Το θρησκευτικό συναίσθημα και η εκδήλωσή του είναι ένα απαράγραπτο ανθρώπινο δικαίωμα που προστατεύεται από το Σύνταγμα και τις διεθνείς συμβάσεις. Η περιστολή του για λόγους δημόσιας υγείας, με τη μορφή περιορισμού του θρησκευτικού τελετουργικού, πρέπει να περνάει τη δοκιμασία ενός ελέγχου αναλογικότητας, όπως και όλες οι απαγορεύσεις.
Η πανδημία επιτάσσει περιορισμούς και σταθμίσεις, αυτό είναι αναμφίβολο. Η κυβέρνηση, όμως, δεν μπορεί να ζητάει τυφλή υποταγή στις απαγορεύσεις ούτε να αξιώνει εκ των προτέρων τη σφραγίδα του κράτους δικαίου σε κάθε φιρμάνι της. Από τον Μάρτιο του 2020, είχε άπλετο χρόνο να οργανώσει την κοινωνική και πολιτική ζωή, αναπροσανατολίζοντας δημόσιους και ιδιωτικούς πόρους, με τρόπο που και η δημόσια υγεία εν μέσω πανδημίας θα προστατεύεται και τα δικαιώματα των πολιτών θα εξασκούνται στο μέτρο του δυνατού. Τον χρόνο αυτόν η κυβέρνηση τον σπατάλησε αλόγιστα, χωρίς να λάβει τα αναγκαία μέτρα. Ως αποτέλεσμα, η εμπιστοσύνη των πολιτών φθίνει μέρα με την ημέρα.
Η αιφνιδιαστική ανακοίνωση του νέου αυστηρού lock-down χωρίς καμία αιτιολόγηση (“για να ανοίξουν τα σχολεία”, απόφαση που τελικά εν μέρει ανεστάλη από την Επιτροπή των Λοιμωξιολόγων!) καταλαμβάνει και το θρησκευτικό τελετουργικό στους ναούς όλων των θρησκευμάτων. Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας αντέδρασε, δηλώνοντας ότι θα ανοίξει τους ναούς με τις προβλέψεις της προηγούμενης ΚΥΑ της 15/12/2020 (μέχρι 25 στους μικρούς ναούς, μέχρι 50 στους μητροπολιτικούς, κοκ). Πριν πάμε στις κρίσεις μας για την Διαρκή Ιερά Σύνοδο, είναι παράλογη αυτή η αξίωση;
Η απάντηση, κατά τη γνώμη μου, είναι όχι. Ας φέρω ένα οικείο παράδειγμα. Εν μέσω “αυστηρού” lock-down, τα δικαστήρια λειτουργούν με χειρότερους όρους από αυτούς που αξιώνει η ΔΙΣ για τις εκκλησίες: επιτρέπονται δίκες σε (χαμηλοτάβανες) αίθουσες των 80 τετραγωνικών μέτρων με πάνω από 15 άτομα συν τη δικαστική σύνθεση. Και βέβαια οι μεγάλοι χώροι δουλειάς (και τα μέσα μαζικής μεταφοράς στα οποία συνωστίζονται οι εργαζόμενοι για να μεταβούν στη δουλειά τους) συνεχίζουν να λειτουργούν σαν να μην υπάρχει πανδημία. Το ερώτημα για κάθε καλόπιστο άνθρωπο είναι εύλογο: «γιατί επιτρέπεται ο συνωστισμός όταν πηγαίνω για δουλειά, όταν δουλεύω ή όταν δικάζομαι, αλλά απαγορεύεται όταν επιθυμώ να προσευχηθώ μαζί με άλλους σε μια μεγάλη θρησκευτική γιορτή;». Γιατί να μην υπάρχει και σ’ αυτή την περίπτωση έστω μια αναλογική πρόβλεψη;
Εδώ κάποιοι φίλοι θα σπεύσουν να μου θυμίσουν τα ανομήματα της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου και θα είμαι ολόψυχα μαζί τους. Πώς να αξιώσει αναλογικότητα ένας οργανισμός που δεν σταμάτησε με δική του πρωτοβουλία το από κοινού γλείψιμο (!) ενός κουταλιού από – πλειοψηφικά – ηλικιωμένους ανθρώπους εν μέσω μιας φονικής πανδημίας, γνωρίζοντας ότι θα θρηνήσουμε νεκρούς; Πώς να επιχειρηματολογήσει για εύλογες σταθμίσεις ένας οργανισμός που κεφαλές του αμφισβητούν την ίδια την ύπαρξη της πανδημίας και την ανάγκη λήψης μέτρων προστασίας; Και πως να έχει την έξωθεν καλή μαρτυρία ένας οργανισμός που, όντας σαρξ εκ της κρατικής σαρκός, ή αλλιώς κράτος εν κράτει, θυμήθηκε αίφνης την αυτονομία και την ιδιωτική ανεξαρτησία του από τις κυβερνητικές αποφάσεις.
Όλα αυτά είμαι πρόθυμος να τα συνομολογήσω, και ακόμα παραπάνω. Αυτό που δεν είμαι, όμως, πρόθυμος να κάνω είναι να δώσω τις αντικληρικαλιστικές ή τις υλιστικές μου πεποιθήσεις ως φύλλο συκής σε μια κυβέρνηση που χρησιμοποιεί ψηφοθηρικά το χριστιανικό ποίμνιο ως πολιτικό στρατό, αλλά τώρα “κλείνει το μάτι” (σε μάς τους αντίχριστους!) για να της δώσουμε προοδευτικό μανδύα στα αδιέξοδα και τις αποτυχίες της. Ελπίζω τα κόμματα της αριστεράς – και αναφέρομαι εδώ και στη μείζονα και στην ελάσσονα αντιπολίτευση – να μην δεχτούν να παίξουν αυτόν τον ρόλο.
Η εικόνα απαγορεύσεων, προπηλακισμών και προστίμων σε κόσμο που τυχόν πάει αύριο στην εκκλησία θα είναι άλλο ένα βήμα στην αποτυχημένη διαχείριση της πανδημίας από την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Από την άλλη, τυχόν υποχώρηση στις αξιώσεις της Ιεραρχίας θα δώσει μήνυμα όχι αναλογικής προστασίας των δικαιωμάτων, αλλά ρουσφετιού με κρυφά ανταλλάγματα.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη διακινδυνεύει πλεόν με την πολιτική της μια συνολική απονομιμοποίηση της αναγκαίας μάχης κατά της πανδημίας στα μάτια των πολιτών. Αν επιθυμούμε να είμαστε χρήσιμοι, δεν έχουμε κανέναν λόγο να συνταχτούμε μαζί της.
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.