Πολλοί τον έχουμε γνωρίσει μέσα από τους στίχους τραγουδιών που έχουμε χιλιοτραγουδίσει. Άλλοι τόσοι τον έχουμε δει επί σκηνής στα live των Διάφανων Κρίνων, και όχι μόνο, να perform-άρει με το μπάσο του. Μια ήρεμη δύναμη. Μια ψιλόλιγνη φιγούρα που σίγουρα τραβάει τα βλέμματα των θεατών. Ο Παντελής Ροδοστόγλου, ιδρυτικό μέλος επίσης του νέου, πολύ αξιόλογου μουσικού σχήματος Μπαλάντες για Φόνους, οι οποίοι μόλις κυκλοφόρησαν τον πρώτο τους δίσκο, έδωσε στο 3pointmagazine μια συνέντευξη, την οποία σας παρουσιάζουμε με ιδιαίτερη χαρά.
Παντελή, ποιο βιβλίο διαβάζεις αυτό τον καιρό;
Μόλις τελείωσα το “Ήμουν ένας Γερμανός”, την αυτοβιογραφία του Ερνστ Τόλλερ.
Ο Ερνστ Τόλλερ, ήταν ένας από εκείνους τους Γερμανούς επαναστάτες [μαζί με τους Καρλ Λίμπκνεχτ, Ρόζα Λούξεμπουργκ, Κουρτ Άιζνερ, Γκούσταβ Λαντάουερ κ.α.] που με τις πράξεις τους, αντιτάχθηκαν σθεναρά στον Γερμανικό ιμπεριαλισμό και προσπάθησαν να σταματήσουν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Και εν πολλοίς το κατάφεραν. Οι περισσότεροι το πλήρωσαν βέβαια με τη ζωή τους, αφού δολοφονήθηκαν αργότερα από παρακρατικά τάγματα. Ο Τόλλερ, κατάφερε να διαφύγει στη Νέα Υόρκη, όπου και αυτοκτόνησε το 1939, διαβλέποντας την επερχόμενη καταστροφή και διαμαρτυρόμενος για τον ηθικό ξεπεσμό της χώρας του. Είναι ένα σπουδαίο βιβλίο, η αναπαράσταση μίας ταραχώδους εποχής μέσα από τα μάτια ενός από τους πρωταγωνιστές της.
Tο διάβασμα, πόσο αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής σου είναι; Yπάρχουν περίοδοι που δεν διαβάζεις κάποιο βιβλίο;
Μου αρέσει το διάβασμα, είναι μία απ’ τις χαρές της μοναξιάς που προτιμώ. Με γοητεύει η δημιουργική ιδιοφυία της ανθρώπινης σκέψης, η δύναμή της να σχηματίζει κόσμους. Σίγουρα δεν διαβάζω πια με τους ίδιους ρυθμούς που διάβαζα παλαιότερα, όμως ανάλογα με τις φροντίδες και τις έγνοιες της καθημερινότητας, προσπαθώ πάντα να βρίσκω χρόνο για ένα καλό βιβλίο.
Λογοτεχνία ή ποίηση;
Είμαι λάτρης της λογοτεχνίας, που υπό μία έννοια περιλαμβάνει και την ποίηση.
Μου άρεσε από μικρός να διαβάζω ιστορίες, αφού με κάθε ανάγνωση ένιωθα ενστικτωδώς, να κατεβαίνω τη σπειροειδή σκάλα του πιο μύχιου εαυτού μου.
Και σε αυτή την κατάβαση, είχα για οδηγούς και συμπαραστάτες όλους αυτούς τους συγκλονιστικούς χαρακτήρες [έφηβους σαν τον Χανς Γκίμπενρατ, από το “Κάτω απ’ τον τροχό” του Έρμαν Έσσε και τον Χόλντεν Κόλφιντ, από το “Φύλακας στη σίκαλη” του Σάλιντζερ ή εκείνο τον πιτσιρικά, τον Πιπ από τις “Μεγάλες προσδοκίες” του Ντίκενς] που προσπαθούσαν – όπως κι εγώ – να αυτοπραγματωθούν μέσα σε ένα εχθρικό περιβάλλον. Οι ήρωες των μυθιστορημάτων μου έδειχναν ένα δρόμο και αυτό έκανε τη διαφορά στον ακατανόητο κόσμο.
Στην πορεία κατάλαβα, πως όλη αυτή η συμπύκνωση της ανθρώπινης περιπέτειας μέσα απ’ τα βιβλία, έχει μια αρχέγονη ρίζα και γι’ αυτό βαθιές, αταβιστικές προεκτάσεις. Οι άνθρωποι είμαστε τα ζώα που επέζησαν από την εποχή των παγετώνων και κοίταζαν το νυχτερινό ουρανό κι έλεγαν ιστορίες.
Ποια εμφανίστηκε πρώτη, ως προσωπική σου ανάγκη, η ενασχόληση με το γράψιμο ή με τη μουσική;
Πάνω κάτω και τα δύο την ίδια περίοδο, θα ‘λεγα. Ήταν εκεί στη μετεφηβεία, που μου εκδηλώθηκε ένα κύμα έντονης υπαρξιακής δυσφορίας και έπρεπε κάπως να το εκτονώσω. Διάβαζα τότε με πάθος τους Γάλλους ρομαντικούς του 18ου και του 19ου αιώνα και τα ποιήματα του Καρυωτάκη.
Οι περισσότεροι από αυτούς χρησιμοποιούσαν ρίμα, οπότε είχα κατανοήσει την τεχνική και άρχισα κι εγώ να τη χρησιμοποιώ στις δικές μου απόπειρες.
Παράλληλα με κάτι φίλους απ’ το σχολείο, που ακούγαμε φανατικά όλες τις γκάμες της ροκ μουσικής, αποφασίσαμε να φτιάξουμε ένα συγκρότημα. Και κάπως έτσι σιγά σιγά, αυτοί οι δύο παράλληλοι κόσμοι της γραφής και της μουσικής, αρχίζουν να ταξιδεύουν στην ίδια πορεία. Θα έρθουν σε απόλυτη σύγκλιση μερικά χρόνια αργότερα, όταν θα γνωρίσω τα Διάφανα Κρίνα.
Αν σου ζητούσα να θυμηθείς τον εαυτό σου την εποχή του σχολείου, πώς θα σε περιέγραφες;
Στο Λύκειο, ας πούμε, η εικόνα είναι αυτή ενός μέτριου μαθητή, ευγενικού, εσωστρεφούς και αρκετά μοναχικού και απόμακρου. Αν και είχα κάποιους καλούς φίλους, με τους οποίους μοιραζόμασταν κοινά ενδιαφέροντα, σε γενικές γραμμές, οι αρχετυπικές συμπεριφορές των συνομηλίκων μου με άφηναν αδιάφορο. Η όλη μου παρουσία, παρέπεμπε σε έναν άνθρωπο εκτός κλίματος, θα έλεγα. Ο βασικός λόγος γι’ αυτό ήταν μία βαθιά απέχθεια που έτρεφα για το εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά και το ότι καθοδηγούμουν από μία ρομαντική διάσταση των πραγμάτων και αυτό είχε δομήσει έναν ευαίσθητο και γι’ αυτό αρκετά απαιτητικό χαρακτήρα. Οι φιλόλογοί μου κυρίως, προς τιμήν τους, διέγνωσαν τη σπίθα μιας διαφορετικότητας και δεν προσπάθησαν να τη συνθλίψουν, αλλά αντίθετα με ενθάρρυναν να την καλλιεργήσω. Σε κάποιους απ’ αυτούς οφείλω πολλά.
Πώς είναι ο Παντελής, όταν γράφει; Γράφεις με τον ίδιο οίστρο σε περιόδους χαράς ή λύπης; Πώς μπαίνουν σε τάξη αυτοί οι υπέροχοι στίχοι που γράφεις;
Πολλοί στίχοι μου, είναι φανταστικές συλλήψεις με έντονα βιωματικά στοιχεία. Δεν ξέρω πως συμβαίνει αυτός ο συγκερασμός, αλλά με γοητεύει να τον κάνω. Τους περισσότερους από αυτούς τους έχω γράψει περπατώντας, μέσα στη βουή και τη μανία των δρόμων. Μου αρέσει να είμαι ενταγμένος μέσα στο αστικό τοπίο και, καθώς περνώ μέσα απ’ όλο αυτό το χαμό, εγώ να σιγοσφυρίζω την τρέλα μου. Είναι ένας υπαρξιακός παραλληλισμός, που μου δίνει εκείνο τον εσωτερικό ρυθμό που χρειάζομαι για να ξεδιπλώσω τις σκέψεις μου. Μπορεί να περπατάω για ώρα, άλλοτε προσηλωμένος στο εκάστοτε βίωμα και άλλοτε αφήνοντας το ασυνείδητό μου να ξεσαλώνει. Σβήνοντας και γράφοντας μέσα στο μυαλό μου, επαναλαμβάνω στίχους ξανά και ξανά, μέχρι να φτάσω στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Μόνο όταν θα επιστρέψω στο σπίτι, θα καθίσω σε ένα τραπέζι για να καθαρογράψω ένα στίχο ή ένα ποίημα. Τα εναύσματα βρίσκονται παντού, γύρω μου και μέσα μου και τα πάντα αποτελούν πρόσφορο έδαφος για να γεννηθεί κάτι.
Η κυριαρχία που εξασκεί πάνω μου η δημιουργική στιγμή, είναι μυστηριώδης. Και γι’ αυτό κάτι τέτοιες ώρες βρίσκομαι, σε μία ιδιότυπη έξαψη ή σε μεγάλη ταραχή, αφού νιώθω να επικοινωνώ με κάτι βαθιά δικό μου, φαινομενικά αδιόρατο και κρυμμένο, που νιώθω όμως να έρχεται στην επιφάνεια. Είναι η στιγμή μιας οδυνηρής, συνήθως, αλήθειας για τον εαυτό, που όμως η αποκάλυψή της με συνεπαίρνει και με ανακουφίζει.
Ο Ελβετός συγγραφέας Valère Novarina έχει πει: «Ο καλλιτέχνης δεν είναι ποτέ δημιουργός, αλλά μάρτυρας, που έρχεται να καταθέσει την ομορφιά των γλωσσών, το δράμα της σκέψης, το ελεύθερο παιχνίδι του χρόνου με το διάστημα, τη λάμψη του ανθρώπινου δάσους». Ποια είναι η δική σου αίσθηση;
Είναι πολύ όμορφο το απόσπασμα του Νοβαρίνα, που παραθέτεις, όμως δεν μου ταιριάζει και τόσο πολύ αυτή η ποιητική διάσταση της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Και μιας και μιλάμε με παραθέματα, με βρίσκει εκατό τοις εκατό σύμφωνο, η γειωμένη οπτική του Τζόρτζιο Αγκάμπεν, που λέει κάπου, πως «ο καλλιτέχνης είναι ένα ζωντανό ον, το οποίο ευρισκόμενο σε μία σταθερή σχέση με μία πρακτική, προσπαθεί να συγκροτήσει τη ζωή του ως μία μορφή ζωής, στην οποία – όπως σε κάθε μορφή ζωής – αυτό που διακυβεύεται, δεν είναι τίποτε άλλο από την ίδια του την ευτυχία».
Ποια ήταν τα πρώτα μουσικά ακούσματα, που θεωρείς ότι σε συντρόφευσαν στα αρχικά σου βήματα ή και συνεχίζουν σταθερά, ενδεχομένως, στα μετέπειτα χρόνια της μουσικής σου πορείας;
Αν το πιάσουμε απ’ τις απαρχές του, τα πρώτα μου μουσικά ακούσματα, ήταν κάτι παραδοσιακά νανουρίσματα που μου τραγουδούσε η μάνα μου. Επίσης κάποια λαϊκά τραγούδια της δεκαετίας του ’70, που ακουγόντουσαν από ένα παλιό ραδιόφωνο, που υπήρχε στο σπίτι. Και μία κασέτα με επιτυχίες του Τζο Ντασέν, που αγαπούσε ο πατριός μου. Ύστερα ήρθαν τα κλασσικά, Rolling Stones, Doors, Led Zeppelin, Pink Floyd κ.α.
Το μεγάλο σοκ όμως, το έπαθα όταν άκουσα την punk σκηνή και από τις δύο μεριές του Ατλαντικού, μου γύρισαν τα μυαλά με όλους αυτούς του ηχητικούς τρομοκράτες. Κι έπειτα, μέσα από τις στάχτες του punk, ξεπετάχτηκαν τα συγκροτήματα που με στιγμάτισαν, Cure, Joy Division, Siouxsie and the Banshees, Echo and the Bunnymen, Sonic Youth κ.τ.λ.
Στη συνέχεια οι αναζητήσεις μου με οδήγησαν και σε άλλα μουσικά είδη [η ψυχεδελική σκηνή της δεκαετίας του ’60, η ηλεκτρονική μουσική, το kraut rock] που δεν τα είχα εξερευνήσει μέχρι τότε και τόσο καλά, τα οποία μου άνοιξαν νέους ορίζοντες.
Όμως, αν υπάρχουν κάποιοι καλλιτέχνες στους οποίους επιστρέφω ξανά και ξανά μέχρι και σήμερα, αυτoί είναι καλλιτέχνες σαν τους Johnny Cash, Tim Buckley, Nick Drake, Townes Van Zandt, Leonard Cohen. Αγγίζουν βαθιά, ευαίσθητες περιοχές μου και δεν τους βαριέμαι ποτέ.
Η πρώτη φορά που σας είδα live ως Διάφανα Κρίνα ήταν το 1997, σ’ εκείνο το club στην οδό Ασωμάτων και πραγματικά είχα ενθουσιαστεί. Ποιο live σας ήταν αυτό και πώς ήταν εκείνη η περίοδος;
Η συναυλία στην οποία αναφέρεσαι, έγινε όντως την άνοιξη του 1997, σε αυτό το κλαμπ στην πλατεία Ασωμάτων. Ήταν η πρώτη μας συναυλία, έπειτα από την κυκλοφορία του πρώτου μας δίσκου, του “Έγινε η απώλεια συνήθειά μας”. Ο δίσκος είχε κυκλοφορήσει ένα χρόνο πριν, αλλά δεν μπορούσαμε να παίξουμε, λόγω ενός σοβαρού ατυχήματος με τη μοτοσυκλέτα, του κιθαρίστα μας, του Κυριάκου Τσουκαλά, που τον καθήλωσε στο κρεβάτι για μεγάλο χρονικό διάστημα. Παρ’ ότι γνωρίζαμε από την εταιρεία μας πως ο δίσκος, μέσα σε αυτό τον πρώτο χρόνο, είχε πουλήσει αρκετές χιλιάδες αντίτυπα, μας χαρακτήριζε μία παροιμιώδης αφέλεια, σε τέτοιο βαθμό, που νομίζαμε, πως θα παίζαμε και πάλι μπροστά στους λίγους, καλούς φίλους και γνωστούς, όπως συνέβαινε μέχρι τότε. Στη συναυλία βέβαια, έγινε το αδιαχώρητο κι έτσι αναγκαστήκαμε να παίξουμε και την επομένη.
Από εκεί και μετά άρχισε μία ανοδική πορεία για το συγκρότημα και οι προτάσεις για συναυλίες άρχισαν να έρχονται ακατάπαυστα. Όπως καταλαβαίνεις, υπήρχε μία αίσθηση ευφορίας, αφού ένα όνειρο γινόταν πραγματικότητα. Ήμασταν νέοι και φίλοι και θέλαμε να ζήσουμε τη ζωή μας με πάθος, κάνοντας αυτό που αγαπάμε. Μοιραία λοιπόν, παρατήσαμε όλοι τις δουλειές μας, μπήκαμε σ’ ένα βαν και αρχίσαμε να ταξιδεύουμε την Ελλάδα από άκρη σε άκρη. Ήταν ωραία και δημιουργικά χρόνια, που έχουν μείνει ανεξίτηλα στη μνήμη μου.
Σου άρεσε η έκθεση και η δημοσιότητα που όλο και μεγάλωνε;
Και βέβαια μου άρεσε, όπως και σε όλους μας. Απ΄ την άλλη όμως, όλο αυτό, αν δεν ξέρεις να το διαχειριστείς, εμπεριέχει και κάποιους κινδύνους. Νομίζω, πως τα περισσότερα μέλη του συγκροτήματος εκείνη την περίοδο, αντιμετωπίσαμε με σύνεση και τις απαραίτητες εσωτερικές ισορροπίες, την έκθεση στον κόσμο και τη δημοσιότητα. Και αυτό, γιατί είχαμε απόλυτη επίγνωση, πως ό, τι κάνουμε δεν το κάνουμε για να ξεχωρίσουμε από τους άλλους, αλλά για να ενωθούμε μαζί τους. Αφεθήκαμε λοιπόν στον πυρήνα των πραγμάτων και προσπαθήσαμε να χαρούμε αυτό που μας συνέβαινε.
Όσο με αφορά, είχα πάντοτε σαν γνώμονα στη ζωή μου εκείνη τη φράση του Μονταίνιου: “Ακόμα και στον ψηλότερο θρόνο του κόσμου, καθόμαστε μόνο πάνω στον πισινό μας”.
Με τα Διάφανα Κρίνα έχεις ζήσει πολλές στιγμές απόλυτης, μοναδικής ευτυχίας. Αν σου ζητούσα να επιλέξεις κάποιες από τις πιο δυνατές στιγμές σας, ποιες θα ήταν αυτές;
Πάντα πίστευα, πως το να μοιράζεσαι τα συναισθήματά σου με τους άλλους, είναι μία ιερή στιγμή της ανθρώπινης φύσης και γι’ αυτό τις πιο έντονες στιγμές μου με τα Διάφανα Κρίνα, τις έχω νιώσει σε κάποιες συναυλίες μας. Υπήρχαν φορές που δημιουργείτο μία παροξυσμιακή ιεροτελεστία Διονυσιακού χαρακτήρα, όπου συγκρότημα και θεατές γινόμασταν ένα και μέσα απ’ όλη αυτή τη λυτρωτική ενέργεια που αποδεσμευόταν απ’ όλους μας, οδηγούμασταν στην τρέλα, στον ομαδικό εξαγνισμό και στην έκσταση. Αυτό είναι κάτι που μόνο η μουσική μπορεί να σε κάνει να το νιώσεις.
Νιώθεις ότι έχετε – έχεις συνεχιστές;
Δεν ξέρω αν έχουμε ή έχω συνεχιστές, όμως γνωρίζω πάρα πολλά παιδιά που ακούγοντας τα Διάφανα Κρίνα, έφτιαξαν συγκροτήματα και έγραψαν στίχους και ποιητικές συλλογές. Νομίζω πως αφήσαμε κι εμείς με τη σειρά μας, την παρακαταθήκη μας, μέσα σε ένα γενικότερο πνεύμα που θέλαμε να προβάλλουμε πως, αν υπάρχει κάτι που κάνει τη ζωή να αξίζει, αυτό είναι η δημιουργική προσέγγιση του κόσμου.
«Άραγε θα θυμάται κάποιος τ’ όνομά μας, της ζωής μας τα εξαίσια φεγγάρια, τα πάθη μας, τις λύπες, τα δεινά μας; Άραγε υπήρξαμε ποτέ; Στα όνειρά μας!». Η υστεροφημία, σ’ απασχολεί;
Αυτοί οι στίχοι που μου αναφέρεις, δε νομίζω πως μιλάνε τόσο για την ανάγκη μας για υστεροφημία. Πιο πολύ συνομιλούν με τα γνωστό μοτίβα του Καλντερόν ντε λα Μπάρκα και του Έντγκαρ Άλαν Πόε, για την παραισθητική διάσταση της ζωής. Γενικότερα θεωρώ την έννοια της υστεροφημίας μία υπερφίαλη ανθρώπινη απαίτηση. Πιστεύω πως η αγάπη διεκδικείται σε αυτή τη ζωή και μόνο, τίποτα μετά δεν έχει καμία απολύτως σημασία. Ακόμα περισσότερο, αφού ο κοινός ανθρώπινος χρόνος, δεν είναι παρά ένα ασήμαντο ιντερλούδιο, στους απείρως μεγαλύτερους χώρους της αιωνιότητας.
Ένας Έλληνας συγγραφέας, ο Ασημάκης Πανσέληνος, λέει κάπου πως, “Αυτοί που ζούνε, ξέρουν πως θα πεθάνουν και γι’ αυτό η ζωή είναι γλυκιά. Αυτοί που έχουν πεθάνει, δεν ξέρουν πως έχουν ζήσει και γι’ αυτό ο θάνατος είναι κρύος”. Τι να πει κανείς, έπειτα απ’ αυτό;
Και πάμε στο μουσικό συγκρότημα, Μπαλάντες για φόνους, το νέο σου, αν μπορώ να το πω, project; Γιατί επιλέξατε αυτό το όνομα;
Καταρχάς, δεν πρόκειται για δικό μου project. Είναι μία συλλογική προσπάθεια, από πέντε ανθρώπους με κοινά σημεία και αναφορές. Ψάχναμε για πολύ καιρό ένα όνομα για το συγκρότημα, μέχρι που κάποιος πρότεινε το Μπαλάντες για Φόνους [από έναν αγαπημένο δίσκο του Nick Cave]. Μας άρεσε κι έτσι το υιοθετήσαμε.
Τι είδος μουσικής παίζουν οι Μπαλάντες για Φόνους, αν θα ήθελε κάποιος να τους κατατάξει μουσικά;
Η μουσική μας έχει επιρροές από την ποστ πανκ αισθητική της δεκαετίας του’80, αλλά και από τη μετεξέλιξή της στο σήμερα, μέσα από συγκροτήματα σαν τους Interpol και τους Editors.
Από εκεί και πέρα θα βρει κανείς και γκαράζ, νεοψυχεδελικούς αλλά και ποστ ροκ απόηχους. Πρόκειται για ένα κράμα από μουσικά είδη που μας αρέσει να ακούμε. Μας πήρε τρία-τέσσερα χρόνια εντατικής δουλειάς μέχρι να βρούμε τον ήχο μας, αλλά τώρα νομίζω πως το πράγμα έχει αρχίσει να έρχεται σε ένα αρκετά καλό επίπεδο.
Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, έχει βγει ήδη στα δισκοπωλεία [αλλά και σε διαδικτυακούς τόπους, όπως το you tube και το bandcamp] ο πρώτος μας δίσκος, με τίτλο “Εκείνη έρχεται μέσα απ’ τις στάχτες”, σε συνεργασία με την Β-Otherside records. Οι στίχοι είναι δικοί μου και του τραγουδιστή μας Ζαφείρη Μαράνου, αλλά και μελοποιήσεις ποιημάτων των Μίλτου Σαχτούρη, Κατερίνας Γώγου, Εντουάρντο Γκαλεάνο.
Οι Μπαλάντες για Φόνους έχουν κάποια γεύση και άρωμα από τα Διάφανα Κρίνα;
Ως μουσικός, αλλά και ως βασικός στιχουργός των Διάφανων Κρίνων, θεωρώ πως – στο βαθμό που μου αναλογούσε – έπαιξα ένα καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της αισθητικής τους ταυτότητας. Αναπόφευκτα, την αισθητική μου αυτή και τη φιλοσοφία μου πάνω στη μουσική, την κουβαλάω σε οτιδήποτε συμμετέχω.
Επιπροσθέτως, τα υπόλοιπα μέλη απ’ τις Μπαλάντες για Φόνους, είναι παιδιά που μεγάλωσαν με τα Διάφανα Κρίνα και ερχόντουσαν στις συναυλίες τους. Υπό αυτή την έννοια, υπάρχει μία μακρινή συγγένεια. Από εκεί και πέρα, σαφώς και μιλάμε για ένα διαφορετικό συγκρότημα που αποτελείται από ανθρώπους με τους δικούς τους ιδιαίτερους ψυχισμούς και τις δικές τους ξεχωριστές ικανότητες.
Όταν συνεργάζεσαι με νεότερους μουσικούς, έχεις αναμφίβολα και το ρόλο του μέντορα;
Θα έλεγα, πως ο ρόλος του μέντορα μου είναι ξένος και άχαρος. Η αλήθεια είναι, πως με τα παιδιά από τις Μπαλάντες για Φόνους, μας χωρίζουν ηλικιακά δύο δεκαετίες περίπου και, αν ήταν στο χαρακτήρα μου, θα μπορούσα να διεκδικήσω αυτό το ρόλο που λες. Όμως κάτι τέτοιο δε συμβαίνει. Ας πούμε, πως τους δίνω λίγη απ΄ την πείρα μου και μου δίνουν λίγη από τη χαρά και τον ενθουσιασμό της νιότης τους. Είναι καλή ανταλλαγή νομίζω.
O Woody Allen έχει πει ότι χρειάζεται 10% ταλέντο και 90% κοινή λογική, πώς το σχολιάζεις;
Σύμφωνα με τη δική μου λογική, η ζωή μας σε μεγάλο βαθμό, έχει νόημα μόνο όταν οι εξωτερικές μας δράσεις είναι συνάρτηση της εσώτερης κλίσης μας. Αυτό προϋποθέτει μία αίσθηση ελευθερίας. Και αυτό γιατί, για να μπορέσει κανείς να ακολουθήσει το δρόμο που θέλει, θα πρέπει να εναντιωθεί σε οτιδήποτε υποτιμάει τη νοημοσύνη του και υποσκάπτει τη δυνατότητα αναζήτησης της ευτυχία του σε αυτό τον κόσμο. Για μένα, είναι πάρα πολύ σημαντικό να μπορεί κάποιος να έρθει σε σύγκρουση με την υποκρισία του κοινωνικού του περιβάλλοντος, με εκείνες τις καθεστηκυίες απόψεις με τις οποίες διαπαιδαγωγείται και οι οποίες έχουν ως βασικό στόχο να τον κάνουν – μέσω της κρυφής βίας που εξασκείται σε γενιές και γενιές μικρών παιδιών – μία χρήσιμη μηχανή, ένα πειθήνιο άτομο ή ένα στενόμυαλο πολίτη. Όσο για το ταλέντο, δεν είναι παρά ο τρόπος που λειτουργεί κανείς σε συνθήκες απόγνωσης.
Τι σε ενοχλεί στην κοινωνία μας, βλέποντας τη δεδομένη χρονική στιγμή την Ελλάδα ν’ αγκομαχά;
Κοίταξε, επειδή δε νομίζω πως το πρόβλημα είναι μόνο τοπικό, θα σου δώσω μία συνολικότερη εκτίμηση. Θεωρώ πως η Ελλάδα [αλλά και ο κόσμος ολόκληρος] έχει καταντήσει ένα κάτεργο, όπου μέσα του πραγματοποιούνται τα ειδεχθή πειράματα του νέου ολοκληρωτισμού. Απώτερος σκοπός αυτών των πειραμάτων, είναι η εγκαθίδρυση μίας νέας τάξης πραγμάτων, όπου οι φτωχοί θα πρέπει να ξεχάσουν και την τελευταία τους ελπίδα.
Μέσω των ασαφών μετασχηματισμών της οικονομίας και την επίσημη προπαγάνδα του μηντιακού τσίρκου, οδηγούν ολόκληρους πληθυσμούς στην απερήμωση των προσδοκιών τους και στην απουσία της διάστασης του μέλλοντος. Αυτό από μόνο του είναι ένα τρομακτικό γεγονός, που οδηγεί ένα μεγάλο μέρος των κοινωνιών στην απελπισία και ένα άλλο στον αποπροσανατολισμό, στο φόβο, στο κυνήγι μαγισσών και κατ’ επέκτασιν στη μισαλλοδοξία και τον αντιανθρωπιστικό μηδενισμό του φασισμού.
Αν βάλεις μέσα σε όλα αυτά, έναν πλανήτη ιδεολογικά διχασμένο και εξοπλισμένο σαν αστακό, αλλά και την έλλειψη πρόνοιας για τη σωτηρία του περιβάλλοντος, φαντάζει αξιοθρήνητη η βλακεία της ανθρωπότητας. Δυστυχώς, πέφτει στους ώμους των νέων ανθρώπων το θλιβερό καθήκον, να προσπαθήσουν να αναμορφώσουν τον δολοφονικό κόσμο των πατέρων τους. Και πρέπει να το κάνουν με απελπιστική βιασύνη.
Σε συγκινεί περισσότερο, κάποιος που πέφτει ή κάποιος που σηκώνεται;
Έχω μεγάλο σεβασμό για κάποιον που πέφτει, αλλά ακόμα μεγαλύτερο γι’ αυτόν που κατορθώνει να σηκωθεί.
Πόσο έχεις αλλάξει σαν άνθρωπος στην πορεία των χρόνων;
Σαφώς έχω αλλάξει. Το πέρασμα στην ενηλικίωση είναι μία οδυνηρή εμπειρία. Το μεγάλο στοίχημα είναι, μεγαλώνοντας να μη χάσεις την ευαισθησία σου και να μπορέσεις να διατηρήσεις μέσα σου κάτι από εκείνο το παιδί που υπήρξες κάποτε. Και αυτό δεν είναι εύκολο πράγμα, αφού οι ανταγωνιστικές κοινωνίες μέσα στις οποίες ζούμε, σε μαθαίνουν να επιδιώκεις την επιβολή και τη δύναμη και οι δοκιμασίες της ζωής σε σκληραίνουν.
‘Ομως, ό, τι αξίζει στον άνθρωπο είναι τρωτό, το να επιδιώκει κανείς τη δύναμη και τη σκληρότητα, σημαίνει να εκδικείται τον εαυτό του από απελπισία.
Μετανιώνεις για επιλογές σου;
Κοίταξε, λάθη σε ανθρώπινο επίπεδο συμβαίνουν και θα ζητήσω συγνώμη γι’ αυτά.
Οι σημαντικές επιλογές όμως στη ζωή μου, είναι σε μεγάλο βαθμό συνειδητές και ανεξάρτητα απ΄ την τροπή που θα πάρουν, τις στηρίζω μέχρι τέλους.
Δεν μου αρέσει αυτή η μεμψιμοιρία της μετάνοιας που αναδύεται, εκ των υστέρων, πίσω από οποιαδήποτε στραπάτσο. Πώς το έλεγε ο Μπέκετ; «Πάντα προσπάθεια. Πάντα αποτυχία. Δεν πειράζει. Προσπάθησε ξανά. Απότυχε ξανά».
Μια ευχή για το τέλος
Υγεία, δύναμη και περισσότερη διάθεση για ρήξεις.
Οι Μπαλάντες για Φόνους θα εμφανιστούν live μαζί με τους Anima Triste αυτή την Κυριακή, 14 Ιουλίου 2019, στο BAD TOOTH.
ΕΙΣΟΔΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗ
https://www.facebook.com/events/375618193080998/
Facebook Page των Μπαλάντες Για Φόνους:
Το πρώτο LP με τίτλο «Εκείνη έρχεται μέσα απ’ τις στάχτες» βρίσκεται στα δισκοπωλεία:
Αθήνα
Μοναστηράκι
-Ζαχαρίας, Ηφαίστου 20 (2103245035)
-Mr Βινύλιος, Ηφαίστου 24 (2103312813)
-Το Δισκαδικο, Αγίας Ελεούσης 5 και Κακουργοδικείου (2106983804)
-7+7 , Ηφαίστου 22 (2103214032)
Syd Records,Πρωτογενούς 13.Ψυρρή. Τηλέφωνο. (2103218374)
Εξάρχεια
-Μικρός Ερωτικός, Καλλιδρομίου 20 (2103390893)
-Plan 59, Ζωοδόχου Πηγής 59 (2103840589)
-Sound Effect, Σπ.Τρικούπη 50 (2108259883)
-Rhythm Records , Εμμ. Μπενάκη 74 (2103841550)
-Le Disque Noir Records Shop , Θεμιστοκλέους 29 (2112143554)
Κολωνάκι
-Το Υπόγειο, Καπλάνων 14 (2103616570)
Λοιπές Περιοχές
Νέα Σμύρνη
-Record House, Ομήρου 46 (2109335466)
Πετρούπολη
-Music Works, Αγίας Λαύρας 74 & 25ης Μαρτίου ( 2105055255)
Νέα Ιωνία
-Ρυθμός, Έλ. Βενιζέλου 26 (2102776988)
Πειραιάς
-Off the record, Αγίου Κωνσταντίνου 13 (2104190230)
Θεσσαλονίκη
-Vinylmania, Ι. Μιχαήλ 14 (2310234848)
-Λωτός, Σκρα 7 (2310260776)
Mailorders
-Karma Record
-Labyrinth of Thoughts
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.