δουλειάς μας».
Μπορεί να έχουν περάσει 4 μήνες και να μην έχει πληρωθεί, ενώ εκτός του ότι «οι πελάτες έχουν πάει σε άλλα 10 γραφεία, έχουν κάνει έρευνα αγοράς και πάνε σε αυτόν που παίρνει τα πιο λίγα δηλαδή το ελάχιστο που ορίζει ο σύλλογος», λόγω της κρίσης η Ευαγγελία μπορεί να μην πάρει και καθόλου την ήδη φορολογημένη και πληρωμένη στην εφορία αμοιβή της, καθώς κάποιοι φεύγουν και δεν πληρώνουν ποτέ. Χαμένα λεφτά, χαμένος χρόνος και πολύ διάβασμα δηλαδή.
Μου αναφέρει κάποια περιστατικά που της έχουν συμβεί. «Στη μια περίπτωση, εταιρεία μου είχε καθυστερήσει αμοιβές πολλών μηνών, ύψους 25.000 ευρώ, για τις οποίες είχα κόψει ήδη αποδείξεις, είχα πληρώσει μεγάλο ΦΠΑ και δεν μου είχε δώσει ούτε αυτό. Μετά από πολύ καιρό τα πήρα. Σε άλλη περίπτωση για δουλειά ιδιώτη, παραμονή δικαστηρίου να τον έχεις καιρό ενημερώσει για το δικαστικό ένσημο, για τα έξοδα, για το γραμμάτιο, να τον παίρνεις την παραμονή για τις προτάσεις και τα έξοδα, να σου λέει ότι θα τα φέρει αύριο στο δικαστήριο και μετά να μην έρχεται. Εσύ υποχρεωτικά πρέπει να το δικάσεις -δεν μπορείς να έχεις ετοιμάσει μια υπόθεση και να μην την δικάσεις- να έχεις έξοδα, άγχος και στο τέλος να μην απαντά στα τηλέφωνα. Και αυτό, δυστυχώς, δεν συμβαίνει μόνο σε μένα αλλά σε πάρα πολλούς συναδέλφους».
Στο θέμα της φοροδιαφυγής η Ευαγγελία τα λέει έξω από τα δόντια. «Λόγω του ότι το 90% των πελατών μου είναι εταιρείες, όπως είναι αυτονόητο δεν έχω την δυνατότητα, ακόμη και αν το ήθελα να εισπράττω “μαύρα” χρήματα. Δεν μπορώ να πω ότι δεν υπάρχουν συνάδελφοι που έχουν κάνει 100% φοροδιαφυγή. Υπάρχει δυνατότητα για μαύρα χρήματα» μου λέει. Ξεκαθαρίζει, όμως, ότι από τις παραστάσεις δεν είναι δύσκολο να εντοπίσει το δημόσιο ποιοι φοροδιαφεύγουν. «Το να βαφτίζεις ολόκληρους κλάδους ότι φοροδιαφεύγουν και να τους καταργείς τα αφορολόγητα όρια, μόνο και μόνο επειδή δεν θες να βάλεις κάτω πέντε πράγματα και να ελέγξεις το ποιοι ενδεχομένως θα μπορούσαν να φοροδιαφεύγουν, θεωρώ ότι είναι αδυναμία του κράτους, χαρακτηριστική, έντονη και δυστυχώς συνεχίζεται στην Ελλάδα».
Όπως μου αναφέρει, «ειδικά τα τελευταία χρόνια, που έχει φοβερή κρίση το επάγγελμά μας και με τις αποχές τις δικές μας και των δικαστικών δεν ήταν δυνατό αφού δεν δίκαζες να έχεις άσπρα ή ακόμη και μαύρα λεφτά». Οι περισσότεροι δικηγόροι έχουν ενσωματώσει το 23% του ΦΠΑ στην αμοιβή τους και πλέον είναι τρομερά δύσκολο «να ζητήσει δικηγόρος από τον πελάτη παραπάνω. Ακόμα και οι πελάτες που έχουν χρήματα, επειδή ξέρουν ότι είναι η εποχή του παζαριού, θα ζητήσουν λιγότερα και από αυτά που ζητάς. Φυσικά υπάρχουν συνάδελφοι που μπορούν να ζητούν 1000 ευρώ για μια υπόθεση που αξίζει 400 ευρώ. Δεν είναι ο κανόνας όμως, και εκ των πραγμάτων είναι πολύ δύσκολο, ειδικά αυτές τις εποχές».
Ελένη Τ., οδοντίατρος : «Η φοροδιαφυγή αφορά και τους δύο, δεν αφορά μόνο τον γιατρό αλλά και τον ασθενή»
Η Ελένη μου αφηγείται συνοπτικά την διαδρομή της. Κάπως «φορτωμένα», καθώς πριν λίγες μέρες το ΣΔΟΕ της έκανε «δώρο» ένα πρόστιμο ύψους 1.200 ευρώ. Κι αυτό για μια απόδειξη που είχε κοπεί, αλλά δεν είχε περαστεί ο ασθενής στο βιβλίο ασθενών λόγω αμέλειας, και για ένα τιμολόγιο το οποίο ήταν εμπρόθεσμο αλλά καταλογίστηκε σαν παράπτωμα. Η Ελένη φυσικά, όπως και πολλοί συνάδελφοί της, δεν έχει καμία σχέση με τα «μεγάλα ψάρια», απλά είναι ο πιο εύκολος στόχος. Εξηγεί ότι σε σχέση με τους δικηγόρους και τους πολιτικούς μηχανικούς, «η διαφορά σε μας είναι ότι “με το καλημέρα” υπάρχει ένα μεγάλο κόστος εξοπλισμού για να φτιάξεις ένα ιατρείο. Το λιγότερο που χρειάζεσαι είναι ένα κεφάλαιο γύρω στα 50.000 ευρώ. Που σημαίνει ότι ή έχεις κάποιον στην οικογένεια που θα χρηματοδοτήσει το έργο σου ή θα πάρεις δάνειο».
Με την κρίση, τα πράγματα έγιναν πολύ δύσκολα για τους οδοντιάτρους και ειδικά για τους νέους. «Όσοι χρειάστηκαν να πάρουν δάνειο για να δουλεύουν, όπως αντιλαμβάνεστε, βρίσκονται σε πάρα πολύ δύσκολη θέση», μου λέει η Ελένη . «Οι περισσότεροι νέοι αυτή την στιγμή με το που τελειώνουν τη σχολή ετοιμάζουν τα χαρτιά τους και φεύγουν Αγγλία, ακόμα και πιο παλιοί κλείνουν τα ιατρεία τους και πηγαίνουν στο εξωτερικό». Μου εκμυστηρεύεται ότι και η ίδια έχει σκεφτεί πολλές φορές να φύγει, αλλά σε αντίθεση με τους νεότερους έχει ήδη κάνει μια επένδυση εδώ και είναι πολύ δύσκολο να ξαναρχίσει από την αρχή.
Οι λόγοι πολλοί. Η Ελένη μου αναφέρει τις επιδοτήσεις από τις οποίες αποκλείονται («μας αντιμετωπίζουν ως επιχειρηματίες, ενώ την ίδια στιγμή δεν υπαγόμαστε σε βοηθητικές επιδοτήσεις για έναρξη ή βελτίωση της επιχείρησής μας»), τα έσοδα που ελαττώνονται καθώς οι ασθενείς δυσκολεύονται να πληρώσουν, την πολιτεία που «δεν δίνει καμία αξία στην στοματική υγεία», και τα 3.300 ευρώ το χρόνο που δίνει για ασφάλιση, «η οποία δεν μας καλύπτει πλέον σχεδόν τίποτα»!
Και φυσικά το κράτος δεν είναι ο μόνος αντίπαλος που έχει να αντιμετωπίσει η Ελένη. «Η νοοτροπία του Έλληνα είναι ότι θα πάει 15 φορές στον οδοντίατρο και θα έχει λεφτά μαζί του την τρίτη φορά και την 15η. Και όταν λέω θα έχει μαζί του λεφτά, μπορεί για έναν λογαριασμό ύψους χιλίων ευρώ την τρίτη φορά να σου φέρει 100 ευρώ, και τα υπόλοιπα στο τέλος , αφήνοντας ένα υπόλοιπο που μπορεί να μην το δεις και ποτέ».
Μου αναφέρει μερικά από τα περιστατικά τα οποία έχει ζήσει. «Έχω συνάδελφο, που μετά από 5 χρόνια λειτουργίας του γραφείου του, κάποια στιγμή κοίταξε πόσα του χρωστάνε αυτοί που τους εμπιστεύτηκε. Είδε ότι το ποσό ήταν γύρω στα 50.000 ευρώ. Επίσης, ασθενής μου, ήρθε, κάτι τον ενοχλούσε , τον έστειλα σε ένα συνάδελφο για απονεύρωση, του έκανα τον καθαρισμό του, ούτε ρώτησε, είναι πολλοί αυτοί που έρχονται και φεύγουν χωρίς να πληρώσουν, χωρίς να ρωτήσουν καν τι οφείλουν. Έρχεσαι και σε δύσκολη θέση να γυρίσεις να τους πεις ‘είναι τόσα’, και πολλοί είναι αυτοί που λένε ‘δεν έχω λεφτά, θα σου τα δώσω στο τέλος του μήνα’».
Βέβαια, αναφέρει, «επειδή εμείς δεν έχουμε κάτι να μας καλύπτει ότι τους έχουμε κάνει την δουλειά, εξαφανίζονται και δεν σηκώνουν καν το τηλέφωνο. Κι εμείς δεν έχουμε κάποιο τρόπο να κινηθούμε νομικά».
Φυσικά, πίσω από όλα βρίσκεται ένα σύστημα το οποίο μπάζει και κάνει την φοροδιαφυγή σχεδόν αναγκαία. «Υποχρεώνομαι να γράφω κάθε πελάτη στο βιβλίο ασθενών σαν ασθενή. Έρχονται, ξεκινάει η δουλειά, μπορεί να φτάσουν σε ένα άλφα σημείο, να μην πληρώσουν ποτέ ή να δώσουν από τα 1000 τα 100, και εσύ πρέπει στο τέλος της χρονιάς να τον κλείσεις σαν ασθενή, δηλαδή να του κόψεις απόδειξη. Μπορεί, δηλαδή, να τα έχεις δώσει από την τσέπη σου, αλλά θα φορολογηθείς γιατί πρέπει να του έχεις κόψει απόδειξη. Μόνο στον έλεγχο μπορείς να μην κόψεις απόδειξη, αλλά αυτό γίνεται μια φορά».
Ο νόμος μπορεί να υποχρέωσε την Ελένη και τους συναδέλφους της να βάλουν χαρτί στο γραφείο τους που να λέει ότι «ο πελάτης δεν υποχρεούται να πληρώσει χωρίς απόδειξη», αλλά όπως μας ξεκαθαρίζει η ίδια, «ο ίδιος ο νόμος λέει ότι στο τέλος της εργασίας κόβεται η απόδειξη και επιπλέον κανείς δεν πληρώνει στο τέλος όλα μαζί, οι περισσότεροι πληρώνουν σιγά-σιγά και η δικιά μας υποχρέωση είναι να τους κόψουμε στο τέλος την απόδειξη. Άρα με αυτό το μέτρο το υπουργείο φάσκει και αντιφάσκει, σαν να μην ξέρει ούτε εκείνο τι πρέπει να κάνει».
Όπως και η Ευαγγελία. δεν αρνείται ότι υπάρχει φοροδιαφυγή στο επάγγελμά της αλλά ρίχνει φως και σε μια άλλη, αθέατη πλευρά, όταν «έρχεται ο κυριούλης ο οποίος δεν έχει χρήματα και σου λέει ‘ρε φίλε, τόση μεγάλη δουλειά θα κάνεις δεν μπορείς να κόψεις κάτι;’. Και κόβεις, τότε φοροδιαφεύγουν και οι δύο και ο ασθενής και ο γιατρός».
Κλείνοντας μου λέει: «σίγουρα, όποιος μπορεί να φοροδιαφύγει φοροδιαφεύγει, και ο οδοντίατρος αν μπορεί δεν θα την κόψει την απόδειξη, όπως οι ελεύθεροι επαγγελματίες. Η διαφορά ποια είναι; ότι εμείς είμαστε οι κακοί, μπορούν να μας πιάσουν πιο εύκολα από κάποιους άλλους».
*Πριν κλείσει αυτό το ρεπορτάζ είχαμε βρει και έναν πολιτικό μηχανικό να μας μιλήσει, μόνο που έχει αλλάξει επάγγελμα εδώ και καιρό…
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.