Είναι κάμποσοι αυτοί που διεκδικούν τον τίτλο του «πέμπτου Beatle», αλλά, αντικειμενικά, δεν υπάρχει άλλος άνθρωπος που να συμμετείχε πιο ενεργά, πιο ουσιαστικά και πιο σταθερά στη δημιουργική διαδικασία του μάλλον σπουδαιότερου συγκροτήματος όλων των εποχών, από τον παραγωγό και ενορχηστρωτή τους, τον George Martin, που έφυγε από τη ζωή λίγες μέρες πριν, σε ηλικία 90 ετών.

Η συμβολή του Martin στην ιστορία των Beatles (και κατ’ επέκτασιν της μουσικής από το 1962 και μετά) ξεκινά από το πολύ απλό αλλά σημαντικότατο γεγονός ότι, εμπιστευόμενος το ένστικτό του, επέλεξε να προσφέρει συνεργασία στους τέσσερις άσημους νεαρούς από το Λίβερπουλ, που, στις αρχές της δεκαετίας του 1960, δεν είχαν εξασφαλίσει ακόμα δισκογραφικό συμβόλαιο (ναι, έχουν υπάρξει άνθρωποι που απέρριψαν τους Beatles).

Ως διευθύνων την δισκογραφική Parlophone, παρακλάδι του κολοσσού EMI, ο Martin δέχτηκε το 1962 να περάσει από οντισιόν το συγκρότημα που μανατζάριζε ο Brian Epstein (μετά από μεσολάβηση ενός κοινού γνωστού του μάνατζερ και του παραγωγού), και, παρόλο που δεν ενθουσιάστηκε ούτε από τα μέχρι τότε τραγούδια τους ούτε από το στυλ τους, διείδε κάτι αόριστο σε αυτούς, που τον ώθησε να τους προσφέρει τελικά συμβόλαιο. Ήταν, κατά το κοινώς λεγόμενο, ο σωστός άνθρωπος στη σωστή στιγμή.

4b167dfed6853089dfc21c62876ac145

Ωστόσο, η δική του πορεία δεν ήταν αυτή ενός «αλεξιπτωτιστή»· προτού να φτάσει στη διευθυντική καρέκλα της Parlophone, ο Martin είχε διαγράψει ήδη μια αξιόλογη καριέρα αλλά και μια ενδιαφέρουσα πορεία ζωής. Γεννημένος το 1926 στο Λονδίνο, ο George Martin υπήρξε αυτοδίδακτος στο πιάνο και ήδη στα δεκαπέντε του διηύθυνε τη δική του μπάντα, τους Four Tune Tellers.

Το 1943, σε ηλικία 17 χρονών, κατετάγη στο Βασιλικό Ναυτικό, παρόλο που δεν συμμετείχε σε επιχειρήσεις, και, το 1947, σε ηλικία 21 ετών, ξεκίνησε τις σπουδές του στη μουσική στο Κολέγιο Guildhall.

Μετά από σύντομη θητεία στο BBC, o Martin προσλήφθηκε στην Parlophοne, κάνοντας κυρίως παραγωγές σε δίσκους κωμικών ηθοποιών (μεταξύ των οποίων ο Peter Sellers και ο Peter Ustinov), ηχογραφήσεις που ισορροπούσαν μεταξύ μουσικής και σκετς. Το 1955 ανέλαβε τη διεύθυνση της εταιρείας, η οποία βρισκόταν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, καθώς το ρεπερτόριό της αφορούσε κυρίως κλασσική μουσική.

Ο Martin ήταν αυτός που έκανε το άνοιγμα προς την pop, ηχογραφώντας μάλιστα και δικά του τραγούδια υπό διάφορα ψευδώνυμα (υπό το ψευδώνυμο Ray Cathode, μάλιστα, ηχογράφησε το Time Beat, έναν από τους πρόδρομους της ηλεκτρονικής μουσικής).

Οι Beatles εμφανίστηκαν στη ζωή του Martin τον καιρό ακριβώς που έψαχνε κάποιο ροκ εν ρολ γκρουπ που θα έφερνε εμπορική επιτυχία στην εταιρεία του. Η οντισιόν, όπως προείπαμε, δεν κύλησε απόλυτα ρόδινα, αλλά το γκρουπ από το Λίβερπουλ κέρδισε το συμβόλαιο με την Parlophone.

Μετά από επιμονή των Lennon και McCartney, το συγκρότημα ηχογράφησε το Please Please Me (δική τους σύνθεση), και όχι το How Do You Do It? (σύνθεση του Mitch Murray), που τους πρότεινε ο παραγωγός τους. Η επιμονή των δύο αρχηγών του γκρουπ, όχι μόνο άλλαξε το τοπίο της popular μουσικής (καθώς οι Beatles εγκαινίασαν την εποχή όπου οι καλλιτέχνες ηχογραφούσαν ως επί το πλείστον δικές τους συνθέσεις), αλλά κατέληξε και στην πρώτη τους νούμερο 1 επιτυχία, με το καλημέρα. Ωστόσο, τίποτα από αυτά δεν θα είχε συμβεί αν ο Martin δεν είχε επιμείνει με τη σειρά του να επιταχύνει το ρυθμό της σύνθεσης που του έφεραν οι Beatles.

Η δουλειά του παραγωγού – όπως και τόσα άλλα πράγματα – είναι κάτι παρεξηγημένο στην Ελλάδα, καθώς, στην υποτίθεται χρυσή εποχή της δισκογραφίας ο όρος (τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το λαϊκό και το έντεχνο) αναφερόταν ως επί το πλείστον σε ανθρώπους που ίσως δεν ήταν καν μουσικοί κι οποίοι απλώς επέλεγαν το ρεπερτόριο των καλλιτεχνών. Στην πραγματικότητα, ο παραγωγός είναι κάτι άλλο, είναι ένας άνθρωπος που έχει γνώσεις μουσικής, είναι μουσικός ο ίδιος, και ο οποίος συμμετέχει ενεργά και καταλυτικά στη διαμόρφωση του τελικού ηχητικού αποτελέσματος, τόσο σε επίπεδο ενορχηστρώσεων όσο και σε επίπεδο τεχνικών ηχογράφησης.

Η κατεξοχήν περίπτωση τέτοιου παραγωγού είναι ο άνθρωπος ακριβώς που αποτελεί το αντικείμενο αυτού εδώ του άρθρου: ο George Martin. Όπως είχε παραδεχτεί ο ίδιος, ο ήχος των Beatles θα ήταν διαφορετικός αν τους είχε αναλάβει κάποιος άλλος (είχε αποφύγει να πει αν θα ήταν χειρότερος ή καλύτερος). Αλλά αφ’ ης στιγμής τους ανέλαβε αυτός, έφερε μαζί του τη δημιουργικότητα και την ευρηματικότητά του, την βαθιά γνώση του της στούντιο τεχνολογίας, την επιμονή του και τη σκληρή δουλειά του.

beatles

Έχει ειπωθεί πολλάκις πως οι ηχογραφήσεις του Martin ξεχώριζαν όχι για τις υπερβολικές ενορχηστρώσεις ή τα υπερβολικά εφέ ή για το ότι έβαζαν μπροστά ένα συγκεκριμένο στοιχείο της σύνθεσης, αγνοώντας τα υπόλοιπα, αλλά ακριβώς υπηρετούσαν στο έπακρο τις ανάγκες του ίδιου του τραγουδιού, όντας εν τέλει μεγαλειώδεις στην απλότητα και την καθαρότητά τους.

Όσον αφορά τους Beatles συγκεκριμένα, η επιμονή του συγκροτήματος και ειδικά των Lennon και McCartney για όλο και πιο ευφάνταστες ενορχηστρώσεις, για όλο και πιο ευρηματικούς τρόπους ηχογράφησης – στοιχεία που θα ταίριαζαν και θα υποβοηθούσαν την αντίστοιχα όλο και πιο ευφάνταστη προσέγγισή τους στην ίδια τη διαδικασία της σύνθεσης – έσπρωξε τον Martin να βρίσκει όλο και πιο λειτουργικούς από τη μία και ευφυέστατους από την άλλη τρόπους να αποδοθεί το μουσικό όραμα των διάσημων συνεργατών του: το σύντομο πιανιστικό σόλο στο In My Life, γραμμένο και παιγμένο από τον ίδιο, αλλά επιταχυμένο στην ηχογράφηση, ώστε να θυμίζει αρπίχορδο, η ενορχήστρωση του A Day In The Life, το επίτευγμα του Martin (σε συνεργασία με τον μηχανικό ήχου και μετέπειτα παραγωγό Geoff Emmerick) να επιταχύνει τη μία λήψη του Strawberry Fields Forever (μόνο με ροκ όργανα) και να επιβραδύνει την άλλη (με συνοδεία ορχήστρας), ώστε να τις ενώσει, παρόλο που οι δυο τους ήταν σε διαφορετικό τόνο, μετά από απαίτηση του Λέννον, η ενορχήστρωσή του στα πνευστά στο ίδιο κομμάτι, είναι μερικά μόνο από τα κατορθώματα του George Martin στο στούντιο, κατά τη διάρκεια της δημιουργικότατης συνεργασίας του με το σπουδαιότερο, όπως προειπώθηκε, συγκρότημα όλων των εποχών.

George_Martin_s_10_best_non_Beatles_songs

Προς το τέλος των Beatles, o Martin διέκοψε προσωρινά τη συνεργασία του με το συγκρότημα (που ηχογράφησε τα τραγούδια που περιλήφθηκαν τελικά στο κύκνειο άσμα τους Let It Be με τη βοήθεια του Glyn Johns αλλά και του Phil Spector στις ενορχηστρώσεις) και επέστρεψε για την ηχογράφηση του Abbey Road (άλλο αν αυτό κυκλοφόρησε τελικά πριν από το Let It Be), υπό τον όρο πως οι τέσσερις ροκ σταρ θα άφηναν έξω από το στούντιο την έχθρα που ένοιωθαν πλέον ο ένας για τον άλλον.

Και κατά τη διάρκεια όλης αυτής της συνεργασίας, ο Martin δεν σταμάτησε να κάνει παραγωγές και για άλλους, όπως την Cilla Black, τους Gerry & The Pacemakers, τους The Action κ.ά. Έγραψε επίσης μουσική για ταινίες, μεταξύ των οποίων και για κάποιες από αυτές των Beatles (A Hard Day’s Night, Yellow Submarine), ενώ ηχογράφησε και ορχηστρικές διασκευές τραγουδιών των Σκαθαριών αλλά και άλλων pop group της εποχής. Μετά τη διάλυση των πιο γνωστών συνεργατών του, ο Martin συνέχισε να δουλεύει ως παραγωγός, σημειώνοντας ιδιαίτερη επιτυχία με την μπάντα America, αλλά και τους Jeff Beck, Cheap Trick, Celine Dion, καθώς και τον Paul McCartney, ως σόλο καλλιτέχνη πια.

Επέβλεψε επίσης την «Ανθολογία» των Beatles, καθώς –σε συνεργασία με τον γιο του, Giles-, και τα ρεμίξ των τραγουδιών των Beatles που κυκλοφόρησαν στη συλλογή υπό τον τίτλο Love, με αφορμή την παράσταση του Cirque De Soleil. Η τελευταία μεγάλη του επιτυχία, πέραν αυτών, ήταν η επανηχογράφηση του τραγουδιού Candle In The Wind του Elton John, με αφορμή το θάνατο της πριγκίπισσας Νταϊάνα.

1128

Ο Martin αποσύρθηκε από την ενεργό δράση το 2009, σε ηλικία 83 ετών. Πέθανε ήσυχα στον ύπνο του, σύμφωνα με την εταιρεία που τον μανατζάριζε, σε ηλικία 90 ετών. Αφήνει πίσω του, εκτός από το σπουδαίο μουσικό έργο, τα τέσσερα παιδιά του.

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]

About The Author

Γεννήθηκε στο Χολαργό το 1980 και σπούδασε Επικοινωνία και ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στη μουσικολογία, στο ίδιο Πανεπιστήμιο. Είναι υποψήφιος διδάκτορας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Τον Απρίλιο του 2013 εξέδωσε το πρώτο του μυθιστόρημα, με τίτλο «Ελληνική Ασφυξία» (Εκδόσεις των Συναδέλφων), υπό το ψευδώνυμο Ηλίας Νίσαρης. Κείμενά του, είτε με το πραγματικό του όνομα είτε με το ψευδώνυμο, έχουν δημοσιευτεί επίσης σε διάφορα περιοδικά του ηλεκτρονικού και έντυπου Τύπου (3pointmagazine.gr, να ένα μήλο, Metropolis Free Press, Fractal Press, thecricket.gr, mixtape.gr, bibliotheque.gr, To Παράθυρο, Ποιητική, HUMBA! κ.ά.) Διατηρεί το blog www.eliasnisaris.blogspot.gr , ενώ κάθε Δευτέρα, από τις 12 έως τις δύο το μεσημέρι, παρουσιάζει την εκπομπή Wax Trash στον ιντερνετικό σταθμό www.indiegroundradio.com. Το βιβλίο του με τίτλο “Το Ορφανό Αριστούργημα”, υπό το πραγματικό του όνομα, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Εύμαρος.

Related Posts

//