Η κοινωνική και πολιτική κρίση κατά την περίοδο άνθησης τους έχουν αποδειχτεί μεγάλη πηγή έμπνευσης για μία ευρεία μάζα καλλιτεχνών, που άλλοτε πετυχημένα και άλλοτε βασιζόμενη στην λογική του να βγει από την μύγα ξύγκι, προχώρησε στη σύνθεση μελωδιών που ταυτίστηκαν με την εκάστοτε δύσκολη εποχή.

Τις πύλες μία τέτοιας εποχής, μπορούμε να πούμε δίχως κανέναν απολύτως δισταγμό, ότι έχουμε ανοίξει και τώρα. Και πάλι η ανάγκη έκφρασης και εξωτερίκευσης των όσων μας απασχολούν, εκτός του ότι περίπτωση του καθενός μας ξεχωριστά χρήζει… ψυχιατρικής παρακολούθησης, είναι μεγάλη. Και πάλι υπάρχει ένα κομμάτι καλλιτεχνών, που φροντίζει να κουβαλήσει στις πλάτες του αυτό το βάρος. Να πάρει θέση για τα όσα διαδραματίζονται γύρω και εντός μας.

Υπάρχει κάτι όμως, που λείπει από το παζλ. Ίσως και το πιο σημαντικό του κομμάτι. Αυτό που μας θέλει να χαμογελάμε, να χορεύουμε, να ζούμε μέχρι το μεδούλι τη στιγμή και να ονειρευόμαστε χωρίς σκιές… Αυτό το κομμάτι που λείπει, θέλουν με το δικό τους τρόπο να καλύψουν οι Picos Apicos & the Pina Coladas. Δεν επιδιώκουν να φορέσουν ένα κουλτουρέ προσωπείο, ούτε να φορέσουν τον μανδύα του ήρωα. Μοναδική τους στόχευση είναι να σκορπίσουν σπόρους καλής διάθεσης και σε κάθε live «να γίνεται ένα μεγάλο πάρτι», όπως χαρακτηριστικά δήλωσαν στο 3pointmagazine.gr. Μεταξύ άλλων, που θα έχετε την ευκαιρία να διαβάσετε παρακάτω, μας εξήγησαν τους λόγους που αποφάσισαν να πάνε αντίθετα στη ρίζα του ονόματος τους, τους λόγους που είναι δύσκολο να συνεργαστούν με άλλους καλλιτέχνες, ενώ μας διηγούνται τη δική τους ξεχωριστή ιστορία.

-Ας το πάρουμε αντίστροφα απ’ ότι συνήθως γίνεται. Όπως διακρίναμε και στη σελίδα σας είστε ουσιαστικά μία μπάντα, η οποία μοιάζει να επιζητά τις ζωντανές εμφανίσεις. Πρόκειται για ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της ιδιοσυγκρασίας του συγκροτήματός σας; Είναι η προσέγγιση, που προτιμάτε περισσότερο προς την μουσική;

Θέμος Ρίζος (Απίκος): Είναι ο βασικός μας στόχος, δηλαδή από εκεί ξεκίνησε το συγκρότημα. Το γεγονός ότι στην πορεία μας βγήκαν και κάποια δικά μας τραγούδια , αυτό απλά έγινε. Θέλουμε να παίζουμε live πάντα και παντού και με οποιοδήποτε τρόπο. Εκεί βγαίνει περισσότερη ενέργεια, περνάμε και εμείς πολύ καλά, ενώ εκεί ανταποκρίνεται περισσότερο και ο κόσμος. Ψάχνουμε ευκαιρίες και όποτε μπορούμε λοιπόν το κάνουμε.


-Αν και εμμέσως, πλην σαφώς εξηγήσατε τους λόγους που η διαδικασία των live, σας αρέσει, θα θέλαμε να επιμείνουμε λιγάκι περισσότερο σε αυτό το σημείο και αυτό διότι δεν είναι λίγοι οι καλλιτέχνες, οι οποίοι έχουν δηλώσει κατά καιρούς, πως αν μπορούσαν θα προτιμούσαν να παίζουν όλη μέρα σε ένα studio, παρά να βγαίνουν επί της σκηνής. Το δικό σας σκεπτικό είναι εμφανώς διαφορετικό. Σε ποια θέλω βασίζεται όμως;

 Θ.Ρ: Είναι η ενέργεια που ανταλλάζεις με τον κόσμο και  η χαρά που παίρνεις όταν βλέπεις τον άλλον να γελάει, να χορεύει και να περνάει καλά. Εμείς δεν έχουμε βαθύτερους στόχους, δηλαδή μόνο και μόνο να βλέπεις είτε 10 άτομα είτε 500 να ξεδίνουν και να περνάνε καλά, αυτό είναι το καλύτερο που μπορεί να σου συμβεί.

 

 

 

– Σας έχει τύχει ποτέ να εμφανιστείτε σε ένα μαγαζί με πολύ λίγο κόσμο; Αν θέλετε μπορείτε να περιγράψετε και κάποιο περιστατικό.

Χρόνης Ηλιάδης: Έχουμε δύο περιστατικά που ξεκίνησαν έτσι και κατέληξαν τα καλύτερα live! Ξεκινήσαμε με 10 άτομα, αλλά και στις δύο περιπτώσεις περάσαμε πολύ καλά. Βοήθησε σε αυτό και το γεγονός ότι δεν είχαμε το άγχος να διασκεδάσουμε πολύ κόσμο και ότι πρέπει να είναι όλα στην εντέλεια.
Θ.Ρ: Γίνεται κάτι σαν ένα prive party σε τέτοιες περιπτώσεις. Η πρώτη φορά ήταν σε ένα μαγαζί πριν 4 χρόνια, τότε που ξεκινήσαμε. Ο κλασσικός Έλληνας μαγαζάτορας δεν είχε κάνει κάτι για να μας προωθήσει και στο μαγαζί είχαμε 14 άτομα, από τα οποία τα 12 τα ξέραμε κιόλας! Σε αυτή την περίπτωση απλά το παίρνεις απόφαση, χαλαρώνεις και γίνεται πιο χύμα, πιο αυθόρμητο. Ξεχνάς τα προγράμματα και όλα αυτά. Και φέτος μας έτυχε αυτό. Ενώ φροντίζουμε τα live μας να πηγαίνουν καλά, είχαμε πρόσφατα μία ζωντανή εμφάνιση με 20 άτομα μόλις στο μαγαζί. Αλλά πέρασαν και αυτοί καλά και εμείς!


-Διακρίνετε μία τάση εκ μέρος του κόσμου, που να επιθυμεί απλώς να περάσει καλά και να ξεφύγει; Από την μεριά σας συγκεκριμένα τι είναι αυτό που θέλετε να περάσετε προς αυτόν; Είχατε δηλώσει σε μία παλαιότερη συνέντευξη, ότι δεν σας ενδιαφέρει να εκφράσετε κάτι βαθύτερο, αλλά ότι αυτό το γνωρίζουν να το κάνουν κάποιοι άλλοι μουσικοί και δεν θέλετε να μπλέξετε στα δικά τους χωράφια.



Θ.Ρ : Αυτό που κάνει εντύπωση σε μένα, είναι ότι αυτό που κάνουμε εμείς δεν το κάνει καμία άλλη μπάντα. Δηλαδή, δεν κάνουμε τίποτα φοβερό ούτε μουσικά… Παίζουμε πολύ απλά και έχουμε ένα σφιχτό σύνολο, το οποίο παίζει αξιοπρεπώς. Διαλέγουμε τα κομμάτια όμως με τέτοιο τρόπο, που να γίνεται το πρόγραμμα  ένα τεράστιο πάρτι. Διαλέγουμε γνωστά κομμάτια χωρίς κόμπλεξ, στα είδη που παίζουμε βέβαια και αυτό καταλήγει να είναι κάτι το διαφορετικό.
Με την μαυρίλα και την μιζέρια που έχει “πέσει”τον τελευταίο καιρό , είναι λογικό μία στο τόσο όταν βγαίνεις κάποιος έξω να θέλει να ξεφύγει από την “εντεχνίλα” και τη down μουσική και να ξεδώσει λίγο.


-Πώς καταρτίζεται το πρόγραμμα σας;

-X.H:  Βασικό κριτήριο είναι ένα κομμάτι να μας αρέσει, αν όχι σε όλους τότε στους περισσότερους. Αν σε ένα μέλος της μπάντας δεν αρέσει καθόλου ένα κομμάτι τότε δεν το παίζουμε καθόλου. Σίγουρα τα κομμάτια μεταξύ τους πρέπει να έχουν μια αρμονία, μία σχέση. Να μην είναι άσχετο το ένα με το άλλο.

Θ.Ρ: Από δικά μας κομμάτια έχουμε λίγα, αλλά ούτε αυτό είναι εύκολο. Σκέψου , έχουμε κάνει περισσότερα live παρά πρόβες. Για να γράψεις δικό σου κομμάτι θέλει προσπάθεια, να γράψει κάποιος στίχο κάποιος μουσική και να το δουλέψουμε πολύ. Το cd μας πήρε 2 χρόνια για να βγει και μπορεί να μην φαίνεται κάτι τρομερό αλλά η όλη διαδικασία είναι δύσκολη και χρονοβόρα. Προσπαθούμε τώρα να γράψουμε και άλλα δικά μας κομμάτια.
Το σημαντικό πάντως είναι να υπάρχει μια ροή στο πρόγραμμα, ακόμα και αν υπάρχουν διαφορετικά είδη μουσικής.
Για παράδειγμα σε ένα ακουστικό live, ήθελα να πω εγώ το Κουκουλοφόρο του Σπύρου Γραμμένου και το έκανα. Είναι εξαιρετικό τραγούδι, αλλά δεν κολλούσε στο πρόγραμμα, δεν είναι “Picos Apicos” και φάνηκε στην σκηνή αυτό. Αφού βλέπουμε ότι αυτό που κάνουμε πάει καλά, χτίζουμε πάνω σε αυτό και συνεχίζουμε έτσι.

-Τι υπάρχει στα σκαριά για live εμφανίσεις;

X.H. Στις 22 Ιουλίου συμμετέχουμε σε ένα φεστιβάλ που λέγεται “Ήχοι του Δάσους” και θα γίνει στη Φωκίδα μαζί με πολλούς καλλιτέχνες, μεταξύ των οποίων είναι και ο Λεωνίδα Μπαλάφας . Στις 3 Αυγούστου εμφανιζόμαστε στο Camping της Νεολαίας της Αριστερής Ανασύνθεσης, στη  Ζαχάρω μαζί με το Φοίβο Δεληβοριά. Αυτές είναι οι επόμενες καλοκαιρινές μας εμφανίσεις, τουλάχιστον για την ώρα.
-Ας ανατρέξουμε λίγο στα παλιά τώρα. Πώς ξεκίνησαν οι Picos Apicos & the Pina Coladas;

Χ.Η: Τρεις από τους πέντε της μπάντας, είχαμε ένα άλλο συγκρότημα προηγουμένως και παίζαμε άλλο είδος μουσικής, που είχε χαρακτήρα κλασσικού ροκ. Κάποια στιγμή είχαμε βαρεθεί και ψάχναμε να κάνουμε κάτι διαφορετικό που θα μας φτιάχνει το κέφι. Τότε σκεφτήκαμε το rock & roll, μπήκε και ο Θέμος στην παρέα και από την πρώτη κιόλας πρόβα όλα πήγαν ωραία.
-Εξακολουθεί να “πηγαίνει ωραία”; 

Θ.Ρ: Στην αρχή ήμασταν όλοι γύρω στα 25, και για να είμαστε ειλικρινείς έχουν περάσει 5-6 χρόνια, κάτι που σημαίνει ότι πλέον ανήκουμε σε ένα άλλο ηλικιακό γκρουπ. Υπάρχει η ίδια διάθεση ίσως και παραπάνω γιατί βλέπουμε ότι αυτό που κάνουμε έχει ανταπόκριση, αλλά και πάλι χρειάζεται λίγη παραπάνω προσπάθεια στο θέμα της ενέργειας. Εγώ το έχω νιώσει γιατί όλοι μας εργαζόμαστε παράλληλα, έχουμε άλλες υποχρεώσεις πλέον… Με την μπάντα βέβαια θέλεις να ξεφύγεις από αυτές τις υποχρεώσεις, να ξεδώσεις και η αλήθεια είναι ότι μόλις αρχίζει το live, τα ξεχνάς όλα!

 

-Το 2006 λοιπόν, ξεκινήσατε την πορεία σας. Από ποια στάδια αυτή χαρακτηρίστηκε;

Θ.Ρ : Στην αρχή ξεκινήσαμε τελείως αυθόρμητα. Πήραμε τα όργανα, τα στήσαμε στο εξοχικό μου και αρχίσαμε να παίζουμε χαλαρά. Δεν είμαστε μπάντα που πηγαίνει στις πρόβες με παρτιτούρες και τα έχει όλα έτοιμα. Μαθαίνει ο ένας από τον άλλο, όλα βγαίνουν πάνω στην πρόβα. Είχαμε στο σχέδιο ένα πρόγραμμα, παίξαμε στο πάρτι ενός φίλου, φάνηκε ότι πήγε καλά και έτσι συνεχίσαμε.

Περάσαμε από διάφορα στάδια, είχαμε και άλλα μέλη. Αρχικά δεν παίζαμε σφιχτά τα είδη που παίζουμε τώρα, μέχρι να καταλήξουμε στο ποια μας ταιριάζουν περισσότερο ώστε να δημιουργούν ένα τεράστιο πάρτι. Ξεκινήσαμε και κάποιες εμφανίσεις, και στην αρχή μας στήριζαν οι φίλοι μας. Έπειτα στα live βλέπαμε και κάποιους άγνωστους, που έρχονταν πολύ συχνά. Πλέον έχουμε φτάσει σε ένα επίπεδο που δεν χρειάζεται να είμαστε πάνω από το τηλέφωνο και να λέμε στους φίλους μας να έρθουν στο μαγαζί.


-Τελευταία παρατηρείται ιδιαιτέρως το φαινόμενο, ελέω και της κρίσης, του να συνεργάζονται κάποιοι καλλιτέχνες μεταξύ τους. Εσείς θα θέλατε να ακολουθήσετε αυτό το ρεύμα;


-Θ.Ρ :
Νομίζω δεν ανήκουμε σε καμία σκηνή, ούτε στη rockabilly, ούτε στην ska αν υπάρχει κάτι τέτοιο στην Ελλάδα πέρα από τους Locomondo, ώστε να μπορούμε να συνεργαστούμε με κάποιον καλλιτέχνη ίδιου είδους. Εγώ θα ήθελα να συνεργαστούμε με τον Σπύρο Γραμμένο. Μπορεί μουσικά να μην ταιριάζουμε πολύ, αλλά πέρσι που είχαμε συνεργαστεί στο Ηράκλειο είχαμε ταιριάξει πολύ καλά. Έχει και αυτός το χαβαλέ και θέλει να περνάει ο κόσμος καλά.


-Σας έχουν κατηγορήσει ποτέ ότι είστε πολύ χαρούμενοι για την εποχή, όπως για παράδειγμα τον Κωστή Μαραβέγια;

Θ.Ρ: Νομίζω αν φτάσουμε στο επίπεδο διασημότητας του Μαραβέγια σίγουρα θα μας κατηγορήσουν ότι είμαστε πολύ χαζοχαρούμενοι . Μέχρι τώρα δεν έχει γίνει κάτι τέτοιο. Πάντα στην Ελλάδα κατηγορούν αυτό που ξεχωρίζει. Μας έχουν πει ότι γράφουμε μόνο για ποτό και γυναίκες, αλλά δεν θέλουμε να γράφουμε “σοβαρά”
Σημασία έχει βέβαια και πως ορίζεις το σοβαρό. Αυτό που λέγαμε και στην αρχή, υπάρχουν πολλοί τραγουδοποιοί που γράφουν ωραία. Όπως ο Μπαλάφας και ο Δεληβοριάς. Εμείς θέλουμε όμως, απλά ο κόσμος να χορεύει και να γελάει.


-Αν ένας άνθρωπος που δεν σας γνωρίζει έρθει σε ένα live σας, τι είναι αυτό το οποίο θα αντικρίσει; Πως θα περιγράφατε αυτό που κάνατε;

Χ.Η: Θα δει κάποια άτομα πάνω στην σκηνή που χορεύουν, τραγουδάνε, χοροπηδάνε 3 ώρες και περνάνε ωραία.


Θ.Ρ:
Θα αντικρίσει ενέργεια.


-Μπορεί να ισχυρίζεστε ότι παίζετε απλά, αλλά σε κάθε περίπτωση είναι ηλίου φαεινότερο πως βγάζετε μία αρμονία και μία ιδιαίτερη συνοχή. Αυτό το αποτέλεσμα από πού προκύπτει;

Θ.Ρ: Επειδή κανείς μας δεν είναι επαγγελματίας μουσικός, δεν έχει τη θεωρητική κατάρτιση δηλαδή, θέλει πολύ δουλειά. Πρέπει να έχεις εμπιστοσύνη ο ένας τον άλλο πάνω στην σκηνή. Θέλει τόση δουλειά που όλα θα είναι αυτοματοποιημένα. Αν κάνω ένα λάθος εγώ, θα κρυφτεί από το “δέσιμο” που υπάρχει  Το έχουμε κατακτήσει σε ένα μέρος του προγράμματος αυτό.
-Πώς είναι μία πρόβα των Picos Apicos $ the Pina Coladas;

Θ.Ρ.: Ξοδεύουμε λίγο χρόνο να βρούμε τον ήχο μας κάθε φορά. Και έπειτα αρχίζει ένα τζαμάρισμα χωρίς νόημα. Κάποιος αρχίζει να παίζει κάτι και οι άλλοι ακολουθούμε πάνω σε αυτό. Και μετά από κάποια ώρα, κάποιος μας “επαναφέρει” και ξεκινάμε τη δουλειά. Επειδή δεν είμαστε από τις αυστηρά οργανωμένες μπάντες, κάποιος παίρνει πρωτοβουλία ή έχει βγάλει ένα κομμάτι από το σπίτι και αρχίζουμε να το δουλεύουμε αυτό. Δεν λειτουργούμε θεωρητικά και με παρτιτούρες.
Υπάρχουν και πρόβες τελείως διαδικαστικές. Έχουμε να παίξουμε δύο μήνες και πρέπει να ξεσκουριάσουμε γιατί έχουμε live σε μία εβδομάδα. Δεν είναι και τόσο ρομαντικό αυτό. Πάντα όμως κοιτάμε να περάσουμε καλά και να χαλαρώσουμε.


-Υποστηρίζετε πως δεν είστε μία μπάντα με πολιτικές και κοινωνικές στοχεύσεις. Όμως το ένα μέρος του ονόματος σας, προέρχεται από τη Φρουτοπία, από ένα έργο που κρύβει στα σπλάχνα του τέτοιας φύσεως μηνύματα, που θυμίζουν κάτι από τη «Φάρμα των ζώων» του Όργουελ…

Θ.Ρ: H “Φρουτοποία” είναι πολιτικοποιήμενο σίριαλ, και έχει όντως στοιχεία από τη “Φάρμα των Ζωων”, αλλά η αλήθεια είναι ότι απλά μου ακουγόταν ωραία αυτό το όνομα, δεν είναι κάτι άλλο, και δεν το είχε χρησιμοποιήσει κιόλας κάποιο άλλο συγκρότημα. Όσον αφορά το δεύτερο συνθετικό το κολλήσαμε για να θυμίζει τα παλαιότερα συγκροτήματα…


– Κάθε συγκρότημα έχει να διηγηθεί μία δική του ξεχωριστή ιστορία. Υπάρχει κάποια  που θα θέλατε να μοιραστείτε;


Θ.Ρ : Το πιο πρόσφατο που θυμάμαι και συγκινηθήκαμε, ήταν τότε που κερδίσαμε στο διαγωνισμό του Nueva Trova .Κερδίσαμε μόνο με λίγους ψήφους διαφορά. Είχαμε πολύ αγωνία για το αποτέλεσμα  και ήμασταν όλοι μαζί μαζεμένοι. Δεν ήμασταν καθόλου σίγουροι για το αποτέλεσμα γιατί δεν είχαμε κινητοποιήσει τόσο κόσμο. Είχαμε πει “πάμε και ας γίνει ότι είναι να γίνει”. Τη στιγμή που συνειδητοποιήσαμε ότι ήμασταν πρώτοι σε διαπερνάει αυτό  συναίσθημα ότι είμαστε όντως μπάντα, αγκαλιαστήκαμε και νιώσαμε ότι κάναμε κάτι. Δεν είναι τα λεφτά, αλλά ότι κατορθώσαμε κάτι.  Ώρες ώρες νιώθεις ότι παλεύεις και θυσιάζεις ενέργεια και αυτές οι μικρές στιγμές είναι μία ανταμοιβή, για να συνεχίσεις.

 

 

Συνέντευξη στους: Κώστα Παπαντωνίου και Χριστιάνα Βουκελάτου

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]
//