Γράφει ο Μιχάλης Κατσούρης
Οκτώ μήνες πριν. Τον περασμένο Μάρτιο ήρθαμε αντιμέτωποι για πρώτη φορά με την πραγματικότητα των περιορισμών και της πανδημίας. Λέξεις όπως: socialdistancing, cocooning και lockdown γίνανε αναπόσπαστο κομμάτι του καθημερινού μας λεξιλογίου.
Μαζί με τις λέξεις ήρθαν και οι απαγορεύσεις. Η σύσταση για κοινωνική αποστασιοποίηση έγινε απαγόρευση κάθε κοινωνικότητας μεταξύ ανθρώπων, αγνώστων και μη.
Ένα από τα πρώτα απαγορευτικά που μπήκαν στη ζωή μας και μάλλον από τα τελευταία που θα αρθούν, είναι το απαγορευτικό στις κινηματογραφικές αίθουσες. Οι αίθουσες απαγορεύεται να λειτουργούν όλους αυτούς τους μήνες. Με εξαίρεση ένα μικρό χρονικό διάστημα που λειτουργούσαν με εξοντωτικούς για αυτές περιορισμούς.
Αξίζει να εστιάσουμε για λίγο στις κινηματογραφικές αίθουσες και να αναλύσουμε τον ρόλο τους στην κοινωνική ζωή της πόλης.
Αυτοί οι μήνες της πανδημίας μας φέρανε πιο κοντά στην ιδέα μιας κινηματογραφικής ταινίας από το σαλόνι μας στην οθόνη της τηλεόρασης ή του υπολογιστή μας. Σε παγκόσμια κλίμακα, τα μεγαλύτερα κινηματογραφικά φεστιβάλ στράφηκαν σε onlineεκδοχές τους ενώ οι streamingπλατφόρμες αποκτούσαν όλο και περισσότερους συνδρομητές.
Την ίδια ώρα τα μεγαλύτερα κινηματογραφικά studioτου πλανήτη, φλέρταραν με την ιδέα να παραχωρήσουν τους φετινούς τους τίτλους σε αντίστοιχες πλατφόρμες.
Η ιδέα του να βλέπεις στην τηλεόραση με την άνεση του σαλονιού σου, φεστιβαλικές πρεμιέρες ή ταινίες που πάντα ήθελες να δεις, σε προνομιακή τιμή, σίγουρα κρύβει μια σαγήνη στην οποία δύσκολα μπορείς να αντισταθείς, ειδικά αν έχεις βιώσει μια ή παραπάνω άσχημες εμπειρίες στην αίθουσα κάποιου σινεμά.
Οι ταινίες όμως είναι για να βλέπονται σινεμά. Πέραν των τεχνικών που οποιαδήποτε σύγκριση είναι χωρίς αντίκρισμα, η κινηματογραφική εμπειρία για να αποκτήσει ολοκληρωτικά χαρακτηριστικά πρέπει να συνδυάζεται με την σκοτεινή αίθουσα και την μεγάλη οθόνη.
Όπως πολύ εύστοχα έχει τονίσει ο Λουκάς Κατσίκας: ‘’Αν το σινεμά είναι η εμπειρία τού να ονειρεύεσαι με ανοιχτά μάτια, ανάμεσα σε άλλους «ονειροπόλους» θεατές, έτοιμους να μεταβούν όλοι προς μια άλλη διάσταση, τότε την περίοδο της καραντίνας αυτό που στερηθήκαμε περισσότερο ήταν η δυνατότητα να ονειρευόμαστε.’’
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι σε περιόδους πολέμου οι κινηματογραφικές αίθουσας είχαν παραμείνει ανοιχτές. Η αίθουσα του σινεμά έχει το μαγικό προνόμιο να συνδυάζει την μοναχικότητα που κρύβει η θέαση μιας κινηματογραφικής εμπειρίας χωρίς περισπασμούς με την κοινωνικότητα του να μοιράζεσαι τον χώρο και τον χρόνο αυτής της εμπειρίας με άλλους ανθρώπους. Για αυτό το μαγικό δίωρο οι ‘’από κοινού ονειροπόλοι’’ αποτελούν μια “γλυκιά συμμορία” η οποία θα αναστείλει την δράση της μόλις ανοίξουν τα φώτα.
Η εμπειρία του σινεμά όμως δε περιορίζεται στα στενά χρονικά όρια της διάρκειας της κινηματογραφικής ταινίας. Αρχίζει από τις ετοιμασίες για την έξοδο στο σινεμά και συνεχίζεται με το που πέσουν οι τίτλοι τέλους.
Αν υποθέσουμε ότι ένα φιλμικό κείμενο έχει σκοπό να κάνει τον θεατή να σκεφτεί και να αναρωτηθεί η ουσία βρίσκεται μετά την προβολή. Στο μπαρ που θα πας μετά για ποτά ή κάπου για φαγητό και θα συζητήσεις την ταινία, θα στοχαστείς πάνω σε αυτή.
Ομοίως και στα φεστιβάλ. Αυτό που έλειψε περισσότερο από τις online εκδοχές τους και ήταν αδύνατο να αντικατασταθεί, ήταν η ζύμωση με το φεστιβαλικό κοινό, οι κουβέντες, οι διαφωνίες, τα πάρτυ, όποια αλληλεπίδραση περιλάμβανε ανθρώπους και εξωστρέφεια.
Ερχόμαστε στο σήμερα, όπου τα σινεμά παραμένουν κλειστά εδώ και μήνες, είχαν παραμείνει κλειστά όταν σχεδόν το σύνολο του κοινωνικού ιστού είχε επανέλθει και σίγουρα θα μείνουν κλειστά και μετά την άρση του δεύτερου lockdown.
Την στιγμή που στους χώρους θεάματος γενικότερα τα μέτρα είχαν τηρηθεί στο έπακρο, επιλέχθηκε να χαρακτηριστούν ως υγειονομικές βόμβες και έτσι να στιγματιστούν και για πολύ καιρό μετά το όποιο εμβόλιο.
Παράλληλα στα ΜΜΜ καθημερινά γίνεται το αδιαχώρητο, ενώ στις εκκλησίες…δε κολλάει!
Χωρίς να έχει παρθεί κανένα ουσιαστικό μέτρο από την πολιτεία για τους αιθουσάρχες είναι σχεδόν βέβαιο ότι πολλοί θα αναγκαστούν να βάλουν λουκέτο. Έτσι οδηγούν και πολλούς ανθρώπους στην ανεργία αλλά στερούν και από την πόλη έναν χώρο πολιτισμού, σε μια εποχή που τον έχει ανάγκη πιο πολύ από ποτέ.
Η κινηματογραφική αίθουσα, στα τόσα χρόνια ιστορίας της, έχει καταφέρει να επιβιώσει μέσα σε ένα πλαίσιο όλο και λιγότερο φιλικό προς αυτή. Θα τα καταφέρει και τώρα;
Το 3point magazine είναι ένα οριζόντια δομημένο μέσο που πιστεύει ότι η γνώμη όλων έχει αξία και επιδιώκει την έκφρασή της. Επικροτεί τα σχόλια, την κριτική και την ελεύθερη έκφραση των αναγνωστών του επιδιώκοντας την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Σε μια εποχή όμως που ο διάλογος τείνει να γίνεται με όρους ανθρωποφαγίας και απαξίωσης προς πρόσωπα και θεσμούς, το 3point δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Για τον λόγο αυτόν σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού, σεξιστικού περιεχομένου θα σβήνονται χωρίς ειδοποίηση του εκφραστή τους.
Ακόμα, το 3point magazine έχει θέσει εαυτόν απέναντι στο φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, σχόλια ανάλογου περιεχομένου θα έχουν την ίδια μοίρα με τα ανωτέρω, τη γνωριμία τους με το "delete".
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 3point.