Ένα ιδιότυπο οδοιπορικό στα εγκαταλελειμμένα χωριά της νοτιοδυτικής Πίνδου με οδηγούς τον πλανόδιο μανάβη Νίκο Αναστασίου και την οικογένειά του επιχειρεί με το ντοκιμαντέρ Ο Μανάβης ο έμπειρος μικρομηκάς Δημήτρης Κουτσιαμπασάκος (Ο Ηρακλής, ο Αχελώος κι η γιαγιά μου, Ύψωμα 33).
Ο Μανάβης, που έκανε την πρεμιέρα του στο πρόσφατο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης αποσπώντας το βραβείο κοινού στην κατηγορία του ελληνικού ντοκιμαντέρ διάρκειας άνω των 45 λεπτών, αφηγείται, με σεβασμό και τρυφερότητα, την καθημερινότητα μιας οικογένειας μανάβηδων που εκτελούν το ίδιο και απαράλλαχτο δρομολόγιο κάθε εβδομάδα, όλο το χρόνο, προκειμένου να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες των κατοίκων των απομονωμένων χωριών της νοτιοδυτικής Πίνδου. Οι άνθρωποι, οι τόποι, η εναλλαγή των εποχών, συνθέτουν τον καμβά μιας ταινίας ανθρώπινης και ανεπιτήδευτης. Ενόψει της εξόδου της στις αίθουσες την ερχόμενη Πέμπτη, 18 Ιανουαρίου, με αφετηρία τα Τρίκαλα, κουβέντιασα με τον Δημήτρη Κουτσιαμπασάκο.
Τι σε παρακίνησε να ασχοληθείς με το συγκεκριμένο θέμα, πώς εντόπισες τον υπέροχο μανάβη και την οικογένειά του και πώς κέρδισες την εμπιστοσύνη τους;
Τον μανάβη τον θυμάμαι από την εφηβεία μου, όταν περνούσα τα καλοκαίρια στο χωριό μου, το Αρματολικό, ένα από τα χωριά του δρομολογίου του μανάβη, στην νοτιοδυτική Πίνδο. Τον έβλεπα να έρχεται και να πουλάει την πραμάτεια του. Είχε φρούτα που δεν ευδοκιμούσαν στο χωριό, όπως καρπούζια και σταφύλια. Έτσι τον θυμάμαι από τότε, τις αρχές της δεκαετίας του ’80. Μάλιστα σε ένα ντοκιμαντέρ που έκανα για την περιοχή, στα τέλη της δεκαετίας του ’90, του έκανα κάποιες λήψεις. Πριν από κάνα δύο χρόνια, Δεκαπενταύγουστο στο χωριό μου, που ψώνιζα από τον μανάβη, μου ήρθε ξαφνικά η ιδέα και του ζήτησα να με πάρει μαζί του σε μια διαδρομή. Αρχικά σκεπτόμουν να κάνω ένα μικρού μήκους ντοκιμαντέρ. Έμεινα όμως έκπληκτος από το τι γινόταν γύρω από το φορτηγάκι του και έτσι αποφάσισα να παρακολουθήσω το δρομολόγιό του στις τέσσερις εποχές του χρόνου. Την εμπιστοσύνη του την κέρδισα σχετικά εύκολα, γιατί είναι έξυπνος άνθρωπος και κατάλαβε αμέσως τι ήθελα να κάνω. Μάλιστα, όταν του εξήγησα, μου είπε “Ωραία ιδέα!”
Ποια ήταν η αντίδραση των ορεσίβιων χωρικών κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων; Παραξενεύτηκαν από την παρουσία ενός ντοκιμαντερίστα στα μέρη τους; Eνοχλήθηκαν, κολακεύτηκαν;
Αρχικά ήταν πολύ μαζεμένοι. Όταν όμως έμαθαν πως κατάγομαι από ένα χωριό της περιοχής τους, τότε η στάση τους άλλαξε. Ανοίχτηκαν και πραγματικά “αγκάλιασαν” το ντοκιμαντέρ. Ήταν πολύ συγκινητικό.
Η ελληνική επαρχία, και κυρίως η περιοχή της Πίνδου, επανέρχεται σε κάθε σου δουλειά, όχι απλώς ως “φόντο”, αλλά ως κάτι βιωμένο και παλλόμενο. Σχετίζεται αυτή η επιλογή με την καταγωγή σου και τα προσωπικά σου βιώματα;
Σίγουρα. Η Πίνδος είναι ο τόπος που γεννήθηκα και μέχρι την εφηβεία μου περνούσα τουλάχιστον τρεις μήνες το χρόνο στο χωριό μου. Με έχει διαμορφώσει. Βέβαια, όταν ξεκινάω μια ταινία δεν λέω “α, τώρα θα κάνω μια ταινία για τον τόπο μου” και πολύ περισσότερο δεν αισθάνομαι εξουσιοδοτημένος από κάπου για κάτι τέτοιο. Όμως κάθε άνθρωπος που ασχολείται με την τέχνη, είτε είναι ζωγράφος, μουσικός, κινηματογραφιστής θέλει δεν θέλει, μιλά συνήθως για τα βιώματά του και τα πράγματα που τον καθόρισαν ως προσωπικότητα.
Οι κάτοικοι των αστικών κέντρων συχνά ασφυκτιούμε, ιδιαιτέρως τα τελευταία χρόνια, από την έλλειψη προοπτικής. Όλο και περισσότεροι, μάλιστα, καταφεύγουν στους τόπους καταγωγής τους ή και αλλού, αναζητώντας διέξοδο. Υπό ποιες προϋποθέσεις πιστεύεις ότι κάτι τέτοιο είναι βιώσιμο και ρεαλιστικό; Και σε ποιο βαθμό έχουν πληγεί περιοχές εκτός αστικών κέντρων, όπως τα χωριά της ορεινής Πίνδου, από την πολυδιάστατη κρίση;
Αυτό είναι ένα πολύ σύνθετο ζήτημα. Νομίζω πως η βίαιη αστικοποίηση κατέστρεψε την αγροτική περιφέρεια και τον αγροτικό ιστό εδώ και αρκετές δεκαετίες. Κατά τη γνώμη μου αυτή η κατάσταση είναι μη αναστρέψιμη. Έχει γίνει μεγάλη ζημιά. Ιδιαίτερα σε περιοχές όπως η Πίνδος. Πρέπει να ξεκινήσουμε από το μηδέν, από την αρχή.
Έχουν δει το ντοκιμαντέρ κάποιοι από τους πρωταγωνιστές του; Κι αν ναι, πώς αντέδρασαν;
Ήμουν πολύ αγχωμένος για το πώς θα αντιδράσει ο κύριος Αναστασίου, ο μανάβης δηλαδή, και η οικογένειά του στην πρώτη προβολή στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Μόλις άναψαν τα φώτα στην αίθουσα και τους είδα να έχουν συγκινηθεί, χάρηκα.
Το κοινό του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης αγάπησε την ταινία. Σου δίνει αυτό αισιοδοξία και κουράγιο να συνεχίσεις προς την κατεύθυνση που έχεις χαράξει;
Σίγουρα. Είναι κάτι που σου δίνει δύναμη να συνεχίσεις. Άλλωστε Ο “Μανάβης” ανήκει στην κατηγορία των… guerrila films. Έγινε, δηλαδή, κυρίως με εθελοντική προσφορά.
Πότε βγαίνει η ταινία στις αιθούσες;
Η ταινία θα ξεκινήσει το ταξίδι της στις αίθουσες από τα Τρίκαλα στις 18 Απριλίου. Είπαμε, αντί να ξεκινήσουμε από την πρωτεύουσα, όπως γίνεται συνήθως, να κάνουμε το αντίθετο. Θα δούμε αν και κατά πόσο αυτό θα λειτουργήσει.
Γιάννης Κοντός
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.