Πολύ θα ‘θελα να βρισκόμουν στο μυαλό της οικογένειας Αντετοκούνμπο. Όταν πήγαινε στο Μαξίμου και την κυνηγούσαν τα κανάλια, όταν έδινε χειραψία με τον Σαμαρά, όταν αποχωρούσε κι αντίκριζε εικόνες με δημοσιογράφους να ποδοπατούνται για μια ατάκα, όταν έβλεπε τα περιπολικά σταθμευμένα σε απόσταση αναπνοής και τους μπάτσους να κοιτάζουν με θαυμασμό.
Λίγες μέρες πριν, αν κατέβαινε από την Ηρώδου Αττικού, μάλλον θα ‘χε πρόβλημα. Οι αστυνομικοί, αντί γι’ αυτόγραφα, θα ζητούσαν χαρτιά παραμονής, τα κανάλια θα ρωτούσαν να μάθουν για το πώς πέρασαν τα σύνορα, ο Τράγκας θα έστηνε νέο κύκλο εκπομπών με καλεσμένα τα πρωτοπαλίκαρα της Χρυσής Αυγής κι ο Σαμαράς θα ένιωθε δικαιωμένος γιατί “επανακαταλαμβάνουμε την πόλη μας”.
Σενάριο βγαλμένο απ’ τη ζωή… Με τη διαφορά ότι το πρώτο συμβαίνει μια φορά στα 20 χρόνια και το δεύτερο καθημερινά, με διαφορετικούς πρωταγωνιστές σε διάφορους δρόμους της Αθήνας.
Η κίνηση Σαμαρά δεν πρόκειται για την έκπληξη του αιώνα. Με την ίδια ευκολία που στέλνει σωρηδόν μετανάστες σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, με την ίδια ευκολία φορά τη φιλική του μάσκα κι ανταμείβει τον εν δυνάμει σουπερ σταρ Γιάννη Αντετοκούνμπο. Ένας αναγκαίος ελιγμός, αλλά και μια ήττα για τον πρωθυπουργό, μην γελιόμαστε.
Μετά την χορήγηση ελληνικής ιθαγένειας για “την προσφορά εξαίρετων υπηρεσιών”, αναγκάστηκε να “επιβραβεύσει” ξανά τον 18χρονο παίκτη, αν κι αυτή τη φορά περιορίστηκε σ’ ένα εικόνισμα. Ο μικρός όμως, τον κέρασε φαρμάκι, με χρώμα καταπράσινο όπως της Νιγηρίας και σαν το καπέλο των Μιλγουόκι Μπακς που τον επέλεξαν.
Μέσα στον ζόφο, που έκτισαν λιθαράκι – λιθαράκι ο κ. Σαμαράς κι οι προκάτοχοί του, εκείνος αντιπαρέταξε χρώμα, ελπίδα, ζωή. Κι αυτό πονά το κράτος μας περισσότερο από το κάθε τι. Ένα κράτος που ξέρει μονάχα να καταστρέφει, τη δημιουργία τη βλέπει όπως ο διάολος το λιβάνι…
Περισσότερο όμως, μ’ ενδιαφέρουν όσα κουβαλούν στο κεφάλι τους οι Αντεντονκούνμπο. Οφείλουν να μην ξεχάσουν. Να μην ξεχάσουν ούτε το παρελθόν τους, αλλά ούτε κι όσους μένουν πίσω στις φτωχογειτονιές που έφαγαν με το κουτάλι. Συμπατριώτες τους που πουλάνε ακόμα cd για να ζήσουν, που πέφτουν θύματα ρατσιστικών επιθέσεων και καταδιώκονται από την αστυνομία. Πολλοί γεννήθηκαν στη χώρα μας, άλλοι ζουν για χρόνια, αλλά δεν έχουν πάρει ελληνική ιθαγένεια. Θεωρούνται λαθραίοι. Όπως λαθραίοι θεωρούνται ακόμα και τώρα οι γονείς και τ’ αδέρφια των Θανάση και Γιάννη.
Θα επιχειρήσουν πολλοί, από πολιτικούς μέχρι απλούς φιλάθλους να κεφαλαιοποιήσουν την επιτυχία που εμφανίστηκε στο δρόμο τους. Κι αυτό δεν θα τ’ αποτρέψει ο Γιάννης, όπως κανένας αθλητής. Ωστόσο, μπορεί ν’ αποτρέψει ένα κομμένο και ραμμένο παραμύθι στα μέτρα εκείνων που θεωρούσαν τον ίδιο και την οικογένειά του “σκουπίδια” κι “εισβολείς”, αλλά τώρα σκύβουν μπροστά από τα φλας για να κλέψουν λίγη δόξα.
Αυτό θα είναι και το πρώτο του πραγματικά μεγάλο κι εντυπωσιακό κάρφωμα. Για κάθε βήμα που θα κάνει μπροστά και θα μιλά για τη σκληρή πραγματικότητα που έζησε, θα γεμίζει περηφάνια, δύναμη και εφόδια όσους αντιμάχονται τον ρατσισμό και τις κοινωνικές ανισότητες.
*Το νομοσχέδιο για την ιθαγένεια πέρασε, όμως οι ανισότητες είναι ακόμη εδώ.
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.