Στο ίδιο έργο θεατές με εμάς, βρίσκονται και οι Πορτογάλοι που βλέπουν εργασιακά και κοινωνικά τους κεκτημένα να ισοπεδώνονται. Όπως η Ελλάδα, έτσι και η Πορτογαλία βιώνει τις οδυνηρές συνέπειες της οικονομικής κρίσης και του μνημονίου, το οποίο εξουθενώνει οικονομικά και κοινωνικά κάθε εργαζόμενο. Δυστυχώς, οι εργαζόμενοι είναι αυτοί που πληρώνουν αυτή την κρίση ανεξάρτητα από το χρώμα τους, τη γλώσσα που μιλάνε, τις συνήθειές τους και τον τόπο στον οποίο διαμένουν.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο η πορτογαλική κυβέρνηση -πιστή στις προσταγές της τρόικα- προώθησε τον περασμένο μήνα έναν άκρως αντεργατικό νόμο που αφορά το εργασιακό καθεστώς των εργαζομένων στα λιμάνια της χώρας. Καθώς η δραστηριότητα των λιμανιών αποτελεί βασικό πυλώνα της οικονομίας και της ανάπτυξης της χώρας, η κυβέρνηση θέλησε να δημιουργήσει ένα περιβάλλον πιο ευνοϊκό για τους επιχειρηματίες του εν λόγω τομέα, έτσι ώστε να τονώσει την ανταγωνιστικότητα της χώρας. Ο συγκεκριμένος νόμος, ο οποίος ψηφίστηκε τελικά από το πορτογαλικό κοινοβούλιο στις 29 Νοεμβρίου, προβλέπει την απελευθέρωση των εργασιακών σχέσεων και προσπαθεί να επεκτείνει το καθεστώς της επισφαλούς εργασίας κυρίως όσον αφορά τον τομέα των φορτοεκφορτωτών των λιμανιών.
Οι φορτοεκφορτωτές αποτελούν βασικό κύτταρο της λιμενικής δραστηριότητας, καθώς από τα πορτογαλικά λιμάνια περνάνε πολλά φορτηγά-πλοία από χώρες της Αφρικής και της Αμερικής, λειτουργώντας έτσι ως ένας συνδετικός κρίκος της Ευρώπης με χώρες του Ατλαντικού. Οι συγκεκριμένοι εργαζόμενοι δουλεύουν κάτω από δύσκολες συνθήκες με πολλές υπερωρίες και πολλές φορές δουλεύοντας και 16 ώρες την ημέρα. Με το νέο καθεστώς που προβλέπει ο νόμος, οι εργοδότες θα μπορούν να απολύουν πιο εύκολα τους εργαζομένους και να προσλαμβάνουν στη θέση τους επισφαλώς εργαζομένους με λιγότερα χρήματα. Έτσι, με πρόφαση τη μείωση του κόστους στον τομέα αυτό και στο όνομα της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της χώρας , οι εργαζόμενοι στα λιμάνια θα δουλεύουν με απελευθερωμένο ωράριο, μειώσεις μισθών, σε συνθήκες εργοδοτικής τρομοκρατίας και υπό το φόβο της απόλυσης. Έτσι, όπως πάντα, οι επιχειρηματίες είναι οι κερδισμένοι της υπόθεσης οι οποίοι θα έχουν περισσότερα κέρδη, αφού θα απασχολούν περισσότερους επισφαλώς εργαζομένους που μπορούν να χειραγωγούν ευκολότερα λόγω της προσωρινής τους θέσης.
Ενάντια σε αυτό το νόμο οι φορτοεκφορτωτές των λιμανιών δεν έχουν μείνει με σταυρωμένα χέρια, καθώς εδώ και 3 μήνες περίπου βρίσκονται σε απεργία κατά τη διάρκεια των υπερωριών και θα συνεχίσουν την απεργία τους μέχρι και το τέλος του χρόνου προσθέτοντας και 2 ώρες από την κανονική τους βάρδια. Η απεργία δεν είναι το μοναδικό τους όπλο, αφού μετά την ψήφισή του θα προσφύγουν και στη δικαιοσύνη υπερασπιζόμενοι την αντισυνταγματικότητα του νόμου που υπονομεύει εργασιακά κεκτημένα.
Από τις 17 Σεπτεμβρίου οι φορτοεκφορτωτές των λιμανιών της Λισαβόνας, του Σετούμπαλ, του Αβέιρου και της Φιγκουέιρα ντα Φοζ, (δηλαδή της κεντρικής και νότιας Πορτογαλίας, όχι της βόρειας) πραγματοποιούν απεργία την ώρα των υπερωριών. Παρά την πραγματοποίηση της απεργίας μόνο τις ώρες των υπερωριών, η λειτουργία των λιμανιών έχει επηρεαστεί σημαντικά. Η αναστάτωση αυτή φυσικά δεν άφησε αδιάφορους την κυβέρνηση και τους δημοσιογράφους που θέλησαν να συκοφαντήσουν από την πρώτη κιόλας στιγμή τον αγώνα των εργαζομένων. Η κυβέρνηση έκανε λόγο για κόστος της απεργίας που φτάνει τα 400 εκατομμύρια το μήνα, ενώ τα ΜΜΕ δεν δίστασαν να αναπαράγουν ειδήσεις του τύπου «Δεν θα υπάρξουν δώρα Χριστουγέννων λόγω της απεργίας των φορτοεκφορτωτών των λιμανιών» και να τους κατηγορήσουν ακόμη και για βίαιη συμπεριφορά σε πορείες, όπως αυτή στις 29 Νοεμβρίου -ημέρα ψήφισης του νόμου- που είχε τη στήριξη και λιμενεργατών άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Επιπλέον, η συνομοσπονδία της πορτογαλικής βιομηχανίας, βλέποντας τις επαναλαμβανόμενες απεργίες, προέβαλε την ανάγκη για αλλαγή του νόμου περί απεργίας, κάνοντας ξεκάθαρο ότι μια απεργία είναι νόμιμη όταν δεν επηρεάζει τα συμφέροντα των εργοδοτών, συγκεκριμένα ότι «η νομιμότητα μιας απεργίας θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη και τα θιγόμενα συμφέροντα».
Κατά τη διάρκεια του αγώνα τους βέβαια, αντιμετώπισαν και το πρόβλημα της διάσπασης του κινήματός τους, λόγω της υπογραφής μιας συμφωνίας με την κυβέρνηση και τους επιχειρηματίες του τομέα από την UGT (τη Γενική Ένωση Εργαζομένων) και το Συνδικάτο που σχετίζεται με την πλειοψηφία των εργαζομένων στο λιμάνι του Λεΐσόις. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε ένα ποστ στην σελίδα των φορτοεκφορτωτών στο facebook, ένας εργαζόμενος από το Λεΐσόις δήλωσε ότι οι καινούριοι φορτοεκφορτωτές αυτού του λιμανιού «δουλεύουν 70 ώρες την εβδομάδα χωρίς να πληρώνονται τις υπερωρίες» και «ότι είναι υποχρεωμένοι να δουλεύουν από τις 8 έως τις 12 τα μεσάνυχτα» υπό το φόβο της απόλυσης «και όλα αυτά για ένα μηνιάτικο 700 ευρώ».
Μέσα λοιπόν σε αυτό το κλίμα τρομοκρατίας διεξάγεται ο αγώνας των εργαζομένων στα λιμάνια της κεντρικής και νότιας Πορτογαλίας ενάντια σε μια μεταρρύθμιση που στόχο έχει την ισοπέδωση εργασιακών δικαιωμάτων και την προώθηση των ελαστικών σχέσεων εργασίας που εξυπηρετούν τα συμφέροντα των εργοδοτών. Ο αγώνας αυτών των ανθρώπων για αξιοπρέπεια και δικαίωμα στην εργασία σε μια χώρα που δεν φημίζεται για το αγωνιστικό της πνεύμα δεν έχει γίνει αρκετά γνωστός στη χώρα μας, αλλά στέλνει ένα μήνυμα ότι κανείς εργαζόμενος δεν είναι μόνος του στην κρίση και μπορεί να αντισταθεί αν το θελήσει.
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.