«Ποτέ δεν πρέπει να φοράς το καλό σου παντελόνι όταν πηγαίνεις να πολεμήσεις για την ελευθερία και την αλήθεια».
Σαν σήμερα, το 1906, πέθανε ο Ερρίκος Ίψεν, θεατρικός συγγραφέας, συγγραφέας και ηθοποιός παγκόσμιας φήμης και με ανεκτίμητη πολιτιστική κληρονομιά. Θεωρείται ένας από τους πρωτοπόρους της σύγχρονης ευρωπαϊκής δραματουργίας, ενώ μέσα από τα έργα του αναδείχθηκαν η θέση της γυναίκας στην κοινωνία, το κόστος που συνεπάγεται η προσπάθεια διατήρησης του πλούτου και του κοινωνικού στάτους, καθώς και ζητήματα ηθικής τάξης.
Γεννήθηκε στις 20 Μαρτίου 1828 στο Σκίεν της Νορβηγίας. Όταν ήταν επτά ετών, η οικογένεια του έχασε την περιουσία της και αναγκάστηκε να μετακομίσει μόνιμα σε ένα μικρό εξοχικό σπίτι στο Βέντοπ, έξω από την πόλη. Η χρεοκοπία του έκανε τον πατέρα του, Κνουντ Ίψεν, έναν δύσκολο και πικραμένο άντρα, ο οποίος στράφηκε στον αλκοολισμό, και η μητέρα του, Μάριχεν, στράφηκε στην εκκλησία. Η χρεοκοπία και η ταξική πτώση της οικογένειας έπαιξαν μεγάλο ρόλο στο μετέπειτα έργο του Ίψεν. Οι χαρακτήρες στα έργα του συχνά καθρεφτίζουν τους γονείς του, και τα θέματα του συχνά ασχολούνται με θέματα οικονομικών δυσκολιών, καθώς και ηθικές συγκρούσεις που προέρχονται από σκοτεινά μυστικά κρυφά από την κοινωνία.
Το 1850 απέτυχε να μπει στο Πανεπιστήμιο του Όσλο, αφού απέτυχε στο μάθημα των αρχαίων ελληνικών. Την ίδια περίοδο αρχίζει να γράφει σε εφημερίδες και έρχεται σε επαφή με τον μικρό λογοτεχνικό κύκλο της Νορβηγίας της εποχής. Σύντομα μετακομίζει στο Μπέργκεν όπου περνά τα επόμενα χρόνια δουλεύοντας στο «Det norske Theater», όπου είχε αυξημένες αρμοδιότητες και συμμετείχε στην παραγωγή 145 έργων ως συγγραφέας, σκηνοθέτης, δραματολόγος και παραγωγός. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου δεσμεύονταν από το θέατρο βάσει συμβολαίου, να γράφει ένα έργο το χρόνο για να ανεβαίνει στο συγκεκριμένο θέατρο.
Το 1858 επιστρέφει στο Όσλο και γίνεται ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Θεάτρου της Χριστιανίας (όπως ονομαζόταν εκείνη την εποχή η πρωτεύουσα της Νορβηγίας, ενώ ασχολείται και με τη ζωγραφική. Το 1864, εγκαταλείπει την Χριστιανία και πηγαίνει στο Σορέντο της Ιταλίας. Αρχικά φεύγει για ένα χρόνο, αλλά τελικά κάνει 27 χρόνια να επιστρέψει στην πατρίδα του, εργαζόμενος κυρίως στη Νότιο Ιταλία και τη Γερμανία. Εκεί, ο Ίψεν καταξιώνεται πλέον σαν καλλιτέχνης και τελικά γυρίζει στην πατρίδα του το 1895, όπου και συγγράφει τα δυο τελευταία του έργα. Τότε, μπόρεσε να ορθοποδήσει οικονομικά, αγοράζοντας ένα πολύ ακριβό σπίτι απέναντι από τα ανάκτορα του Όσλο, το οποίο σήμερα έχει μετατραπεί σε μουσείο και δέχεται καθημερινά πολλούς επισκέπτες. Ο Ίψεν είχε μια αμφιλεγόμενη σχέση με τον πλούτο, κάτι που αποδεικνύεται και από τη διακόσμηση αυτού του σπιτιού, η οποία διατηρείται στο ακέραιο έως σήμερα. Συνήθιζε επίσης να κάνει καθημερινούς περιπάτους, αλλά δεν επεδίωκε την επαφή με το κοινό και τον ενδιέφερε η μελέτη των ανθρωπίνων αντιδράσεων και συμπεριφορών.
Προς τιμήν του θεσμοθετήθηκε από την νορβηγική κυβέρνηση το «Διεθνές Βραβείο Ίψεν», με σκοπό να τιμηθεί ένα πρόσωπο, οργανισμός ή ίδρυμα στο χώρο της τέχνης και του πολιτισμού για τις προσπάθειές τους στο πνεύμα του Ίψεν. Συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο ύψους 2,5 εκατ. νορβηγικών κορονών.
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.