Ήταν Γενάρης.
Καθόταν σε ένα παγκάκι μες την παγωνιά προσπαθώντας να καταλάβει τι τον παγώνει πιο πολύ. Το κρύο παγκάκι ή η μοναξιά του; Πριν δυο χρόνια νόμιζε ότι είχε περάσει τα χειρότερα Χριστούγεννα της ζωής του. Ήταν καλεσμένος στο εξοχικό του διευθυντή του για ρεβεγιόν. Ήταν πολύ όμορφος εκείνο το βράδυ, το κοστούμι και η γραβάτα του πήγαιναν πολύ και το ήξερε. Είχε φορέσει την αγαπημένη του κολόνια. Ήταν γοητευτικός και το απολάμβανε. Όλες οι γυναίκες του γραφείου τον γλυκοκοίταζαν και πολλές έβρισκαν την ευκαιρία να τον στριμώξουν στο φωτοτυπικό. Εκείνος μεθούσε με την γοητεία που προκαλούσε η γοητεία του και έπαιζε με τη φωτιά σαν τον διάβολο που φλερτάρει με την ίδια την κόλαση. Και όπως ο διάβολος οφείλει να μοιράζεται την κόλαση, έτσι και εκείνος όφειλε να μοιράζεται τους φλεγόμενους πόθους του και να τους αφήνει να σβήνουν από τη βαρεμάρα που προκαλεί η ικανοποίηση τους. Έτσι και εκείνη τη βραδιά, μετά από πολλές νύχτες ξέφρενης ζάλης από τις γυναίκες και το ποτό, αποφάσισε να πάει μόνος στο ρεβεγιόν. Ένιωθε μια απροσδιόριστη θλίψη και η σκέψη πως θέλει να κρατήσει απόσταση από όλους και από όλα τον κυρίευε.
Αν και ποτέ δεν περνούσε απαρατήρητος, κανείς δεν κατάλαβε τίποτα εκείνο το βράδυ. Όλοι μιλούσαν για τον εξαίρετο κύριο Παπαχαραλάμπους που ήταν έξοχος στη δουλειά του και πρόσωπο εμπιστοσύνης. Οι προσκλήσεις για φαγητό, άλλωστε, ή δείπνο ήταν συχνές, και το τηλέφωνο δεν σταματούσε ποτέ να χτυπάει. Όλοι ήθελαν να κάνουν παρέα με τον κύριο Παπαχαραλάμπους. Όλοι τον θαύμαζαν, με κάποια ελαφρά ψήγματα ζήλειας. Θα ορκίζονταν πως ήταν σαν χθες, όταν αναρωτήθηκε αν ήξερε κανείς από όλους αυτούς το μικρό του όνομα.
Τώρα, δύο χρόνια μετά, μέσα στο κρύο, καθισμένος σε ένα παγκάκι στην πλατεία Αμερικής, αναρωτιέται πώς οι άνθρωποι μετατρέπονται σε φαντάσματα. Πώς η παρουσία εξατμίζεται και τη θέση της παίρνει μια απουσία για την οποία κανείς δεν ενδιαφέρεται. Δεν ένιωθε αόρατος. Ήταν αόρατος. Ο άνθρωπος που ήταν αδύνατον να ξεφύγει από τα βλέμματα των άλλων, τώρα τα διώχνει, τα σπρώχνει, τα εξοντώνει πριν καν πέσουν πάνω του.
Είχε νυχτώσει για τα καλά. Το κρύο ήταν τσουχτερό. Νύσταξε. Άπλωσε το χαρτόκουτο κάτω από το υπόστεγο που κοιμάται εδώ και ένα χρόνο, πήρε την κουβέρτα του και κοιμήθηκε.
Στον ύπνο του, σαν για να ζεσταθεί, είδε πώς ήταν στην κόλαση και έπαιζε με τις φλόγες.
Ακόμη και η κόλαση, παρέχει διαμονή στους ξεπεσμένους.
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.