Η θλιβερή ιστορία  της Δήμητρας από τη Συκαμιά της Λέσβου μου έφερε στο νου το διήγημα του Δημήτρη Χατζή «Ο τάφος» από τη συλλογή  «Το τέλος της μικρής μας πόλης». Η Δήμητρα μου θύμισε τον Σπούργο, τον μοναχικό ξενομερίτη γέροντα που έφυγε νέος από το χωριό του στην Πελοπόννησο για να ξεφύγει από τους καβγάδες και τα μαχαιρώματα των αδερφιών του  για την αμοίραστη πατρική περιουσία  και μετά από πολλά βάσανα βρήκε απάγκιο σε μια από τις δυο δημοτικές παράγκες  στην ακροποταμιά μιας μικρής επαρχιακής πόλης. Ο τρόπος ζωής του είναι η επιτομή της ανεκτικότητας, της ολιγάρκειας και της ταπεινοσύνης κι αυτό αρκεί για να συγκεντρώσει την καχυποψία των νοικοκύρηδων  της μικρής πολιτείας που τον αποφεύγουν συστηματικά. Ακόμη, όμως, και οι λιγοστοί πελάτες του, τα κάθε καρυδιάς καρύδια, οι κάθε λογής απόκληροι τον έχουν ικανό για τρεις, τουλάχιστον φόνους.

«Έλα, τώρα, Σπούργο, μοναχοί μας είμαστε…Κάτσε δω…Πες μας τώρα πόσους σκότωσες…Δε σε μαρτυράμε μεις»

Ο Σπούργος κερνάει κρασί  χαμογελαστός «σα ντροπιασμένος που κανέναν δε σκότωσε αυτός.

-Εγώ, βρε παιδιά;…

-Ας τα αυτά…»

Πολύ σύντομα ο Σπούργος βρίσκεται στο στόχαστρο, της τελειότερης, κατά τη άποψή μου, λογοτεχνικής ενσάρκωσης του «έντιμου ανθρώπου  κυρ Παντελή», του κυρ Αντώνη του Τσιάγαλου, ιδιοκτήτη ενός μικρού «ψωριάρικου» ζαχαροπλαστείου και νοικάρη της δεύτερης δημοτικής παράγκας της ακροποταμιάς. Ο κυρ Αντώνης, οικογενειάρχης και εκκλησιαστικός επίτροπος ονειρεύεται έναν πλατύ δημόσιο δρόμο που θα οδηγεί στην παράγκα του δίπλα στο ποτάμι. Όμως, δεν του αρκεί η μια παράγκα. Θέλει και τη δεύτερη. Με πλεκτάνες και λαδώματα θα καταφέρει να διώξει τον Σπούργο που θα οδηγηθεί αλυσοδεμένος στην γενέτειρά του για να δικαστεί για τα εγκλήματα που δεν διέπραξε ποτέ. Όμως το μικροαστικό όνειρο του κυρ Αντώνη τσακίζεται πάνω στο πολυτελές  εξοχικό κέντρο που ανοίγει στην ακροποταμιά μαζί με τον πλατύ δημόσιο δρόμο και προσελκύει όλον τον καλό και νοικοκυρεμένο κόσμο της πολιτείας. Ο Κυρ Αντώνης ο Τσιάγαλος απομένει μόνος με τις παράγκες και τους λιγοστούς απόκληρους  πελάτες που πριν περιφρονούσε. Η γρήγορη επιστροφή του Σπούργου τον αναστατώνει, εκείνος, όμως, ήρεμος του χαρίζει τις καρέκλες της παράγκας του και ζητά μόνο το κλειδί για να κοιμάται εκεί. Κατόπιν παίρνει την απόχη του για να ψαρέψει πέστροφες και να τις πουλήσει στο εξοχικό κέντρο. Δεν έχει σκοπό να ξανανοίξει το μαγαζί. Γύρισε πίσω για να πεθάνει , εκεί στον ξένο τόπο, στην ακροποταμιά.

«Δεν έχει πια μαγαζί , κυρ Αντώνη μου, το χάλασες. Όλα τα χαλάτε. Γιατί;…»

Δεν υπάρχει απάντηση, Σπούργο. Οι κυρ Παντελήδες οι «ρήτορες , οι λωποδύτες, ρουφιάνοι, εταίρες και προφήτες» όλων των εποχών μαθαίνουν από τα παιδικά τους χρόνια όλα τα τεχνάσματα του τρόμου και θα κατατρέχουν τα άμοιρα και σκοτεινά τρυγόνια, θα γυρεύουν τη δύναμη στο κυνήγι των αλαφροΐσκιωτων αυτού του κόσμου. Έτσι εκδικούνται οι στεγνές ψυχές, τα άδεια πετσιά που περνούν από τη ζωή  και δεν παίρνουν  μυρωδιά τη μοσχοβολιά της πλάσης γιατί μετράνε  τάλιρα  από τη γέννα τους ως την ερημία του τάφου τους.

Η  Δήμητρα και ο Σπούργος, μαθητές της αγάπης και δάσκαλοι της συγχώρεσης, ταπεινοί  και καταφρονεμένοι από τους πιο κοντινούς τους ανθρώπους  γιατί «δεν διαφέντεψαν σαν άντρες το βιος τους και το διάφορό τους» δραπέτευσαν από τον τόπο τους και σαν δυο ανεμοδαρμένα πετεινά του ουρανού αναζήτησαν τον θάνατο μακριά από τη γενέθλια γη.

Αυτές τις μέρες σκέφτομαι με πίκρα το παγωμένο, μεταλλικό συρτάρι του νεκροθαλάμου που κλείνει το ταλαιπωρημένο κορμί της Δήμητρας. Kι έτσι, θέλησα να φτιάξω μέσα στη σκέψη μου  έναν μικρό παράδεισο για τη Δήμητρα και  θέλω να τη φαντάζομαι καθισμένη στα βράχια της ακροποταμιάς δίπλα στον Σπούργο  να τον συντροφεύει όσο ψαρεύει πέστροφες και να ακούει μουσική από ένα  ραδιοφωνάκι.  Φοράει το πορτοκαλί φουστάνι, είναι  στολισμένη με τις πέρλες της και σκάβει την άμμο της όχθης με τις φαγωμένες μύτες από τα κόκκινα μποτίνια  της. Ο Σπούργος  την κοιτάζει,  χαμογελά ντροπιάρικα κατά πως το συνηθίζει   και τινάζει την απόχη του ευτυχισμένος.  Το πανέρι έχει γεμίσει πέστροφες και η Δήμητρα ξεκίνησε να σιγοτραγουδά.

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]
//