Πιτσιρικάς, πήγαινε δεν πήγαινε δημοτικό, του άρεσε να την κοπανάει και να βγαίνει στην ξερή αλάνα δίπλα στο σπίτι του. Εκεί έπαιζε ένα παιχνίδι που το ονόμαζε -από μέσα του- «το παιχνίδι του λιμένος», αν και ποτέ δεν μπόρεσε να ξεχωρίσει αν αυτό ήταν ένα όνομα που έδωσε πράγματι στο παιχνίδι του από παιδί ή μήπως το επινόησε αργότερα όταν χρειάστηκε κάπου να διηγηθεί την ιστορία και έπρεπε να τη στολίσει με διανοητικά φρού φρού και αρώματα.

Έπεφτε λοιπόν γονατιστός στο ξερό χώμα και με διάφορα πλαστικά εργαλεία έσκαβε μια μεγάλη λακκούβα ή τουλάχιστον μεγάλη φαινότανε στα παιδικά του μάτια. Έσκαβε, έσκαβε και με κάτι ντενεκέδια μετέφερε το χώμα έξω από τα όρια του παιχνιδιού του, φτιάχνοντας μικρά λοφάκια γύρω τριγύρω.  Ύστερα, σπρωγμένος από κάτι σαν μανία, άρχισε να αφαιρεί προσεκτικά πέτρες και πετραδάκια κάνοντας τον πυθμένα και τα τοιχώματα της λακκούβας του λεία και στιλπνά. Έτριβε το χώμα με τις παλάμες του, προσδοκώντας να γίνει η επιφάνεια τόσο λεία όσο φαντάζομαι είναι η επιδερμίδα ενός παιδιού πέντε, έξι, χρονών.  Ακούω τους ψυχαναλυτές να σκέφτονται ήδη για την αναζήτηση της τρυφερότητας που υπεραναπληρώνεται σε μια τέτοια εμμονή με την απαλότητα. Ας είναι!

Όταν τελείωνε η φάση της εκσκαφής, διάφορα μικρά χάρτινα κουτιά και κομμάτια φελιζόλ έπαιρναν τη θέση τους γύρω από το σκάμμα, συμβολίζοντας κύριος οίδε τι αποθήκες, σπίτια και άλλα χτίσματα που συναντά κανείς συνήθως γύρω από λιμάνια. Και πάντα ένα κάτι σαν κύλινδρος αναλάμβανε το ρόλο ενός φάρου. Ως γνωστόν ο φάρος είναι απαραίτητος στα λιμάνια. Βλέπεις, είναι αήττητη η παιδική φαντασία στην ικανότητα της να συμβολοποιεί και γι’ αυτό, μάλλον, στην ενήλικη εκδοχή της η ύπαρξη, ποιος ξέρει από ποιο θυμό σπρωγμένη, γυρεύει να απομαγεύσει τον κόσμο, μπας και την βγάλει καθαρή.

Ύστερα ερχόταν το πιο δύσκολο μέρος του project. Έπρεπε να κουβαλήσει νερό με κουβάδες κλεμμένους κρυφά από την μάνα του και να το μεταφέρει στην άνυδρη λακκούβα του. Στην αρχή το σκασμένο από το καλοκαίρι χώμα ξεδίψαγε με τόση βουλιμία που θύμιζε executive που έπιασε τους στόχους του και ξεκοκαλίζει το bonus του σαν να μην υπάρχει αύριο. Ή κάποιο κυβερνητικό στέλεχος που έπιασε το ΕΣΠΑ απ’ τα μαλλιά. Ή έτσι τουλάχιστον του φαίνεται σήμερα το γεγονός ότι το παιδικό σκάμμα του δεν συγκρατούσε ούτε σταγόνα νερό. Επιμένοντας όμως, κουβαλώντας όλο και πιο πολύ, όλο και πιο γρήγορα νερό, το χώμα κάποια στιγμή ξεδιψούσε, ώσπου σιγά σιγά το λασπόνερο μπορούσε να φαντάζει στα μάτια του πιτσιρικά για θάλασσα κανονική και η λακκούβα του μια χαρά λιμάνι. Ένα λιμάνι λίμνη!

Και τότε έρχονταν η ώρα των χάρτινων καραβιών, που είχε φτιάξει από πιο πριν και που μπορούσαν τώρα να απολαύσουν τον περίπλου τους στη χωμάτινη θάλασσα του. Ήταν η πιο όμορφη στιγμή, να βλέπεις τα χάρτινα λευκά καράβια με τις μπλε γραμμές από τις κόλλες των τετραδίων να συγκρούονται πάνω σε κάθε σκαρί, ώσπου μετά από λίγο βάφονταν στο χρώμα του χώματος.

Αλλά, όπως συχνά συμβαίνει και στη ζωή, η αναίτια καταστροφή καιροφυλακτεί πάντα κάπου εκεί, στο πρόσωπο του πρώτου τυχαίου μαλάκα που έχει την αδυναμία να μην αντέχει τη χαρά (του Άλλου).

Κι έτσι μια μέρα, ένα λευκό αθλητικό παπούτσι, φορεμένο στο πόδι ενός τσαμπουκαλεμένου «μεγάλου», δεν γούσταρε το λιμάνι του και απλώθηκε με βία, κλωτσώντας χώματα, χάρτινα κουτιά, λάσπες και χάρτινα λευκά καράβια, απλά επειδή μπορούσε. Τα χέρια του πιτσιρικά της ιστορίας μας, που έκαναν ότι μπορούσαν για να προστατεύουν τον «λιμένα» του, τα δάκρυα και οι φωνές του, δεν είχαν καμία επίδραση στη διαλυτική του αποφασιστικότητα. Ήταν αποφασισμένος να τελειώνει με το «μαλακιασμένο, που τι κάθεται και κάνει με τα κωλοχώματα».

Η ήττα, προφανώς, ήταν καθολική και η περίπτωση να εξηγήσει στην μάνα του τι είχε συμβεί και να της ζητήσει, κάπως, να τον υπερασπιστεί απέναντι στην ανθρώπινη μαλακία φάνταζε αδιανόητη. Αλλά αυτό που έκανε τα πράγματα τραγικά ήταν το παράλογο, το εντελώς ανεξήγητο, της καταστροφικής συμπεριφοράς εκείνου του ποδιού με το άσπρο αθλητικό παπούτσι. Τι είχε πάθει αυτό το πόδι και δεν άντεχε το λιμάνι του; Τι είχε πάθει αυτό το λευκό παπούτσι και μισούσε το χώμα; Αναρωτιόταν μήπως ήθελε να περπατά μόνο σε άσφαλτο ή μήπως έφταιγε το γεγονός πως τα καράβια είχαν κάπως λερωθεί. Και η εξήγηση που του έδωσε, πολύ αργότερα, ο Søren Kierkegaard πως «ο φθόνος είναι κατακερματισμένος θαυμασμός» δεν ξέρω αν του φαίνεται ακόμη επαρκής.  Ίσως, σκέφτεται σήμερα, να τρέχει κάτι σοβαρό με το χώμα αυτού του τόπου. Κάποιοι δεν ανέχονται ούτε καν να το πατάνε. Ίσως τους φαίνεται λίγο, προβληματικό, υποανάπτυκτο. Ίσως τους λερώνει, τους σκονίζει, το σκέφτονται αραιά και που με νοσταλγία όταν βρέξει και αναζητούν την μυρωδιά του, αλλά και πάλι κάτι τους ενοχλεί σε όλο αυτό. Το χώμα μας έχει πρόβλημα. Είναι μεγάλη ανάγκη να καλυφθεί με άσφαλτο, με τσιμέντο, με πλάκες πεζοδρομίου, με γυαλιστερά πλακάκια, με κάτι τέλος πάντων. Ίσως πάλι να τους ενοχλούν, εκτός από το χώμα, και οι κόλλες των τετραδίων με τις μπλε γραμμές. Ίσως να προτιμούν το ιλουστρασιόν χαρτί. Ίσως να μην γουστάρουν τα παιδιά. Ίσως, πάλι, να απεχθάνονται τα καράβια ή τα λιμάνια. Ποιος ξέρει τι τραύματα κουβαλάνε.

Το σίγουρα είναι πως έχουν ένα θέμα με το χώμα. Το συγκεκριμένο χώμα. Βάζει με τον νου του πως ίσως να το μισούν επειδή τους αφήνει και το πατάνε. Δεν το υπολογίζουν. Το σιχαίνονται γιατί στην τελική δεν είναι δικό τους και δεν τους νοιάζει κιόλας. Να ‘ταν μια άσφαλτος, μια χρωματιστή άσφαλτος, να μπορούν να κάνουν τον απογευματινό τους περίπατο, να σχολιάσουν περπατώντας πως περνούν τα παιδιά που σπουδάζουν «έξω», να συζητήσουν για το ακαθάριστο εθνικό προϊόν δίχως να χρειάζεται να καθαρίζουν τα παπούτσια τους ή να μιλήσουν για την κωλοχώρα και τον κωλολαό που «μνημόνια μέχρι να σβήσει ο ήλιος»! Να ΄ταν μια άσφαλτος, μια χρωματιστή άσφαλτος, να γίνει επιτέλους ο περίπατος εφάμιλλος των καλυτέρων ευρωπαϊκών, αυτό μάλιστα! Κάπως χρειάζεται να σκεπαστεί το χώμα να ησυχάσουμε. Ας μπει ένα γκαζόν, κάτι, ρε παιδί μου!  Ή ένα ωραίο μαλακό ταρτάν να μπορούν να παίζουν τα παιδιά χωρίς να λερώνονται και χωρίς να χτυπάνε. Χωρίς να μολύνονται απ’ αυτό το κωλοχώμα.

Αυτό το χώμα ήταν για κάποιους πάντα μια απειλή. Ήθελαν να το σκεπάσουν να μην το βλέπουν. Ήθελαν να το πατάνε ταπεινώνοντας το γιατί, λέει, δεν ήταν άσφαλτος. Ίσως να απεχθάνονται το χώμα γιατί τους έμαθαν να λατρεύουν την άσφαλτο ή το τσιμέντο. Ύστερα, από την άλλη, ένα ακριβό πλακάκι , όπως και να το κάνουμε, έχει πάντα άλλη χάρη, όσο κι αν κινδυνεύεις στην πρώτη βροχή να γλιστρήσεις και να φας τα μούτρα σου.

Αυτό το χώμα ήταν για κάποιους πάντα μια απειλή. Κινδύνευαν να τους καταπιεί με το «λίγο» του. Κινδύνευαν να τους καταπιεί γενικώς, όπως τα χάρτινα καράβια της ιστορίας μας. Και όπως πάντα ο πιο εύκολος τρόπος να «αντιμετωπίσεις» μια απειλή είναι να την απομειώσεις, ακόμη και να την ευτελίσεις μπορείς, αν χρειαστεί.

Ο πιτσιρικάς της ιστορίας μας, διάλεξε έναν άλλο δρόμο. Έτσι καθώς έμαθε να χαϊδεύει το χώμα, του φάνηκε αδιανόητο ότι θα μπορούσε να το παρατήσει, να το «φτύσει» και να κάτσει στ αβγά του. Ας ερχόταν αυτό το πόδι όσες φορές και να ήθελε. Αυτός εκεί πεισματικά θα χάιδευε και ξαναχάιδευε το χώμα του, θα έφτιαχνε και θα ξαναέφτιαχνε το λιμάνι του, θα έριχνε τα χάρτινα καράβια του στο γιαλό, ξανά και ξανά, όσες φορές κι αν χρειαζόταν. Γιατί αυτό το χώμα το είχε ερωτευτεί και δεν του πήγαινε η καρδιά να το παρατήσει ανυπεράσπιστο στη βία της κάθε ασφάλτου. Κι έτσι καθώς ήταν ένα παιδί, ένα μικρό ανυπεράσπιστο παιδί και ο ίδιος, το μόνο που μπορούσε να κάνει για να αμυνθεί ήταν να δημιουργεί λιμάνια, φάρους, καράβια και χαϊδεμένα χώματα. Ξανά και ξανά. Ξανά και ξανά μέχρι το χώμα του να ξεδιψάσει, να μάθει να κρατάει το νερό μέσα του και τα βαρκάκια του να μπορούν να πλεύσουν. Πεισματικά δημιουργικός ενάντια στην καταστροφική μανία των ανέραστων. Πεισματικά ερωτευμένος και άρα άφοβος!

*Το άρθρο είναι αφιερωμένο στην Έλενα -και στην κάθε Έλενα- που δουλεύει διπλοβάρδια σεζόν κάπου στην Κρήτη για να μεγαλώσει το παιδί της. Μέχρι την ώρα που αρκετοί άλλοι «θα γίνουν ποιητές το χώμα που πατούν να προσκυνούνε». Κι έτσι η ζωή δεν θα είναι πια δίκοπη.     

Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.

Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.

[fbcomments width="100%" count="off" num="5"]
//