Πριν από λίγο καιρό, έφυγε από τη ζωή μια από τις σημαντικότερες εκπροσώπους της μεταπολεμικής Αμερικανικής πεζογραφίας, η Χάρπερ Λι. Γεννημένη το 1926, στο Μονρόβιλ της Αλαμπάμα, η Λι δούλεψε για χρόνια σαν υπεύθυνη κρατήσεων σε αεροπορική εταιρεία (έχοντας νωρίτερα εγκαταλείψει τις σπουδές της στη Νομική), ώσπου, το 1956, έχοντας μόλις βρει λογοτεχνικό ατζέντη, οι φίλοι της τής χάρισαν αναπάντεχα ένα ποσό που ισοδυναμούσε με το σύνολο των μισθών που θα ελάμβανε σε ένα έτος από την εταιρεία της, με την προτροπή να αφιερωθεί αποκλειστικά στο γράψιμο.

Το αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας ήταν το κλασσικό μυθιστόρημα “To Kill A Mockingbird”, που κυκλοφόρησε to 1960 (στα ελληνικά δεν κυκλοφόρησε παρά δεκαετίες αργότερα, υπό τον τίτλο “Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια”). Αυτό το βιβλίο, που μέχρι το 2015 ήταν το μοναδικό που είχε κυκλοφορήσει υπό το όνομα της συγγραφέως (περισσότερα επ’ αυτού παρακάτω), ήταν από μόνο του αρκετό προκειμένου να χαρίσει στη Χάρπερ Λι φήμη και αναγνώριση που όμοιά της πολλοί λίγοι έχουν γευτεί, ακόμα και στο αμερικανικό λογοτεχνικό στερέωμα.

Είχα την τύχη να διαβάσω το μυθιστόρημα αυτό στα αγγλικά, γύρω στο 1994-1995, καθώς ήταν ένα από τα πέντε βιβλία που έπρεπε να διαβάσεις τότε για το λεγόμενο “Proficiency”. Το αντίτυπο που κατέληξε στα χέρια μου ήταν μάλλον απωθητικό, με μια μάλλον κακοφτιαγμένη ζωγραφιά να κοσμεί το εξώφυλλο, αλλά το ίδιο το μυθιστόρημα ήταν ένα από τα πιο ενδιαφέροντα – συναρπαστικά, για την ακρίβεια- που είχα διαβάσει ως τότε. Η πρωταγωνίστρια και αφηγήτρια του κειμένου, Τζιν Λουίζ Φιντς (ή Σκάουτ) αφηγείται την παιδική της ηλικία στη φανταστική πόλη Μέικομπ της Αλαμπάμα. Η Σκάουτ ζει με τον πατέρα της, τον μεσήλικα Άττικους, και το μεγαλύτερο αδερφό της, Τζεμ, περνώντας τον χρόνο της κυρίως με τον δεύτερο.

a7279d0e6ab95233b54a7101ff4192f7

Το αγαπημένο τους παιχνίδι είναι να αναπαριστούν σκηνές από τα αγαπημένα τους βιβλία (καθότι ο πατέρας τους τους έχει από νωρίς μεταδώσει την αγάπη του για το διάβασμα – η Σκάουτ μαθαίνει να διαβάσει πριν πάει στο σχολείο, κι αυτό παίζει έναν κάποιο ρόλο μέσα στο μυθιστόρημα), μέχρι που στη ζωή τους μπαίνει ο Ντιλ, ο ανιψιός μιας από τις γειτόνισσες, που περνά τα καλοκαίρια του στο Μέικομπ – ένας χαρισματικός, ανήσυχος μπόμπιρας τον οποίο η Λι βάσισε στον παιδικό της φίλο και μετέπειτα διάσημο συγγραφέα Τρούμαν Καπότε.

Παράλληλα με αυτές τις δραστηριότητες, από την αφήγηση παρελαύνουν διάφοροι εξαιρετικά ενδιαφέροντες χαρακτήρες, όπως η Καλπέρνια, η κυρία που φροντίζει τα δύο αδέρφια και το νοικοκυριό, μαχητική, αξιοπρεπής και ακριβοδίκαιη, η γειτόνισσα Μόντι Άτκινσον, ευφυέστατη, ετοιμόλογη, αλλά και προσηνής στα παιδιά, η υπερσυντηρητική θεία Αλεξάντρα, με την οποία η Σκάουτ βρίσκεται σε μια συνεχή διένεξη, αλλά και ο μυστηριώδης γείτονας Μπου Ράντλι, ο οποίος ζει στο διπλανό σπίτι μαζί με τους γονείς του, αλλά δεν βγαίνει ποτέ από αυτό, παρά τις επίμονες προσπάθειες των τριών παιδιών να τον τσιγκλίσουν. Και, πάνω από όλους, υπάρχει ο Άττικους Φιντς, ο πατέρας της Σκάουτ, απόμακρος, ασυνήθιστος, αλλά ιδιαίτερα σεβαστός και ευφυής.

la-oe-madden-harper-lee-watchman-20150205 (1)

Το μυθιστόρημα κορυφώνεται ακριβώς όταν ο Άττικους, δικηγόρος στο επάγγελμα, δέχεται να κάνει κάτι που κανείς άλλος συνάδελφός του δεν τολμά: να αναλάβει την υπεράσπιση του Τομ Ρόμπινσον, ενός αφροαμερικανού που κατηγορείται για το βιασμό μιας λευκής. Παρόλο που ο Τομ Ρόμπινσον είναι καταφανέστατα αθώος (όλα τα στοιχεία το αποδεικνύουν), η δίκη είναι εξαρχής χαμένη και η επιμονή του Άττικους να υπερασπιστεί μέχρι τέλους τον πελάτη του – επιχειρηματολογώντας με συνέπεια και ακρίβεια, αλλά σε ανήκοα ώτα, σχετικά με το τι συνέβη πραγματικά το επίμαχο βράδυ-, δημιουργεί προβλήματα και στον ίδιο αλλά και στην κόρη του, που έχει στο μεταξύ ξεκινήσει σχολείο κι έρχεται έτσι κι αλλιώς σε αντιπαράθεση όχι μόνο με τις δασκάλες της αλλά και με διάφορους αντιπαθητικούς συμμαθητές της.

Πέρα από τη μαεστρία με την οποία η Χάρπερ Λι έχει αποτυπώσει την ιδιόλεκτο του αμερικανικού νότου, πέρα από το πόσο επιτυχώς απεικονίζονται οι ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούσαν στο συγκεκριμένο μέρος, τη συγκεκριμένη εποχή, οι οικογένειες που ζούσαν στην αθλιότητα, αλλά και οι καλοβαλμένοι -παρότι εν πολλοίς ξεπεσμένοι πια- αριστοκράτες και αριστοκράτισσες του Νότου, πέρα από τη συνεχή εξύμνηση της παιδικής ηλικίας και της σημασίας που παίζουν η φαντασία και το διάβασμα στη διαμόρφωση του χαρακτήρα ενός παιδιού, στον πυρήνα του βιβλίου αυτού, βρίσκεται κατά τη γνώμη μου η ιδέα πως ρατσιστής δεν γεννιέσαι, αλλά γίνεσαι, και πως ακόμα και σε μια κοινωνία όπου η νόρμα είναι οι διακρίσεις (φυλετικές, οικονομικές και άλλες), μπορείς, αν το θες, να αποστασιοποιηθείς από τη νόρμα αυτή και να εφαρμόσεις στην πράξη την ισοτιμία και την αλληλεγγύη.

12806256_10208504681275510_2457366089632570858_n

Και είναι ακριβώς αυτή η ανθρωπιά που έκανε το βιβλίο τόσο επιτυχημένο, από τις πρώτες κιόλας μέρες της έκδοσής του – σε μια εποχή κατά την οποία ξεκινούσε επιτέλους στις ΗΠΑ η συζήτηση για τα ίσα πολιτικά δικαιώματα για όλους (και όχι μόνο για τους λευκούς) και για το τέλος των διακρίσεων. Κατά τα άλλα και παρά την εξαιρετική επιτυχία που είχε σημειώσει το εν λόγω βιβλίο, η Χάρπερ Λι δήλωνε για χρόνια πως δεν θα ξαναέβγαζε άλλο.

Ωστόσο, γύρω στο 2014, ο δικηγόρος της, έχοντας λάβει εντολή να καταγράψει τα περιουσιακά της στοιχεία, ανακάλυψε στο χρηματοκιβώτιο της συγγραφέως ένα άλλο χειρόγραφο, υπό τον τίτλο “Go Set A Watchman”, στο οποίο πρωταγωνιστούσαν πολλοί από τους χαρακτήρες του “To Kill A Mockingbird”, αλλά σε μεγαλύτερη ηλικία. Το βιβλίο κυκλοφόρησε τελικά το 2015, παρά τις αμφιβολίες πολλών για το κατά πόσο η Χάρπερ Λι είχε όντως δώσει τη συγκατάθεσή της για την έκδοσή του και παρότι αποδείχτηκε πως το επίμαχο δεύτερο βιβλίο δεν ήταν κάτι σαν σίκουελ του “To Kill A Mockingbird”, αλλά η πρώτη μορφή του, όπως το είχε συλλάβει αρχικά η συγγραφέας και όπως το είχε παραδώσει αρχικά στον εκδοτικό οίκο.

Το “To Kill A Mockingbird” δεν ήταν λοιπόν, παρά η μετεξέλιξη του “Go Set A Watchman”, αν και το μεν εκδόθηκε το 1960 και το δε το 2015, αλλά αυτό δεν έδειξε να μειώνει το ενδιαφέρον ούτε των εκδοτών (εντός και εκτός ΗΠΑ) αλλά και των αναγνωστών. (Προσωπικά, δεν το έχω διαβάσει, οπότε δεν θα εκφράσω γνώμη.) Σε κάθε περίπτωση, η Χάρπερ Λι έφυγε από τη ζωή λίγο καιρό μετά, πλήρης ημερών, κατά το κοινώς λεγόμενο, και έχοντας αφήσει το στίγμα της στην αμερικανική λογοτεχνία. Οι γείτονές της ανέφεραν πως η καθημερινότητά της ήταν μέχρι τέλους λιτή και απλή.

Το “To Kill A Mockingbird” γυρίστηκε σε ταινία του 1962, από τον Ρόμπερτ Μάλλιγκαν, με τον Γκρέγκορι Πεκ στο ρόλο του Άττικους, και απέσπασε 4 Όσκαρ. Επίσης, από το 1990 και μετά μια θεατρική διασκευή του μυθιστορήματος παίζεται κάθε χρόνο στο Μονρόβιλ. Η Χάρπερ Λι “εμφανίζεται” επίσης στο επίσης ημι-αυτοβιογραφικό “Άλλες φωνές, άλλες τόποι” (1948) του παιδικού της φίλου Τρούμαν Καπότε, αλλά και στην ταινία “Καπότε” (2005), του Μπένετ Μίλλερ, που αφηγείται την έρευνα που διεξήγαγε ο διάσημος συγγραφέας στο Κάνσας μαζί με τη Χάρπερ Λι, προκειμένου να γράψει το βιβλίο του “Εν Ψυχρώ”. Τον Καπότε υποδύθηκε στην ταινία ο Φίλιπ Σίμορ Χόφμαν, ενώ τη Λι η Κάθριν Κίννερ.

Τέλος, στα ευχάριστα παρελκόμενα εκείνου του πρώτου βιβλίου συμπεριλαμβάνεται η ονοματοδοσία, δεκαετίες αργότερα, του παρακάτω, παραγνωρισμένου βρετανικού συγκροτήματος.

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]

About The Author

Γεννήθηκε στο Χολαργό το 1980 και σπούδασε Επικοινωνία και ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στη μουσικολογία, στο ίδιο Πανεπιστήμιο. Είναι υποψήφιος διδάκτορας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Τον Απρίλιο του 2013 εξέδωσε το πρώτο του μυθιστόρημα, με τίτλο «Ελληνική Ασφυξία» (Εκδόσεις των Συναδέλφων), υπό το ψευδώνυμο Ηλίας Νίσαρης. Κείμενά του, είτε με το πραγματικό του όνομα είτε με το ψευδώνυμο, έχουν δημοσιευτεί επίσης σε διάφορα περιοδικά του ηλεκτρονικού και έντυπου Τύπου (3pointmagazine.gr, να ένα μήλο, Metropolis Free Press, Fractal Press, thecricket.gr, mixtape.gr, bibliotheque.gr, To Παράθυρο, Ποιητική, HUMBA! κ.ά.) Διατηρεί το blog www.eliasnisaris.blogspot.gr , ενώ κάθε Δευτέρα, από τις 12 έως τις δύο το μεσημέρι, παρουσιάζει την εκπομπή Wax Trash στον ιντερνετικό σταθμό www.indiegroundradio.com. Το βιβλίο του με τίτλο “Το Ορφανό Αριστούργημα”, υπό το πραγματικό του όνομα, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Εύμαρος.

Related Posts

//