“Δεν πετυχαίνεις τη διάδοση της δημοκρατίας με την κάννη ενός όπλου”. Όσο δίκαιο και σωστό κι αν ακούγεται το παραπάνω, ένα ολόκληρο έθνος δομήθηκε και λειτουργεί μέχρι σήμερα, στηριζόμενο στο ακριβώς αντίθετο: την κατοχή όπλου από οποιονδήποτε πολίτη.
Η αναφορά βεβαίως γίνεται για τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, όπου λίγες ημέρες πριν και κάποιους μήνες μετά το τελευταίο μακελειό σε σχολείο του Κονέκτικατ -όπου δολοφονήθηκαν 20 παιδιά- καταψηφίστηκε από τη Γερουσία ο διακομματικός συμβιβασμός για την επέκταση του ελέγχου του ιστορικού των αγοραστών όπλων και την απαγόρευση των όπλων επίθεσης. Οι 60 ψήφοι που απαιτούνταν για την επίτευξη της συμφωνίας, δεν βρέθηκαν και έτσι μέχρι και σήμερα άτομα με διαταραγμένο ψυχολογικό παρελθόν, ή άτομα με μικρά παιδιά, ή άτομα με βεβαρημένο ποινικό μητρώο μπορούν, εφόσον έχουν νόμιμη άδεια -κάτι που δεν είναι καθόλου δύσκολο να αποκτηθεί- να προσέλθουν σε ένα μαγαζί με όπλα και να αγοράσουν όποιο από αυτά επιθυμούν.
Το σκεπτικό του αμερικανικού κράτους από την ίδρυσή του βασίστηκε πάνω στο “αν ο λαός είναι οπλισμένος, αυτό θα αποτρέψει την οποιαδήποτε απόπειρα πραξικοπήματος, ή υφαρπαγής της εξουσίας από κάποια ένοπλη μειοψηφία”.
Και μπορεί πραξικόπημα να μην έγινε ποτέ -όπως και σε πολλές άλλες χώρες που δεν επιτρέπεται η οπλοκατοχή- οι άνθρωποι όμως που έχουν σκοτωθεί είτε από επίθεση, είτε κατά λάθος, είτε από δικό τους λάθος, ανέρχονται περίπου στους 100.000 κάθε χρόνο.
Ενδεικτικό της κατάστασης είναι ότι κατά μέσο όρο τα όπλα σκοτώνουν ή τραυματίζουν 276 ανθρώπους κάθε μέρα στην Αμερική. Από τους πυροβοληθέντες πεθαίνουν περίπου 75 ενήλικες και 9 παιδιά, ενώ πρόσφατη έρευνα που ενσωματώθηκε σε εκστρατεία υπέρ του περιορισμού της οπλοκατοχής (Moms Demand Action), δείχνει ότι ένα παιδί πεθαίνει από πυροβολισμό κάθε τρεις ώρες.
Μεγάλη η λίστα των μακελειών
Πέρα όμως από τα μεμονωμένα περιστατικά που είναι πια σύνηθες φαινόμενο (πριν λίγα χρόνια πραγματοποιήθηκε δολοφονική επίθεση εναντίον της γερουσιαστού Γκάμπριελ Γκίφορντς) και δεν φαίνεται να προβληματίζει τη μεγάλη πλειοψηφία των αμερικανών πολιτών, τα κατά τόπους μακελειά σε δημόσιους χώρους κοντεύουν να γίνουν και αυτά σύνηθες φαινόμενο.
Η μεγαλύτερη απρόκλητη μαζική δολοφονία αθώων από πλευράς ενός ανθρώπου, έγινε το 2007 στη Βιρτζίνια Τεκ, όπου 32 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, ενώ το φονικό στο Κονέκτικακ, τον περασμένο χρόνο, θεωρείται το δεύτερο φονικότερο μακελειό στις ΗΠΑ.
Ο κατάλογος δεν τελειώνει με δύο περιστατικά προφανώς, καθώς τον Ιούλιο του ίδιου έτους (2012) ένας νεαρός, υποδυόμενος τον Τζόκερ, μπήκε σε κινηματογράφο σε συνοικία του Ντένβερ στο Κολοράντο (στην πρεμιέρα της νέας ταινίας του Μπάτμαν) και σκότωσε δώδεκα ανθρώπους, ενώ έναν μήνα αργότερα, τον Αύγουστο, έξι άνθρωποι σκοτώθηκαν σε ναό των Σιχ στο Ουισκόνσιν.
Τον Μάιο του 2012, πέντε άνθρωποι σκοτώθηκαν μέσα σε καφέ του Σιάτλ, πολύ κοντά στο πανεπιστήμιο της πόλης. Νωρίτερα την τρέχουσα εβδομάδα, σε mall του Όρεγκον τρεις άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, συμπεριλαμβανομένου του δράστη, την ίδια στιγμή που η κοινωνία στο Κάσπερ του Γουαϊόμινγκ παραμένει συγκλονισμένη από τη δολοφονία δύο ατόμων με μαχαίρι σε κολέγιο της πόλης.
Όλες οι περιπτώσεις αφορούν δράστες που κατείχαν νόμιμα όπλο, εκτός από τον Άνταμ Λάνζα στο Κονέκτικατ, που χρησιμοποίησε όπλα της νηπιαγωγού μητέρας του, η οποία του μάθαινε σκοποβολή από πολύ μικρή ηλικία (και περηφανευόταν για αυτό!).
Κι αν κανείς πιστεύει ότι υπεύθυνο για αυτά τα φονικά, είναι το χωρίς μέτρο και περιορισμούς, δικαίωμα της οπλοχρησίας, η πλειοψηφία των αμερικανών πιστεύει το ακριβώς αντίθετο. Αν για παράδειγμα οι δασκάλες του σχολείου του Κονέκτικατ είχαν πάνω τους όπλο, θα σκότωναν τον δράστη, πριν αυτός συνεχίσει να αιματοκυλάει το σχολείο. Αν κάποιος θαμώνας του καφέ στο Σιάτλ, οπλοφορούσε, τότε θα ήταν όλα πιο απλά!
Άνθηση της βιομηχανίας όπλων
Δεν είναι τυχαίο ότι μετά από κάθε μεγάλο μακελειό, πολίτες των ΗΠΑ σπεύδουν να αγοράσουν όπλα, για αυτοπροστασία όπως τονίζουν, ενώ παράλληλα καλλιεργείται (από ρεπουμπλικανούς κυρίως, αλλά και από την Εθνική Ένωση Όπλων) ο φόβος ότι ο Ομπάμα δεν θα αργήσει να περιορίσει την οπλοκατοχή, οπότε “πρέπει να προλάβουν”.
Η αμερικανική αγορά όπλων υπολογίζεται στα 2 έως 3 δισ. δολάρια το χρόνο, ενώ κατά την προεδρία του Μπάρακ Ομπάμα, έχει γνωρίσει μεγάλη άνθηση. Κάθε φορά μάλιστα που επιχειρείται ο περιορισμός της οπλοκατοχής από οποιονδήποτε πρόεδρο, το πανίσχυρο λόμπι εμποδίζει με κάθε τρόπο την όποια προσπάθεια, είτε εμμέσως (μέσω πολλών ρεπουμπλικανών γερουσιαστών, οι οποίοι έχουν χρηματοδοτηθεί αδρά από αυτήν), είτε απευθείας, με πολυδάπανες εκστρατείες κατά του νέου μέτρου. Κατά την προεκλογική εκστρατεία μάλιστα η NRA (National Rifle Association) μέσα σε μία μόλις μέρα δαπάνησε 500.000 δολάρια για να πείσει τους πολίτες να μην ψηφίσουν τον Ομπάμα.
Όπλα και στη δουλειά!
Η νέα “μόδα” που επιχειρείται να εξαπλωθεί σε πολλές πολιτείες, είναι αυτή της νόμιμης άδειας οπλοκατοχής σε χώρους εργασίας. Οι νόμοι αυτοί είναι υπό συζήτηση στην Αλαμπάμα, το Τενεσί, τη Νότια Καρολίνα και την Πενσυλβάνια -όλες δηλαδή τις πολιτείες που τα όπλα υπάρχουν έντονα στην κουλτούρα τους.
Δεκαεπτά πολιτείες έχουν ήδη εγκρίνει αντίστοιχα μέτρα από το 2003, σύμφωνα με το Νομικό Κέντρο για την Πρόληψη της Βίας των Όπλων στο Σαν Φρανσίσκο. Οι νόμοι παρέχουν δικαίωμα οπλοφορίας σε χώρους που ανήκουν σε ιδιώτες εργοδότες, κάποιοι από αυτούς όμως αντιδρούν. Όχι βέβαια για τον κίνδυνο τραυματισμού ή την μόνιμη απειλή σε χώρους εργασίας, αλλά γιατί οι εργαζόμενοι μπορεί να τραβήξουν όπλο αν δημιουργηθεί συμπλοκή στις θέσεις πάρκινγκ!
Ένας λαός λοιπόν που πιστεύει -τουλάχιστον σε πλειοψηφία της τάξης του 60-70%- ότι η βία περιορίζεται με βία, δεν μπορεί να χύνει κροκοδείλια δάκρυα κάθε φορά που κάποιος αθώος σκοτώνεται από όπλο. Ούτε οι πολιτικοί που ψηφίζουν για την ελεύθερη οπλοκατοχή και δεν “τα έχουν βάλει” με το λόμπι των όπλων, ούτε οι πολίτες που αγοράζουν όπλα για να αντιμετωπίσουν τη βία.
Γιατί σε μια κοινωνία όπου οι πάντες θα έχουν στραμμένο το όπλο στον απέναντί τους, ο φόβος πάντα θα κυριαρχεί.
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.