Αν ξεχωρίζει κάτι σε αυτές τις εκλογές, πέρα από τα κωμικοτραγικά σποτάκια, είναι το πόσο ψηλά στην ατζέντα είναι το θέμα «τι θα γίνει την επόμενη μέρα» σε επίπεδο αντιπολίτευσης. Μια σειρά κομμάτων έχουν αποδεχθεί το ρόλο τους ως μπαλαντέρ στην πολιτική τράπουλα και αυτοδιαφημίζονται πλέον ως τέτοια. Δείτε ενδεικτικά, το κεντρικό σύνθημα των Αν.Ελ. («αναγκαίο καλό») αλλά και την ατάκα στο σποτ («Αλέξη ξεκόλλα») που προσπαθούν να τους διαμορφώσουν ως το αντίβαρο με επιμονή στα εθνικά θέματα σε μια ενδεχόμενη συνεργασία με το ΣΥΡΙΖΑ και τη ΔΗΜΑΡ που διεκδικεί τον ίδιο ρόλο αλλά αυτή τη φορά ως το αντίβαρο που μας κρατάει στην ευρωπαϊκή πορεία. Αλλά φυσικά δεν ξεχνάμε το Ποτάμι που στην αρχή δήλωνε ότι θα συνεργαστεί με όποιον κερδίσει ενώ μια εβδομάδα πριν τις εκλογές θυμήθηκε ότι θα θέσει και όρους.
Όμως το θέμα αυτό δεν αφορά μόνον τους πιθανούς συνεργάτες του ΣΥΡΙΖΑ που όλα πλέον δείχνουν ότι θα είναι πρώτο κόμμα την Κυριακή. Οι δηλώσεις Βορίδη ότι «θα τιμήσουμε με την ψήφο ότι υπερασπίστηκαν με τα όπλα οι παππούδες μας» μας δείχνουν δύο πράγματα. Αφενός ότι θεωρεί προγόνους του τα αγγλικά στρατεύματα που πολέμησαν τον ΕΛΑΣ στην Αθήνα και στη συνέχεια στο ΔΣΕ. Αφετέρου, ότι πέρα από την αναμέτρηση της Κυριακής, η (ακρο) Δεξιά είναι έτοιμη να δώσει μια σκληρή ρεβανσιστική μάχη για να επιστρέψει τάχιστα στην κυβερνητική εξουσία. Στους μεν πρώτους αρκεί να θυμίσει κάποιος την τύχη που περιμένει όλα τα κόμματα-μπαλαντέρ, είναι η εξαφάνισή τους μετά τη βραχύβια χρήση τους. Αυτό συνέβη στο ΛΑΟΣ αλλά και στη ΔΗΜΑΡ που πλέον είναι σχεδόν σίγουρο ότι δεν θα μπει στη Βουλή. Όχι ότι θα λυπηθούμε κιόλας για την εξαφάνιση του Ποταμιού…
Όσον αφορά όμως τους Βορίδηδες, καλό είναι να θυμηθούμε εμείς κάποια πράγματα πρώτα. Έχοντας συνδέσει στις εμπειρίες μας την Αριστερά και το μαζικό κίνημα με τη διεκδίκηση του «δρόμου» και τη μαχητική εμφάνιση, εύκολα ξεχνάμε ότι και οι συστημικές δυνάμεις, στη χώρα μας και διεθνώς έχουν δείξει μεγάλη ευελιξία σε χρησιμοποίηση τέτοιων πρακτικών όταν παραστεί ανάγκη. Θα μπορούσαμε να θυμηθούμε τη συγκέντρωση του Ντε Γκολ στη Γαλλία για τον «αντι-Μάη» το 1968, την απεργία των φορτηγατζήδων ενάντια στον Αλιέντε ενώ η Ελλάδα με μικρότερη παράδοση σε τέτοια ζητήματα έχει να επιδείξει μάλλον μόνο τις (ιδιαίτερα μαζικές) κινητοποιήσεις για το Μακεδονικό και τις ταυτότητες, Όμως πέρα από τις κινήσεις που εξέφρασε ο συντηρητικός χώρος, η αξιοποίηση του φασισμού ήταν πάντα επιλογή της άρχουσας τάξης ενώ ο ίδιος πάντα αναπτύχθηκε σαν κίνημα. Αυτά τα χαρακτηριστικά πήρε στην Ιταλία με το Μουσολίνι, τέτοιο χαρακτήρα διεκδίκησε για τον εαυτό της η Χρυσή Αυγή και χρειάστηκε να δολοφονηθούν ο Λουκμάν και ο Φύσσας για να συνειδητοποιήσουν πάρα πολλοί (και η Αριστερά μέσα σε αυτούς) ότι ο φασισμός έπρεπε να χτυπηθεί.
Πού πατάνε όλα τα παραπάνω; Τι τους δίνει ελπίδα; Από τη μία η ύπαρξη ενός σταθερού, συντηρητικού δυναμικού που μπορεί να μην στρατεύεται ενεργά αυτή τη περίοδο, να μη συρρέει στη συγκέντρωση της ΝΔ ή άλλων κομμάτων αλλά σίγουρα συγκροτείται γύρω από το φόβο και αγκαλιάζει τη στροφή στον ολοκληρωτισμό του πολιτικού συστήματος. Αφετέρου, και αυτό είναι το πιο επικίνδυνο, όλοι αυτοί «βρίσκουν και τα κάνουν», πατώντας στην υποχωρητικότητα του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος όσο πλησιάζει την εκλογική νίκη τόσο εγκαταλείπει βασικές θέσεις είτε δικές του είτε του μαχόμενου κινήματος και αγωνιστών που τον στηρίζουν. Οι δηλώσεις του Τσίπρα για την παραμονή στο ΝΑΤΟ και η επιμονή στην τήρηση των δεσμεύσεων της χώρας είναι ενδεικτικές. Η φοβικότητα να προτάξει στοιχειώδεις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις (αφοπλισμός αστυνομίας, χωρισμός Εκκλησίας-κράτους, δικαίωμα υιοθεσίας από ομοφυλόφιλους) είναι μια ακόμα τέτοια πλευρά, η οποία αφορά θέματα τα οποία δεν εξέλειπαν ούτε ήταν ασαφή στο ίδιο το συνέδριό του, δεν αποτελούν κάποια «αριστερή παρέκκλιση».
Όλα αυτά απογοητεύουν ένα πλατύ δυναμικό που πολιτικοποιήθηκε στους αγώνες της προηγούμενης περιόδου και στράφηκε προς το ΣΥΡΙΖΑ για να αποτελέσει την πολιτική έκφρασή του. Ακόμα και αν κατορθώσουν εκλογικά να το συσπειρώσουν, δεν θα έχουν αξιοποιήσει την πραγματική δυναμική του αλλά θα το έχουν αφοπλίσει στην πραγματικότητα. Δεν πρόκειται για κάποια κακή πολιτική εκτίμηση αλλά μάλλον για συνειδητή επιλογή. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ξέρει πολύ καλά τι πιέσεις θα συναντήσει και στο εσωτερικό της χώρας αλλά και από το εξωτερικό. Ξέρει τι πίεση θα υπάρξει να μπει στην πιστοληπτική γραμμή της Ε.Ε. για να συνεχίσει να αποπληρώνει ομόλογα. Για αυτό το λόγο προσπαθεί να κατευνάσει τα θηρία. Δυστυχώς, μάλλον θα αποδειχτούν φρούδες ελπίδες.
Αυτές οι συνθήκες δημιουργούν ένα πολύ σύνθετο πεδίο που πρέπει να αναπτυχθεί μια αριστερή αντιπολίτευση στην επόμενη κυβέρνηση που θα βάζει σαν κριτήριο τις ανάγκες εργαζομένων και νεολαίας και χρειάζεται να ενισχυθεί από αυτές τις εκλογές κιόλας. Μια τέτοια κατεύθυνση υποστηρίζω και εγώ, προσπαθώντας (ανεπαρκώς μάλλον) να περιγράψω τα δύσκολα καθήκοντα που αυτό απαιτεί. Μια ταύτιση της ενδεχόμενης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με όσες προηγήθηκαν, όπως προσπαθεί να κάνει το ΚΚΕ, ούτε να πείσει μπορεί ούτε όμως και να εμπνεύσει μαζικά στην πάλη για διεκδίκηση στοιχειωδών δικαιωμάτων. Από την άλλη, ο υπαρκτός κίνδυνος για άνοδο μιας συντηρητικής αντίδρασης δεν μπορεί να επισείεται σα φόβητρο σε όποιον δεν αποδέχεται το πλαίσιο των συμφωνηθέντων και δεν εμπιστεύεται τη δυνατότητα διαπραγμάτευσης με τους ευρωπαίους «εταίρους». Για αυτό το λόγο, η αριστερή αντιπολίτευση δεν θα είναι ένα «ιδεολογικό καθήκον» αλλά πραγματική πολιτική ανάγκη για να μην ταυτιστεί η Αριστερά και οι ιδέες της με νέες διαψεύσεις και απογοητεύσεις. Ακριβώς για αυτό το λόγο, θα πρέπει να είναι μια πολιτική αρχών που όσο θα διατηρείται ανεξάρτητη από την κυβέρνηση, ταυτόχρονα θα παρακολουθεί και θα πιέζει με αποφασιστικό αγώνα για οποιοδήποτε μέτρο προς όφελος της πληττόμενης πλειοψηφίας. Αν προκύψει μάλιστα τέτοιο μέτρο, είτε επιμέρους είτε συνολικό, δεν θα έχει κανένα φόβο και κανένα κόμπλεξ να βγει μπροστά και να παλέψει για την επιβολή του και τη διεύρυνσή του.
Όπως και να έχει, θα είναι μια ιδιαίτερα προκλητική περίοδος υψηλών απαιτήσεων για όλους, ενταγμένους σε κάποιο κόμμα ή μη. Το αν η πλάστιγγα θα γείρει στη δυνατότητα ή σε νέους κινδύνους θα κριθεί την Κυριακή, στο τι θα καταγράψει καθείς αλλά και στο τι θα υπάρχει αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, θα φανεί ακόμα περισσότερο από τη Δευτέρα.
Αλέξανδρος Μινωτάκης, μέλος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.