Τα προγνωστικά λένε ότι η ταινία “” (“Μεγαλώνοντας”) είναι το φαβορί για το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας στα 87α Βραβεία της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Να το δω και να μην το πιστέψω.
Το Χόλιγουντ παίζει συνήθως εκ του ασφαλούς. Στα σενάρια που επιλέγει να γίνουν ταινίες, στη μαζική προώθηση των ταινιών και τελικά στα βραβεία που δίνει κάθε χρόνο. Όλα γίνονται για τα εισιτήρια: τα περισσότερα φιλμ περνούν από δοκιμαστικές προβολές και ανάλογα με την ανατροφοδότηση του κοινού, γίνονται μεγαλύτερες ή μικρότερες παρεμβατικές διορθώσεις στο μοντάζ κατά παραγγελία των ανώτερων στελεχών των στούντιο.
Αναμφίβολα η εκβιομηχάνιση της κινηματογράφησης περικόπτει δραματικά την αυτονομία του δημιουργού. Οι ταινίες δεν λογίζονται πλέον σαν τέχνη, αλλά σαν μπέργκερ για αλυσίδες φαστφουντάδικων.
Μέσα σε αυτή τη μίζερη πραγματικότητα, οι λεγόμενες ανεξάρτητες παραγωγές αποτελούν μια καλλιτεχνική όαση. Από τα ένδοξα χρόνια της Miramax και της New Line Cinema στα τέλη των 80s και τις αρχές των 90s, μέχρι την αυξανόμενη απήχηση του Φεστιβάλ Sundance του Παρκ Σίτι, το οποίο έχει βραβεύσει και αναδείξει διαμάντια τα τελευταία χρόνια, όπως το “Winter’s Bone”, το “Another Earth”, το “Beasts of the Southern Wild”, το “Fruitvale Station” και φέτος το “Whiplash”.
Από το κίνημα των ανεξάρτητων σκηνοθετών ξεπήδησε και ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, ο οποίος άρχισε να γίνεται γνωστός το 1993 με την νεανική κωμωδία “Dazed and Confused”, για να ακολουθήσει η επιτυχημένη στο box-office ρομαντική τριλογία “Before Sunrise”, “Before Sunset” και “Before Midnight”. Παρά την αρκετά αξιόλογη σταδιοδρομία του, ο Λινκλέιτερ ουδέποτε εγκατέλειψε το Όστιν του Τέξας για να μετακομίσει στο Λος Άντζελες, ούτε επιχείρησε να συνεργαστεί απευθείας με κάποια από τα έξι μεγάλα αμερικανικά στούντιο.
Το 2002 αυτός ο τυπάς κατέστρωσε και έβαλε σε εφαρμογή ένα πολύ φιλόδοξο πρότζεκτ. Σκέφτηκε να γυρίσει σε ταινία την παιδική και εφηβική ζωή ενός αγοριού που τότε ήταν 7 ετών (Έλαρ Κόλτρεϊν), σε πραγματικό χρόνο. Τι σήμαινε αυτό; Ότι για τα 12 επόμενα χρόνια και για λίγες ημέρες ετησίως, οι ηθοποιοί και οι υπόλοιποι συντελεστές μαζεύονταν στο Τέξας προκειμένου να γυρίσουν ορισμένες σκηνές από την καθημερινότητα μιας μεσοαστικής οικογένειας. Αυτό γινόταν μέχρι και την ενηλικίωση του πρωταγωνιστή, το 2013. Έτσι ο Λινκλέιτερ δημιούργησε ουσιαστικά πολλές ταινίες μικρού μήκους με την ίδια θεματολογία και στο τέλος μόνταρε το υλικό σε ένα τρίωρης διάρκειας επικό φιλμ.
Ναι, επικό. Χωρίς γιγαντιαίες μάχες, διαστημόπλοια εξωγήινων και πελώριους δράκους. Χωρίς καν το κλασικό αφηγηματικό τρίπτυχο, πλοκή, κορύφωση, λύση. Αλλά επικό. Αριστουργηματικά επικό.
Ο Λινκλέιτερ έκανε ένα πείραμα σε ευρεία κλίμακα με εντελώς αβέβαιη εξέλιξη. Μέσα σε ένα τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, υπήρχαν ένα σωρό αστάθμητοι παράγοντες που θα μπορούσαν να το είχαν ρίξει στα Τάρταρα: θάνατοι, ατυχήματα, έριδες, διχόνοιες. Ευτυχώς δεν συνέβη κάτι δραματικό. Ακόμα, όμως, κι όταν υπήρξαν αντιξοότητες, τελικά χρησιμοποιήθηκαν προς όφελος του τελικού αποτελέσματος. Για παράδειγμα, η κόρη του σκηνοθέτη, Λορελέι, η οποία αρχικά επέμενε να παίξει τον ρόλο της μεγαλύτερης αδερφής του αγοριού-πρωταγωνιστή, μετά τα 3-4 πρώτα χρόνια άρχισε να χάνει το ενδιαφέρον της. Όταν ζήτησε από τον πατέρα της να σκοτώσει τον χαρακτήρα της, εκείνος αρνήθηκε. Η Λορελέι παρέμεινε στο πρότζεκτ μεν, με μια διάχυτη βαριεστημάρα να τη διακρίνει σε κάθε σκηνή της δε. Κι όμως αυτό, αντί να γίνεται μειονέκτημα για την ταινία, μεγεθύνει τη φυσικότητα την οποία στοχεύει να αναδείξει.
Το “Boyhood” αποτυπώνει τις αλλαγές που, χωρίς να το συνειδητοποιούμε, φέρνει ο χρόνος κυλώντας απρόσκοπτα. Μας κάνει να αναρωτιόμαστε μαζί με τους πρωταγωνιστές, “Ποιο είναι το νόημα για όλα αυτά;”. Και στην επόμενη σκηνή, δίκην απάντησης, εμφανίζεται ένας άγνωστος και μας σφίγγει το χέρι, ευχαριστώντας μας για κάτι που του είχαμε πει κάποτε και του άλλαξε τη ζωή.
Αλλά δεν είναι μόνο οι πρωταγωνιστές που διαφοροποιούνται ως προς τη φυσιογνωμία και τη συμπεριφορά. Είναι και η πένα του Λινκλέιτερ. Η ιστορία είχε έναν σκελετό από την αρχή, όμως με τα χρόνια εξελίσσεται και τελικά αποκτά τη δική της οντότητα. Έτσι ο μικρός πρωταγωνιστής περνάει από τα βιντεοπαιχνίδια και τον Χάρι Πότερ στις καλλιτεχνικές και φιλοσοφικές αναζητήσεις της εφηβικής ηλικίας, ενώ οι πολιτικές συζητήσεις περί Μπους και Ομπάμα μετατρέπονται σε προβληματισμό για την επίδραση των social media και των smartphones στην ανθρώπινη επαφή.
Ο κρίκος που κρατάει τα πάντα ενωμένα είναι η μάνα, όπως συμβαίνει στις περισσότερες οικογένειες άλλωστε. Τον χαρακτήρα παίζει η Πατρίτσια Αρκέτ, η οποία δίνει ένα διακριτικό ρεσιτάλ και αναμένεται να σαρώσει ό,τι βραβείο Β’ Γυναικείου ρόλου υπάρχει εκεί έξω. Όταν προς το τέλος ο πατέρας, που υποδύεται ο Ίθαν Χοκ, της λέει,“Έκανες σπουδαία δουλειά στο μεγάλωμα των παιδιών”, νιώθεις περίπου την υποχρέωση σαν θεατής να πηδήξεις μέσα στην οθόνη για να την σφιχταγκαλιάσεις.
Αν κάποιος περιμένει συγκλονιστικά σκαμπανεβάσματα, αποκαλύψεις και μυστήρια, καλύτερα να πάει πάσο εδώ. Αυτή η ταινία απαιτεί τόση υπομονή στην παρακολούθηση, όση έκαναν οι συντελεστές της για να τη συναρμολογήσουν. Δεν έχει ανάγκη από φθηνά τρικ εντυπωσιασμού. Ξέρει καλά ότι η ίδια η ζωή είναι το συγκλονιστικό. Αυτό της αρκεί για να μας καθηλώσει.
Οι κριτικοί την λάτρεψαν καθολικά. Το κοινό ανταποκρίθηκε από αρκετά έως πολύ θετικά. Μένει τώρα να δούμε αν και ο θείος Όσκαρ φανεί εξίσου γενναιόδωρος απέναντι σε ένα βαθιά ανθρώπινο φιλμ που ακροβατεί μεταξύ ρεαλισμού και φαντασίας, αντί να προτιμήσει ένα ακόμα (“εμπνευσμένο από πραγματικά γεγονότα” – δηλαδή έχει τσακωθεί με την αλήθεια) δράμα γύρω από τον Β’ΠΠ ή το κίνημα δικαιωμάτων των μαύρων του ’60 ή τη ζωή ενός επιστήμονα. Δεν πρόκειται να αποδεχθώ την ήττα, παρά μόνο ίσως από το “Birdman” του Ινιαρίτου.
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.