Σικ τράνζιτ γκλόρια μούντι, έτσι παρέρχεται η δόξα του κόσμου. Το ρητό είναι λατινικό, αλλά όχι της κλασικής εποχής -αφού, όπως μόλις έμαθα, χρησιμοποιήθηκε αρχικά κατά τις τελετές ενθρόνισης του Πάπα τον 15ο αιώνα.
Οι λέξεις μάς είναι όλες οικείες, ακόμα και σε μένα που δεν έχω διδαχτεί λατινικά ούτε μια ώρα στη ζωή μου (ήμουν του Πρακτικού).
Το sic το χρησιμοποιούμε, ειρωνικά συνήθως, όταν παραθέτουμε λόγια άλλων, για να δείξουμε ότι κάτι, που συνήθως είναι κάποιο μαργαριτάρι ή μια υπερβολική άποψη, ειπώθηκε όντως έτσι, ότι δεν το αλλάξαμε εμείς. Κι εδώ στο ιστολόγιο, όταν ενδίδω στον πειρασμό του γλωσσικού ακτιβισμού και χρησιμοποιώ κάποιον τύπο που δεν είναι καθιερωμένος, βάζω δίπλα σε παρένθεση «σικ, ρε» για να δείξω ότι ξέρω πως πρόκειται για τέτοιον τύπο, π.χ. «θέλησαν να εισάξουν (σικ, ρε) καινά δαιμόνια». Δεν έχει σχέση με το σικ ντύσιμο, αυτό είναι γαλλικό, chic.
Το τράνζιτ ή τράνζιτο το ξέρουμε από τους επιβάτες ή τα εμπορεύματα που περνούν τράνζιτ από μια χώρα δηλ. χωρίς να περάσουν από τελωνειακό έλεγχο, και το χρησιμοποιούμε και για τους χώρους τράνζιτ των αεροδρομίων ή των λιμανιών. Αποδίδεται διέλευση ή διαμετακόμιση, αναλόγως. Και στις δυτικοευρωπαϊκές γλώσσες έχει πάμπολλα ομόρριζα, που καμιά φορά επανέρχονται στην ορολογία ειδικών κλάδων, όπως το τρανζίσιον γκέιμ που είναι όρος της μόδας τώρα στο ποδόσφαιρο.
Γκλόρια είναι βεβαίως η δόξα, είναι και γυναικείο όνομα, όχι ελληνικό όμως, πχ η Γκλόρια Γκέινορ, αλλά και όνομα θεάτρου. Υπάρχει κι ένα λουλούδι που το λένε γκλοριόζα.
Μούντι είναι ο κόσμος, πτώση γενική. Η ονομαστική είναι mundus (ενώ το espressus freddus schettus είναι αιτιατική πληθυντικού, ανώμαλη γλώσσα τα λατινικά). Από εκεί και το Μουντιάλ, βεβαίως, που το λέμε έτσι στη χώρα μας ακόμα κι όταν γίνεται σε χώρες που μιλάνε μη λατινογενή γλώσσα, όπως φέτος.
Το ρητό είναι πασίγνωστο, και το έχω δει να χρησιμοποιείται και χιουμοριστικά παραλλαγμένο κάμποσες φορές, π.χ. Sic transit gloria Mundial, για τον αποκλεισμό μεγάλων ομάδων από νωρίς στο Μουντιάλ.
Ωστόσο, σήμερα το χρησιμοποιώ για να σχολιάσω το μάθημα των Λατινικών, το οποίο, όπως ανακοίνωσε ο υπουργός Παιδείας, για πρώτη φορά εξοβελίζεται εντελώς από τις εισαγωγικές εξετάσεις της θεωρητικής κατεύθυνσης -πιθανόν μάλιστα και να μην διδάσκεται καν, αυτό δεν το κατάλαβα με βεβαιότητα από τις ανακοινώσεις του υπουργού.
Φυσικά, οι ανακοινώσεις δεν αφορούσαν ειδικά το μάθημα των Λατινικών αλλά μια πολύ ευρύτερη και ίσως πολύ σημαντική μεταρρύθμιση του τρόπου εισαγωγής στα ΑΕΙ, που θα πρέπει όμως να τη συζητήσουμε σε άλλο άρθρο. Στο σημερινό, θα επικεντρωθούμε στην «κατάργηση» των Λατινικών, μια και το θέμα αυτό, καλώς ή κακώς, μονοπώλησε τους προβολείς της επικαιρότητας -και αφού είμαστε ιστολόγιο γλωσσικό δεν επιτρέπεται να μην το σχολιάσουμε κι εμείς.
Αναπόφευκτα ίσως, η αντικατάσταση των Λατινικών από την Κοινωνιολογία εντάχθηκε στην τρέχουσα πολιτική αντιπαράθεση. Από την άποψη αυτή, το βραβείο γελοιότητας το παίρνει άνετα ο Άδωνις Γεωργιάδης, ο οποίος, αφού πρόσβαλε τη νοημοσύνη και τη μνήμη των ακροατών δηλώνοντας ότι το μάθημα των Λατινικών γινόταν σε υψηλότατο επίπεδο, συνέχισε ισχυριζόμενος ότι η κυβέρνηση εισάγει την Κοινωνιολογία «για να κάνει τα παιδιά αριστερά«. Ίσως βέβαια να πρόκειται για υπόρρητη εσωκομματική κριτική, δεδομένου ότι ο αρχηγός του κόμματός του έχει ψωνίσει από το Χάρβαρντ πτυχίο Κοινωνιολογίας.
Πέρα από τις γελοιότητες, ακούστηκε επίσης από κάποιους ότι με την κατάργηση των Λατινικών επιδιώκεται, κατά περίπτωση, η αποκοπή των μαθητών από τις ρίζες του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού, ή η μετατροπή τους σε άβουλους χειριστές αντί για ελεύθερα σκεπτόμενους πολίτες, και άλλα τέτοια ηχηρά και αστήρικτα.
Κατά την ταπεινή μου γνώμη, η κατάργηση των Λατινικών και η αντικατάστασή τους από την Κοινωνιολογία ελάχιστη επίδραση θα έχει στη μορφωτική συγκρότηση των εφήβων. Αν συζητάμε σήμερα την κατάργηση των Λατινικών δεν τη συζητάμε επειδή πρόκειται για μια κοσμοϊστορική αλλαγή, αλλά για τη συμβολική της σημασία, διότι σηματοδοτεί, ίσως, το τέλος μιας εποχής, μέσα σε κλίμα διεθνούς παρακμής και υποβάθμισης της σημασίας των ανθρωπιστικών σπουδών και των κλασικών σπουδών.
Καταργήθηκαν τα λατινικά, αλλά ποια λατινικά; Οι μεγαλύτεροι, που έχουν ταλαιπωρηθεί όχι λίγο από αυτό το μάθημα, το οποίο στην εποχή μου ήταν, με μεγάλη διαφορά, το πιο μισητό μάθημα του ελληνικού σχολείου, ίσως δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι το κάποτε φόβητρο των μαθητών είχε εδώ και δεκαετίες μετατραπεί σε σκυλάκι κανίς -τα τελευταία χρόνια διδασκόταν μόνο στους μαθητές της Θεωρητικής κατεύθυνσης και μόνο στην Γ’ Λυκείου, για 3 ώρες την εβδομάδα. Μέσα σε 90 ώρες, θεωρητικές κι αυτές (στην πράξη 80 το πολύ), και μάλιστα στην τελευταία τάξη, γλώσσα δεν μαθαίνεται. Κατά συνέπεια, οι μαθητές διδάσκονταν 25 μικρά κειμενάκια (να ένα, για να πάρετε μια γεύση) και εξετάζονταν πάνω σε αυτά. Τα μάθαιναν απέξω, κείμενο και μετάφραση, παπαγαλία, και είχαν, τα τελευταία 20 χρόνια, ένα σχεδον σίγουρο εικοσάρι, σαν βαθμολογικό μαξιλάρι για ενδεχόμενα στραπάτσα στα Αρχαία και στη Γλώσσα.
Από την άποψη αυτή, δηλ. ότι το μάθημα και η εξέτασή του είχε εξελιχθεί σε παπαγαλία, είναι θετικό που καταργείται, όπως θετικό είναι ότι καταργείται και η εξέταση της μετάφρασης του γνωστού κειμένου των Αρχαίων (ενώ θα ήταν απαράδεκτο να καταργηθεί η πραγματικά απαιτητική μετάφραση του αδίδακτου κειμένου). Θα μου πείτε ότι και άλλα μαθήματα έχουν εξελιχθεί σε παπαγαλία, όπως η Ιστορία ή το λεγόμενο ΑΟΘ, και τίποτα δεν αποκλείει να ακολουθήσει και η Κοινωνιολογία αυτή την οδό. Ωστόσο, στην Ιστορία και την Κοινωνιολογία είναι στο χέρι της επιτροπής θεμάτων να αποθαρρύνει την αποστήθιση βάζοντας θέματα που δεν εξαρτώνται από τη φωτογραφική απομνημόνευση του κειμένου του βιβλίου. Στα Λατινικά η αποφυγή της αποστήθισης είναι αδύνατη, αφού είναι τόσο μικρή η ύλη.
Να πω εδωπέρα ότι δεν αρνούμαι την αξία και την ανάγκη της αποστήθισης ως εργαλείου της μαθησιακής διαδικασίας. Η αποστήθιση είναι χρήσιμη και αναγκαία σε πολλά πράγματα -ξεκινώντας, ας πούμε, από την προπαίδεια. Αλλά η αποστήθιση είναι μέσο, όχι σκοπός.
Τώρα, ως προς την αξία των λατινικών καθαυτών, τόσο αρκετοί φιλόλογοι όσο και η Κοσμητεία της Φιλοσοφικής του ΕΚΠΑ παραθέτουν σειρά επιχειρημάτων, υπέρ του μαθήματος, που όμως είτε είναι γενικόλογα είτε δεν φαίνονται πειστικά. Για παράδειγμα, ότι τα λατινικά είναι «απαραίτητα» σε γιατρούς και φαρμακοποιούς μάλλον θα ίσχυε στην εποχή των ιατροφιλόσοφων, τον 18ο και 19ο αιώνα. Το επιχείρημα ότι η γνώση λατινικών βοηθάει στην εκμάθηση σύγχρονων ευρωπαϊκών γλωσσών έχει εξασθενήσει πολύ σε μια εποχή αυξημένης γλωσσομάθειας όπως η σημερινή -τα περισσότερα παιδιά σήμερα φτάνουν στα 18 τους έχοντας γνώση δεύτερης και τρίτης ξένης γλώσσας. Πιο βάσιμο είναι το επιχείρημα ότι τα λατινικά θα χρειαστούν στους φοιτητές της Φιλοσοφικής -εκεί θα χρειαστούν τμήματα διδασκαλίας στο πρώτο έτος -τα οποία έτσι κι αλλιώς ήταν και πριν από την κατάργηση αναγκαία, αφού οι περισσότεροι πρωτοετείς φοιτητές ελάχιστες πραγματικές γνώσεις λατινικών έχουν.
Όσο για τις υπερβολές που ακούστηκαν, ότι με την κατάργηση των λατινικών καταδικάζονται στην αμορφωσιά ή στην αποκοπή από το ευρωπαϊκό πνεύμα οι επόμενες γενιές, δεν αντέχουν σε σοβαρή εξέταση. Καταρχάς, αν είναι έτσι, τότε τα 3/4 των μαθητών (που δεν διδάσκονται λατινικά έτσι κι αλλιώς) είμαστε αμόρφωτοι και αποκομμένοι από το ευρωπαϊκό πνεύμα. Κι έπειτα, πολύ σαθρό σκαφίδι είναι αυτά τα 25 κειμενάκια (τόσα λατινικά διδάσκονται, θυμίζω) για να εξασφαλίσουν το πέρασμα από την αμορφωσιά στη μόρφωση!
Κάποιοι θυμήθηκαν και τη ρήση του Γκράμσι, ότι il latino non si studia per imparare il latino, si studia per abituare i ragazzi a studiare (τα λατινικά δεν διδάσκονται για να μάθει κανείς λατινικά, διδάσκονται για να συνηθίσουν τα παιδιά να μελετούν). Αλλά βέβαια, κι αν δεχτούμε ότι ισχύει αυτό (συζητήσιμο το βρίσκω), είναι κάπως αργά στα 18 τους χρόνια, στην τελευταία χρονιά της εγκύκλιας εκπαίδευσης, να μάθουν τα ραγκάτσα τα δικά μας να μελετούν -χώρια που εμείς έχουμε τα αρχαία γι’ αυτή τη δουλειά.
Οι φιλόλογοι βέβαια αισθάνονται να θίγονται και να απειλούνται επαγγελματικά από την κατάργηση της εξέτασης του μαθήματος. Έγραψε προχτές, όλος απόγνωση, ένας νεαρός απόφοιτος: Στο γυμνάσιο έχουν καταργηθεί οι εξετάσεις σε φιλολογικά μαθήματα, πράγμα που με βρήκε απόλυτα σύμφωνο μιας και πραγματικά ταλαιπωρούνταν τα παιδιά δίχως λόγο. Τώρα στο λύκειο καταργούν τα λατινικά και πολλά φιλολογικά μαθήματα γενικής παιδείας ώστε να μη διδάσκονται ή εξετάζονται• δεν έχουν αποφασίσει ακόμα. Εισάγουν την Κοινωνιολογία, μάθημα τρομερά ενδιαφέρον που θα ήθελα κι εγώ να το διδαχθώ ως μαθητής. Δεν μπορώ όμως να το διδάξω λόγω της θέσης μου. Προσπαθούν να καταργήσουν την παραπαιδεία και πολύ καλά κάνουν γιατί το σχολείο πρέπει να είναι ένας χώρος χαλάρωσης και συνάμα μόρφωσης. Άρα όχι ιδιαίτερα και φροντιστήρια. Μπράβο και για αυτήν την απόφασή τους. Και έρχεται τώρα η ερώτηση που απευθύνεται καθαρά σε αυτούς.
ΑΦΟΥ ΕΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΙΜΑΙ 25 ΕΤΩΝ ΔΕ ΜΕ ΔΙΟΡΙΖΕΤΕ, ΔΕ ΜΕ ΑΦΗΝΕΤΕ ΝΑ ΕΡΓΑΣΤΩ ΣΕ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΛΟΓΩ ΜΙΚΡΗΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΚΑΙ ΔΕ ΜΕ ΑΦΗΝΕΤΕ ΝΑ ΚΑΝΩ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΚΑΤ’ ΟΙΚΟΝ, ΕΓΩ ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΩ; ΠΩΣ ΘΑ ΔΟΥΛΕΨΩ; ΓΙΑΤΙ ΣΠΟΥΔΑΣΑ; ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΚΙ ΕΓΩ ΠΟΛΙΤΗΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΑΒΕΤΕ ΚΙ ΕΜΕΝΑ ΥΠΟΨΙΝ;
Ο νεαρός φιλόλογος έχει ένα δίκιο να κατηγορεί το κράτος· διότι το κράτος εδώ και πολλά χρόνια, αν και βλέπει την ολοφάνερη αναντιστοιχία ανάμεσα στους εισακτέους και στις δυνατότητες επαγγελματικής τους απορρόφησης, δεν παίρνει τη γενναία απόφαση για σημαντική μειωση των εισακτέων στις φιλοσοφικές σχολές, μια απόφαση με σημαντικό πολιτικό κόστος που ούτε η σημερινή κυβέρνηση τόλμησε να επωμιστεί ούτε οι προηγούμενες. Αλλά και οι επαγγελματικές ενώσεις των φιλολόγων θα έπρεπε εδώ και χρόνια να έχουν αίτημά τους τη μείωση των εισακτέων, κι όμως δεν το κάνουν διότι φοβούνται πως έτσι θα χάσει ο κλάδος τη δύναμη πίεσής του.
Ωστόσο, αυτό που δεν κάνει το κράτος το κάνουν διαισθητικά οι υποψήφιοι, που όλο και περισσότερο αποφεύγουν να δηλώνουν τις φιλοσοφικές σχολές, με αποτέλεσμα οι βάσεις εισαγωγής να έχουν καταβαραθρωθεί. Σε πρόσφατη συζήτηση μια φιλόλογος κατηγορούσε το υπουργείο ότι «χαμηλώνει τις βάσεις» στις φιλοσοφικές σχολές για να τις υποβαθμίσει, αλλά δυστυχώς οι βάσεις διαμορφώνονται από τις προτιμήσεις των υποψηφίων, οι οποίοι λαμβάνουν υπόψη τους κυρίως τη δυνατότητα επαγγελματικής αποκατάστασης.
Και πάντως, όσο κι αν είναι συγγνωστή η επαγγελματική αγωνία των φιλολόγων, η παιδεία δεν πρέπει να σχεδιάζεται με κριτήριο τις ανάγκες επαγγελματικής αποκατάστασης των καθηγητικών κλάδων.
Η αλήθεια είναι ότι διεθνώς οι ανθρωπιστικές και οι κλασικές σπουδές βρίσκονται σε υποχώρηση, κάτι που αντανακλά τη συνεχή προσθήκη νέων γνωστικών αντικειμένων, ενώ το ωράριο των σχολείων είναι, εκ των πραγμάτων, πεπερασμένο: γύρω στις 30 ώρες διδασκαλίας την εβδομάδα, σε περίπου 30 εβδομάδες διδασκαλίας τον χρόνο, επί 12 χρόνια. Σε αυτό το σύνολο ωρών κάποτε κυριαρχούσαν οι κλασικές σπουδές. Από μια μελέτη του Μαν. Τριανταφυλλίδη βλέπω, ας πούμε, ότι τα εννεατάξια γυμνάσια του μεσοπολέμου στην Πρωσία αφιέρωναν 6 ώρες την εβδομάδα επί 6 τάξεις στα αρχαία ελληνικά και 5-8 ώρες την εβδομάδα επί 9 τάξεις στα λατινικά, και μόλις 2-3 ώρες επί 4 τάξεις στα γαλλικά, αν και μπορούσε κανείς να σταματήσει τα ελληνικά και να πάρει περισσότερα γαλλικά. Δεύτερη ξένη γλώσσα δεν διδασκόταν, ούτε βεβαίως πολλές θετικές επιστήμες.
Αλλά και τα παλιότερα ελληνικά σχολεία αφιέρωναν πολύ περισσότερες ώρες στα λατινικά. Από την ίδια μελέτη βρίσκω ότι πριν από τη μεταρρύθμιση του 1917 τα λατινικά διδάσκονταν στις 4 τελευταίες τάξεις για 4 ώρες την εβδομάδα, κάτι που χοντρικά δίνει 480 ώρες για το μάθημα συνολικά, ενώ στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια αυτό μειώθηκε σε 3 ώρες την εβδομάδα, πάντα για 4 τάξεις, δηλ. 360 ώρες συνολικά, για να περιοριστεί τα τελευταία χρόνια σε 3 ώρες μόνο σε μία τάξη, δηλ. περί τις 90 ώρες. Όμως οι ώρες αυτές που απελευθερώθηκαν από τα λατινικά διατέθηκαν σε άλλα γνωστικά αντικείμενα, είτε υφιστάμενα που κρίθηκε αναγκαίο να ενισχυθούν, είτε εντελώς καινούργια -από τη δεύτερη και τρίτη ξένη γλώσσα έως την πληροφορική. Γι’ αυτό και οι εκκλήσεις των πανεπιστημιακών για «αναβάθμιση» του μαθήματος είναι έωλες (προς μπαμπινιωτιστές: αυτό σημαίνει ‘αστήρικτες’), αφού ουσιαστικά ζητούν την αύξηση των ωρών διδασκαλίας του, παραγνωρίζοντας ότι, σε αντίθεση με το Σύμπαν, το πρόγραμμα διδασκαλίας της δευτεροβάθμιας δεν μπορεί να διαστέλλεται συνεχώς.
Αν όμως κάτι λείπει από τη συζήτηση για τον… θάνατο των λατινικών, είναι η ανάγκη να συγκροτηθούν ξανά Κλασικά Λύκεια, στα οποία θα διδάσκονται και τα λατινικά και τα αρχαία ελληνικά με αυξημένες ώρες, από λίγους αλλά καλά καταρτισμένους φιλολόγους, για τους σχετικά λίγους μαθητές που θα έχουν την κλίση και τη θέληση να ασχοληθούν με κλασικές σπουδές. Αυτό βέβαια πρέπει να συνοδευτεί με μείωση και κυρίως με ριζική αναδιάρθρωση της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών στα γυμνάσια.
Αλλά βέβαια, η πρόσφατη συζήτηση για τα λατινικά έδωσε αφορμή και για μερικά πετυχημένα αστεία, που αξίζει να μνημονευτούν εδώ, όπως το κείμενο της εικόνας αριστερά, που παίζει με το λατινικό σχολικό κείμενο που είδαμε πιο πάνω, αλλάζοντας τρεις λέξεις, και που μάλλον θα το καταλάβατε κι ας μην έχετε διδαχτεί λατινικά όπως εγώ. (Μπορεί να έχει ένα λαθάκι πάντως).
Επίσης, για να ευλογήσω τα γένια μου, επειδή είχα βαρεθεί να διαβάζω υπερβολές στα κοινωνικά μέσα, όπου η κατάργηση των λατινικών παρουσιαζόταν περίπου ως εθνική καταστροφή, ενώ τα θετικά της μελέτης των λατινικών διογκώνονταν πέρα από κάθε μέτρο, σκάρωσα την εξής παρωδία, που ελπίζω να μη θεωρηθεί αληθινή:
Η Αpple, η Microsoft και άλλες μεγάλες εταιρείες ζητούν γνώσεις λατινικών από τα διευθυντικά στελέχη τους. Οι Η/Υ νέας γενεάς επικοινωνούν μόνο με λατινικά διότι είναι γλώσσα με μαθηματική δομή. Τα λατινικά έχουν 5 εκατομμύρια λέξεις.
Και στην Ελλάδα ο Γαβρόγλου τα καταργεί!!! Δγιαδώστε!
Λέτε να ξεφυτρώσει κανένα καινούργιο… Lernaeum;
Και βέβαια, με αφορμή την ιστορία με τα λατινικά, θυμηθήκαμε και πάλι όλα τα λατινικά ρητά του Αστερίξ, που κι αυτό κέρδος είναι!
ΥΓ Παρόλο που δεν έχω σκοπό στο σημερινό άρθρο να συζητήσω συνολικά το νέο σύστημα που ανακοινώθηκε απο το Υπουργείο, για να προλάβω και δικά σας σχόλια θα πω μόνο ότι θεωρώ απαράδεκτη τη διατήρηση των θρησκευτικών ως μαθήματος γενικής παιδείας. Από την άλλη, με δεδομένη τη σημερινή υπερσυντηρητική πλειοψηφία στο Συμβούλιο Επικρατείας είναι απολύτως βέβαιο πως αν το νέο σύστημα δεν επιφύλασσε αυτή τη θέση στα Θρησκευτικά, θα έβγαινε αμέσως αντισυνταγματικό.
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.