Για όλους όσους ασχολούμαστε με τα αθλητικά δρώμενα, έρχεται κάποτε η μέρα, συνήθως σε πολύ μικρή ηλικία, την οποία αποφασίζουμε ποια ομάδα θα υποστηρίζουμε. Πρώτα στην Ελλάδα και αργότερα στο εξωτερικό. Την ελληνική μας ομάδα δεν την αλλάζουμε (σχεδόν) ποτέ. Γιατί όμως δεν συμβαίνει το ίδιο και με την ευρωπαϊκή μας «αγάπη»;

Κάθε αγοράκι που σέβεται τον εαυτό του, το αργότερο μέχρι την πρώτη δημοτικού, πρέπει να έχει αποφασίσει ποια θα είναι η ομάδα του, τουλάχιστον εντός συνόρων. Για τις ξένες, έχει ο Θεός. Ως άνθρωπος που σέβεται τον εαυτό του, αποφάσισα τότε ότι η ομάδα μου θα είναι ο Παναθηναϊκός.

Η επιλογή δεν έγινε με τα άκρως δημοκρατικά και φιλελεύθερα κριτήρια που γίνεται στις περισσότερες οικογένειες. «Ο μπαμπάς Ολυμπιακός, ο γιός Ολυμπιακός». Ο πατέρας μου είναι ΑΕΚ και η μεγαλύτερη αδερφή μου Ντέιβιντ Μπέκαμ (προ Βικτώριας εποχή, τότε που είχε ακόμα ελπίδες).

Αφού δεν με πίεσε κανείς από τους δύο να γίνω αυτό που ήθελε, έπρεπε να διαλέξω μόνος μου. Η επιλογή μου έγινε πολύ εύκολη, όταν είδα τον Κριστόφ Βαζέχα να αγωνίζεται. Εδώ είμαστε είπα. Δεν χρειάζεται να δω τι κάνουν αυτοί με τα κόκκινα, ούτε αυτοί με τα κίτρινα.

Στις πρώτες τάξεις του δημοτικού, το σπίτι μου γέμισε από αφίσες, κασκόλ, φανέλες και οτιδήποτε άλλο του Παναθηναϊκού. Ακόμα και η τούρτα των γενεθλίων μου και η λαμπάδα μου, είχαν πάνω το τριφύλλι. Ακολούθησαν τα χρόνια του Γυμνασίου και του Λυκείου στα οποία η αγάπη μου για την ομάδα έφτασε στην κορύφωσή της, αλλά και στην πλήρη αδιαφορία, όσο περνούσαν τα χρόνια.

Συγκεκριμένα, τελευταία αγωνιστική περίοδος κατά την οποία θυμάμαι το σπίτι μου να φτάνει κοντά στο να γκρεμιστεί από τους πανηγυρισμού μου, είναι το 2001-2002. Τότε που ο Παναθηναϊκός έφτασε στους 8 του Champions League (με διπλή φάση ομίλων) και αποκλείστηκε από την Μπαρτσελόνα στις λεπτομέρειες.

Μέχρι που έφτασε το 2003. Τότε, ο Νίκος Λυμπερόπουλος όντας πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος και κατά γενική ομολογία, ο καλύτερος παίκτης της ομάδας, έμεινε ελεύθερος και πήγε στην ΑΕΚ! Ήταν η πρώτη φορά στα όσα χρόνια (όχι πάρα πολλά) παρακολουθούσα ποδόσφαιρο, που γινόταν κάτι που δεν το χωρούσε το μυαλό μου. Που δεν έβρισκα λογική εξήγηση. Τότε είπα πρώτη φορά ότι δεν ξανά ασχολούμαι με το ελληνικό πρωτάθλημα. Η αλήθεια είναι ότι ασχολιόμουν, αν και με πολύ λιγότερο φανατισμό και ζήλο, μέχρι το 2005, όταν και ο Μιχάλης Κωνσταντίνου πήγε στον Ολυμπιακό. Αυτό ήταν. Για μένα σε εκείνη την ηλικία, τα είχα δει όλα.

Αποφάσισα να μην χαλιέμαι για κάτι που δεν αξίζει τόσο τελικά και προσπάθησα να βρω διέξοδο στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Να βρω έναν άλλον Παναθηναϊκό, γιατί δεν μπορούσα να διανοηθώ την ζωή μου χωρίς να έχω μια ομάδα την οποία υποστηρίζω φανατικά.

Ήμουν τυχερός μες στην ατυχία μου, γιατί πριν γίνει οτιδήποτε από τα παραπάνω, είχα παρατηρήσει ότι το διεθνές ποδόσφαιρο με ελκύει περισσότερο από το εγχώριο. Έτσι, από το 1999 ακόμα, είχα επιλέξει να είμαι Μίλαν. Μόνο Μίλαν. Όχι Μίλαν στην Ιταλία, Ρεάλ Μαδρίτης στην Ισπανία και Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στην Αγγλία.

Ο λόγος ήταν και πάλι ένας συγκεκριμένος ποδοσφαιριστής. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, τον ρόλο του Κριστόφ Βαζέχα, τον έπαιξε ο Αντρί Σεφτσένκο. Το 1997 έκανε χατ τρικ μέσα στο Καμπ Νου απέναντι στην Μπαρτσελόνα με τη φανέλα της Ντιναμό Κιέβου. Επειδή η Ντιναμό δεν συγκαταλέγεται στην ελίτ της Ευρώπης, είχα πει στον εαυτό μου. «Όπου πάει αυτός ο τύπος, αυτή θα είναι η ομάδα μου». Το 1999 ανακοινώθηκε από την Μίλαν και αυτό ήταν. Από τότε, δίπλα στις φανέλες και τις αφίσες του ΠΑΟ, υπήρχαν αυτές της Μίλαν, μέχρι που σήμερα υπάρχουν μόνο οι «κοκκινόμαυρες».

Στον τελικό του Champions League του 2003 απέναντι στην Γιουβέντους στο Ολντ Τράφορντ, ήταν αυτός που πέτυχε το νικητήριο πέναλτι για να πανηγυρίσω το πρώτο μου ευρωπαϊκό τρόπαιο. Αποτέλεσμα, να ξυπνήσουν οι γονείς μου και να τρέχουν στο σαλόνι έντρομοι για να δουν αν έπαθα εγκεφαλικό ή αν μπήκαν κλέφτες στο σπίτι. Ακολούθησε το εφιαλτικό 2005 στην Κωνσταντινούπολη. Η Μίλαν νικούσε 3-0 στο ημίχρονο και εγώ ήδη πανηγύριζα σαν να είχε τελειώσει το ματς. Όχι μόνο δεν είχε τελειώσει, αλλά στο τέλος του, προσπαθούσα να καταλάβω τι είχε συμβεί, αλλά μάταια.

Νιώθω ευλογημένος και υποχρεωμένος σε έναν άνθρωπο, που κατάφερα να δω την Μίλαν να σηκώνει το Champions League το 2007 στο ΟΑΚΑ ενώ ήμουν στο γήπεδο και εκτός των άλλων που κατάφερα να είμαι παρών στην συνέντευξη Τύπου και να έχω και χειραψίες με κάποιους από τους παίκτες.

Στην Ευρώπη, ζούμε στην εποχή της Barcelomania. Όλοι είναι Μπαρτσελόνα! Άντρες, γυναίκες, παιδιά, σκυλιά, γατιά, πάπιες Πεκίνου, όποιον και να ρωτήσεις είναι Μπαρτσελόνα. Μέχρι χθες (20/02) το βράδυ, με όποιον είχα μιλήσει, μου έλεγε, «θα φάτε τρία στο πολύ χαλαρό» και διάφορα τέτοια. Είπαμε όμως. Μέχρι χθες βράδυ. Πριν τις 21.45. Μετά τις 23.30 το τροπάριο άλλαξε. To Facebook γέμισε με οπαδούς της Μίλαν από κούνια, χωρίς να ξέρουν περισσότερους από τρεις παίκτες της ομάδας, ενώ ήξεραν και τους 11 της Μπαρτσελόνα! Ακόμα και οι ίδιοι που το μεσημέρι μου έλεγαν για τριάρα και διασυρμό της Μίλαν, έγραφαν «Forza Milan»! Είναι οι ίδιοι που αν σε τρεις εβδομάδες, η ομάδα του Μιλάνου αποκλειστεί θα γράφουν «Vamos Barca». Αν δεν είναι αυτό κωλοτούμπα τότε τι είναι;

Το ποδόσφαιρο είναι ένα θέαμα, που σε βοηθάει να ξεχνάς για 90 λεπτά τα όποια προβλήματα έχεις στην καθημερινότητά σου και να μην σε νοιάζει τίποτα άλλο πέρα από το αποτέλεσμα του αγώνα. Αυτό όμως ισχύει, μόνο εάν έχεις ταυτιστεί με μία ομάδα, σαν να αποτελεί κομμάτι του εαυτού σου.

Ακόμα και σήμερα που δεν ασχολούμαι σχεδόν καθόλου με τον Παναθηναϊκό, δεν θα μπορούσα να πανηγυρίσω ένα γκολ εναντίον του. Δεν μπορώ να με φανταστώ στο μέλλον, να πανηγυρίζω γκολ της Ίντερ ή της Γιουβέντους απέναντι στην Μίλαν.

Όταν ταυτίζεσαι πολύ με κάτι, όταν κάτι δεν πάει καλά, η στεναχώρια είναι πολύ μεγάλη. Αντίστοιχα όμως, όταν κάτι πάει καλά, η χαρά είναι τόσο μεγάλη που ξεχνάς οποιαδήποτε πίκρα. Νιώθω πολύ τυχερός που από μικρός έχω ταυτιστεί με δύο και μόνο ομάδες, οι οποίες μου έχουν χαρίσει απερίγραπτα έντονα συναισθήματα χαράς και λύπης. Κάτι που ευτυχώς δεν θα μπορέσει να νιώσει ΠΟΤΕ ο εκάστοτε ποδοσφαιρικός «κωλοτούμπας»…

*Στους τελικούς του 2005 και του 2007 η Μίλαν αντιμετώπισε την Λίβερπουλ.

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]

About The Author

Αφού απέτυχε να γίνει μεγάλος και τρανός εντός των γραμμών ενός ποδοσφαιρικού γηπέδου (όχι δεν τον έφαγαν τα κυκλώματα, ούτε ένας σοβαρός τραυματισμός), αποφάσισε να ασχοληθεί με ό,τι κοντινότερο με το ποδόσφαιρο. Σπούδασε δημοσιογραφία στο Κέντρο Αθλητικού Ρεπορτάζ και δούλεψε σε αθλητικές ιστοσελίδες (balla.gr, sport.gr). Επίσης, εργάστηκε ως LOC στον τελικό του Champions League της Αθήνας το 2007 και ως απεσταλμένος του NovaΣΠΟΡ FM σε εκείνον της Μόσχας το 2008. Όπου κι αν εργάστηκε στάθηκε τυχερός, καθώς ασχολιόταν με αυτό που αγαπούσε περισσότερο, το διεθνές ποδόσφαιρο.

Related Posts

//