Ο καταξιωμένος ποιητής και συγγραφέας Νάνος Βαλαωρίτης έφυγε από τη ζωή την Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου, σε ηλικία 98 χρόνων. Ως άνθρωπος της διανόησης και με τις πολλές ιδιότητές του μεταξύ των οποίων δάσκαλος, δοκιμιογράφος, θεατρικός συγγραφέας, μεταφραστής, ερευνητής, θεωρητικός της λογοτεχνίας, σημάδεψε με εξέχοντα τρόπο τα Ελληνικά Γράμματα.

Ο Νάνος Βαλαωρίτης ήταν ένα σπάνια απελευθερωμένο πνεύμα που βρισκόταν πάντα πρωτύτερα της εποχής του. Στα 98 του χρόνια ο νους του ήταν διαυγής και η οξυδέρκειά του έφερνε σε αμηχανία όποιον συζητούσε μαζί του. Η φρεσκάδα του πνεύματός του τον ωθούσε να παίρνει θέση στο πολιτικό γίγνεσθαι, να ντύνεται με κίτρινο γιλέκο όπως οι Γάλλοι διαδηλωτές και να διαχειρίζεται με ευκολία τα δημοφιλή κοινωνικά δίκτυα της εποχής.

Τι παραπάνω να ευχηθεί κανείς, απ´ το να φτάσει στην ηλικία αυτή με τόση γνώση και ζωή πίσω του, τόσες εμπειρίες, αλλά και με την ευλογία να θυμάται τα πάντα. Κι όμως, ο Νάνος έκανε συνεχώς κάτι νέο, έγραφε νέα ποιήματα, διόρθωνε κείμενα, ερευνούσε ζητήματα, μελετούσε, έδινε συνεντεύξεις. Δεν ήταν ακόρεστος αλλά ακούραστος, ένα πνεύμα που δε σταματούσε να τρέχει μπροστά.

Ο μεγάλος Νάνος μέσα από τα μάτια της μικρής Λίνας

Η γνωριμία μας

Τα τελευταία δύο έτη, κάθε Πέμπτη στις πέντε μετά μεσημβρίας, ένας γίγαντας γνώσης, εμπειριών, αγάπης και ζωής με περίμενε με ανυπομονησία στο Κολωνάκι. Το σπίτι του, ένας χώρος γεμάτος β-ι-β-λ-ί-α. Γεγονός που με έκανε να αισθάνομαι δέος και ακόμη πιο μικρή μπροστά στον όγκο των βιβλίων και κυρίως της γνώσης που βρίσκεται μέσα τους. Ο Νάνος καθισμένος σε αναπηρικό αμαξίδιο κοντά στο τραπέζι, κοιτούσε στην ευθεία του και με περίμενε να πλησιάσω έχοντας τα χεράκια του ζευγαρωμένα μπροστά του. Χαιρετούσα τις κυρίες που τον φρόντιζαν, την όμορφη κόρη του Κατερίνα, τον πλησίαζα και του έλεγα «ήρθα». Από εκείνη τη στιγμή ξεκινούσε ένα παράλογο ταξίδι γνώσης. Το χέρι μου κρατούσε σημειώσεις με τυφλό σύστημα καθώς δεν ήθελα να χάνω την οπτική μας επαφή. Κάποτε χρειαζόταν να επαναλάβω μία ερώτηση λόγω της αδύναμης ακοής του. Για να διευκολύνει τις συναντήσεις μας, με ενημέρωσε ότι θα πάρει ένα καινούριο ακουστικό. Τι σημασία έχει όμως να επαναλαμβάνει κανείς ένα ερώτημα, μπρος στην απάντηση από τα χείλη του Νάνου.

Μου διηγούταν ιστορικά γεγονότα της χώρας μας, των τόπων που επισκέφτηκε σε όλον τον κόσμο, της δικής του ζωής. Μου μίλησε για όλους του κύκλους των ποιητών με τους οποίους σχετίστηκε, τις πηγές της έμπνευσής του. Μιλούσαμε για τη σχέση του με τον Σεφέρη, τον Ελύτη, τον Εμπειρίκο, τον Τόμας Έλιοτ, τους Μπήτνικς (μου έδινε τις πληροφορίες που ζητούσα για τις αγαπημένες μου Κατερίνα Γώγου, Μάτση Χατζηλαζάρου, Λίλη Μακ). Συζητούσαμε ιδιαίτερα για τον Αντρέ Μπρετόν. Ο Μπρετόν είχε απολογηθεί στον Βαλαωρίτη επειδή δεν κατάφερε να παραβρεθεί στην θεατρική παράσταση του έργου του «L’ Hotel de la nuit qui tombe” που παίχτηκε στο Παρίσι το 1959 σε σκηνοθεσία Μαρκό. Η σύντροφος του Μπρετόν ήταν εκεί όπως και οι περισσότεροι διανοούμενοι της εποχής. Τότε μου έδωσε το θεατρικό έργο στα χέρια μου, πρόσφατα μεταφρασμένο στα ελληνικά, «Το Ξενοδοχείο Η νύχτα που πέφτει» και μου ανέθεσε επισήμως να υποδυθώ τον ρόλο της Μάρθα στο πρώτο ανέβασμα του στην Ελλάδα.

Ξεκινάμε μαζί αναγνώσεις, μου τονίζει πως πρόκειται για ένα μετά-υπερρεαλιστικό έργο, μου διασαφηνίζει νοήματα, ανατρέχει στο ανέβασμα της παράστασης στο Παρίσι, μου περιγράφει πώς έχει φανταστεί το σκηνικό, και όντας ενθουσιασμένοι αμφότεροι ξεκινάμε να βρούμε συντελεστές, τρόπο και τόπο να πραγματοποιηθεί η παράσταση. Βιαζόταν, ήθελε να το προλάβει. Δεν βοήθησαν όμως οι άνθρωποι που κατά τ’ άλλα τον λάτρευαν. «Όλοι σας αγαπούν κύριε Βαλαωρίτη, όλοι μου λένε πόσο σας αγαπούν» του έλεγα, «Αυτά τα ‘χω ακούσει πολλές φορές» μου απαντούσε. Τότε τον διαβεβαίωνα «Μην ανησυχείτε, θα τα κανονίσω όλα με το φωτόσπαθό μου», κι εκείνος «Λίνα, θέλω κι εγώ αυτό το φωτόσπαθο, τι ωραία λέξη, δεν ήξερα ότι το είχαν μεταφράσει έτσι από το Starwars”.

Μετά από ένα περίπου χρόνο του έφερα τα καλά νέα για τα οποία κάθε μέρα με ρωτούσε και αδημονούσε. «Τα κατάφερα κύριε Βαλαωρίτη, το έργο σας θα γίνει παράσταση», κι εκείνος μου απάντησε κάνοντάς με να φουσκώνω σαν το παγόνι από υπερηφάνεια «δεν περίμενα τίποτα λιγότερο από εσένα Λίνα μου».

Το θεατρικό έργο «Το Ξενοδοχείο Η νύχτα που πέφτει» του Νάνου Βαλαωρίτη, θα παιχτεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Ήταν χαρούμενος και εφησυχασμένος εφόσον προγραμματίστηκε. Όμως δεν πρόλαβε να δει το ανέβασμα της παράστασης.

«Φοβάμαι μήπως δεθείς μαζί μου»

Από τις αρχές κιόλας που ξεκίνησε η φιλία μας, ο Νάνος με είχε προειδοποιήσει. Με είχε ρωτήσει με σοβαρό ύφος αν είμαι σίγουρη για το πνευματικό μας δέσιμό που θα επακολουθούσε. Είναι σα να προσθέτεις οικειοθελώς μία ανθρώπινη απώλεια από τη ζωή σου, μου είχε πει με δικά του λόγια. Ήταν 96 μισό τότε, και του είπα δακρυσμένη πως ήμουν σίγουρη και ευλογημένη που είχα την ευκαιρία να τον συναναστρέφομαι. Έκτοτε συζητούσαμε για ένα σωρό κοινά μας, είχαμε τις ίδιες αϋπνίες, την ίδια αρρωστοφοβία, ψυχεδελικές σκέψεις, λατρεία για τις περίεργες ειδήσεις, και συχνά κοινούς παρανοϊκούς τόπους έμπνευσης όπως ο ίδιος είχε αναγνωρίσει. Τον ένιωθα σαν αδελφή ψυχή μου, συζητούσαμε τα βραδινά μας όνειρα και τα παιχνίδια του υποσυνειδήτου. Όταν αισθανόμουν τον κόσμο γύρω μου πολύ σκληρό για να τον αντέξω, μιλούσα μαζί του, σκεφτόμουν ότι υπάρχει, με γέμιζε δύναμη και με ενθάρρυνε να δημιουργώ.

Μία μέρα, μετά το «μάθημα» του είπα κλαίγοντας «Σας ευχαριστώ» και τότε μου απάντησε «Με ευχαριστείς ναι, και τι άλλο; Μ’αγαπάς. Γιατί η μάθηση προέρχεται από την αγάπη.»

Τον τελευταίο καιρό όλο και περισσότερες ιώσεις τον εξουθένωναν. Οι συναντήσεις μας είχαν αραιώσει και στις 3 Μαρτίου έλαβα ένα μήνυμα «Μπορεί να μην σε ξαναδώ. Προς το παρόν adieu”. Μετά από λίγες ημέρες, όταν αισθάνθηκε καλύτερα από την ίωση που τον ταλαιπωρούσε, βρέθηκα ξανά σπίτι του στο Κολωνάκι αυτή τη φορά μαζί με τον σκηνοθέτη και συνεργάτη μου Αντώνη Morgan ο οποίος έχει αναλάβει και τη σκηνοθεσία του θεατρικού έργου του. Ο Νάνος πρώτη φορά δεν άκουγε σχεδόν καθόλου, κι έτσι γράφαμε σε χαρτί τις ερωτήσεις κι εκείνος απαντούσε με κάθε λεπτομέρεια. Έτσι έγινε η κουβέντα μας επί μία ώρα. Ήταν η τελευταία μας συνάντηση. Μία άκρως ποιητική συνάντηση. Έσφιξα για τελευταία φορά το χέρι του, τον φίλησα, και για άλλη μια φορά με κοίταζε να φεύγω και με χαιρετούσε ξανά και ξανά.

Ο Νάνος αναλύει ποίησή μου

Πάντα παρακολουθούσε τις παραστάσεις μου στο θέατρο μέσω βίντεο που του έστελνα ή μέσω φωτογραφιών και φυσικά με ρωτούσε για τα πάντα. Μια μέρα μου έγραψε «Λίνα είδα όλα τα hit and run. Το dead inside μοιάζει με το ποίημά μου «Πέρασμα» στην αρχή της συλλογής «Στο υποκύανο μάτι του κύκλωπα”». Αναφερόταν πολύ συχνά στο κινηματογραφικό εγχείρημα Nail.hitnrun που έχουμε δημιουργήσει με τον Αντώνη Morgan. Μου είχε πει πως οι εικόνες ήταν άκρως ποιητικές και τον εξέφραζε ιδιαίτερα το απόκοσμο και παράλογο στοιχείο καθώς και η τόλμη της υποκριτικής στο δρόμο. Διάβαζε ανελλιπώς τη στήλη μου Απεριορίστων (δια)δρομών εδώ στο 3pointmagazine και με γέμιζε θάρρος με τα καλά του λόγια για τον τρόπο γραφής μου.

Κάποτε μου έδειξε μια κινούμενη εικόνα και μου είπε «έτσι αλλάζει και η ποίηση, αλλάζει εικόνες, περιεχόμενο». Εκείνη την ημέρα ξεκίνησε να μου αναλύει γιατί το ποίημά μου «Κυριακή» από το «δημιουργικό μηδέν» ήταν το πιο άρτιο της συλλογής και ξεχωριστά αγαπημένο του.

Παραθέτω το ποίημα:

Κυριακή

περίεργα πρόσωπα έχουν οι άνθρωποι της Κυριακής.

σαν όλοι να ξέρουν κάτι που δε μου έχουν πει.

σα να συνωμοτούν χωρίς εμένα.

περίεργα πρόσωπα έχουν οι άνθρωποι της Κυριακής.

σα να δαν κατι που εγώ δεν έχω δει.

ίσως είναι που έχουν τόσα χρώματα πάνω τους

και φαίνονται κάπως γιορτινοί

ενώ εγώ πάντα άσπρη και χλωμή.

σα να ‘ναι η πρώτη Κυριακή που βγήκα στη ζωή

και μοιάζω μόνο με καμβά μπροστά σε πίνακες

ολοκληρωμένους.

Σχολιασμοί του «Νάνου Βαλαωρίτη»:

Έχει μεγάλη σύμπτυξη του θέματος όμως δεν καταργεί το θέμα αλλά το βάζει σε ένα είδος «πλαισίου» το οποίο του δίνει το ρυθμό και τη μορφή. Είναι σε ελεύθερο στίχο αλλά έχει ρυθμό και εμφανίζεται σαν ένα ανεξάρτητο έργο τέχνης. Έργο που στέκεται στα πόδια του και όχι στην προσωπικότητα του ποιητή. Τα καλά ποιήματα στέκονται μόνα τους χωρίς τον ποιητή.

-Ο 1ος στίχος είναι υπαρξιακός και δηλώνει το άγχος για τους άλλους γύρω που όλοι έχουμε βιώσει κατά καιρούς

-Ο 2ος στίχος τον επικυρώνει. Παράνοια υπαρξιακή στην πιο μεγάλη έντασή της όταν κυριευόμαστε από ένα περίεργο συναίσθημα ότι οι άλλοι μας κρύβουν κάτι ενώ μπορεί να μην μας κρύβουν τίποτα

Συνεχίζει:

-Το αίσθημα της συνομωσίας συμπληρώνει τους άλλους δύο στίχους. Ότι κάτι σκαρώνουν εναντίον μου. Αυτό είναι ίσως και το προτέρημα του ποιήματος

-Στη συνέχεια δίνεται η οπτική διάσταση στην παράνοια. Οι άλλοι άνθρωποι έχουν πανηγύρι, είναι γιορτινοί, σα να είναι σε πανηγύρι ενώ εγώ χλωμή

-Κάτι έχει συμβεί και εγώ δε συμμετέχω. Είμαι έξω από τα πράγματα από τη ροή των πραγμάτων

-Είμαι ένας καμβάς είτε άδειος είτε ατελείωτος.

Ο Νάνος επαινεί τη ρίμα των τελευταίων στίχων, μου λέει πως οι εικόνες είναι καθαρές χωρίς ίχνος λυρισμού και για την ακρίβεια ψεύτικου λυρισμού που για εκείνον είναι αυτό που καταδιώκει το σήμερα. Θεωρεί το ποίημα στεγνό, τόσο στεγνό που του φέρνει επιρροές Καβάφη. Επίσης η συναισθηματική παράνοια του ποιήματος το καθιστά ό,τι πιο κοντινό στη δική του ποίηση.

Του αφιερώνω αυτό το ποίημα, με όλη μου την ψυχή.

Αντίο

Ο γίγαντας της καρδιάς μου, ο αγαπημένος μου μετά-υπερρεαλιστής ποιητής και συγγραφέας, ο σύντροφός μου στους σουρεαλιστικούς διαλόγους, ο φίλος των ατελείωτων συνειρμών μας, ο δάσκαλός μου, έφυγε. Δεν είναι στη Γαλλία των υπερρεαλιστών, δεν είναι στην Αμερική των μπητνικς, δεν είναι στο Λονδίνο ούτε διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο. Κίνησε ταξίδι πέρα από τα όρια της ανθρώπινης χαρτογράφησης. Εκεί που κανείς δεν ξέρει να πει πού είναι. Και ένας κόσμος χωρίς Νάνο με τρομάζει.

Πρωτού παραθέσω ιστορικά στοιχεία του έργου και του βίου του, θα ήθελα να πω ότι ο Νάνος μου μίλαγε επίσης πολύ για την αγαπημένη του γυναίκα την Αμερικανίδα καλλιτέχνιδα Μαρί Ουίλσον που είχε φύγει από τη ζωή τα τελευταία χρόνια, την οικογένειά του, την Ξένια και την κυρία Ράπτη, τον κύριο Σιώτη και τον κύριο Παγουλάτο και πολλούς ανθρώπους που βρίσκονταν κοντά του (και δεν ήταν λίγοι).

Ιστορικά στοιχεία του βίου και του έργου του

Γεννήθηκε το 1921 στη Λωζάνη της Ελβετίας. Σπούδασε φιλολογία και νομικά στα Πανεπιστήμια Αθηνών, Λονδίνου και Σορβόνης.

Η παρουσία του στους Αθηναϊκούς κύκλους ξεκίνησε από το 1939 με την πρώτη του έκδοση στα Νέα Γράμματα μέχρι το 1944 που κατέφυγε στην Αγγλία. Ο προπάππους του Αριστοτέλης Βαλαωρίτης (ο παρ’ολίγον εθνικός μας ποιητής), αποτέλεσε προοίμιο των πνευματικών του αναφορών.

Το 1944 μετά από προτροπή του Σεφέρη ο Βαλαωρίτης ταξίδεψε στο Λονδίνο για να βοηθήσει στην ανάπτυξη λογοτεχνικών δεσμών μεταξύ Ελλάδας και Βρετανίας. Εκεί ήρθε σε επαφή με τον υψηλό λονδρέζικο μοντερνισμό και τους Τ.Σ. Έλιοτ, Όντεν, Ντύλαν Τόμας και εργάστηκε για τον Λούις ΜακΝις στο BBC. Εκτός από τη μελέτη αγγλικής λογοτεχνίας στο πανεπιστήμιο του Λονδίνου, έκανε και μεταφράσεις στα αγγλικά Ελλήνων ποιητών της γενιάς του 30 όπως Ελύτη, Σεφέρη, Γκάτσο, Εμπειρίκο, Εγγονόπουλο.

Επόμενος σταθμός του ήταν το Παρίσι του Αντρέ Μπρετόν και ο κύκλος του 1954-1960. Στη συνέχεια σχετίζεται με το γαλλικό nouveau roman, τους Μπήτνικς της Αμερικής, τους γλωσσοκεντρικούς ποιητές, τους υπερμυθοπλάστες συγγραφείς, τον νεουπερρεαλισμό, τον λατινοαμερικάνικο μαγικό ρεαλισμό.

Από το 1960 βρίσκεται πάλι στην Ελλάδα και το 1964 – 1966 συγκροτεί και διευθύνει το περιοδικό Πάλι. Στις συνεργασίες του περιοδικού περιλαμβάνονται και οι πρότεροι υπερρεαλιστές Ανδρέας Εμπειρίκος, Νίκος Εγγονόπουλος και Νικόλας Κάλας. Ο Εμπειρίκος μάλιστα υποστήριζε την προσπάθεια να βγει ένα πρωτοποριακό περιοδικό υπό τον ίδιο, τον Νάνο Βαλαωρίτη και τον Οδυσσέα Ελύτη «οι τρεις μας θα μπορούσαμε να εκδώσουμε κάτι όχι απλώς καλό μα κάτι σπουδαίο και χρησιμότατο, κάτι αλήθεια ξεχωριστό σε ποιότητα, ευρύτητα οριζόντων και πρωτοτυπία, κάτι τελείως άσχετο με τα περιοδικά της συμβατικής λογοτεχνίας». Είχε συμμετάσχει σε πλήθος νεοπρωτοποριακών εντύπων.

Από το 1968-1993 εργάζεται στις ΗΠΑ ως καθηγητής Συγκριτικής Λογοτεχνίας και Δημιουργικής Γραφής στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο.

Τα θεατρικά έργα του όπως «Το κούτσουρο» παρουσιάστηκε το 1959 στην Ελλάδα το 1961 στην Ιταλία και τη Δανία και το «L Hotel de la nuit qui tombe» παρουσιάστηκε το 1959 στη Γαλλία και προετοιμάζεται να παιχτεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα..

Από το 1950 ο Νάνος υπηρετούσε τον υπερρεαλισμό. Ονειρική και παραληρηματική γραφή, το αντικειμενικό τυχαίο, ατελείωτοι συνειρμοί, οργιαστική φαντασία, το θαυμαστό, το χιούμορ, το μαύρο χιούμορ, και η πρόθεση για ανάδυση και εξερεύνηση των πιο μύχιων πλευρών του ανθρώπινου ασυνειδήτου καθώς και η επιθυμία να εκπλαγεί ο αναγνώστης μέσω της τέχνης να βρεθεί σε αμηχανία και να δοκιμαστούν τα όρια του ορθολογισμού. Αναζητά διαρκώς το καινούργιο, το μη εδραιωμένο. Απορρίπτει το συμβατικό και εκφράζει νοήματα εν προόδω. Ο Ελύτης κατατάσσει τον Βαλαωρίτη ανάμεσα στα ελάχιστα πρόσωπα που είχαν δεχτεί το χρίσμα του του υπερρεαλισμού στη γνήσια μορφή του ως μια δύναμη μυστική που ξεκινούσε από τα Μανιφέστα του Μπρετόν. Ο Δημήτρης Τζιόβας καταλήγει στο συμπέρασμα πω ο τρόπος γραφής του αγγίζει τα όρια του «γκροτέσκου ρεαλισμού». Ο ίδιος ο Βαλαωρίτης αποδίδει στα έργα του τον χαρακτηρισμό μετά-υπερρεαλιστικά.

Βραβεύσεις

Έχει βραβευθεί με το Α’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή Μερικές γυναίκες 1983 με το βιβλίο της αμερικανικής National Poetry Assosiation (1996), με το το Κρατικό Βραβείο Χρονικού Μαρτυρίας για το έργο Μοντερνισμός, Πρωτοπορία και Πάλι (1998) με το Βραβείο Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για το ποιητικό του έργο 2004 με το Χρυσό Σταυρό του Τάγματος των Ιπποτών από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας (2006) και με το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του 2009 ενώ το 1959 είχε αρνηθεί το Β’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή Κεντρική στοά αντιτιθέμενος -υπό το πρίσμα του υπερρεαλισμού και λόγω λογοτεχνικών προστριβών- στο θεσμό των λογοτεχνικών βραβείων.

Λίνα Φούντογλου
-η μαθήτριά του-

 

*Oι φωτογραφίες είναι του Σάκη Αναστασόπουλου.

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]

About The Author

Η Λίνα Φούντογλου είναι ηθοποιός. Είναι απόφοιτη του Πανεπιστημίου Αθηνών τμήμα Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και αριστούχα απόφοιτη της Ανώτερης Δραματικής Σχολής Αθηνών Γ. Θεοδοσιάδη με την υποτροφία της σχολής. Έχει συνεργαστεί ως ηθοποιός με το Εθνικό Θέατρο, το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, διάφορα Δηπεθέ, και το ελεύθερο θέατρο. Ενδεικτικές παραστάσεις είναι: Μήδεια Σκην. Κάτια Γέρου, Το θαύμα της Άννυ Σάλιβαν Σκην. Νικαίτη Κοντούρη, Το Ξύπνημα της Άνοιξης Σκην. Αντώνης Μόργκαν, Χορεύοντας στη Λούνασα Σκην. Νικαίτη Κοντούρη, Το Τρίτο Κύμα Σκην. Νίκος Αρβανίτης. Το 2022 βραβεύτηκε για την ερμηνεία της στη μικρού μήκους ταινία Wolves ενώ το 2019 είχε βραβευτεί από την Unesco Πειραιώς και Νήσων για τη συνεισφορά της στην τέχνη και τον πολιτισμό. Διηύθυνε το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Πειραιά ως συνιδρύτρια και ηθοποιός της κινηματογραφικής ομάδας Nail.hitnrun. Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή «δημιουργικό μηδέν» μέρος της οποίας μεταφράστηκε στα γαλλικά από εκδοτικό οίκο και διατηρεί τη στήλη «απεριορίστων διαδρομών» ως ένα πείραμα επάνω στον γραπτό λόγο και την έκφραση όπως συνήθιζε να κάνει και ως μαθήτρια του ποιητή Νάνου Βαλαωρίτη.

Related Posts

//