Ο Βασίλης Τσιτσάνης ήταν ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες λαϊκούς συνθέτες, στιχουργούς και τραγουδιστές του 20ου αιώνα. Ήταν μία από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες του ρεμπέτικου και του λαϊκού τραγουδιού. Τα τραγούδια του ταξίδεψαν τη λαϊκή ψυχή στα μονοπάτια του πόνου, της χαράς, της ξενιτιάς, της λύπης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η  “Συννεφιασμένη Κυριακή”.

Όπως γράφει η Νίτσα Λουλέ – Θεοδωράκη (Μύθος Ρεμπέτικος, Βασίλης Τσιτσάνης –  Εκδόσεις Τεγόπουλος) η περίοδος της κατοχής ήταν, όπως έγραψαν αργότερα αναλυτές για το λαϊκό τραγούδι, η μαύρη περίοδος για αυτό. Από κει που βγήκε στο φως ξαναμπαίνει στα καταγώγια και μεταβάλλεται και πάλι σε μουσική έκφραση του υποκόσμου. Τα κέντρα διασκέδασης λειτουργούν αποκλειστικά για αυτόν τον σκοπό και κάπου είναι φυσικό αφού η συντριπτική πλειοψηφία του λαού, πολεμάει στον δρόμο στις γραμμές της αντίστασης. Ωστόσο, σε αυτή τη μαύρη εποχή το ρεμπέτικο υπηρετεί και την αντίσταση.

Σύμφωνα με μαρτυρίες, στα κέντρα της Κοκκινιάς τραγουδούν ρεμπέτικα με υπαινικτικούς βέβαια στίχους ενώ στα λεωφορεία μικρά παιδιά λένε ρεμπέτικα με αντιστασιακούς στίχους έναντι μιας δεκάρας.

Και για τον Τσιτσάνη τα χρόνια της Κατοχής περνούν δύσκολα. Τα βιώνει και τα μεταφέρει στο χαρτί του. Βάζει λόγια και νότες που σημαδεύουν αργότερα την καριέρα του. Εκεί σε αυτό το μαγαζί, στο Ουζερί του Τσιτσάνη, γράφει την χιλιοτραγουδισμένη Συννεφιασμένη Κυριακή.

Όπως ο ίδιος εκμυστηρεύτηκε ήθελε μέσα από αυτούς τους στίχους να μεταφέρει τα όσα συνέβαιναν στον τόπο. Την πείνα, τη δυστυχία, τις εκτελέσεις, την απελπισία που έδερνε τους Έλληνες.

“Ήταν ένα πραγματικό περιστατικό που συνέβη μια βαριά χειμωνιάτικη νύχτα Κυριακή. Είδα με τα μάτια μου τον θάνατο ενός παλικαριού. Μάτωσε η καρδιά μου. Πήρα ένα χαρτί και έβγαλα από μέσα μου αυτό που με έπνιγε. Ένοιωσα ιδιαίτερα περήφανος όταν είδα με πόση αγάπη αγκάλιασε ο κόσμος αργότερα το τραγούδι”.

Όσα έγραψε ο Τσιτσάνης εκείνη την περίοδο, έγιναν γνωστά μετά την απελευθέρωση όταν άνοιξαν και πάλι οι εταιρίες. Μέχρι τότε, μόνο οι θαμώνες του μαγαζιού τους τα ψιθύριζαν και αυτοί με τη σειρά τους τα μετέφεραν στην Αθήνα και στις άλλες πόλεις.

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]
//