Ανάμεσα στα πιο ασυνήθιστα ραδιοφωνικά χιτ του καλοκαιριού του 2000, τουλάχιστον στα μέρη μας, ήταν ένα απρόβλεπτο λάτιν τραγούδι, το μισό με απαγγελία και το μισό τραγουδισμένο, με τη χαρακτηριστική επωδό (που ήταν ταυτόχρονα και ο τίτλος): “In These Shoes?”. Αν και σε πολλούς από εμάς φαινόταν τότε απλώς μια (ωραία) παραδοξότητα, ένα ευφυές χιτ-διάττων αστέρας (τόσα ξέραμε), το τραγούδι αυτό έφερε τη συνθετική και ερμηνευτική σφραγίδα μιας από τις καλύτερες βρετανίδες τραγουδίστριες και τραγουδοποιούς των τελευταίων δεκαετιών: της Kirsty MacColl.

Η Kirsty MacColl γεννήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 1958 και έφυγε από τη ζωή τον Δεκέμβριο του 2000, λίγους μήνες μετά την κυκλοφορία του εν λόγω single, υπό τραγικές συνθήκες (περισσότερες λεπτομέρειες παρακάτω). Κατά τη διάρκεια της σύντομης ζωής της, ωστόσο, πρόλαβε να παραγάγει πολύ ξεχωριστό έργο σαν τραγουδίστρια, σαν συνθέτρια-στιχουργός, ακόμα και σαν ηθοποιός – έργο που χαρακτηριζόταν από ευφυΐα, απρόβλεπτο χιούμορ, ζωντάνια, ανθρωπιά και, κυρίως, από έντονη, ακαταμάχητη μουσικότητα.

Πατέρας της ήταν ο αξιόλογος τραγουδιστής και τραγουδοποιός της folk, Ewan MacColl, γνωστός μεταξύ άλλων και από το κομμάτι “The First Time Ever I Saw Your Face”, που έχουν διασκευάσει καλλιτέχνες όπως η Roberta Flack και ο Johnny Cash, και μητέρα της η χορεύτρια Jean Newlove. Η Kirsty μεγάλωσε με τη μητέρα της και τον αδερφό της, Hamish, καθώς ο πατέρας της είχε, πριν ακόμα τη γέννησή της, χρόνια σχέση με την επίσης τραγουδίστρια και τραγουδοποιό της folk, Peggy Seeger.

Έχοντας ήδη από τα σχολικά της χρόνια δείξει ενδιαφέρον για τη μουσική και το θέατρο, η MacColl αναδείχθηκε μέσα από την ευρύτερη σκηνή του πανκ, κάνοντας δεύτερα φωνητικά στο βραχύβιο συγκρότημα των Drug Addix. H μπάντα έβγαλε μόνο ένα EP, με τον -χαρακτηριστικό για τη σκηνή του πανκ- μεταμοντέρνο και ειρωνικό τίτλο “The Drug Addix Make A Record”. Η μουσική τους προσέλκυσε τη θρυλική εταιρεία Stiff, αλλά στην οντισιόν που ακολούθησε, συμβόλαιο προσφέρθηκε μόνο στην ίδια τη MacColl, και όχι στο υπόλοιπο συγκρότημα.

Ακολούθησε η κυκλοφορία του πρώτου της single, “They Don’t Know”, που είχε γραφτεί από την ίδια – ήδη από την αρχή της πορείας της είναι προφανής η ικανότητά της να βγάζει μελωδίες εφάμιλλες αυτών της δεκαετίας του 1960, αλλά μπολιασμένες με το θράσος και τη ζωτικότητα του πανκ και του new wave. Το τραγούδι διασκεύασε αργότερα -σε παραγωγή της ίδιας της MacColl– η πολύ δημοφιλής κατά τη δεκαετία του 1980 ηθοποιός Tracey Ullman, μέσα από το τηλεοπτικό show της οποίας προέκυψε και η κλασσική πλέον εκπομπή The Simpsons. Μάλιστα, και στη διασκευή της Ullman, είναι η Kirsty MacColl που τραγουδά το χαρακτηριστικό “Baby”, μετά τη σύντομη παύση, καθότι οι συγκεκριμένες νότες παραήταν ψηλές για την T.U.

Ενώ κινούταν μεταξύ δισκογραφικών εταιρειών -από τη Stiff στην Polydor και πάλι πίσω- η MacColl συνέχιζε να βγάζει κομμάτια που συνδύαζαν τη μελωδικότητα της pop με τον ήχο του πανκ και του new wave, και που αναδείκνυαν -έστω κι αν δεν το έπαιρνε πάντα πολύς κόσμος χαμπάρι- το συνθετικό της ταλέντο και την ερμηνευτική της δεινότητα: το “You Caught Me Out”, ακολουθούσε στο δρόμο που είχε χαράξει το “They Don’t Know”, όντας πιο ρυθμικό αλλά και πιο μελαγχολικό (η Stiff το απέσυρε από την κυκλοφορία προτού καλά-καλά να το βγάλει – τουλάχιστον το έσωσε από την πλήρη αφάνεια η Tracey Ullman, διασκευάζοντάς το και αυτό)˙ το “There’s A Guy Works Down The Chip Shop Swears He’s Elvis”, που έφτασε στο 14 των βρετανικών chart, εκτός από τον χιουμοριστικό τίτλο, ανεδείκνυε την ικανότητα της MacColl να παίζει με τα είδη, αντιγράφοντας στην εντέλεια το honky tonk/rockabilly στυλ, έστω και με μια πιο πανκ παραγωγή˙ το “Terry” ήταν ακόμα πιο εντυπωσιακό, ακολουθώντας την παράδοση του Phil Spector και της Motown (και συνοδευόμενο από ένα εξαιρετικά καλοφτιαγμένο βίντεο), αλλά επίσης αγνοήθηκε˙ το “He’s On The Beach” συνεχίζει το συνδυασμό της μελαγχολίας και του πιασάρικου ρυθμού˙ τo “A New England”, η διασκευή στο κομμάτι του Billy Bragg -ο τελευταίος έγραψε μια επιπλέον στροφή για χάρη της K.M.- της χάρισε μια ακόμα επιτυχία, όντας πιο ρυθμική και με πιο pop παραγωγή από το πρωτότυπο. Τα πέντε αυτά πρώτα single της, τέσσερα γραμμένα από την ίδια και μια διασκευή, συνθέτουν ήδη ένα ιδιότυπο στιχουργικό και συνθετικό σύμπαν, ρυθμικό και παράλληλα στενόχωρο, με βαθιά αγάπη αλλά και αποστασιοποίηση απέναντι στην pop κουλτούρα, και με μια πνευματωδώς ειρωνική, γλυκόπικρη ματιά πάνω στις ανθρώπινες σχέσεις, δοσμένη με ακρίβεια και εξαιρετική αίσθηση της οικονομίας τόσο στο μουσικό κομμάτι όσο και σε αυτό των στίχων –κοινώς, η MacColl αποδεικνύει και μόνο με αυτές τις πέντε κυκλοφορίες πως διαθέτει τη στόφα μιας διαχρονικής τραγουδοποιού.

Ωστόσο, τα πράγματα δεν ήταν τόσο απλά και δεν κύλησαν τόσο θετικά: έχοντας περάσει επτά χρόνια στη Stiff (με το διάλειμμα της Polydor), με ένα μόνο ολοκληρωμένο άλμπουμ στο ενεργητικό της, η Kirsty MacColl βρέθηκε ξαφνικά χωρίς δισκογραφικό συμβόλαιο το 1986, όταν η εταιρεία κήρυξε πτώχευση. Καθώς καμιά άλλη δισκογραφική δεν ενδιαφερόταν να την εντάξει στο δυναμικό της, η MacColl κατέφυγε στο να τραγουδά δεύτερα φωνητικά σε ηχογραφήσεις άλλων, διασήμων καλλιτεχνών, χάρη στον τότε σύζυγό της, παραγωγό Steven Lilywhite –κάτι, βέβαια, που της παρείχε και οικονομική στήριξη και την ευκαιρία να συνεργαστεί με ονόματα όπως οι Smiths, o Robert Plant, οι Talking Heads, οι Simple Minds και οι U2 (με τους τελευταίους δεν συνεργάστηκε ως βοκαλίστρια, αλλά επιλέγοντας τη σειρά με την οποία θα ακούγονταν τα τραγούδια στο The Joshua Tree, τη μίξη του οποίου είχε αναλάβει ο Lillywhite).

Κάνοντας φωνητικά σε τραγούδια όπως το “Bigmouth Strikes Again” και το “Ask”, αλλά και διασκευάζοντας το “You Just Haven’t Earned It Yet Baby”, η MacColl έχτισε φιλία με τον frontman των Smiths, τον Morrissey, μια φιλία που κράτησε για το υπόλοιπο της ζωής της. Μερικά από τα πιο συγκινητικά και ενδιαφέροντα αποσπάσματα στην αυτοβιογραφία του τελευταίου -που ευτυχώς ή δυστυχώς δεν έχει μεταφραστεί προς το παρόν στα ελληνικά- αφορούν τη σχέση του με την Kirsty MacColl, από την πρώτη γνωριμία τους στα στούντιο RAK, μέχρι την καρτ-ποστάλ που λαμβάνει καθυστερημένα από εκείνη, λίγες εβδομάδες μετά τον πρόωρο θάνατό της. Μέσα σε όλα, ο Morrissey αναφέρει πως η Kirsty MacColl υπέγραφε τα γράμματα και τα σημειώματά της ως Cursed, ένα γλυκόπικρο λογοπαίγνιο πάνω στο χαρακτηριστικό, σχετικά σπάνιο όνομά της.

Ως ερμηνεύτρια η MacColl επανήλθε στην επιφάνεια χάρη στους Pogues του Shane McGowan και ένα από τα πιο κλασσικά πλέον χριστουγεννιάτικα τραγούδια: το “Fairytale of New York”, μια σύνθεση εν μέρει σε στυλ πιανιστικής μπαλάντας και εν μέρει σε στυλ παραδοσιακής χορευτικής μουσικής της Ιρλανδίας. H K. MacColl και ο τραγουδιστής των Pogues, Shane McGowan, στο ρόλο δύο πικρόχολων εραστών που ήρθαν στην Αμερική από την Ιρλανδία γεμάτοι όνειρα για επιτυχία, μόνο και μόνο για να τα δουν να χαραμίζονται από το αλκοόλ. Ο καθένας τους ξεσπά την οργή του στον άλλο, κι όλα αυτά στο κέντρο της εορτάζουσας τα Χριστούγεννα Νέας Υόρκης. Η Kirsty MacColl, αντικαθιστώντας την αρχική ερμηνεύτρια του τραγουδιού (την μπασίστρια της μπάντας, Cait O’ Riordan), δίνει στα φωνητικά της όλο τον απαραίτητο θυμό και όλη την απαραίτητη πικρία προκειμένου να απογειώσει το κομμάτι, που έχει πουλήσει έως τώρα 1.180.000 αντίτυπα μόνο στη Βρετανία (όπου είναι επίσης το πιο πολυπαιγμένο χριστουγεννιάτικο τραγούδι έως τώρα για τον 21ο αιώνα).

Το 1989 η Kirsty MacColl κυκλοφόρησε το δεύτερο άλμπουμ της, με τίτλο Kite. Το άλμπουμ περιείχε συνεργασίες με καλλιτέχνες όπως ο David Gilmour και ο Johnny Marr, καθώς και μια από τις πιο μεγάλες της επιτυχίες έως τότε, τη διασκευή στο κλασσικό “Days” των Kinks. Δύο χρόνια αργότερα, ήρθε το άλμπουμ Electric Landlady, που περιείχε το επίσης αξιόλογο χιτ “Walking Down Maddison”, μια σύνθεση δική της και του παλιού κιθαρίστα των Smiths, Johnny Marr, και hip hop φωνητικά από τον Aniff Cousins (σε μια εποχή που κάτι τέτοιο ήταν μάλλον ασυνήθιστο για βρετανό pop καλλιτέχνη). Παρά την επιτυχία του συγκεκριμένου τραγουδιού, η Kirsty MacColl έχασε το συμβόλαιό της με την εταιρεία Virgin όταν η τελευταία πουλήθηκε στην EMI, έναν χρόνο αργότερα.

Και το επόμενο άλμπουμ της, Titanic Days (1993), που αφορούσε το τέλος της σχέσης της με τον Steven Lillywhite, αποτέλεσε τη μοναδική συνεργασία της K. MacColl με την εταιρεία που το κυκλοφόρησε, τη ZTT. Δύο χρόνια αργότερα, το 1995, η συλλογή Galore έφτασε στο top 10 των βρετανικών chart, αλλά η MacColl συνέχιζε να συναντά αδιέξοδα στην πορεία της – είχε λάβει, μάλιστα, την απόφαση να γίνει καθηγήτρια αγγλικών στη Νότιο Αμερική. Ωστόσο, τα ταξίδια της σε αυτήν ακριβώς τη μεριά του πλανήτη ήταν που της έδωσαν την ώθηση να ηχογραφήσει το άλμπουμ που έμελλε να είναι το τελευταίο της, το Tropical Brainstorm (2000). Εμπνευσμένο από τις μουσικές της Κούβας, της Βραζιλίας και άλλων χωρών της Λατινικής Αμερικής, το άλμπουμ χαρακτηριζόταν από σαφώς πιο λάτιν, χορευτικούς ρυθμούς και περιείχε την προαναφερθείσα, αρκετά μεγάλη επιτυχία της “In These Shoes?”.

Λίγους μήνες μετά την κυκλοφορία του Tropical Brainstorm, η MacColl έφυγε για διακοπές στην περιοχή Cozumel του Μεξικού, μαζί με τους δύο γιους της και τον τότε σύντροφό της, τον μουσικό James Knight. Στις 18 Δεκεμβρίου του 2000, ενώ κολυμπούσε με τους γιους της στη θάλασσα, η τραγουδίστρια είδε ένα ταχύπλοο να κινείται με υπερβολική ταχύτητα προς το μέρος τους. Προκειμένου να σώσει το μεγαλύτερο γιο της προς τον οποίο κατευθυνόταν το σκάφος, η Kirsty MacColl παρενέβη ανάμεσα σε αυτό και τον 15χρονο τότε Jamie. Ο Jamie σώθηκε, αλλά η μητέρα του έχασε τη ζωή της.

Στην έρευνα μετά το δυστύχημα, προέκυψε πως το σκάφος ανήκε στον πολυεκατομμυριούχο Guillermo Gonzalez Nova, ο οποίος επέβαινε σε αυτό, χωρίς, ωστόσο, σύμφωνα με την κατάθεση του ίδιου και του υπαλλήλου του, Jose Cen Yam, να το οδηγεί κατά τη μοιραία στιγμή. Μαρτυρίες τρίτων ανέφεραν το αντίθετο όπως και το ότι το σκάφος κινούταν με ταχύτητα μεγαλύτερη του ενός κόμβου (όπως είχε ισχυριστεί ο Gonzalez Nova). Τελικά, ο Cen Yam ήταν αυτός που καταδικάστηκε για το θάνατο της MacColl, εξαγοράζοντας, ωστόσο, την ποινή που του είχε επιβληθεί. Οι προσπάθειες που έγιναν από την πλευρά της οικογένειας της τραγουδίστριας για περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης, μετά την καταδίκη του Cen Yam, δεν απέφεραν πολλά παραπάνω αποτελέσματα και τελικά όσα χρήματα είχαν απομείνει από την καμπάνια “Justice for Kirsty” δόθηκαν στις οργανώσεις Casa Alianza Mexico και Cuba Music Solidarity, προς το τέλος του 2009.

Φυσικά, η τελευταία αυτή πράξη στη ζωή της Kirtsy MacColl δείχνει, μέσα σε όλα τα άλλα, πως την διείπε η ίδια ευαισθησία και ανθρωπιά που αναδεικνύεται και μέσα από τα τραγούδια που είχε γράψει και κυκλοφορήσει τις αμέσως προηγούμενες δεκαετίες. Κατά το έτος 2000, η μουσική της καριέρα είχε αρχίσει να ακολουθεί ξανά ανοδική πορεία και μπορούμε μόνο να φανταζόμαστε τι άλλο θα είχε καταφέρει, αν η ζωή της δεν έφτανε σε ένα τόσο απότομο και πρόωρο τέλος. Όπως και να έχει, αυτά που είχε κάνει ως τότε δεν είναι διόλου αμελητέα και δείχνουν όχι μόνο το καθαρά μουσικό ταλέντο της αλλά και το χιούμορ, την ευφυΐα και την ανθρωπιά της. Τα σχόλια στο YouTube και σε άλλα site και social media καθιστούν σαφές πως το κοινό ένιωθε και νιώθει μια ιδιαίτερη, όχι και τόσο συνηθισμένη συμπάθεια και νοσταλγία για αυτή την ξεχωριστή τραγουδίστρια και τραγουδοποιό.

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]

About The Author

Γεννήθηκε στο Χολαργό το 1980 και σπούδασε Επικοινωνία και ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στη μουσικολογία, στο ίδιο Πανεπιστήμιο. Είναι υποψήφιος διδάκτορας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Τον Απρίλιο του 2013 εξέδωσε το πρώτο του μυθιστόρημα, με τίτλο «Ελληνική Ασφυξία» (Εκδόσεις των Συναδέλφων), υπό το ψευδώνυμο Ηλίας Νίσαρης. Κείμενά του, είτε με το πραγματικό του όνομα είτε με το ψευδώνυμο, έχουν δημοσιευτεί επίσης σε διάφορα περιοδικά του ηλεκτρονικού και έντυπου Τύπου (3pointmagazine.gr, να ένα μήλο, Metropolis Free Press, Fractal Press, thecricket.gr, mixtape.gr, bibliotheque.gr, To Παράθυρο, Ποιητική, HUMBA! κ.ά.) Διατηρεί το blog www.eliasnisaris.blogspot.gr , ενώ κάθε Δευτέρα, από τις 12 έως τις δύο το μεσημέρι, παρουσιάζει την εκπομπή Wax Trash στον ιντερνετικό σταθμό www.indiegroundradio.com. Το βιβλίο του με τίτλο “Το Ορφανό Αριστούργημα”, υπό το πραγματικό του όνομα, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Εύμαρος.

Related Posts

//