Δεν είμαι απελευθερωτής. Δεν υπάρχουν τέτοιοι. Οι άνθρωποι μόνοι τους απελευθερώνουν τους εαυτούς τους
Είναι 8 Οκτωβρίου του 1967. Ο κομαντάντε Ερνέστο Τσε Γκεβάρα έχει τραυματιστεί και η καραμπίνα του έχει καταστραφεί. Η αντάρτικη μονάδα του στη Βολιβία έχει εντοπιστεί και εξουδετερωθεί. Οι περισσότεροι άντρες του είναι νεκροί. Δεκαεπτά ήταν όλοι κι όλοι οι σύντροφοί του. Το τέλος βρίσκεται μια μέρα μακριά. Όμως δεν λυγίζει. Στον εκτελεστή του φωνάζει: “Ρίξε μου, δειλέ. Θα σκοτώσεις μόνο έναν άνθρωπο, όχι τις ιδέες μου”.
Η πρώτη του σκοπιά
Η παραμονή του στη Γουατεμάλα τον σημάδεψε. Έζησε ημέρες της προοδευτικής διακυβέρνησης του δημοκρατικά εκλεγμένου Προέδρου της χώρας Γιάκομπο Αρμπένς Γκουσμάν, αλλά και το “κατά παραγγελία” πραξικόπημα της πολυεθνικής United Fruit Company (σημερινή Chiquita Brands International) που θιγόταν από τη σχεδιαζόμενη αγροτική μεταρρύθμιση προς όφελος των μικροκαλλιεργητών. Σε σχετικό αφιέρωμα από την ιστοσελίδα Κατιούσα υπογραμμίζεται ότι ήταν το πρώτο πείραμα κατά το οποίο η CIA, πέραν της κατασκοπευτικής της δραστηριότητας, ανέπτυξε έναν παραστρατιωτικό βραχίονα για την ενίσχυση της παγκόσμιας επιρροής της.
Όπως σημειώνει ο Γεράσιμος Κακολύρης στην “Εφημερίδα των Συντακτών”, η αγροτική μεταρρύθμιση της κυβέρνησης Αρμπένς προέβλεπε, μεταξύ άλλων, την αναδιανομή στους αγρότες του 40% των γαιών που κατείχε η νεοαποικιακή αμερικανική εταιρεία United Fruit Company.
Κατά την παραμονή του στη Γουατεμάλα, ο Τσε υπήρξε κυρίως παρατηρητής. Ωστόσο, δήλωσε από την πρώτη στιγμή διάθεση να αντισταθεί στο πραξικόπημα. Σε γράμμα που είχε στείλει στη μητέρα του αναφέρει με αισιοδοξία: “Ο Άρμπενς είναι ένας τύπος με κότσια […] το ηθικό του λαού είναι αρκετά υψηλό. […] Εγώ έχω κιόλας δηλωθεί για προσφέρω τις υπηρεσίες μου ως γιατρός για επείγοντα περιστατικά και παρουσιάστηκα στις οργανωμένες μπριγάδες της νεολαίας για να λάβω στρατιωτική εκπαίδευση προκειμένου να πάω όπου χρειαστεί”.
“Είναι αλήθεια” γράφει στο βιβλίο του (μεταφρασμένο από τη Βασιλική Κνήτου για τις εκδόσεις Κέδρος) για τον Τσε ο Ισπανομεξικανός συγγραφέας και πολιτικός ακτιβιστής Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο ΙΙ. “Δύο μέρες νωρίτερα, ο Ερνέστο πηγαίνει στο στρατόπεδο του αποσπάσματος ‘Αουγκούστο Σέσαρ Σαντίνο’, τόπο συνάντησης των αριστεριστών της Κεντρικής Αμερικής, όπου βρίσκει τον Νικαραγουανό Ροδόλφο Ρομέρο, τον αρχηγό του αποσπάσματος και του προτείνει να τον συνοδεύσει σε μία από τις περιπολίες.
Ο Ρομέρο μας λέει: Του παραδίνω μια τσέχικη καραμπίνα απ’ αυτές που χρησιμοποιούσε ο στρατός της Γουατεμάλας και με ρωτάει: ‘Κι αυτό το πράγμα πώς δουλεύει;’ Του δίνω στα γρήγορα οδηγίες για το πώς οπλίζει και πώς αφοπλίζεται η καραμπίνα και τον πηγαίνω εκείνη τη σκοτεινή νύχτα στο ψηλότερο σημείο του κτηρίου”. Ήταν η πρώτη σκοπιά του Τσε. Από τις δύο ως τις έξι το πρωί.
Αργότερα ο Τσε έγραψε: “Εγώ παρουσιάστηκα ως εθελοντής για να πάω στο μέτωπο, αλλά αυτοί με έγραψαν στα παλιά τους τα παπούτσια”. Λίγο καιρό μετά θα καταταγεί και επισήμως ως γιατρός του αποσπάσματος.
Σε ένα άρθρο του, που ανέσυρε χρόνια αργότερα ο πατέρας του, ο Τσε σημείωνε στο τέλος του: “Είναι πια καιρός να απαντήσει το ρόπαλο στο ρόπαλο. Αν είναι να πεθάνουμε, ας πεθάνουμε σαν τον Σαντίνο και σαν τον Ασάνια” έλεγε αναφερόμενος στον Πρόεδρο της νικημένης ισπανικής δημοκρατίας.
Αυτός ήταν ο Τσε Γκεβάρα. Ένας άνθρωπος που διψούσε για αγώνα και ήθελε να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή. Ένας άνθρωπος που έκανε την επιλογή να ζήσει με το όπλο στο χέρι και όχι να κάνει καριέρα λαμπρού επιστήμονα. Αψηφούσε τις δυσκολίες που του προκαλούσε το άσθμα του και ταξίδεψε, πολλές φορές απένταρος, σε όλη τη Λατινική Αμερική. Συνδέθηκε με τους αγώνες των καταπιεσμένων λαών της και έκανε απτό το όραμα για μια δίκαιη κοινωνία μέσα από την επιτυχημένη επανάσταση στην Κούβα. Αψηφούσε τους κινδύνους. Περιφρονούσε τον θάνατο. Ως την ύστατη ώρα: “Ρίξε μου, δειλέ. Θα σκοτώσεις μόνο έναν άνθρωπο, όχι τις ιδέες μου”.
Αυτόν τον άνθρωπο περιέγραφε ο πατέρας του Ερνέστο Γκεβάρα Λιντς: «Ήμουν πολύ λυπημένος. Δεν κατάφερνα να καταλάβω το παιδί μου. Δεν κατανοούσα τον λόγο αυτών των τρελών ενεργειών που τον απομάκρυναν από μας. Είχε κάνει μια υπεράνθρωπη προσπάθεια για να πάρει το πτυχίο του στην Ιατρική κι όταν πια είχε τον τίτλο στην τσέπη του και του παρουσιαζόταν η ζηλευτή ευκαιρία να μπορέσει να εργαστεί δίπλα σ’ έναν παγκοσμίου φήμης επιστήμονα σαν τον δρ. Πιζάνι, τίναζε τα πάντα στον αέρα».
“Δεν πολέμησε για τη φήμη”
Αυτόν τον άνθρωπο περιέγραφε ο Φιντέλ Κάστρο, με τον οποίο έγραψαν μαζί Ιστορία.
“Ο Τσε δεν πολέμησε για τη δόξα, για την υλική περιουσία ή από φιλοδοξία. Ποτέ δεν πολέμησε για τη φήμη. Ήταν ένας άνθρωπος που από το ξεκίνημα, από την πρώτη κιόλας μάχη, ήταν έτοιμος να θυσιάσει τη ζωή του και που θα μπορούσε να πεθάνει σαν ένας κοινός στρατιώτης”.
Τα λόγια αυτά ακούστηκαν κατά την επίσκεψη του Φιντέλ στη Χιλή του Σαλβαδόρ Αλιέντε το 1971 και κατά τη διάρκεια ομιλίας που δόθηκε στην κοινότητα του Σαν Μιγκέλ, στην πρωτεύουσα της Χιλής, στο Σαντιάγο, όπου και είχε τοποθετηθεί ένα άγαλμα του Τσε Γκεβάρα. “Το σοκ που ένιωσα βλέποντας μεταμορφωμένο σε μπρούντζο έναν άνθρωπο που κάποτε είχα την τιμή να γνωρίζω και στου οποίου το πλευρό είχα κάποτε την τιμή να πολεμώ”, ανέφερε σε άλλο σημείο της ομιλίας, η οποία έχει μεταφραστεί από τον Νικόλα Φουφούτη (εκδ. Μαλλιάρης Παιδεία).
“Άλλοτε περπατώντας κι άλλοτε πάνω σε μια μοτοσικλέτα, επισκεπτόταν τη μία χώρα μετά την άλλη. […] Δεν είχε χρήματα. Δεν ήταν τουρίστας. Πήγε για να δει τα εργατικά κέντρα, τα νοσοκομεία και τις ιστορικές τοποθεσίες. Διέσχισε τις Άνδεις, ανέβηκε σε μια βάρκα ή σε μια σχεδία και πήγε μέχρι ένα νοσοκομείο λεπρών στον Αμαζόνιο, όπου και εργάστηκε για ένα χρονικό διάστημα ως γιατρός”.
Ο Τσε άρχισε να διακρίνεται και να αποκαλύπτει ότι είναι ο Τσε στη δεύτερη μάχη που έδωσαν για την ανατροπή του δικτάτορα Φουλχένθιο Μπατίστα στην Κούβα. “Κατά τη διάρκεια μιας ατομικής, στην ουσία, μάχης με έναν εχθρικό στρατιώτη, καταμεσής ενός γενικού πολέμου, πυροβόλησε τον αντίπαλό του και σύρθηκε προς τα εμπρός μέσα σε έναν καταιγισμό σφαιρών για να του πάρει το όπλο”.
“Εγώ θα πάω”
Λίγες μέρες αργότερα, μαχητικά αεροπλάνα βομβάρδισαν το σημείο που βρίσκονταν οι αντάρτες, με αποτέλεσμα στην προσπάθεια διαφυγής τους να μείνουν κάποια όπλα πίσω. “Τα όπλα αυτά έπρεπε να τα ανακτήσουμε και ζήτησα κάποιους εθελοντές. Αμέσως, χωρίς να σκεφτεί ή να διστάσει για μια στιγμή, ο Τσε ήταν ο πρώτος που είπε: ‘Εγώ θα πάω’. Έτσι, λοιπόν, μαζί και με έναν άλλο σύντροφο, πήγε γρήγορα στο σημείο που βομβαρδιζόταν, πήρε τα όπλα, τα έκρυψε σε ασφαλές μέρος και επέστρεψε πίσω στις υπόλοιπες δυνάμεις”.
Ο Τσε ήταν ακόμη ο γιατρός της στρατιωτικής ομάδας. Σύντομα ωστόσο ξεχώρισε και έγινε στρατιώτης και διοικητής μιας μικρής φάλαγγας. Ένα από τα σπουδαιότερα στρατιωτικά του επιτεύγματα ήταν η κατάληψη της πόλης Σάντα Κλάρα με μόλις τριακόσια άτομα.
Μέχρι βέβαια να αποδεχτούν άπαντες την αξία του, συνάντησε δυσκολίες. Όταν βρισκόταν ακόμη στο Μεξικό, τον αμφισβήτησαν γιατί ήταν Αργεντίνος. Το ισχυρότερο αντεπιχείρημα ήταν πως επρόκειτο για έναν άνθρωπο που “ενώ δεν είχε γεννηθεί στην Κούβα”, για τη χώρα και την επανάσταση ήταν “ο πρώτος που προσφερόταν εθελοντικά για κάποια επικίνδυνη ενέργεια, για κάποια αποστολή που ενείχε μεγάλους κινδύνους”.
Στις αποβάθρες μαζί με τους εργάτες
Μετά την ανάληψη της εξουσίας από τους επαναστάτες, ο Τσε δεν άλλαξε, “συνέχισε να υπηρετεί ως μαχητής”. Παρότι ανέλαβε καθήκοντα υπουργού Βιομηχανίας, κάθε Κυριακή πήγαινε σε κάποιον εργασιακό χώρο και βοηθούσε. “Ορισμένες φορές πήγαινε και στις αποβάθρες για να φορτώσει τα εμπορεύματα μαζί με τους λιμενεργάτες. Ορισμένες φορές πήγαινε στα ορυχεία για να εργαστεί εκεί μαζί με τους εργάτες. Ορισμένες φορές πήγαινε στα χωράφια για να κόψει τα ζαχαροκάλαμα. Ορισμένες, τέλος, φορές συναντιόταν με εργάτες των οικοδομών”.
“Όλα αυτά πρέπει να τα δει κανείς με φόντο την προσωπική του υγεία” είχε υπογραμμίσει ο Φιντέλ. “Πολέμησε έχοντας άσθμα. Έγραφε έχοντας άσθμα. Ταξίδεψε σε ορυχεία, δούλευε στα χωράφια και πήγαινε παντού, χωρίς να επιτρέπει ποτέ στον εαυτό του να ξεκουραστεί για λίγο, έχοντας άσθμα”, Κι όλα αυτά, φαίνεται γιατί “ο Τσε ήταν ένας άνθρωπος με απέραντη εμπιστοσύνη και πίστη στην ανθρωπότητα”.
Ο κόσμος το εκτιμούσε. “Πριν λίγο καιρό (το 1971), επισκεφθήκαμε μια μεγάλη βιομηχανία υφασμάτων της οποίας τα μηχανήματα βρίσκονταν σε διαδικασία αναβάθμισης. Οι άνθρωποι που εργάζονταν εκεί μας πήγαν σε έναν εκθεσιακό χώρο όπου φύλασσαν, σχεδόν σαν να επρόκειτο για οικογενειακό κειμήλιο, τον αργαλειό στον οποίο ο Τσε εργάστηκε εθελοντικά”.
Η κορυφή που δεν ανέβηκε
Για την περίοδο που βρίσκονταν ακόμη στο Μεξικό, ο Φιντέλ είχε να θυμάται ακόμη μία χαρακτηριστική συνήθεια του Τσε που αντανακλούσε την προσωπικότητά του και την είχε μοιραστεί στον Ιταλό δημοσιογράφο, ντοκιμαντερίστα και συγγραφέα Τζιάνι Μίνα το 1987: “Ο Τσε ήταν ο γιατρός μας. Κανείς δεν έβλεπε τον Τσε ως έναν σπουδαίο στρατιώτη. Του άρεσαν τα αθλήματα. Επιδίωκε να ανεβαίνει στο βουνό Ποποκατέπτελ σχεδόν σε εβδομαδιαία βάση. Δεν κατόρθωσε ποτέ να φτάσει στην κορυφή, προσπαθούσε ωστόσο κάθε εβδομάδα. Υπέφερε από άσθμα, είχε αυτό το πρόβλημα, έκανε όμως μια ηρωική προσπάθεια να ανέβει στο ηφαίστειο αυτό. Παρότι δεν κατάφερε ποτέ να ανεβεί στην κορυφή, δεν σταμάτησε ποτέ να προσπαθεί να αναρριχηθεί σ’ αυτή”. Σημειώνεται ότι το Ποποκατέπτελ έχει ύψος 5.426 μέτρα και είναι η δεύτερη ψηλότερη κορυφή του Μεξικού.
Τον φοβόντουσαν και μετά θάνατον
“Γιατί οι αρχές της Βολιβίας δεν επέστρεψαν ποτέ το λείψανο του Τσε; Τους φόβιζε ακόμη και μετά τον θάνατό του;” ρώτησε ο Τζιάνι Μίνα. “Θέλανε να ξεφορτωθούν το πτώμα του Τσε για να αποτρέψουν τη δημιουργία ενός σημείου το οποίο θα φυλασσόταν με σεβασμό και το οποίο ο κόσμος θα μπορούσε να επισκέπτεται. […] Παρ’ όλα αυτά, ο Τσε έγινε ένα μεγάλο σύμβολο για όλο τον κόσμο, το τέλειο παράδειγμα του ήρωα και επαναστάτη. Θα μπορούσα να προσθέσω ότι έγινε ένα από τα πιο εκπληκτικά παραδείγματα του πολεμιστή και επαναστάτη στον Τρίτο Κόσμο και ίσως και στον αναπτυγμένο βιομηχανικά κόσμο. Και η ιδέα αυτή, αυτή η εικόνα του δεν είναι αδικαιολόγητη”.
Καταλήγοντας στην ομιλία του στη Χιλή, ο Φιντέλ είχε τονίσει κάτι πολύ σημαντικό. Η μορφή του Τσε είχε πάρει γιγαντιαίες διαστάσεις, όμως “καμία φαντασία, καμία φαντασίωση και κανένα συμφέρον δεν οδήγησε στο αποτέλεσμα αυτό”. “Ο ίδιος ο Τσε μετέτρεψε τη μορφή του στο σύμβολο αυτό κατά τη διάρκεια της σύντομης, αλλά έντονης ζωής του, της σύντομης, αλλά δημιουργικής ζωής του”, αλλά “δεν ήταν αυτός ο σκοπός του. Δεν ήταν αυτή η επιδίωξή του. Λόγω, όμως, της ζωής του, της ανιδιοτέλειάς του, της εντιμότητάς του, του αλτρουισμού του και της ηρωικότητάς του, μεταμορφώθηκε σ’ αυτό που είναι σήμερα. Μεταμορφώθηκε σε σημαία, σε υπόδειγμα και σε μαχητή. Μεταμορφώθηκε σε έναν οδηγό. Μεταμορφώθηκε σε ένα μνημείο για ό,τι πιο ευγενές: για το πνεύμα της δικαιοσύνης”.
*Το κείμενο δημοσιεύτηκε πρώτα στην Αυγή
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.