Πριν μερικές δεκαετίες, οι θεωρητικοί του μπάσκετ έλεγαν πως για να κερδίσεις χρειάζεσαι ένα καλό άσο κι ένα καλό πεντάρι. Ο Παναθηναϊκός φρόντιζε να έχει στην τράπουλά του και τα δύο κι ειδικά καλούς σέντερ.  Στόγιαν Βράνκοβιτς, Ντίνο Ράτζα, Νίκολα Πέκοβιτς είναι μονάχα μερικά από τα πολλά σπουδαία ονόματα που φόρεσαν τη φανέλα με το τριφύλλι και σάρωσαν στο πέρασμα τους τίτλους και ατομικές διακρίσεις.  Τελευταίος όλων, αλλά όχι κι αμελητέος, ο Στεφάν Λάσμε.

Η παραμονή του στο ΟΑΚΑ, εξελίχθηκε σε μίνι σίριαλ, με καθημερινά επεισόδια, αλλά και happy end που διέψευσε τη δικαιολογημένη πεποίθηση όσων πόνταραν σε διαζύγιο. Το  παρατεταμένο «περίμενε» του Λάσμε, σε συνδυασμό με την έντονη φημολογία που ενέπλεκε τον ίδιο και τον Κάιλ Χάινς στο μεταγραφικό της ΤΣΣΚΑ Μόσχας, έμοιαζαν στα μάτια των περισσότερων παράγοντες από απλή μαθηματική εξίσωση. Δεν ήταν.

Τα δεδομένα ανατράπηκαν. Ο δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ Γιαννακόπουλων και παίκτη παρέμεινε ανοιχτός  κι έτσι ο Αργύρης Πεδουλάκης δεν θα χρειαστεί να βγει στην αγορά για να καλύψει το κενό ενός πολύτιμου κρίκου στην περυσινή πράσινη αλυσίδα. Τουτέστιν, να βρει έναν ικανό μπλόκερ (1.9) και ριμπάουντερ (6.1), με έφεση στο σκοράρισμα (10), αμυντική προσήλωση και ικανότητα στο πικ εν ρολ.

Ο Λάσμε δεν είναι ο πρώτος ψηλός της προκοπής που θα  έφευγε. Τ’ όνομά του θα έμπαινε σε μια μακροσκελή λίστα με παίκτες που πρωταγωνίστησαν κι αγαπήθηκαν από την πράσινη εξέδρα. Το 3pointmagazine.gr θυμάται ορισμένα από τα καλύτερα πεντάρια που έπαιξαν για τον Παναθηναϊκό.

Στόγιαν Βράνκοβιτς

 

Image

 

Ήρθε στην Ελλάδα το ’89 για χάρη του Άρη, αλλά έμεινε στην ιστορία με το πέρασμά του από τον Παναθηναϊκό, αφού πρώτα φόρεσε για μια διετία τη… συγγενική φανέλα των Μπόστον Σέλτικς (90-92). Ο Δαλματός γίγαντας όπως λάτρευαν να τον αποκαλούν οι εκφωνητές, μοίραζε με γενναιοδωρία  τάπες, μάζευε δια περιπάτου ριμπάουντ κι έκανε αξιοπρεπώς τη δουλειά του στο σκοράρισμα επί τέσσερα χρόνια.

Ο  Στόικο πανηγύρισε τρεις τίτλους. Ο πρώτος ήταν το ’93 απέναντι στην παλιά του ομάδα τον Άρη. Με κορυφαίους τους Γκάλη (36π.) και Κόμαζετς (30π.), οι πράσινοι είχαν επιβληθεί με 96-89 και κατακτούσαν τον πρώτο τους τίτλο μετά από 7 χρόνια, όταν είχαν πάρει και πάλι το Κύπελλο, αλλά με αντίπαλο τότε τον Ολυμπιακό (88-78).  Ο Βράνκοβιτς είχε σημειώσει 7 πόντους.

 

Το ’96 ο Παναθηναϊκός  γίνεται  η πρώτη ελληνική ομάδα που ανεβαίνει στην κορυφή του Ευρωπαϊκού Έβερεστ, ενώ κερδίζει ξανά το Κύπελλο Ελλάδας. Ο Βράνκοβιτς πρωταγωνιστεί, έχοντας 13.1 πόντους και 12.2 ριμπάουντ ανά παιχνίδι.

Στις 24 Μαρτίου του 1996 πετυχαίνει 13 πόντους, όντας ένας από τους πρωτεργάτες της νίκης του τριφυλλιού με 85-74 επί του τότε πανίσχυρου Ηρακλή του Τάρπλεϊ. Λίγες μέρες αργότερα, στις 11 Απριλίου, στο Παλέ Ντε Μπερσί, που αποδείχτηκε καταραμένο στο μέλλον τόσο για τους πράσινους στον τελικό με τη Μακάμπι το 2001 όσο και για τον Ολυμπιακό το 2010 με την Μπαρτσελόνα, ο Βράνκοβιτς δεν βάζει πόντο, αλλά κάνει τη φάση του αιώνα, τρέχοντας σαν αστραπή και παίρνοντας τη μπουκιά απ’ το στόμα του Μοντέρο.

Δυστυχώς για τον Στόικο, εκτός από μεγάλες χαρές, έζησε ίσως την πιο ντροπιαστική ήττα στα χρόνια των τελικών για τον Παναθηναϊκό. Εκείνο το αλησμόνητο 73-38 στο ΣΕΦ από τον Ολυμπιακό, που απόντος του Γουίλκινς έκανε ό,τι ήθελε…

Το Highlight: Η τάπα στον Μοντέρο δεν θα ξεχαστεί όσα χρόνια κι αν περάσουν. Οι Καταλανοί ισχυρίζονται ακόμα και σήμερα ότι ήταν αντικανονική. Δικαίως, όμως αυτή, ήταν μονάχα η μισή αλήθεια.

 *Τίποτα δεν θα είχε συμβεί στο Παλέ Ντε Μπερσί, αν ο Στόικο δεν είχε κάνει λίγες εβδομάδες νωρίτερα ένα άλλο καθοριστικό κόψιμο. Στην τελευταία επίθεση του αγώνα με την Μπενετόν, ο Ζέλικο Ρέμπρατσα, μετέπειτα σέντερ του Παναθηναϊκού, επιχειρεί να σουτάρει από μέση απόσταση, όμως ο Βράνκοβιτς τον σταματά. Εκείνη τη φορά κανονικά, χωρίς καμία παράβαση. Ήταν ο μεγαλύτερος μπλοκέρ στην ιστορία του Παναθηναϊκού, μέχρι αν φτάσει μετά από περίπου 17 χρόνια ένας άξιος διάδοχός του, ο Στέφαν Λάσμε.

Θα τον θυμόμαστε ακόμα για… την ομοιότητά του με τον Mr Bean. Κατά τι κοντότερος ο Ρόουαν Άτκινσον, αλλά στο πρόσωπο φτυστοί!

 

Ντίνο Ράτζα

 

B3418EAA4C0F8C6DF6E8B9FF8D44B8D5

Ο Ράτζα φέρνει σε πολλά με τον Βράνκοβιτς. Κοινή καταγωγή, κοινό παρελθόν (Σέλτικς), ιδιαίτερες προσωπικότητες, ενώ αμφότεροι αγαπήθηκαν σύντομα από τον κόσμο. Ωστόσο διέφεραν ως προς το αγωνιστικό στυλ.

Ο Ντίνο, ήταν φύσει επιθετικός παίκτης, με έφεση στο σκοράρισμα. Τις αρετές του, τις έδειξε πριν πατήσει Ελλάδα τόσο  με την κορυφαία Γιουγκοπλάστικα, όσο και με τους Σέλτικς που τον επέλεξαν στο νούμερο 40 του ντραφτ (καταλαβαίνει κανείς εύκολα γιατί το 15 του Αντετοκούμπο έχει τρελάνει κόσμο. Ο πιτσιρικάς προορίζεται για μεγάλα πράγματα) και δεν το μετάνιωσαν ποτέ. Σε 224 αγώνες έβαζε 16.7 πόντους ανά αγώνα και μάζευε 8.4 ριμπάουντ, ενώ κέρδισε το βραβείο ενός εκ των καλύτερου rookie το 1994. Ωστόσο, οι απανωτοί τραυματισμοί, τον οδήγησαν εκτός Σέλτικς κι εκτός ΝΒΑ.

Ο Παναθηναϊκός επένδυσε πάνω του και δικαιώθηκε. Στην πρώτη του χρονιά, αναδείχτηκε πρώτος σε ριμπάουντ με 12.7 «σκουπίδια» μ.ο και συνέβαλε τα μέγιστα για να κατακτήσουν οι πράσινοι το πρώτο τους πρωτάθλημα μετά από 14 χρόνια! Παρέα με τον Ντέγιαν Μποντιρόγκα είχαν συνθέσει ένα πανίσχυρο δίδυμο, χάρη στο οποίο η ομάδα του Λευτέρη Σούμποτιτ άλωσε το ΣΕΦ, σφραγίζοντας το τέλος της ερυθρόλευκης κυριαρχίας.

To Ηighlight: Το τρίποντο από το κέντρο στην εκπνοή του πρώτου ημιχρόνου του πέμπτου τελικού με τον Ολυμπιακό στο ΣΕΦ. Ο Ράτζα παίρνει το ριμπάουντ μετά το άστοχο τρίποντο του Βούκσεβιτς, ο Ρότζερς δεν τον μαρκάρει προσεκτικά και εκείνος σκοράρει από την μέση του γηπέδου, φέροντας το ματς στα ίσια (29-29), καθώς οι διαιτητές κρίνουν ότι το καλάθι  μετράει, παρότι ήταν εκπρόθεσμο.

Θα τον θυμόμαστε ακόμα για… τις ψιλές στον Δημήτρη Γιαννακόπουλο, μετά το ντέρμπι του β’ γύρου με τον Ολυμπιακό. Ο Παναθηναϊκός είχε κερδίσει με 59-56,  αλλά ήθελε νίκη με 10 πόντους για να πάρει την πρωτιά. Ο πρόεδρος πλέον της ΚΑΕ, εισέβαλε εκνευρισμένος στα αποδυτήρια, ζητώντας τα ρέστα. Οι δύο άνδρες διαπληκτίστηκαν, με τον Κροάτη  να χάνει τη ψυχραιμία του…

Ζέλικο Ρέμπρατσα

 

rebratsa

Ήρθε ως διάδοχος του Ράτζα. Η κληρονομιά ήταν βαριά κι η φανέλα ασήκωτη. Οι γιούχες βροχή σε κάθε πιθανή αποτυχημένη προσπάθεια, μόνο που ο Ρέμπρατσα είχε την απόλυτη εμπιστοσύνη του Ζέλικο Ομπράντοβιτς κι αυτό αρκούσε. Ο Ζοτς τον είχε υπό τις οδηγίες του στην πρώτη ομάδα που προπόνησε, την Παρτιζάν Βελιγραδίου και λίγα χρόνια αργότερα οι δρόμοι τους διασταυρώθηκαν ξανά. Και πάλι η συνεργασία τους στέφθηκε με επιτυχία. Μόνο που αυτή τη φορά το αγόρι είχε γίνει άντρας. Στη διετή του θητεία στους πράσινους, ο Ρέμπρατσα κέρδισε 2 πρωταθλήματα Ελλάδας, μία Ευρωλίγκα, αλλά και κάτι πολυτιμότερο. Ανέβηκε επίπεδο, ωριμάζοντας αγωνιστικά και πνευματικά. Το 2002 τον βρήκε στο ΝΒΑ και τους Πίστονς, είχε προλάβει όμως να βάλει το λιθαράκι του στην μεγαλύτερη δυναστεία του ελληνικού κι  ευρωπαϊκού μπάσκετ.

Το Highlight: Στο Final 4 της Θεσσαλονίκης, όλοι ξέχασαν τον Ράτζα. Ο Ρέμπρατσα έκανε εκπληκτικές εμφανίσεις (20 πόντοι, 8 ριμπάουντ και 2 τάπες στον τελικό με την Μακάμπι) και δικαίως ανακηρύχθηκε κορυφαίος παίκτης της τελικής φάσης της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης.

Θα τον θυμόμαστε ακόμα για… τους καβγάδες του με τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς. Ο Ζοτς παρότι του είχε αδυναμία, δεν δίσταζε ούτε να τον διώχνει κακήν κακώς από τις προπονήσεις, ούτε να τον αφήνει στον πάγκο λόγω ανάρμοστης συμπεριφοράς, που έκανε κακό στον ίδιο και την ομάδα.

Ντάριλ Μίντλετον

 

DARYL

Στα 46 του παίζει ακόμα μπάσκετ κι αυτό τα λέει όλα. Ο Αμερικανός ήρθε το 2000 για να καλύψει κενά, αλλά εξελίχθηκε σε βασικό πεντάρι. Παρότι μικρός στο δέμας (2.03 μ.), είχε τον τρόπο του, να σκοράρει, να παίρνει ριμπάουντ και να κάνει τη διαφορά ανεξαρτήτως αντιπάλου. Ο Κάιλ Χάινς του τότε, με διαφορετικά βέβαια χαρακτηριστικά, αλλά το ίδιο πάθος και θέληση.

Αν κάτι δεν κατάφερε ήταν να παίξεις το ΝΒΑ, όμως μάλλον από επιλογή. Ο Μίντλετον είχε την αντίληψη του Διαμαντίδη. «Κάνω καλά αυτό που ξέρω κι εκεί που μπορώ».

Με τον Παναθηναϊκό κατέκτησε πολλούς τίτλους. Πήρε 4 Πρωταθλήματα, την Ευρωλίγκα, αλλά και δύο Κύπελλα. Έφυγε το καλοκαίρι του 2005, έχοντας προλάβει να πάει σε ένα ακόμα Final 4, με τους πράσινους να κατακτούν την 3η θέση και να παραδίδουν σεμινάρια… ψυχής.

Στην καλύτερη του σεζόν με το τριφύλλι (2001/02) είχε 10.4 και 5.3 ριμπάουντ στην Ελλάδα και 9.4 πόντους και 3.2 ριμπάουντ στην Ευρωλίγκα, νούμερα που λίγο πολύ είχε σε όλη την πενταετία. Αξιόπιστος, σταθερός και παίκτης του προπονητή. Αν ήταν λίγο νεότερος ίσως ο Ζοτς να τον καλούσε και στη Φενέρ…

 

Το Highlight: Όπως έχει δηλώσει κι ο ίδιος οι τελικοί του 2001 απέναντι στον Ολυμπιακό ήταν εκείνοι που του έμειναν περισσότερο. Η σειρά πήγε στους πέντε αγώνες, με τον Παναθηναϊκό να κερδίζει με μεγάλη διαφορά στον τελευταίο  (79-63)και να παίρνει το τέταρτο συνεχόμενο Πρωτάθλημα. Ο Μίντλετον είχε αγωνιστεί μόλις 6 λεπτά, αλλά τότε στην ομάδα υπήρχε ακόμα Ρέμπρατσα…

Θα τον θυμόμαστε ακόμα για… το στυλ του στις βολές. Ο μοναδικός που το πλησίασε σε… παραξενιά ο Τζος Τσίλντρες του Ολυμπιακού.

Ντέγιαν Τομάσεβιτς

 

tomasevic

Όταν ήρθε στον Παναθηναϊκό ήταν 32, με παρελθόν γεμάτο τραυματισμούς, αλλά και βιογραφικό που θα ζήλευαν πολλοί. Ο Ομπράντοβιτς τον εμπιστεύτηκε. Τον είχε στην Εθνική και ήξερα καλά τις δυνατότητές του. Εν αντιθέσει με την περίπτωση Πρκατσιν, επίσης ψηλός με καλό όνομα αλλά ταλαιπωρημένος, ο Τόμο έπιασε κι έβγαλε τα λεφτά του για μια τριετία (2005-2008).

Πλέι μέικερ ρακέτας, που έπαιζε περισσότερο με το μυαλό παρά εμ το σώμα. Όταν ήταν πιτσιρικάς αυτό, ίσως να μην είχε και τόση σημασία, αλλά στα πρώτα … άντα αν είσαι ολίγον τι πολυμήχανος, σε βοηθά να επιβιώσεις και να διακριθείς.
Στην παρθενική του χρονιά, είχε 7.3 πόντους και 4 ριμπάουντ σε 16 λεπτά συμμετοχής. Την επόμενη ήταν ελαφρώς καλύτερος με 7.6 πόντους και 4.5 ριμπάουντ σε 16.1 λεπτά αγώνα, ενώ την τελευταία, πριν αποχωρήσει για τον ΠΑΟΚ, όπου μεγαλούργησε, είχε μόλις 1.5 πόντο και ισάριθμα ριμπάουντ σε 8.5 λεπτά.

Η τελευταία εντύπωση δεν ήταν αυτή που έμεινε. Ο Τομάσεβιτς αποδείχτηκε λίρα εκατό για τον Παναθηναϊκό και ήταν μπροστάρης στις μάχες που δόθηκαν, βοηθώντας να γίνει πραγματικότητα ένα όνειρο χρόνων, ιδίως από τη στιγμή που ο αιώνιος αντίπαλος Ολυμπιακός το είχε καταφέρει το ’97, αυτό του  τριπλ κράουν. Το 2007 έγινε πραγματικότητα. Συνολικά, ο Τόμο σήκωσε 7 κούπες (3 Πρωταθλήματα, 3 Κύπελλα και 1 Ευρωλίγκα).

Το Highlight: Στις αρχές του 2007 η απόκτηση του Ρομπέρτας Γιαφτόκας, αποτέλεσε κατά πολλούς τη δεδομένη μονιμοποίηση του Τομάσεβιτς στον πάγκο. Αντ’ αυτού ο σέρβος πρωταγωνίστησε, αφήνοντας το καλύτερο για το Final 4. Τη στιγμή που ο Λιθουανός έχει να θυμάται μονάχα λίγα δευτερόλεπτα, ο ίδιος μπορεί να περηφανεύεται για τους 16 πόντους και τα 3 ριμπάουντ ενάντια στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας του Θοδωρή Παπαλουκά στον τελικό.

Θα τον θυμόμαστε ακόμα για… το ξύλο με τον Τάιγκερ Γουντς στον τρίτο τελικό. Ο Αμερικανός επιτέθηκε αρχικά στον Διαμαντίδη, ο Τομάσεβιτς απάντησε  κι ο Γουντς γρονθοκόπησε τον Σέρβο.

 

Νίκολα Πέκοβιτς

 

pekovic

 

 

Το 2008 η Παρτιζάν αποδείχτηκε τετράκις σκληρό καρύδι για τα δόντια του Παναθηναϊκού. Μια ομάδα εκπληκτική, που είχε στη σύνθεση της παίκτες όπως ο Τρίπκοβιτς, ο Παλάσιο (μετέπειτα τον είδαμε να κάνει πράματα και θάματα με την Καβάλα), ο Τέπιτς (έπαιξε στον ΠΑΟ, χωρίς επιτυχία για δύο χρόνια), ο Βελίτσκοβιτς και κορυφαίος όλων το Νίκολα Πέκοβιτς.

Σε τέσσερα παιχνίδια το τριφύλλι κέρδισε τα τρία (94-90, 67-66 και 67-65) , αλλά όχι το κρισιμότερο. Ήττα με 73-82 στη Σερβία κι αποκλεισμός από τη συνέχεια της διοργάνωσης. Ο Πέκοβιτς ήταν αυτός που είχε αλλάξει τροχιά στις ράγες με 59 πόντους (14.8 μ.ο) και 34 ριμπάουντ (8.5 μ.ο). Το πράσινο τρένο εκτροχιάστηκε, αλλά διοίκηση και Ομπράντοβιτς δεν έμειναν με σταυρωμένα τα χέρια. Τον δήμιο τους, τον έκαναν εξολοθρευτή των αντιπάλων τους.

Έτσι, τη νέα σεζόν στο οπλοστάσιο των πρασίνων ξεχώριζε πια το διαμάντι του Πέκο. Η προσθήκη του αποδείχτηκε καταλυτική. Με 13 πόντους και 3.8 ριμπάουντ, κάνοντας μεγάλα παιχνίδια απέναντι σε Σιένα για τα πλέι οφ και Ολυμπιακό στον ημιτελικό (20π. και 2 ριμπάουντ) έφερε τον Παναθηναϊκό παρέα με τους Γιασικεβίτσιους, Διαμαντίδη αι Σπανούλη και πάλι στην κορυφή της Ευρώπης.

 

Στο ΟΑΚΑ παρέμεινε για δύο χρόνια. Λατρεύτηκε για την αγωνιστική του αξία κι όταν θεώρησε εαυτόν έτοιμο έκανε το άλμα στο ΝΒΑ, όπου κι εκεί δεν τα πάει άσχημα με τους Μινεσότα. Στο σύντομο, σχετικά, διάστημα που έπαιξε για τον ΠΑΟ κέρδισε 1 Ευρωλίγκα,2 Πρωταθλήματα Ελλάδας, 1 Κύπελλο αλλά και πληθώρα ατομικών διακρίσεων, όπως στην ψήφισή του στην καλύτερη πεντάδα της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης.

Το Highlight: Η στιγμή που ήρθε αντιμέτωπος με την παλιά του ομάδα κι απέδειξε ότι στον επαγγελματισμό, δεν χωρούν, τουλάχιστον στις περισσότερες των περιπτώσεων συναισθηματισμοί. Οδοστρωτήρας. Είναι μάλλον η λέξη που μπορεί να περιγράψει με ακρίβεια τι συνέβη το βράδυ της 29ης Ιανουαρίου. Ο Πέκοβιτς έχει 26 πόντους και 6 ριμπάουντ κι ο Παναθηναϊκός κερδίζει άνετα με 81-63, παίρνοντας εκδίκηση για το πατατράκ της προηγούμενης σεζόν.

Θα τον θυμόμαστε ακόμα για…  το πελώριο τατουάζ στο μπράτσο του. Ένας πολεμιστής. Ο διάλογος που εξηγεί την επιρροή που είχε πάνω του.

-Αλήθεια πόσες φορές «αναγκάστηκε» να ξεκολλήσει από το μπράτσο σου ο πολεμιστής για να σε προστατέψει πριν από μερικά βράδια στο ΣΕΦ;

«Πάρα πολλές! Κάθε φορά που αισθανόμουν τον κίνδυνο, το τατουάζ ζωντάνευε και ο πολεμιστής που απεικονίζει ήταν σε θέση μάχης. Όπως ήμασταν και όλοι οι παίκτες του Παναθηναϊκού σε μια κολασμένη ατμόσφαιρα. Μόλις πάτησα το παρκέ για το ζέσταμα, διαπίστωσα ότι δεν μπορούσες να παραμείνεις εκεί ούτε για τριάντα δευτερόλεπτα. Και χωρίς προθέρμανση της προκοπής, όμως, καταφέραμε να νικήσουμε τον Ολυμπιακό και να πάρουμε το πρωτάθλημα».

 

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]

About The Author

Γεννήθηκε και ζει στα Εξάρχεια. Αγαπά τους τοίχους τους, τους αγώνες και τους ανθρώπους τους. Του αρέσει να φωτογραφίζει και να γράφει για όσα δεν μπόρεσε να φωτογραφίσει. Κυκλοφορεί από τα εννιά του με μια εφημερίδα στο χέρι και συνεχίζει να γράφει σε μπλοκάκι στα ρεπορτάζ. Ακούει ό,τι μακριά πολύ μακριά μας ταξιδεύει και διαβάζει ό,τι του γυαλίσει στις βιτρίνες της Καλλιδρομίου, της Ζωοδόχου Πηγής και της Θεμιστοκλέους. Αγαπά τα νησιά και κάποτε θέλει να ζήσει σε ένα από αυτά. Μέχρι τότε, κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για μια διαφορετική δημοσιογραφία, με πολλά αυτοδιαχειριζόμενα 3point και γραφιάδες χωρίς περιορισμούς.

Related Posts

//