“We’re vacant, pretty vah-cunt and we don’t care…” φωνάζει η φλεγματική φωνή καθώς το τραγούδι ολοκληρώνεται με ένα στρίγκλισμα γεμάτο attitude. Για τρία λεπτά ήμασταν σε μια κούρσα με ‘πελώριες’ κιθάρες, δυναμικά τύμπανα και rock n’ roll στο μέγιστο, όσο εντυπωσιακό και επικίνδυνο μπορεί να γίνει… και αυτοί είναι οι Sex Pistols στο πιο ποπ τους με το Pretty Vacant.

Το υπόλοιπο από το μοναδικό ολοκληρωμένο άλμπουμ τους, Never Mind the Bollocks, ακροβατεί από τη μία ακρότητα στην άλλη, αλλά με κάποιο τρόπο παραμένει στα όρια της ροκ. Είναι τόσο γεμάτο attitude που έχει επηρεάσει γενιές μουσικών από τους Guns n’ Roses έως τους Manic Street Preachers, από τους Stone Roses στους Oasis, τους Primal Scream, στο αφεντικό της Creation Records, Alan McGee, έως τη black metal, έως κάθε ροκ μπάντα που θέλει να το πάει ένα βήμα παραπέρα.

Το Never Mind the Bollocks κυκλοφόρησε πριν από ακριβώς 40 χρόνια, 28 Οκτώβρη 1977. Το 3pointmagazine ανοίγει το χρονοντούλαπο της ιστορίας, βγάζει και ξεσκονίζει έναν από τους πιο θρυλικούς δίσκους στην ιστορία της μουσικής και ετοιμάζεται για μια ακόμα ακρόαση. Μια ακόμα ακρόαση, αρκετή για να σε κάνει να διαπιστώσεις ξανά ότι πρόκειται για έναν από τους σπουδαιότερους rock n’ roll δίσκους και πως η μουσική των Sex Pistols δεν είναι απλώς ζαλιστικά αυθεντική, αλλά μια τέλεια δημιουργημένη δίνη ακούραστης διαμαρτυρίας και μετά βίας ανυπέρβατου ενθουσιασμού.

Το τέλος του God Save the Queen είναι το ιδανικό παράδειγμα για επιβεβαίωση των παραπάνω: Είναι όσο εντυπωσιακό όσο μπορεί να γίνει το rock n’ roll. Η χαλαρή παραίτηση της κιθάρας που στοιβάζεται στον τοίχο της μουσικής τους παράνοιας είναι ανυπέρβατη με τον Steve Jones να βγάζει τον σπουδαιότερο ήχο κιθάρας στην ιστορία της ροκ. Τα τύμπανα του Paul Cook είναι ‘πανίσχυρα’ -σε φόρμα και πάντα εφευρετικοί, η δυάδα αυτή κατανοεί απόλυτα πως μπορεί να ανεβάζει την αδρεναλίνη στον περιορισμό της διάρκειας ενός τραγουδιού και είναι ίσως οι άγνωστοι ήρωες της πανκ γενιάς. Ο μύθος των Sex Pistols και η αντι-σταρ περσόνα του Johnny Rotten έχει γίνει μέρος της ποπ κουλτούρας, αλλά χωρίς τους Jones και Cook όλα αυτά θα σήμαιναν πολύ λίγα. Ο ήχος που δημιουργείται από αυτούς τους δυο είναι το χαρακτηριστικό της δύναμης και της μανίας του συγκροτήματος, αυτοί είναι ουσιαστικά ό,τι χρειάζεσαι εκεί. Ο μπασίστας Glen Matlock ήταν σπουδαίος μουσικός, αλλά δεν κατάφερε να φτάσει μέχρι το άλμπουμ (ή μήπως τα κατάφερε; Πολλές θεωρίες υπάρχουν για το ποιος έπαιζε μπάσο). Ο αντικαταστάτης του, Sid Vicious μπορεί να αναδείχθηκε σε μορφή ειδώλου με τη στάση και το στυλ του, αλλά σίγουρα δεν ήταν σπουδαίος μπασίστας.

Πολλά έχουν ειπωθεί για το πόσο σπουδαίο είναι το concept των Sex Pistols και πόσο πολύ δεν μετράει η μουσική. Παρά το γεγονός όμως πως πράγματι το concept είναι ιδιοφυές, από τα ρούχα έως την αμφιλεγόμενη στάση τους και ξεκίνησε μια επαναστατική γενιά, στην πραγματικότητα είναι η μουσική που αντέχει στη δοκιμασία του χρόνου. Ακούγοντας το Never Mind the Bollocks εν έτει 2017 είναι η ίδια αποστομωτική εμπειρία που ζούσαν οι έφηβοι όταν το άκουγαν για πρώτη φορά πριν 40 χρόνια. Αποτελεί ένα πρωτοποριακό άλμπουμ σε κάθε επίπεδο. Η κιθάρα του Steve Jones είναι ένα ηχητικό αριστούργημα, ακριβώς όπως πρέπει μια ροκ κιθάρα να ακούγεται: Κτηνώδης και βαριά, σαν τη φωτιά της κόλασης.

Εκτός από το Pretty Vacant, τα τραγούδια είναι ασυνήθιστα, η ορθή σύνδεση στροφών – ρεφρέν είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Συσσωρευμένα riffs και ασυνήθιστα ιδιότροπες κιθάρες μπλεγμένα με επιρροές από τους Stooges και τους Dolls. Ένας από τους μεγαλύτερους μύθους σχετικά με την πανκ είναι πως είναι εύκολη στο παίξιμο. Αυτό ίσως να ίσχυε για τους Ramones, αλλά η ταραχοποιός δίνη των Pistols ήταν περίπλοκη και χρειαζόταν κάποια σκέψη για να δημιουργηθεί. Ποτέ δεν πηγαίνουν για το προφανές και, με κάποιο τρόπο, κάπου ανάμεσα στις συνθετικές ιδέες του Glen Matlock και την απόλυτη εφευρετικότητα του στούντιο που διαψεύδει την θορυβώδη και αγενή εικόνα τους, γυρνούν ανάποδα και στριφογυρνούν το rock n’ roll.

Τα φωνητικά του Johnny Rotten είναι τέλεια: αποτελούν το κλειδί, πηγαίνουν τους Pistols ακόμα πιο πέρα από τις συνηθισμένες ροκ φόρμες. Οι σχεδόν υστερικές στριγκλιές του Rotten έχουν μια ευφυΐα και αυτοπεποίθηση που ξεπερνούν κατά πολύ το νεαρό της ηλικίας του. Κανείς ποτέ δεν είχε τραγουδήσει έτσι, ακουγόταν ταυτόχρονα περιφρονητικός, σαρκαστικός, παγερά σαρδόνιος, περίεργος ενώ πάντα κατάφερνε να ακούγεται ευαίσθητος και γεμάτος εφηβικά άγχη και ανασφάλεια. Ο Johnny Rotten ανακάλυψε ένα νέο λεξιλόγιο και έναν νέο τρόπο ερμηνείας που ήταν εντελώς δικό του.

Ο δίσκος δεν έχει διάθεση να ‘κρατήσει αιχμαλώτους’ και θέτει τη στάση του από τον πρώτο ήχο του στρατιωτικού βηματισμού με τον οποίο ξεκινά το Holidays in the Sun, ένα έξοχο δείγμα παρανοϊκού ουρλιαχτού τοποθετημένου σε έναν καταρράκτη από riffs και ένα κλασσικό sing-along. Μπορείς να νιώσεις την ματαίωση, την ένταση και την παράνοια καθώς ο Rotten τραγουδά για το τοίχος του Βερολίνου που τον κυκλώνει. Το επόμενο κομμάτι, Bodies, είναι οι Sex Pistols στην πιο παράφρων, σκοτεινή και επικίνδυνη έκδοση τους. Διαβολικά riff, από εκείνα που συναντάς σε black metal μπάντες, είναι οι Sex Pistols που έχουν ξεφύγει, απογυμνωμένοι από όλη την καλλιτεχνικότητα, το attitude, τα ρούχα, το concept. Είναι rock n’ roll όσο θανατηφόρο μπορεί να γίνει.

Φυσικά η σπουδαιότερη στιγμή του άλμπουμ είναι το God Save the Queen. Με αυτήν την ένταση, ο Rotten θα μπορούσε αντί για τους στίχους να τραγουδήσει λίστα για σούπερ μάρκετ και να μην επηρεαστεί στο ελάχιστο το κομμάτι. Το τραγούδι από μόνο του είναι λακωνικό και φαρμακερό, ένα ποπ τραγούδι που παραλίγο να ρίξει την κυβέρνηση, με μία από τις σπουδαιότερες εισαγωγές στην ιστορία της μουσικής. Ο χορωδιακός στίχος “No Future” δηλώνει ξεκάθαρα το DNA της μπάντας και δίνει το σύνθημα για την πανκ γενιά που τώρα βρίσκει τα πατήματα της.

Στο Submission είναι που το καλούπι σπάει -ένα ‘υπονοούμενο’ για αυτό που θα ακολουθούσε, για τους Public Image. Ως προσθήκη της τελευταίας στιγμής προκάλεσε ένα μπέρδεμα στο artwork. Έχει βέβαια τον κλασσικό θόρυβο, αλλά κάτι ξεχαρβαλωμένο και περίεργο ξεχωρίζει στην αίσθηση του, σαν ένα φλερτ με την πρωτοπορία κλειδωμένη σε ένα rock n’ roll τραγούδι.

Ο Glen Matlock υπήρξε σπουδαίος συνθέτης, με ‘μουσικό αυτί’, ακόμα και στιχουργικά όμως είχε τις εκλάμψεις του, όπως στο Pretty Vacant, μια αστεία και ειρωνική έκδοση, απάντηση θα έλεγε κανείς, στο Blank Generation του Richard Hell, ένα κομμάτι που θεωρείται κλασσικός πανκ και ροκ ύμνος.

Το Bollocks όμως, δεν ήταν μόνο οι ύμνοι του και τα singles που τραγουδήθηκαν από τους πάντες. Υπήρχε και το Liar, ένα χλευαστικό και υστερικό παραλήρημα αλαζονείας, το Seventeen που ανασυγκρότησε τα όρια των ποπ γενεών, το μοχθηρά υποτιμητικό Problems, το No Feelings γεμάτο νεανική αλαζονεία, με μάτια που γυαλίζουν, το New York με την πνευματώδη και σαρκαστική του επίθεση στους -τότε- χίπστερς του Big Apple και, φυσικά, το E.M.I., όπου ο Rotten τη μπαίνει στις περισσότερες εταιρείες παραγωγής που είχαν ασυνείδητα απορρίψει τη μπάντα μετά το συμβάν με τον Bill Grundy.

Από μουσική άποψη, τα λιγότερο γνωστά τραγούδια είναι ίσης αξίας με τις επιτυχίες. Ίσως οι Sex Pistols ήρθαν για να καταστρέψουν το rock n’ roll, ίσως τα μέσα τους έδωσαν αυτόν τον τίτλο αλλά οι αποκαλούμενοι σέξι νέοι δολοφόνοι (“sexy young assassins”) κατέληξαν να το επανεφεύρουν και η καθαρή ηχητική παλίρροια που δημιούργησαν έγινε το πρότυπο για ένα μεγάλο μέρος της πανκ και της μέταλ από τότε. Μπορεί να ήταν οι Sex Pistols που δημιούργησαν ουσιαστικά την πανκ, αλλά δεν ήταν μια κλισέ πανκ μπάντα, ο δικός τους ρυθμός ήταν πιο αργός. Το παίξιμο όλων όσο και τα φωνητικά αλλά και οι στίχοι τους είναι τόσο χαρακτηριστικά που μπορείς να ξεχωρίσεις ένα τραγούδι τους όσο μακριά κι αν ακούγεται η μουσική.

Μπορεί το Never Mind the Bollocks να ήταν το μοναδικό ολοκληρωμένο άλμπουμ των Sex Pistols, αλλά σίγουρα αποτελεί μια ηχηρή δήλωση και άλλαξε δραματικά τη μουσική και την κουλτούρα των νέων. Ηχητικά έγινε το πρότυπο για μυριάδες ροκ μπάντες και σε ό,τι αφορά τη στάση τους, άλλαξαν τα πάντα για τα οποία μιλά το rock n’ roll. Το συγκρότημα ήδη πριν την κυκλοφορία του άλμπουμ βρισκόταν σε ένα μηδενιστικό αδιέξοδο. Ένα χρόνο μετά την έκρηξη τους ήδη ήταν τα “σκουπίδια” της ποπ κουλτούρας. Αλλά το Never Mind the Bollocks ήταν και είναι μοναδικό, άλλαξε μια ολόκληρη γενιά σε βαθμό που έγινε αγνώριστη, και αποτελεί ένα από τα all time κλασσικά άλμπουμ της ροκ αλλά και της μουσικής γενικότερα.

*Το παραπάνω άρθρο βασίστηκε στο αντίστοιχο re-evaluation του Louder than War για το Never Mind the Bollokcs.

Διάβασε ακόμα:

Ο Μάιος της πανκ επανάστασης

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]
//