“Είχαμε ανοίξει πανιά μέσα στον πελώριο ωκεανό μπροστά από το παγκόσμιο ρεύμα σκέψης και τη ροή των γεγονότων. Δυστυχώς ναυαγήσαμε. Αλλά αυτή η θυσία έπρεπε να συμβεί για να κάνει τα πράγματα να πάρουν τον δρόμο τους. Νέες διαδρομές ανοίγουν μόνο μετά από τέτοια ναυάγια και επικίνδυνα ταξίδια. Νιώθω πως η δική μας θυσία είναι ελάχιστη”.
Τα λόγια αυτά ανήκουν στην αναρχοφεμινίστρια και Γιαπωνέζα δημοσιογράφο Σουγκάκο Κάνο. Τα είχε γράψει πέντε ημέρες πριν την εκτελέσουν, σε ημερολόγιο που κρατούσε μέσα στις γυναίκες φυλακές του Τόκιο. Είχε συννεφιά. Την είχαν καταδικάσει για την οργάνωση συνωμοσίας με στόχο τη δολοφονία του αυτοκράτορα Μεϊτζί. Ήταν μόλις 30 χρόνων.
18 Ιανουαρίου 1911 “Επιβιβάστηκα στην άμαξα της φυλακής λίγο πριν το μεσημέρι. Από το παράθυρο μπορούσα να δω μέσα στο θαμπό φως του ήλιου τις ψιλόλιγνες φιγούρες σκυθρωπών φρουρών να στέκονται στον δρόμο. Φαινόταν σαν όλα να προμήνυαν την ετυμηγορία του δικαστηρίου κι εγώ περίμενα ανυπόμονα την ακροαματική διαδικασία που θα άρχιζε στη 1 το μεσημέρι.
Η ώρα έφτασε. Ανεβήκαμε στον δεύτερο όροφο, μετά στον τρίτο, και πάλι κάτω στον δεύτερο, στην αίθουσα του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Τα μέτρα ασφαλείας στους διαδρόμους και μέσα στη δικαστική αίθουσα ήταν εξαιρετικά αυστηρά. Η αίθουσα ήταν κατάμεστη – δικηγόροι, δημοσιογράφοι, ακροατήριο. Έχω την τάση να ζαλίζομαι κάπως εύκολα κι έτσι ένιωσα λίγο αδύναμη από τις τόσες σκάλες και από την ασφυκτική παρουσία του πλήθους μέσα στην αίθουσα. Αφού ηρέμησα, κοίταξα τριγύρω τους συγκατηγορούμενούς μου. Όλοι τους κάθονταν επιφυλακτικοί, φαίνονταν ανήσυχοι. Έμοιαζαν να φοβούνται να χαμογελάσουν ο ένας στον άλλον. Μια αγέλη από πεινασμένα λιοντάρια με τα νύχια τους να έχουν τροχιστεί και λειανθεί. Κάθισαν μπροστά μας. Είκοσι πέντε πρόβατα έτοιμα για θυσία”.
Στα 14 της έπεσε θύμα βιασμού
Η Σουγκάκο Κάνο γεννήθηκε στην Οσάκα το 1981 και ήταν γνωστή ως Σούγκα. Ο πατέρας της κατείχε επιτυχημένη επιχείρηση εξόρυξης, η οποία όμως γνώρισε την παρακμή όταν η Σούγκα έγινε 9 ετών. Η κατάσταση θα γινόταν δυσκολότερη για την οικογένεια, καθώς η μητέρα της πέθανε έναν χρόνο αργότερα. Στη συνέχεια ο πατέρας της ξαναπαντρεύτηκε, όμως η νέα του σύντροφος φερόταν πολύ άσχημα στην Κάνο, η οποία υποστήριξε ότι η μητριά της έπεισε έναν ανθρακωρύχο να τη βιάσει στην ηλικία των 14 ετών. Το γεγονός θα καθόριζε την υπόλοιπη ζωή της.
Πολύ σύντομα θα ερχόταν σε επαφή με σοσιαλιστικά κείμενα και θα αφοσιωνόταν στον αγώνα για την προάσπιση των ελευθεριών του ατόμου και ενάντια στην καταπίεση των γυναικών. Το πρώτο κείμενο που διάβασε ήταν ένα δοκίμιο του Σακάι Τοσιχίκο, όπου ο Σακάι εξηγούσε στα θύματα των βιασμών γιατί δεν θα έπρεπε να αισθάνονται ένοχα. Το δοκίμιο ώθησε την Κάνο να διαβάσει και άλλα άρθρα του Σακάι, τα οποία την οδήγησαν στη συνέχεια να διαβάσει κι άλλους σοσιαλιστές στοχαστές.
“Σύντομα οι δικαστές μπήκαν από την αριστερή πόρτα και κάθισαν στα έδρανα. Θα ήταν θάνατος; Οι καρδιές των κατηγορουμένων πρέπει να χτυπούσαν πιο γρήγορα. Ο δικαστικός υπάλληλος διάβασε τα ονόματά τους. Ο προεδρεύων δικαστής Τσούρου Χοϊχίρο είπε πρώτα λίγα λόγια διαδικαστικά. Ύστερα, αντίθετα με τη συνήθη διαδικασία, άφησε την απόφαση για το τέλος και προχώρησε να διαβάζει τη μακροσκελή επιχειρηματολογία, αργοπίνοντας κάπου – κάπου από ένα ποτήρι νερό. Διαβάζοντας, έγινε σαφές ότι συνέδεε αυθαίρετα ακόμα κι εκείνους που ήταν ξεκάθαρα αθώοι σύμφωνα με το άρθρο 73 του Ποινικού Κώδικα. Η σοφιστεία του γινόταν όλο και περισσότερο προκλητική. Η ανησυχία μου μεγάλωνε και τελικά με κατέβαλε σαν ένα παλιρροϊκό κύμα. Κι όσο εκείνος διάβαζε τις ποινές για κάθε κατηγορούμενο, εγώ συνέχισα παράλογα να ελπίζω ότι κάποιος, έστω και ένας, θα λάμβανε μια μικρότερη ποινή. Μα ήταν μάταιο… Όλα είχαν τελειώσει. Εκτός από τον Νίτα Τόρου, που καταδικάστηκε σε έντεκα χρόνια φυλάκιση, και τον Νιιμούρα Ζένμπεϊ που καταδικάστηκε σε οκτώ, οι υπόλοιποι είκοσι τέσσερις από εμάς καταδικαστήκαμε σε θάνατο”.
Όταν έφυγε από το σπίτι
Τον Σεπτέμβριο του 1899, σε ηλικία 17 ετών, η Κάνο παντρεύτηκε τον Κομίγια Φουκουτάρο, γιο οικογένειας εμπόρων από το Τόκιο. Για τον Φουκουτάρο δεν αισθάνθηκε ποτέ έλξη, ωστόσο ο γάμος τους ήταν η ευκαιρία για να μπορέσει να ξεφύγει από τη συστηματική παρενόχληση της μητριά της. Τελικώς, λίγο καιρό αργότερα, η μητριάς εγκατέλειψε την οικογένεια και η Κάνο επέστρεψε το 1902 στο σπίτι της στην Οσάκα για να φροντίσει τον πατέρα της.
Στην Κάνο δεν άρεσαν οι επιχειρήσεις. Προτιμούσε το γράψιμο. Ως δημοσιογράφος αρθρογραφούσε ενάντια στην έμφυλη καταπίεση και υπογράμμιζε την ανάγκη να υπάρξει ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Ενόσω η Κάνο φρόντιζε την οικογένειά της, γνώρισε μέσω του αδερφού της τον θεατρικό συγγραφέα Ουνταγκάβα Μπουνκάι, ο οποίος εντυπωσιάστηκε και ξεκίνησε να τη βοηθά με το γράψιμο. Σύντομα η Κάνο έπιασε δουλειά στην εφημερίδα «Osaka Choho» και ακολούθως έγραψε μια σειρά από διηγήματα, άρθρα και δοκίμια. Με τον Μπουνκάι ήρθαν πολύ κοντά και έγιναν σύντροφοι.
Η επαφή της με το αναρχικό κίνημα
Με το ξέσπασμα του ρωσοϊαπωνικού πολέμου ενεπλάκη στο κίνημα ειρήνης της χώρας της, ενώ είχε ξεκινήσει να συμμετέχει στο αναρχικό κίνημα και να συνεργάζεται στενά με τον κορυφαίο αναρχικό και δημοσιογράφο Κοτόκου Σουσούι.
Παραθέτοντας μια σύντομη βιογραφία του, η ιστοσελίδα vrahokipos.net σημειώνει ότι ο Κοτόκου Σουσούι ήταν αρχικά σοσιαλιστής και μετέπειτα αναρχικός που έπαιξε καθοδηγητικό ρόλο στην εισαγωγή του αναρχισμού στην Ιαπωνία κατά τα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα, ειδικότερα μέσα από τις μεταφράσεις έργων Ευρωπαίων και Ρώσων αναρχικών, όπως του Κροπότκιν, στη γιαπωνέζικη γλώσσα. Ήταν, επίσης, ριζοσπάστης δημοσιογράφος και εκλαμβάνεται συχνά ως ένας από τους μάρτυρες του αναρχισμού, καθώς εκτελέστηκε κι εκείνος ως κατηγορούμενος για τη συνωμοσία εις βάρος του αυτοκράτορα.
“Θέλησα να τους εμψυχώσω, αλλά ήμουν τόσο ταραγμένη και εκνευρισμένη, που δεν μπορούσα να σκεφτώ τα κατάλληλα λόγια. Μπορούσα μόνο να ψιθυρίζω στον εαυτό μου: ‘Τι σκανδαλώδης, τι ασύδοτη δίκη!’ Καθώς σηκώθηκα, σκέφτηκα τους συντρόφους μου. Παρότι θα ανεβαίνανε στο ίδιο ικρίωμα με μένα, δεν θα ξανασυναντιόμασταν ποτέ. Κάποιοι από αυτούς σίγουρα πρέπει να ένιωθαν πικρία για εμάς. Μα ήταν όλοι τους σύντροφοί μου. Σταθήκαμε όλοι πλάι – πλάι. ‘Σας χαιρετώ, σύντροφοι! Σας χαιρετώ! Αντίο! ‘Αντίο, αντίο!’ ήταν το μόνο που κατάφερα να πω. ‘Αντίο, αντίο!’ μου φώναξαν. Όταν έφυγα από την αίθουσα, άκουσα κάποιον να φωνάζει ‘Banzai’ (γιαπωνέζικη πολεμική ιαχή, συνήθως η τελευταία λέξη του πολεμιστή πριν τον θάνατο. Κυριολεκτικά σημαίνει ‘Δέκα χιλιάδες χρόνια'”).
Η διαδήλωση που άλλαξε τα πάντα
Τον Ιούνιο του 1908, η Κάνο συμμετείχε σε συλλαλητήριο με αναρχικούς και σοσιαλιστές ηγέτες, όπου οι διαδηλωτές κυμάτιζαν ειρηνικά κόκκινες σημαίες και τραγουδούσαν. Το συλλαλητήριο κατέστειλαν με αγριότητα οι αρχές και στη συνέχεια συνέλαβαν τους ηγέτες του. Όταν η Σουγκάκο πήγε στο αστυνομικό τμήμα ώστε να μάθει για εκείνους, ανακάλυψε ότι είχαν βασανιστεί από την αστυνομία. Στη συνέχεια η αστυνομία συνέλαβε κι εκείνη και την κράτησε στη φυλακή για δύο μήνες. Εκείνη η εμπειρία θα οδηγούσε τη Σουγκάκο στο συμπέρασμα ότι οι ειρηνικές σοσιαλιστικές μέθοδοι δεν ήταν αρκετές. Η βία ήταν απαραίτητη για την ανατροπή του συστήματος.
Το 1909 η Κάνο συναντήθηκε με έναν εργάτη, τον Μιγιασίτα Νταϊκίτσι, ο οποίος ισχυριζόταν ότι είχε φτιάξει βόμβες με σκοπό να δολοφονήσει τον αυτοκράτορα. Ο Μιγιασίτα ήταν έντονα επηρεασμένος από το έργο του βουδιστή ιερέα αλλά και αναρχοσοσιαλιστή Ουτσιγιάμα Γκουντό, ο οποίος έγραφε για την εκμετάλλευση των μισθωτών αγροτών από τις ελίτ. Η Κάνο ενθουσιάστηκε και κατάφερε να πείσει κι άλλους για το σχέδιο. Ωστόσο, ένας φίλος του Μιγιασίτα τους πρόδωσε. Η κυβέρνηση συνέλαβε όχι μόνο όσους εμπλέκονταν άμεσα στην υπόθεση, αλλά και όσους συνδέονταν με τον Κοτόκου.
Μετά τη σύλληψή της, η Κάνο ανέφερε ότι η διαδήλωση του Ιουνίου είχε παίξει καταλυτικό ρόλο στην απόφασή της. Τόνιζε επίσης ότι η δολοφονία δεν σχετιζόταν με το πρόσωπο αυτό καθαυτό του αυτοκράτορα, αλλά με ό,τι συμβόλιζε. «Ο αυτοκράτορας συγκρινόμενος με τους άλλους του παρελθόντος δείχνει πιο δημοφιλής και είναι καλός σαν άτομο. Παρότι λυπάμαι προσωπικά, είναι ως αυτοκράτορας ο κύριος υπεύθυνος για την οικονομική εκμετάλλευση του λαού και του συνόλου των εγκλημάτων που διαπράττονται και από πνευματική άποψη. Ένα άτομο σε αυτή τη θέση, κατέληξα, πρέπει να σκοτωθεί».
Αληθινή έως το τέλος
22 Ιανουαρίου 1911 “Οι Ασιάτες ήρωες λένε ότι το πρόσωπο κάποιου δεν θα πρέπει να αποκαλύπτει τα συναισθήματά του, χαρά ή θυμό, ευτυχία ή λύπη. Μέχρι ενός σημείου αυτό είναι ένα υψηλό εξαίρετο ιδανικό, αλλά την ίδια στιγμή είναι και υποκριτικό. Μόνο κάποιος ανόητος ή ένας σοφός μπορεί πραγματικά να υπερβεί τη χαρά ή την οργή, την ευτυχία και τη λύπη, αλλά οι κανονικοί άνθρωποι είναι γεμάτοι από τέτοια συναισθήματα. Μόνο λέγοντας ψέματα ή υποκρινόμενοι μπορούν να ζήσουν χωρίς να δείχνουν τα συναισθήματά τους. Εγώ είμαι ένα άτομο αδύναμο, συναισθηματικό στο έπακρο. Μισώ τα ψέματα, αντιπαθώ τα προσχήματα. Αποστρέφομαι ό,τι δεν είναι φυσικό. Κλαίω. Γελάω. Χαίρομαι. Θυμώνω. Αφήνω ελεύθερα τα συναισθήματά μου. Δεν μ’ ενδιαφέρει πώς με κρίνουν οι άλλοι σαν άνθρωπο. Θα είμαι ικανοποιημένη αν μπορέσω να τελειώσω τη ζωή μου χωρίς να λέω ψέματα στον εαυτό μου”.
Μεγάλο κομμάτι του αγώνα τής Κάνο ήταν αφιερωμένο στην ανατροπή της πατριαρχίας. “Οι γυναίκες στην Ιαπωνία βρίσκονται σε καθεστώς δουλείας. Η Ιαπωνία έχει γίνει ένα προηγμένο, πολιτισμένο έθνος, αλλά οι γυναίκες εξακολουθούμε να στερούμαστε την ελευθερία μας. Σαν να υπάρχει ένας αόρατος σιδερένιος φράχτης. Υπάρχουν γυναίκες που αισθάνονται περήφανες για τα ρούχα τους, που είναι ευχαριστημένες γιατί τρώνε καλό φαγητό και οι οποίες κοιτάζουν να πηγαίνουν στο θέατρο στο πλαίσιο της υψηλότερης ευχαρίστησης. Θα μπορούσαμε να τις αγνοήσουμε για την ώρα αυτές τις θλιβερές γυναίκες με συναισθήματα σκλαβιάς, που δεν σκέφτονται τίποτα άλλο πέραν του εαυτού τους. Αλλά οι γυναίκες με κάποια γνώση και κάποια κοινωνική ενσυναίσθηση δεν μπορούν παρά να δυσαρεστούνται και να θυμώνουν για τη θέση που βρίσκονται”, έγραφε σε άρθρο της.
Η Κάνο κρεμάστηκε στις 24 Ιανουαρίου. Τις προηγούμενες μέρες ένιωθε τις περισσότερες φορές γαλήνια. Όπως και οι σύντροφοί της. Ακόμη κι εκείνοι που δεν ενεπλάκησαν άμεσα στο σχέδιο δολοφονίας του αυτοκράτορα. “Ήμουν περιχαρής που έμαθα ότι οι συγκατηγορούμενοί μου, στην πτέρυγα των αντρών, είναι έτοιμοι να αντικρίσουν τον θάνατο παρουσιάζοντας ένα ψυχικό σθένος αντάξιο των αναρχικών” είχε πει για εκείνους.
Την τελευταία μέρα της ζωής της δεν έγραψε πολλά. Όμως η συννεφιά είχε φύγει. “Χθες άκουσα ότι η εκτέλεση της ποινής για τους περισσότερους από τους μισούς συγκατηγορούμενούς μου ανεστάλη. Όταν είχα ακούσει τις απρόσμενες ποινές, είχα τόσο πικραθεί, που το αίμα μέσα μου φούντωσε σαν να καιγόμουν. Είμαι πολύ χαρούμενη που κάποιοι από τους συντρόφους μου σώθηκαν. Πρέπει να είναι εκείνοι που ήμουν σίγουρη ότι ήταν αθώοι. Μετά από αυτά τα νέα, αισθάνθηκα το μισό βαρύ φορτίο να φεύγει από τους ώμους μου”.
* Τα αποσπάσματα από το ημερολόγιο της Σουγκάκο Κάνο περιλαμβάνονται στο βιβλίο “Γυναίκες της αναρχίας” (εκδόσεις Πανοπτικόν). Τη μετάφραση από την ιστοσελίδα libcom.org έχει κάνει ο Γιώργος Μπουρλής
**Το αφιέρωμα δημοσιεύτηκε πρώτα στην Αυγή
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.