Η Πάτρα δεν λέει να σταματήσει να προσφέρει στην εναλλακτική ελληνική μουσική εξαιρετικά δείγματα όπου η αφοσίωση και οι συγκροτημένες καλλιτεχνικές προσεγγίσεις έχουν τον πρώτο λόγο. Tο βασικότερο: μια συνέχεια και μια αλληλοτροφοδότηση μεταξύ δημιουργών που ανήκουν στην ίδια μουσική τάξη. Παιχταράδες που δεν το βάζουν κάτω κόντρα σε μια ανελέητα αντιδημιουργική περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Από τους θρυλικούς πια «Χαοτική Διάσταση» μέχρι τους «Monovine» του drummer Σωτήρη Ντούβα και από τους Raining Pleasure με τις πρώτες εκλεκτικές τους post επιρροές μέχρι τους λιγότερο γνωστούς Fuel Eater, η Πάτρα είναι επάξια η έδρα τoυ ελληνικού indie και post rock/punk ήχου. Ο 2ος δίσκος των ΦΑΚΑ, “Κρίση Πανικού”, επιβαίνει σε αυτό το τρένο που ακόμα δεν έχει σταματήσει και καταθέτει τις δικές του εντυπώσεις από τις φευγαλέες εικόνες (διάρκεια δίσκου 34.42) που συγκρατούν και μεταπλάθουν μέσα από τα παράθυρα του δικού του βαγονιού.

Από την πρώτο δευτερόλεπτο του δίσκου, η δήλωση είναι σαφής, μη επιδεχόμενη παρερμηνειών: punks not dead. Ένα τηλεφώνημα σε μια οποιαδήποτε δημόσια υπηρεσία, πόσο μάλλον σε κάποιο συνοικιακό τμήμα της Ελληνικής Αστυνομίας αρκεί για να ξεσπάσεις. Το ξέσπασμα χωρίς φτιασίδια βρίσκεται από την αρχή του punk κινήματος στην καρδιά αυτού του μουσικού ιδιώματος. Με το «Μαλακίες», όμως, μπαίνουμε σε ένα παρωδιακό post-punk ντελίριο που επικοινωνεί δημιουργικά με το «Η μικρή μας πολιτεία» του Παυλίδη και των B-movies. Απλά για τους ΦΑΚΑ τα πράγματα είναι πιο απλά: τέρμα οι αναλύσεις!

Το «Κρίση Πανικού» που δίνει και το όνομά του στον δίσκο, είναι ένα κομμάτι που ανήκει σε αυτή την μακριά λίστα κομματιών που θέτουν την ψυχοπαθολογία της υπερδεκαετούς κρίσης και της προσωπικής της πρόσληψης στο επίκεντρο. Με γκάζια και ένα ορχηστρικό πρόλογο αντλούν στοιχεία από τις μπασογραμμές των Dead Kennedys και την στιχουργική αυθάδεια των Ενδελέχεια (οι οποίοι έχουν ένα κομμάτι με τον ίδιο τίτλο). Ωστόσο, εδώ, το τοπίο, παρά την τραχύτητα του ήχου είναι έντονα ποιητικό: «είναι περίεργοι εδώ οι σερβιτόροι/ λευκές ρόμπες, λευκό παντελόνι/κι όταν τους λέω πως τελειώνει ο αέρας/μου λεν περίμενε άλλη μια μέρα». Κρατώ αυτή την εγκατάσταση της αλληγορίας στην στιχουργική της μπάντας, κάτι που την διαχωρίζει από αυτοαναφορικές ομοθεματικές απόπειρες άλλων σύγχρονων punk συγκροτημάτων.

Συγγενείς πρώην μετανάστες στην Αυστραλία που γίναν Χρυσαυγίτες, καθημερινές ιστορίες με μπάτσους-μεμονωμένα περιστατικά, μολότοφ-μη-φοβάσαι-μαμά-δεν-είναι-για-σένα: να ένα από τα κομμάτια που η προσφάτως αποσυρθείσα τροπολογία για την σύνδεση τρομοκρατίας και περιεχομένου οπτικοακουστικών μέσων θα έστελνε σούμπιτη την Πάτρα στο αστυνομικό μέγαρο της Πάτρα, στην οδό Ερμού. Μου αρέσει που οι ιστορίες φρίκης δεν εκφέρονται με τον παραδοσιακό ’80s άναρθρο τρόπο αλλά με μία χαλαρή ρεγγίζουσα μελωδική γραμμή. Με αυτό τον τρόπο ακούς ιστορίες που έχεις δει και ζήσει χιλιάδες φορές με το μάτι των δημιουργών. Τι άλλο να ζητήσει κανείς από μία μπάντα ριζοσπαστικής διαμαρτυρίας;

«Το πρωί θα σε δω και πάλι σκυφτό στην ουρά»: για πόσο ακόμα; Η μέρα της μαρμότας για την Ελλάδα (και τους Έλληνες καλλιτέχνες) δεν λέει να τελειώσει. Το «Και Μετά» σοφά αναζητεί τις ρίζες του «πως φτάσαμε ως εδώ;» σε ρετρό synths που μας πάνε πίσω στη δεκαετία του ’90, όταν οι ελίτ απεργάζονταν όσα ζούμε τώρα. Αν κανείς εντοπίζει στοιχεία από τους Magic De Spell της περιόδου εκείνης αλλά και των πλήκτρων των Ξύλινων Σπαθιών, ίσως να μην κάνει λάθος: οι παλιότεροι της μουσικής σκηνής έφτιαξαν κοινό αλλά το κύμα τoυ life style τους υπερκέρασε κατά κράτος. Ένα κομμάτι-αιμοδοσία για την επανεκκίνηση μιας πολιτισμικής αντεπίθεσης όπου το post punk μπορεί να αποτελέσει εμπροσθοφυλακή ακριβώς γιατί απαρτίζεται από παίκτες που συνήθως ζουν όσα περιγράφουν.

Στο «Παράπονο», η βινυλιακή σκοτεινιά δεν είναι βίντατζ. Αντίθετα εξυπηρετεί σαν αφηγηματικό χαλί ένα ακόμα ποίημα σε μια αργή slam πλατφόρμα. Αμέσως μετά στροφή σε rock n roll ήπιους τόνους με πλήκτρα που εκεί που πάνε να βουλιάξουν από το ίδιο τους το βάρος, ένα prog χαστούκι μας επαναφέρει σε αυτό που η μπάντα μέχρι ώρας ξέρει να κάνει καλά: σκληρός ήχος (καθοριστική η συνεισφορά ενός από τους αγαπημένους μου Έλληνες drummers, του Γαβρίλη Μπιρλή), χαμένος μέσα στην πόλη, αυτή τη φορά με πιο stoner τονισμούς.

Το Mr. President (Νο 6), είναι ίσως το μόνο κομμάτι που τραβάει τον δίσκο πίσω σε μια μετεφηβική φάση που είμαι σίγουρος ότι η μπάντα έχει αφήσει καθώς εξελίσσεται από το 2015. Το ραπάρισμα λίγο εξεζητημένο και στιχουργικά μια οργή μακριά από την ποιητικότητα που οι δημιουργοί έδειξαν ότι μπορούν να επιβιβάσουν στα πιο ετερόκλητα μουσικά οχήματα. Μια εντύπωση που ανατρέπεται με το αμέσως επόμενο «Δεν είμαι από Εδώ» (άλλωστε αυτό είναι το νόημα της ακρόασης ενός δίσκου με βάση τη σειρά των κομματιών που επέλεξαν οι δημιουργοί του). Όλα τα στοιχεία που δημιούργησαν μέχρι εδώ το διακριτό ήχο των ΦΑΚΑ σε μια all inclusive σύνθεση.

Στην δεύτερη στιχουργική εισφορά του νέο-ράπερ Βασίλη Ράλλη (εντυπώσεις από τον τελευταίο του δίσκο εδώ), η δυστοπία του προσωπικού αδιεξόδους ως αποτελέσματος του κοινωνικού τέλματος κορυφώνεται. Ο φανταστικός (;) φίλος «Κώστας» είναι ένας τόσο χρειαζούμενο Άλλος που σε όσες εισαγγελικές παραγγελίες για ψυχιατρικό εγκλεισμό να εκδοθούν δεν θα μας τον πάρουν μακριά. Σπουδαίο κομμάτι απ’ όλες τις απόψεις. Credit στον μπασίστα Νίκο Κατσιαούνη για το αινιγματικό άνοιγμα.

Το ‘’ζόρι’’ της ρουτίνας θέλει τον Πουλικάκο του: «αμαρτίες παλιές ακόμα πληρώνω/έχω δώσει πολλά μα δεν ξεπληρώνω». Μια αντι-νοσταλγική σύμπραξη στο τελευταίο κομμάτι («Δεν ξεχρεώνω») με έναν Πουλικάκο που μένει δύο βήματα πίσω προσφέροντας το νυχτερινό του γρέζο που αρκεί για να ανυπομονείς για το ρεφραίν.

Εν κατακλείδι: punks are alive! Και όσο είναι ζωντανοί συναντούν τοπία που οι πρόγονοί τους δεν διανοούνταν ή μπορεί να θεωρούσαν και ιεροσυλία. Αυτό οφείλει όμως να κάνει η μουσική όπως και κάθε τέχνη: να ιεροσυλεί σε βάρος αυθεντιών και τοτέμ του παρελθόντος. Οι ΦΑΚΑ το επιχειρούν και, νομίζω, το πετυχαίνουν.

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]

About The Author

Ο Βαγγέλης Γέττος γεννήθηκε το 1986 στην Πάτρα. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και ποινικές επιστήμες τη Nice της Γαλλίας. Έχει εργαστεί ως ραδιοφωνικός παραγωγός, ασκούμενος δικηγόρος, πολιτικός σύμβουλος, νομικός σύμβουλος ασυνόδευτων ανήλικων προσφύγων και ευάλωτων παιδιών, κειμενογράφος στη διαφήμιση και project manager ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Παράλληλα γράφει ιστορίες για παιδιά και μεγάλους, σενάρια για comics και μουσικοθεατρικές παραστάσεις. Επίσης παίζει και συνθέτει μουσική. Συμμετέχει στο μουσικό σχήμα ΕΛΕΚΡΗΤ Project παίζοντας κρητικό λαούτο και τραγουδώντας. Ζει και εργάζεται στη Λευκωσία από το 2015.

Related Posts

//