της Συραγούς Λιάτσικου
Η κατασκευή του εχθρού είναι μια παλιά ιστορία. Πολλά είναι τα πρόσωπα που έχει αλλάξει ο «άλλος», με πυρήνα πάντα το διαφορετικό. Τις πιο πολλές φορές, εχθρός είναι ο ξένος, ο πρόσφυγας, ο μετανάστης.
Συνήθως, ότι δεν μπορείς να καταλάβεις το αντιμετωπίζεις επιφυλακτικά. Αν μάλιστα βρεθεί κάποιος να τροφοδοτήσει αυτή την επιφυλακτικότητα με φόβο, δεν θα αργήσει να μετατραπεί σε μίσος.
Δεν είναι λίγες οι φορές που οι πρόσφυγες που ζουν στην Ελλάδα έχουν αντιμετωπιστεί ως εχθρός. Τις πιο πολλές φορές μάλιστα, το βάρος αυτό το σηκώνουν παιδιά. Αν ρίξει κανείς μια ματιά στην πρόσφατη επικαιρότητα, θα συναντήσει διάφορες αναφορές στα προσφυγόπουλα που ζουν στην Ελλάδα. Τουλάχιστον τα παιδιά αυτά έχουν γίνει ορατά στη δημόσια σφαίρα, θα σκεφτεί κάποιος. Με μια δεύτερη ματιά όμως, γρήγορα συνειδητοποιείς πως η πλειοψηφία των ειδήσεων αυτών έχει να κάνει με ρατσιστικές επιθέσεις σε βάρος τους. Και τότε είναι που νιώθεις ότι υπάρχει ανάγκη να συζητήσουμε για τα βασικά.
Γονείς οργανώνουν ρατσιστικές αποχές από τα μαθήματα και αρνούνται στα προσφυγόπουλα το αναφαίρετο δικαίωμά τους να πάνε σχολείο. Πολλές φορές μάλιστα, καθοδηγούνται ή συνυπάρχουν με ακροδεξιές ομάδες, αυτές που κουβαλάνε μαύρες σημαίες και είναι βγαλμένες από τις πιο σκοτεινές στιγμές της ιστορίας. Όλοι αυτοί, διεξάγουν μικρούς πολέμους στα κορμιά και τις ψυχές των προσφυγόπουλων, χωρίς να νιώθουν την παραμικρή ντροπή όταν κοιτάνε τα δικά τους παιδιά στα μάτια.
Τα περιστατικά είναι, δυστυχώς, πολλά. Στην Κόνιτσα επιτέθηκαν με ρόπαλα σε προσφυγόπουλα που έπαιζαν μπάσκετ. Στη Σάμο, τη Χίο, το Ωραιόκαστρο Θεσσαλονίκης και αλλού, γονείς επέβαλαν αποχή γιατί δεν θέλουν να μοιράζονται τα παιδιά τους το ίδιο σχολείο με τα προσφυγόπουλα. Δημιουργούν επικίνδυνα, ρατσιστικά και ανυπόστατα σχήματα περί «ασθενειών που κουβαλάνε» ή «εγκληματικότητας λόγω καταγωγής», όπως στην περίπτωση του μικρού πρόσφυγα από τη Θεσσαλονίκη που η ξύστρα του μεταμορφώθηκε σε μαχαίρι από μεγάλη μερίδα των ΜΜΕ. Καλλιεργούν ένα κλίμα φόβου που οδηγεί στο μίσος απέναντι στο διαφορετικό, σε παιδιά που προσπαθούν να ικανοποιήσουν την ανάγκη τους για γνώση με ένα βιβλίο, την δίψα τους για εξερεύνηση αυτού του κόσμου, αφορμές για να συνεχίσουν να ονειρεύονται, εργαλεία για να γίνουν αυτό που φαντάζονται.
Σκοπός τους, όπως αναφέρουν, είναι να μεταφέρουν ένα ελπιδοφόρο μήνυμα και την υπόσχεση για ένα καλύτερο και πιο φωτεινό μέλλον. «Γιατί όπου υπάρχουν παιδιά, υπάρχει λιακάδα», όπως χαρακτηριστικά λέει η συγγραφέας του βιβλίου. Το παραμύθι, με σεβασμό στην ευαίσθητη προσχολική και πρώτη σχολική ηλικία των παιδιών όπου απευθύνεται, μιλάει για το προσφυγικό και την αναγκαστική μετανάστευση και εξοικειώνει τα παιδιά με θέματα που αφορούν την ένταξη και τα δικαιώματά τους, με όχημα έννοιες όπως η φιλία, η συνύπαρξη, η συνεργασία και ο σεβασμός στη διαφορετικότητα.
Ένα σπιτάκι για τη Σάλλυ
Το παραμύθι παρουσίασε η Διευθύντρια Γραμμάτων του Υπουργείου Πολιτισμού, Σίσσυ Παπαθανασίου, ενώ μίλησαν η παιδίατρος και μέλος του διοικητικού συμβουλίου των Γιατρών του Κόσμου, Χαρά Τζουβάρα, η συγγραφέας Γιώτα Βάσση, ο διαπολιτισμικός μεσολαβητής Μustapha Khalphoun και ο εικονογράφος Steven Coombes. Την δικιά της «πινελιά» στο βιβλίο έχει δώσει η εικονογράφηση η οποία, όπως είπε και ο Steven Coombes, έχει σαν στόχο να αποτελέσει μια αυτόνομη αφήγηση με εικόνες για παιδιά που δεν γνωρίζουν τη γλώσσα. Ιδιαίτερα σημαντικός είναι και ο ρόλος του μεταφραστή και πολιτισμικού διαμεσολαβητή, Mustapha Khalphoun, που μεταφέρει την ιστορία στη γλώσσα των παιδιών. Η μετάφραση, όπως τόνισε ο ίδιος, αποτελεί μια διαδικασία συνάντησης και αλληλεπίδρασης των δύο πολιτισμικών παραδόσεων.
«Αυτό το βιβλίο με μετέφερε με συγκίνηση στο προσφυγικό πεδίο, στο Καρά Τεπέ όπου βρέθηκα και εγώ με την οργάνωσή μας, όταν έφταναν οι πρώτες βάρκες με πρόσφυγες», δηλώνει στο Κουτί της Πανδώρας η Χαρά Τζιουβάρα από τους Γιατρούς του Κόσμου. Όπως θυμάται, ήταν η μόνη παιδίατρος εκεί, όπου βίωσε μια συγκλονιστική εμπειρία. Έβλεπε καθημερινά εκατοντάδες παιδιά, των οποίων οι ιατρικές ανάγκες δεν είναι άλλες από τις συνήθεις.
Τα κρούσματα ρατσιστικής συμπεριφοράς στα σχολεία με πρόφαση την δημόσια υγεία, δεν θα μπορούσαν να μην βρεθούν στο επίκεντρο της συζήτησης. Η παιδίατρος Χαρά Τζιουβάρα λέει χαρακτηριστικά: «Δεν θα μπω καν στη συζήτηση για ωρολογιακές βόμβες στα σχολεία, ανθρώπους που λένε ότι τα προσφυγάκια μας μεταφέρουν διάφορα. Δεν ισχύουν σε καμία περίπτωση αυτά τα πράγματα. Και από την συμμετοχή μου στους Γιατρούς του Κόσμου αλλά και από το προσωπικό μου ιατρείο μπορώ να σας πω με βεβαιότητα πως οι ιατρικές ανάγκες αυτών των παιδιών είναι οι ανάγκες που έχει κάθε παιδί στον πλανήτη. Δεν έχω αντιμετωπίσει ποτέ κάτι που κάποιοι θα χαρακτήριζαν επίφοβο για την δημόσια υγεία».
Η κ. Τζιουβάρα δίνει ιδιαίτερη έμφαση και στα ψυχολογικά τραύματα των παιδιών που έζησαν μέσα στη δίνη του πολέμου. «Μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν χιλιάδες χαμένα παιδιά, που ίσως πέρα από την ψυχολογική κακοποίηση βιώνουν καθημερινά σωματική κακοποίηση» αναφέρει σχετικά με τις εκατοντάδες μαρτυρίες παιδιών που έχουν εξομολογηθεί πως έχουν πέσει θύματα τράφικινγκ. Συμπληρώνει, μάλιστα, ότι αυτά τα παιδιά έχουν πολλές φορές χάσει την εμπιστοσύνη τους στους ανθρώπους και χρειάζεται πολύ δουλειά για να σπάσουν οι άμυνες αυτές. «Τα παιδιά είναι παιδιά, το παιχνίδι είναι παιχνίδι και η μνήμη κοινή. Μόνο μέσα από το παιχνίδι, το γέλιο και τη χαρά μπορούμε να προχωρήσουμε. Είναι μεγάλη η συνεισφορά της μετάφρασης αυτού του βιβλίου στα αραβικά, τη γλώσσα που ξέρουν και μιλούν τα παιδιά αυτά» καταλήγει.
Η ανάγνωση του βιβλίου ξεκινάει με ευχάριστες εικόνες. Όμως, την ηρεμία και την ειρήνη, τα «παιχνίδια στο γρασίδι», διαδέχεται ο πόλεμος που μοιάζει με «μολυβένιους σωλήνες», και οδηγεί στην προσφυγιά. Έπειτα από ένα μακρύ και δύσκολο ταξίδι, οι «μικροί πρόσφυγες» συναντούν τη χελώνα που τους καλωσορίζει στη νέα τους πατρίδα, αλλά και μερικά σαλιγκάρια που αρνούνται τη συνύπαρξη. Ωστόσο, τα φαινόμενα ξενοφοβίας διαδέχεται η σοφή παρέμβαση του σαλιγκαριού Γκάρι που υπενθυμίζει το προσφυγικό παρελθόν και των υπολοίπων, και τελικά η ηρεμία επανέρχεται.
Η συγγραφέας Γιώτα Βάσση μίλησε για τους λόγους που την οδήγησαν να γράψει το βιβλίο αυτό για τους μικρούς πρόσφυγες: «Ήθελα να γράψω μία τρυφερή ιστορία για παιδιά, ένα αισιόδοξο βιβλίο για τη δύναμη της φιλίας και τη ζωής, που να αφορμάται από την επώδυνη πραγματικότητα της προσφυγιάς». Με την δικιά της ματιά, τα παιδιά πρόσφυγες που ακούν ή βλέπουν εικόνες ξεριζωμού, θα βρουν κάτι δικό τους μέσα σε αυτό το βιβλίο. Η ζωή είναι σαν περιπέτεια, η οποία, ούτως ή άλλως, βρίσκει τον τρόπο να συνεχίζεται. Ο «πολιτισμός» που αντιμετωπίζει τα θύματα των πολέμων ως παράπλευρες απώλειες, αρνείται το ίδιο του μέλλον, επισημαίνει. Μέσα από αυτή την ιστορία, προσπαθεί να περάσει το αισιόδοξο μήνυμα της αγκαλιάς και την υπόσχεση της επιστροφής. «Όταν το βιβλίο αυτό φτάσει στα χέρια ενός παιδιού που έχει βιώσει αυτή την κατάσταση, θα αναγνωρίσει τον εαυτό του, την περιπέτεια που έζησε αλλά θα καταλήξει στα μηνύματα της αποδοχής και της αγκαλιάς» λέει η συγγραφέας.
Στη συνέχεια, χαρακτηρίζει πράξη αλληλεγγύης την πρωτοβουλία της αραβόφωνης έκδοσης του βιβλίου, καθώς στην εποχή του ατομικισμού και της αδιαφορίας, της λήθης και του κενού, η εθελοντική προσφορά και η μέριμνα για όσους έχουν ανάγκη είναι έμπρακτη εκδήλωση του ενδιαφέροντος του ατόμου για την ομάδα, για την κοινότητα, για τον Άνθρωπο, όπως χαρακτηριστικά τονίζει. «Αυτό το ενδιαφέρον δείχνουμε κι εμείς με τη συνεργασία μας. Ας μην χάσουν τα παιδιά το χαμόγελο ή την εμπιστοσύνη τους στον άνθρωπο, ας μην χάσουν την ελπίδα» συμπληρώνει.
Το ταξίδι της Σάλυ, όπως και όλα τα ταξίδια των προσφύγων, ήταν επίπονο και γεμάτο δυσκολίες. Ίσως και ο προορισμός να μην είναι αυτός που περίμενε. Τα παιχνίδια στο γρασίδι τα σταμάτησαν ξαφνικά κάποιοι μολυβένιοι σωλήνες που ήρθαν από τον ουρανό. Τα άλλα σαλιγκάρια ήταν κάποιες φορές εχθρικά απέναντί της. Αλλά τελικά, η αλληλεγγύη νίκησε.Και αυτή είναι η πιο τρανή απόδειξη ότι δεν πρέπει ποτέ να σταματήσουμε να πιστεύουμε στους ανθρώπους. Και στα σαλιγκάρια.
«Και άρχισε μία δυνατή φιλία μεταξύ τους που συνεχίστηκε και μετά… όταν βλάστησε επιτέλους ξανά το λιβάδι, η πατρίδα της Σάλλυ».
Πηγή: Το κουτί της Πανδώρας
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.