386_274_markantwnis_200x200_200x200Παρατήρησα ότι το πτυχίο του το είχε πάρει με «καλώς», πράγμα που με έκανε να τον αντιμετωπίσω  με μια μικρή επιφύλαξη από την αρχή.  Δύο βράδια πριν την επίσκεψή μου στον γιατρό είχα μεθύσει.  Επίτηδες και προγραμματισμένα.  Είχα πάει στην κάβα της γειτονιάς και είχα πάρει ένα Captain Morgan και ένα κουτάκι γκοφρέτες με σοκολάτα, οι οποίες είχαν λίγο λειώσει από τη ζέστη.  Έφαγα όλες τις γκοφρέτες.  Η ζάχαρη έδωσε ένα μπουστ ενέργειας στην εξαντλημένη μου συνείδηση και έπειτα ακολούθησαν μερικές γενναίες γουλιές αλκοόλ από το μπουκάλι (που δεν έχει μπίλια).  Σαράντα λεπτά αργότερα, νοσταλγούσα την κατάσταση που βρισκόμουν προτού δοκιμάσω αυτή την ολέθρια λύση…  Νόμιζα ότι αυτό το προγραμματισμένο μεθύσι θα έκανε ένα φορμάτ στο μυαλό μου και ύστερα όλα θα μπορούσαν να λειτουργούν σωστά.  Αντ’ αυτού πέρασα μια άσχημη νύχτα και μια ακόμα πιο άσχημη μέρα μη μπορώντας να κάνω, κυριολεκτικά, τίποτα.

 

Η ιδέα για τον γιατρό μου είχε μπει πιο νωρίς, τότε ήταν όμως που υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι μόλις ένιωθα λίγο καλύτερα θα πήγαινα να πω στον γιατρό πόσο άσχημα νιώθω μήπως μπορεί να κάνει κάτι γι’ αυτό.

Αντιλαμβάνομαι ότι μια μακροσκελής αφήγηση με κύριο άξονα το πόσο κουρασμένος είναι ένας τυχαίος τύπος, είναι ίσως όχι πολύ ενδιαφέρουσα…  Δεν ξέρω καν, τι ποσοστό από όσους ξεκινήσατε να διαβάζετε αυτή την ιστορία, έχετε φτάσει ως εδώ.  Για εσάς τους υπομονετικούς, πάντως, η κατάσταση αλλάζει από δω και πέρα.  Έχει ειδικά εφέ, ίντριγκες και μεταφυσικά τουίστ στην πλοκή, μέχρι και ιταλικό νεορεαλισμό!  Έχει ακόμα και σάουντρακ 😉

Μπορεί το πτυχίο του παθολόγου που επισκέφτηκα να έγραφε «καλώς», δίνοντας ένα στίγμα μιας ανέμελης φοιτητικής ζωής,  το ιατρείο από την άλλη ήταν η ταυτότητα μιας επιτυχημένης καριέρας, μιας μεγάλης περιουσίας ή μιας καλής προίκας…  Τα έπιπλα έδειχναν πολύ βαριά και το δέρμα που τα έντυνε, μαλακό με μια θαμπή γυαλάδα (σαν αυτή του πιάνου).  Ο φωτισμός ήταν απαλός και ξεκούραστος έτσι όπως έβγαινε από τα πολλά ακριβά φωτιστικά τοποθετημένα σε διάφορα σημεία του μεγάλου σαλονιού.  Το φως έμπλεκε κόκκινες με γαλάζιες αποχρώσεις, ενώ ένα γαλακτώδες λευκό έδενε τα περιγράμματα των επίπλων με ένα τρόπο σα να είχες μπροστά σου μια ελαιογραφία του 17ου αιώνα.  Τα παράθυρα ήταν ερμητικά κλειστά και οι κουρτίνες έπεφταν βαριά πάνω τους σαν κάγκελα, αγνοώντας την εποχή και το καλοκαίρι που έβραζε έξω.  Σε αυτό βοηθούσε ένα αθόρυβο, τελευταίας τεχνολογίας αιρκοντίσιον που εξασφάλιζε μια τόσο ιδανική ατμόσφαιρα μέσα στο σαλόνι, που ήταν σα να είχε σταματήσει ο χρόνος.

 

Την εικόνα συμπλήρωνε ένα παχύ χαλί που φύτρωνε ανάμεσα στα πόδια της πολυθρόνας, του πελώριου σκαλιστού τραπεζιού στο κέντρο του δωματίου και έγλυφε τις άκρες από τους τοίχους έτοιμο να ανέβει πάνω τους και να τους σκεπάσει.  Αντιστέκονταν σ’ αυτό δύο μεγάλοι πίνακες που έδειχναν δύο γυναίκες (από μία ο καθένας) που έκαναν κάτι με τα χέρια τους.  Τα δάχτυλα των χεριών τους φαίνονταν να βάζουν δύναμη για να περιστρέψουν κάτι και, πίσω από τα βαριά κοσμήματα και τις πιέτες των υφασμάτων, έφεγγαν ανάμεσα στα δάχτυλά τους συγκεχυμένα χρώματα.

 

Καθώς περιέγραψα προηγουμένως, η ικανότητά μου να αντιλαμβάνομαι και να οριοθετώ τα χρώματα ήταν περιορισμένη ως εκ τούτου δεν μπορούσα να καταλάβω τι ήταν ακριβώς αυτό που κρατούσαν.  Είμαι σχεδόν βέβαιος όμως ότι ήταν το ίδιο αντικείμενο και στους δύο πίνακες και τα χέρια τους έκαναν την ίδια λειτουργία.  Οι δύο γυναίκες έμοιαζαν μεταξύ τους σα μητέρα με κόρη.  Και οι δύο γυναίκες είχαν κάτι γνώριμο.  Δεν μπόρεσα να προσδιορίσω τι ακριβώς, αλλά ένιωθα σα να τις είχα συναντήσει και τις δύο πριν λίγο έξω στο δρόμο.  Θα τις χρονολογούσα ωστόσο τη μία κοντά στο μεσαίωνα και την άλλη στους ελληνιστικούς χρόνους.  Αυτό είχε να κάνει και με τα ρούχα που φορούσαν και με τη διαφορετική τεχνοτροπία που είχαν οι δύο πίνακες.  Μου έκανε εντύπωση το πόσο παρόμοιοι και αταίριαστοι ταυτόχρονα ήταν.  Μου χάλασαν την αρμονία του υπόλοιπου δωματίου και μου δημιούργησαν ένα δυσοίωνο συναίσθημα.  Παρόλα αυτά, αν γυρίσετε λίγο πίσω στην περιγραφή του δωματίου χωρίς τους πίνακες και με το δεδομένο της κατάστασής μου καταλαβαίνετε ότι ήταν το ιδανικό περιβάλλον για να με πάρει ο ύπνος.

 

Πρέπει να κοιμήθηκα λίγα λεπτά, αλλά ήταν αρκετά να με κάνουν να νιώσω λίγο καλύτερα.  Ήταν ένας ύπνος απρογραμμάτιστος, αναπόφευκτος και γι’ αυτό αναζωογονητικός.  Με ξύπνησε ο ήχος του τηλεφώνου που χτυπούσε αρκετή ώρα και ακουγόταν σα να ήταν σκεπασμένο με μια κουβέρτα.  Ο ήχος του σπιτιού μου άρχισε να βουίζει πάλι στ’ αυτιά μου.  Θα έτρωγα εκείνη την ώρα ένα ολόκληρο πακέτο μακαρόνια.   Ή θα κοιμόμουν μια ολόκληρη ζωή ανάμεσα στα πανάκριβα έπιπλα.  Όπως άνοιξα τα μάτια μου, σχεδόν με ευχαρίστηση όμως, στο γλυκό φως του δωματίου, εμφανίστηκε μπροστά μου η γραμματέας του γιατρού θολή σαν το πρόσωπο της ελαιογραφίας στον τοίχο και απαλή σαν την κουβέρτα που σκέπαζε το τηλέφωνο, κάνοντας την ευχαρίστησή μου μεγαλύτερη.

 

Ήταν ξανθιά με μπούκλες που έπεφταν πάνω στους ώμους της και μεγάλα αμυγδαλωτά μάτια απροσδιόριστου χρώματος.  Λέω «απροσδιόριστου» γιατί φορούσε κάτι απαίσιους έγχρωμους φακούς επαφής που έκρυβαν το πραγματικό φως των ματιών της.  Ωστόσο δεν ήταν καθόλου βαμμένη, και αυτό ερχόταν σε αντίθεση με το πόσο προσεγμένο ήταν το ντύσιμό της.  Φορούσε μία μπλε εφαρμοστή φούστα αεροσυνοδού και ένα μεταξωτό πουκάμισο με μεγάλα πολύχρωμα λουλούδια.  Τα περιγράμματά τους ήταν σαφή αλλά τα έντονα χρώματά τους έμπαιναν το ένα μέσα στο άλλο.  Το πουκάμισο άνοιγε μπροστά, κάπως οριακά θα έλεγα, αφήνοντας να φανεί μια σκούρα μπλε δαντέλα από τον στηθόδεσμό της.  Καταλαβαίνετε ότι είχα μόλις ξυπνήσει και με το θέαμα της γραμματέως μπροστά μου, και με το φως να κρύβει τα μάτια της, είχα μια έντονη στύση την οποία ήμουν αρκετά κουρασμένος για να νοιαστώ να την κρύψω.  Δε φάνηκε πάντως να κατάλαβε κάτι, πράγμα που, τώρα που το γράφω, δεν αισθάνομαι να με κολακεύει ιδιαίτερα.

 

Την ώρα που μου είπε απαλά «περάστε», ένα λάθος στην κατασκευή των φακών άφησε να περάσει μια ακτίνα από το βλέμμα της και αυτό μου έδωσε να καταλάβω αρκετά για κείνη.  Τα μάτια της έγιναν μια μηχανή προβολής που έριξαν πάνω μου σκηνές από τη ζωή της.  Η μέθη της κατάστασής μου με είχε κάνει υπερευαίσθητο σε κάθε εξωτερικό ερέθισμα.  Το νευρικό μου σύστημα όμως δεν είχε καμία αντοχή στο να επεξεργάζεται την πληθώρα και την ένταση των πληροφοριών που δεχόταν μέσα σε αυτό το λήθαργο του οποίου η επιμονή με έκανε να επισκεφτώ τον παθολόγο που είχε πάρει το πτυχίο του με «καλώς».

 

Η γραμματέας με οδήγησε στο γραφείο του γιατρού, και έτσι όπως προπορευόταν δυο μέτρα παρατήρησα δύο ακόμη πράγματα σ’ αυτή.  Το ένα ήταν ότι αφού αφήσαμε πίσω μας το χοντρό χαλί, τα μυτερά της τακούνια δεν έκαναν σχεδόν κανένα θόρυβο πάνω στο ξύλινο πάτωμα.  Το ένα πέλμα έμπαινε μπροστά στο άλλο και τα τακούνια χτυπούσαν το ξύλο αλλά ήχος δεν ακουγόταν.  Το βάδισμά της ήταν αιθέριο και ήταν περισσότερο ένα αισθησιακός χορός παρά βάδισμα…  Παρόλα αυτά θα έπρεπε να ακούγεται πιο δυνατά ο ήχος από τα βήματά της.  Το δεύτερο που παρατήρησα ήταν ότι είχε τα χέρια της μπροστά και τα απασχολούσε με κάτι που δεν μπορούσα να καταλάβω τι ακριβώς ήταν, αλλά θα ορκιζόμουν ότι ήταν το ίδιο με αυτό που έκαναν οι δύο γυναίκες στις αταίριαστες ελαιογραφίες στο σαλόνι.  Αν έπρεπε κάπως να το περιγράψω παίρνοντας υπ’ όψη τα χρώματα και τις μικρές κινήσεις των δαχτύλων, θα έλεγα ότι έφτιαχνε ένα κύβο του Rubik.

 

Να μην τα πολυλογώ άλλο, μπήκα στο γραφείο του γιατρού.  Και έτσι μπαίνω και στο κυρίως θέμα…

 

*Η φωτογραφία είναι του Παναγιώτη Παρίση

 

 

Βαγγέλης Μαρκαντώνης

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]

About The Author

To 3pointmagazine.gr είναι αυτοδιαχειριζόμενο μέσο που δεν έχει εκδότες και διευθυντές σύνταξης, ούτε κομματικές και οικονομικές εξαρτήσεις. Ένα μικρό πείραμα που μεγαλώνει διαρκώς, φιλοδοξώντας να ανταγωνιστεί τα κυρίαρχα, παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης.

Related Posts

//