Η οδός Αλιπέδου είναι ο δρόμος πίσω από τον Ηλεκτρικό Σταθμό του Πειραιά. Οι οικογενειακές μουσικές μου καταβολές με οδήγησαν εκεί. Οι ιστορίες που έχω ακούσει, μου έχουν δημιουργήσει την εικόνα ενός δρόμου όπου κάποτε συναντιόνταν όλοι οι μουσικοί της ελληνικής ρεμπέτικης και λαϊκής μουσικής, την εποχή που αυτά τα είδη βρίσκονταν στην ακμή τους. Πήγαινε ο νέος μουσικός να αγοράσει κάτι που χρειαζόταν για το όργανό του και συναντούσε τον Τσιτσάνη, το Μαρκο, το Ζαμπέτα, τον Καζαντζίδη.
Στο δρόμο αυτό είχαν κάποτε μαγαζιά πολλοί τεχνίτες παραδοσιακών λαϊκών οργάνων. Σήμερα, έχει μείνει τελευταίος ο κύριος Στέλιος Σκεντερίδης. Την επιχείρηση πλέον έχει αναλάβει ο γιος του, Μιχάλης. Μπήκα στο μαγαζί και μίλησα με τον ίδιο, τον κύριο Στέλιο.
Το πρώτο μαγαζί το άνοιξε ο πατέρας του, Μιχαήλ Σκεντερίδης, το 1922, όταν ήρθε από τη Μικρά Ασία. Πρόσφυγας στον Πειραιά. Μαζί με τους πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή, στον Πειραιά γεννήθηκε το ρεμπέτικο τραγούδι. Οι οργανοποιοί είναι και μουσικοί. Όπως μου εξηγεί ο κύριος Στέλιος, «Αν δεν ξέρεις να παίζεις πως θα ξέρεις ότι το όργανο που έφτιαξες είναι καλό;». Σήμερα, ακόμα, φτιάχνει κανένα μουσικό όργανο όταν έχει τη διάθεση. Σχετικά με το επάγγελμα του οργανοποιού σημειώνει ότι πάνω από όλα χρειάζεται μεράκι. «Σήμερα βγαίνουν κάποιοι νέοι οργανοποιοί αλλά λείπει το μεράκι.». Ο πατέρας του μας λέει ήταν καλός οργανοποιοός. Ένα όργανο του πατέρα του, κατασκευής 1900, εκτίθεται στο Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων, στην Πλάκα. Όταν ο κύριος Στέλιος ανέλαβε την επιχείρηση το 1945, πρόλαβε το Μάρκο, τον Τσιτσάνη, το Γενίτσαρη. Ο πατέρας του είχε πελάτες παλαιότερους μουσικούς του είδους, όπως το Γιοβάν Τσαούς.
«Ένα όργανο για να φτιαχτεί θέλει μια διαδικασία 3-4 μήνες». Η διαδικασία ξεκινάει από τα ξύλα. Ένα καλό στεγνό ξύλο, μετά έχει σημασία να ξέρεις που πρέπει να κοπεί.Ύστερα χρειάζεται χρόνος, για να βεβαιωθεί και ο οργανοποιός ότι όλα είναι καλά.
Ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ένα καλό, ακριβό όργανο. «Αν φτιάξω ένα όργανο και δεν είναι καλό, θα είναι σαν να τον έχω κοροϊδέψει. Αν δεν είναι καλό, θα το έχω βάρος στην ψυχή μου». Εκείνος έχει φτιάξει για τον Περπινιάδη, το Γενίτσαρη και για το Γιώργο Μαργαρίτη. Στον πάγκο μπροστά του μου δείχνει φωτογραφίες με μουσικούς που είχε πελάτες.
Σχετικά με την καινούρια ελληνική «λαϊκή» μουσική, λέει πως «Πάνε να την κάνουν μοντέρνα, αλλά χαλάει το ύφος». Αν και δε μου φάνηκε αρνητικός στις αλλαγές, «η μουσική είναι άβυσος», όπως μου είπε. «Όμως και σήμερα ακόμα και οι νέοι άνθρωποι διασκεδάζουν με τα παλιά τραγούδια. Αν θες να διασκεδάσεις δε θα πας να ακούσεις Παντελίδη». Εγώ επικροτώ. Η μουσική έχει συνέχεια, έχει ιστορία, αν δε γνωρίζεις το παλιό δεν έχεις βάσεις για να χτίσεις το καινούριο.
Το μαγαζί του Μιχάλη Σ. Σκεντερίδη βρίσκεται Αλιπέδου 12, στον Πειραιά.
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.