Αρχές του 1930 και στα παράνομα μπαρ του Χάρλεμ ακούγεται μια υπέροχη μεταλλική φωνή να τραγουδά με έναν ιδιαίτερο αργόσυρτο ρυθμό και μια ιδιαίτερη άρθρωση. Ήταν η φωνή της Billie Holiday, της αφροαμερικανής τραγουδίστριας που έγινε ένας θρύλος για την τζαζ μουσική. Είναι η μόνη τραγουδίστρια το όνομα της οποίας θα καταφέρει να συγκριθεί με αυτό της Φιτζέραλντ, ο Τύπος θα γράψει: «Η Billie έχει μεγαλύτερη πρωτοτυπία, περισσότερη δύναμη και λάμψη στη φωνή της από οποιαδήποτε άλλη τραγουδίστρια, ακόμα κι από την Έλα Φιτζέραλντ…»

Η Ελεονόρα

«Η Μαμά κι ο Μπαμπάς ήταν παιδιά ακόμη όταν παντρεύτηκαν. Αυτός ήταν δεκαοχτώ χρονών, εκείνη δεκάξι και εγώ τριών». Η Ελεονόρα Φέιγκαν γεννιέται το 1915 στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ. Θα μεγαλώσει χωρίς πατέρα καθώς θα τους εγκαταλείψει λίγα χρόνια μετά τη γέννησή της και δεν θα την αναγνωρίσει ως ότου γίνει μια επιτυχημένη τραγουδίστρια. Μέσα στα γκέτο της Αμερικής του ρατσισμού και της Κου Κλουξ Κλαν, μέσα στην φτώχεια και την πείνα θα καταφέρει να επιβιώσει η Ελεονόρα με μια βούρτσα στο χέρι καθαρίζοντας τα πατώματα των πλούσιων λευκών. Θα δουλέψει ακόμα και σε μπορντέλα κι εκεί θα ακούσει τα πρώτα της τζαζ κομμάτια, θα μαγευτεί από αυτή την μουσική, την μουσική των μπορντέλων όπως την ονομάζανε τότε στην Αμερική.

Θα βιώσει καλά στο πετσί της την εγκατάλειψη και την κακομεταχείριση. Η μητέρα της ανίκανη να την μεγαλώσει την αφήνει ώρες ατελείωτες μόνη της. Στα δέκα της χρόνια ένας γείτονάς της την βιάζει, θα τιμωρηθεί μόνο τρία χρόνια ενώ η μικρή θα κλειστεί σε Παρθεναγωγείο, που θα αποτελέσει μια μικρή κόλαση για αυτήν και θα το σκάσει σύντομα για να βρει την μητέρα της στην Νέα Υόρκη. Εκεί θα δουλέψει σε οίκο ανοχής, αυτήν την φορά όχι ως καθαρίστρια αλλά για να ικανοποιεί κάθε είδους όρεξη, κι όλα αυτά σε ηλικία μόλις 12 χρονών.

Η Billie και τα παράνομα μπαράκια του Χάρλεμ

Στην εφηβεία της η Ελεονόρα ενστερνίζεται το όνομα Billie από την αγαπημένη της ηθοποιό του βωβού κινηματογράφου Billie Dove. Τραγουδάει σε διάφορα μπαρ του Μπρούκλιν. Σε ένα κλαμπ της Νέας Υόρκης την ανακαλύπτει ο Τζον Χάμοντ αρθρογράφος της αγγλικής εφημερίδας Μelody Maker και κυνηγός ταλέντων συν τοις άλλοις –και ο ίδιος άνθρωπος που κάποιες δεκαετίες αργότερα ανακάλυψε τον Μπομπ Ντίλαν και τον Μπρους Σπρίνγκστιν. Και την επιλέγει για να τραγουδήσει δίπλα στον ίδιο τον Βασιλιά του Σουίνγκ, τον Μπένυ Γκούντμαν. Έτσι αρχίζει η καριέρα της Lady Day, δηλαδή της Κυρίας της ημέρας παρωνύμιο που θα της δώσει ο μεγάλος σαξοφωνίστας Λέστερ Γιανγκ τον οποίο θα γνωρίσει ένα χρόνο αργότερα και ο οποίος θα την συνοδεύει για το υπόλοιπο της καριέρας της.

Η επιτυχία

Μαζί με τον Λέστερ θα γράψουν 50 τραγούδια, το κοινό θα ενθουσιαστεί μαζί της. Θα είναι μεγάλο όνομα σε πολλά κλαμπ της Νέας Υόρκης κι αυτό γιατί η ερμηνεία της Billie σχεδόν κόβει κάθε ανάσα. Με μια υπέροχη φωνή ερμηνεύει τα πάντα με ένα απίστευτο συναισθηματισμό σαν να τα ζει εκείνη την ώρα ή σαν να εξιστορεί τους πόνους, την θλίψη, την αγάπη, την εγκατάλειψη που έχει βιώσει. Η φωνή βγαίνει από την ψυχή της και σε κάνει να νιώθεις και να αισθάνεσαι. Η Billie δίνει άλλο νόημα στην τζαζ και στην μουσική, γιατί δεν τραγουδά αποστασιοποιημένα όπως συνηθιζόταν τότε αλλά ζει την κάθε νότα και την κάθε λέξη του κομματιού. «Φαίνεται πως κανένας δεν τραγουδάει όπως τραγουδάω εγώ τη λέξη ‘πείνα’ και τη λέξη ‘αγάπη’. Είναι γιατί γνωρίζω καλά τι εννοούν αυτές οι λέξεις».

Δύσκολα χρόνια για να ΄σαι μαύρος

Παρ΄όλη την επιτυχία το να ΄σαι τραγουδίστρια σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο δεν ήταν εύκολο, πόσο μάλλον το να είσαι αφροαμερικανή τραγουδίστρια σε μια Αμερική που οι φυλετικές διακρίσεις «βασίλευαν».

Η Billie γνωρίζει από μικρή το τι θα πει ρατσισμός και τον βιώνει στο πετσί της ακόμα και στην σταδιοδρομία της. Στο διάσημο κλαμπ Famous Door όπου τραγουδά στο πλευρό λευκών μουσικών της απαγορεύουν να συγχρωτίζεται με τους θαμώνες του μπαρ και της επιβάλουν να παραμένει σε χώρο που προορίζεται για άτομα της ίδιας με αυτήν απόχρωσης δέρματος. Το ίδιο και στο Onyx Club.

Η Μπέσι Σμιθ με την οποία είχαν τραγουδήσει και μαζί πεθαίνει μετά από τροχαίο ατύχημα κοντά στο Κλάρκσντεϊλ του Μισισίπι – μάλιστα η πόλη ονομαζόταν «λίκνο της τζαζ» – κι αυτό γιατί της αρνήθηκαν την είσοδο στο τοπικό νοσοκομείο κι έσβησε πριν φτάσει στο Μέμφις, σε νοσοκομείο όπου δέχονταν τους μαύρους.

Έτσι, το 1939 θα τραγουδήσει το Strange Fruit ένα τραγούδι που στηλιτεύει το ρατσιστικό καθεστώς του Αμερικανικού Νότου.

Διάβασε ακόμη: 

Η μουσική των αδικημένων

Oι «άσπρες» μέρες

«Είχα άσπρες τουαλέτες και άσπρες γόβες, και κάθε βράδυ, μου φέρνανε άσπρες γαρδένιες και άσπρη πρέζα», αναφέρει η Billie στην αυτοβιογραφία της.

Στις αρχές του 1940 η καριέρα της Billie βρίσκεται στην κορύφωση της. Όλα τα κλαμπ της Νέας Υόρκης την θέλουν για πρώτο όνομα. Όμως στην προσωπική της ζωή τα πράγματα δεν είναι και τόσο ρόδινα. Ο πρώτος της σύζυγος Τζιν Μονρό την χτυπά και την κακομεταχειρίζεται, ο δεύτερος Τζο Γκάι είναι που την ωθεί στην ηρωίνη, το νέο ναρκωτικό που έκανε θραύση στο χώρο της τζαζ. Μαζί με το αλκοόλ καταστρέφουν σιγά σιγά την φωνή της και μαζί το αστέρι της.

Το 1947 συλλαμβάνεται για κατοχή ηρωίνης και καταδικάζεται σε φυλάκιση. Όμως αυτό δεν ήταν το χειρότερο. Το γεγονός της στοιχίζει την είσοδο στα μεγαλύτερα κλαμπ της Νέας Υόρκης, σε κανένα δεν μπορεί να μπει να τραγουδήσει. Μόνο ένας ιδιοκτήτης την δέχεται κι αυτό μέχρι του χρόνου όπου την πιάνει η αστυνομία πάλι να καπνίζει όπιο. Η καριέρα της στην Αμερική είχε τελειώσει. Μόνο η Ευρώπη το 1954 την δέχτηκε με δάφνες στην τελευταία της περιοδεία και η Billie επίσης λάτρεψε την Ευρώπη «ήταν πιο πολιτισμένη» είχε πει.

Όμως δεν ήταν το μητρώο της το μόνο που έδωσε τέλος στην καριέρα της. Από τις καταχρήσεις η μεταλλική φωνή της είχε βραχνιάσει, ακουγόταν σαν γριά και ήταν μόνο 43 ενώ στις ηχογραφήσεις μερικές φορές καταρρέει.

Πεθαίνει το 1959, στις 17 Ιουλίου σε τραγική οικονομική κατάσταση έχοντας απολέσει ό,τι έχει κερδίσει από το τραγούδι αλλά έχοντας αφήσει μια πολύ σημαντική παρακαταθήκη.

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]
//